ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ
ΣΥΝΟΔΟΥ
(13 ΙΟΥλΙΟΥ 2025)
ΕΩΘΙΝΟΝ Ε΄
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὁ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν
ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα΄ καὶ ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτὸν
θαυμάζων τὸ γεγονός. Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς
κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα Ἐμμαούς΄ καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν
πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς
καὶ συζητεῖν, καί αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς΄ οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν
ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς΄ Τίνες οἱ λόγοι οὗτοι οὓς
ἀντιβάλλετε πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες, καὶ ἐστὲ σκυθρωποὶ; Ἀποκριθείς δὲ ὁ εἷς,
ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν ΄ Σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ οὐκ ἔγνως
τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις; καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Ποῖα; Οἱ δὲ εἶπον
αὐτῷ, Τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ
λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ΄ ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς
καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου, καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν΄ ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν
ὅτι αὐτὸς ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ. Ἀλλὰ γε οὖν σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην
ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον, ἀφ' οὗ ταῦτα ἐγένετο. ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν
ἐξέστησαν ἡμᾶς, γενόμεναι ὂρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ,
ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν. Καὶ ἀπῆλθόν
τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον΄
αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον. Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς΄ Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ
τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ Προφῆται. Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν
Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ; Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωσέως καὶ ἀπὸ πάντων
τῶν προφητῶν, διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς Γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ. Καὶ ἤγγισαν
εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο ποῤῥωτέρω πορεύεσθαι. Καὶ
παρεβιάσαντο αὐτόν , λέγοντες΄ Μεῖνον μεθ' ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν
ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι αὐτὸν
μετ' αὐτῶν, λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς. Αὐτῶν δὲ
διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν΄ καὶ αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτῶν.
Καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους΄ Οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν
ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς Γραφάς; Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ, ὑπέστρεψαν
εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ εὗρον συνηθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, λέγοντας,
ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως, καὶ ὤφθη Σίμωνι. Καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ,
καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου.
(Λουκ. κδ΄[24] 12 – 35)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
12 Παρόλα αὐτά ὅμως ὁ Πέτρος σηκώθηκε κι ἔτρεξε στό
μνημεῖο. Κι ἀφοῦ ἔσκυψε ἀπό τή θύρα, βλέπει μόνο τούς νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι
κάτω στό μνημεῖο, χωρίς τό σῶμα. Τότε ἐπέστρεψε στό σπίτι πού ἔμενε γεμάτος ἀπορία
κι ἔκπληξη γι’ αὐτό πού εἶχε γίνει. 13 Καί ἰδού, τήν ἴδια ἡμέρα δύο ἀπό
τούς μαθητές τοῦ Ἰησοῦ πήγαιναν σέ κάποιο χωριό πού ἀπεῖχε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ ἑξήντα
στάδια, ἕντεκα περίπου χιλιόμετρα. Καί τό χωριό αὐτό ὀνομαζόταν Ἐμμαούς. 14 Αὐτοί μιλοῦσαν μεταξύ τους γιά ὅλα
αὐτά πού εἶχαν συμβεῖ· δηλαδή γιά τά περιστατικά τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς τοῦ Ἰησοῦ,
καθώς καί γιά τά ὅσα ἀνήγγειλαν οἱ μυροφόρες στούς μαθητές. 15 Καθώς ὅμως αὐτοί μιλοῦσαν καί
συζητοῦσαν, τούς πλησίασε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς καί προχωροῦσε μαζί τους. 16 Τά μάτια τους ὅμως ἦταν κρατημένα
γιά νά μήν τόν ἀναγνωρίσουν. Κι αὐτό συνέβαινε εἴτε διότι ἡ μορφή τοῦ ἀναστημένου
Κυρίου εἶχε τήν ὥρα ἐκείνη ἀλλάξει, εἴτε διότι ὁ Θεός μέ ὑπερφυσική δύναμη ἐμπόδιζε
τίς αἰσθήσεις τους νά τόν ἀναγνωρίσουν. 17 Καί ὁ Ἰησοῦς τούς ρώτησε: Γιά ποιό
ζήτημα συζητᾶτε μεταξύ σας καί ἀνταλλάσσετε τίς σκέψεις σας καθώς περπατᾶτε,
καί εἶστε σκυθρωποί; 18
Τότε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, πού ὀνομαζόταν Κλεόπας, τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐσύ μόνο ἀπ’
τούς ξένους πού ἦλθαν τό Πάσχα νά προσκυνήσουν διαμένεις στήν Ἱερουσαλήμ καί
δέν ἔμαθες ὅσα ἔγιναν στήν πόλη αὐτή τίς ἡμέρες αὐτές; 19 Ποιά; τούς ρώτησε. Κι αὐτοί τοῦ ἀπάντησαν:
Αὐτά πού ἔγιναν μέ τόν Ἰησοῦ τόν Ναζωραῖο, πού ἦταν προφήτης καί ἀποδείχθηκε
δυνατός καί σέ ὑπερφυσικά ἔργα καί σέ διδασκαλία θεόπνευστη καί τέλεια· δυνατός
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ὅλου τοῦ λαοῦ. 20 Δέν ἔμαθες ἀκόμη καί μέ ποιό τρόπο
τόν παρέδωσαν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ ἄρχοντές μας σέ καταδίκη θανάτου καί τόν
σταύρωσαν; 21 Ἐμεῖς ὅμως ἐλπίζαμε
ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ ὁποῖος πρόκειται νά ἐλευθερώσει τόν Ἰσραήλ καί νά ἀποκαταστήσει
τό βασίλειό του. Ἀλλά ἡ ἐλπίδα μας αὐτή κλονίστηκε, διότι ἐκτός ἀπό τή σταύρωσή
του κι ἀπ’ ὅλα τά ἄλλα πού ἔγιναν, εἶναι ἡ τρίτη ἡμέρα σήμερα ἀπό τότε πού ἔγιναν
αὐτά, καί δέν εἴδαμε ἀκόμη τίποτε πού νά στηρίξει τίς ἐλπίδες μας. 22 Ἀλλά καί κάτι ἄλλο πού στό μεταξύ ἔγινε,
αὔξησε τήν ἀπορία μας. Μερικές δηλαδή γυναῖκες ἀπό τόν κύκλο μας, τόν κύκλο
δηλαδή τῶν πιστῶν μαθητῶν του, μᾶς γέμισαν μέ ἔκπληξη. Διότι πῆγαν πολύ πρωί
στό μνημεῖο 23 καί δέν βρῆκαν
ἐκεῖ τό σῶμα του. Ἦλθαν λοιπόν καί μᾶς εἶπαν ὅτι εἶδαν καί ὀπτασία ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι
τούς ἀνήγγειλαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ζεῖ. 24
Τότε μερικοί ἀπό τούς δικούς μας πῆγαν στό μνημεῖο καί βρῆκαν τά πράγματα ἔτσι ὅπως
τά εἶπαν καί οἱ γυναῖκες· δηλαδή βρῆκαν ἀνοιχτό τό μνημεῖο, τόν ἴδιο ὅμως τόν Ἰησοῦ
δέν τόν εἶδαν. 25 Τότε ὁ Ἰησοῦς
εἶπε στούς δύο μαθητές: Ὤ ἄνθρωποι πού δέν ἔχετε φωτισμένο νοῦ γιά νά κατανοεῖ
τίς Γραφές, καί ἡ καρδιά σας εἶναι βραδυκίνητη καί δύσκολη νά πιστέψει σ’ ὅλα ὅσα
εἶπαν οἱ προφῆτες! 26
Σύμφωνα μέ τή βουλή καί τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού προκήρυξαν οἱ προφῆτες, αὐτά
δέν ἔπρεπε νά πάθει ὁ Χριστός καί μέσα ἀπ’ τά παθήματα αὐτά νά εἰσέλθει στή
δόξα του; Ἡ δόξα του αὐτή ἄρχισε μέ τήν ἀνάστασή του καί θά τελειωθεῖ μέ τήν ἀνάληψή
του. 27 Κι ἀφοῦ ἄρχισε ἀπό
τίς προφητεῖες καί τίς προεικονίσεις πού περιέχονται στά βιβλία τοῦ Μωυσῆ,
κατόπιν τούς ἀνέφερε ἀπ’ ὅλους τούς προφῆτες τά χωρία πού μιλοῦν γιά τόν
Μεσσία. Καί στή συνέχεια τούς ἐξηγοῦσε τίς προφητεῖες πού ἀναφέρονταν στόν ἑαυτό
του. 28 Κάποτε πλησίασαν
στό χωριό πού σκόπευαν νά πᾶνε οἱ δύο μαθητές. Τότε αὐτός προσποιήθηκε ὅτι θά
πήγαινε πιό μακριά. Καί πραγματικά θά τούς ἀποχωριζόταν, ἐάν αὐτοί δέν ἐπέμεναν
νά τόν κρατήσουν. 29 Ἀλλά
αὐτοί τόν πίεζαν καί τόν παρακαλοῦσαν λέγοντας: Μεῖνε μαζί μας, διότι κοντεύει
νά βραδιάσει, καί ἡ ἡμέρα ἔχει προχωρήσει πολύ πρός τή δύση τοῦ ἥλιου. Τότε ὁ Ἰησοῦς
μπῆκε στό χωριό τους κι ἔπειτα στό σπίτι γιά νά μείνει μαζί τους. 30 Καί τότε συνέβη αὐτό: Ὅταν αὐτός ἔγειρε
μαζί τους στήν τράπεζα τοῦ φαγητοῦ, ἀφοῦ πῆρε στά χέρια του τόν ἄρτο, τόν εὐλόγησε
εὐχαριστώντας τόν Θεό, ὅπως συνήθιζε νά κάνει πρίν ἀπό τό φαγητό, κι ἀφοῦ τόν ἔκοψε
σέ κομμάτια, τούς ἔδινε. 31
Ὅταν ὅμως αὐτοί εἶδαν τήν εὐλογία καί τόν τεμαχισμό τοῦ ἄρτου νά γίνεται μέ τόν
τρόπο πού συνήθιζε ὁ Διδάσκαλός τους, τότε καί μέ θεϊκή ἐπενέργεια ἄνοιξαν τά
μάτια τους καί τόν ἀναγνώρισαν ξεκάθαρα. Ἀλλά τή στιγμή ἐκείνη κι αὐτός ἔγινε ἄφαντος
ἀπό μπροστά τους. 32 Εἶπαν
τότε ὁ ἕνας στόν ἄλλο: Ἡ καρδιά μας δέν αἰσθανόταν μέσα μας τήν πνευματική
φλόγα τοῦ θείου ζήλου καί τῆς ἀγάπης πρός τόν Χριστό καί δέν ζεσταινόταν ἀπό τή
θερμότητα τοῦ φωτός τῆς θείας ἀλήθειας, ὅταν μᾶς μιλοῦσε στό δρόμο καί μᾶς ἐξηγοῦσε
τίς Γραφές; Πῶς δέν μπορέσαμε λοιπόν νά τόν ἀναγνωρίσουμε ἀμέσως; 33 Κι ἀφοῦ σηκώθηκαν τήν ἴδια αὐτή
περασμένη ὥρα, ἐπέστρεψαν στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ βρῆκαν συναθροισμένους τούς ἕνδεκα
ἀποστόλους καί τούς ἄλλους πού ἦταν μαζί τους, 34 κι ὅλοι αὐτοί ἔλεγαν ὅτι πραγματικά
ἀναστήθηκε ὁ Κύριος καί ἐμφανίσθηκε στό Σίμωνα Πέτρο. 35 Τότε κι αὐτοί οἱ δύο ἄρχισαν νά
τούς διηγοῦνται τά ὅσα τούς εἶχαν συμβεῖ στό δρόμο καί πῶς τόν ἀναγνώρισαν ὅταν
ἔκοβε σέ κομμάτια τόν ἄρτο.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Τέκνον Τίτε, πιστός ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί
σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες
τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις
καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιίστασο· εἰσὶ γὰρ
ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν
νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει
ὢν αὐτοκατάκριτος. Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον
ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν
τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ.
Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας
χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ' ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι
τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
(Τίτ. γ΄[3] 8 – 15)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Τέκνον
Τίτε, τό ὅτι δικαιωθήκαμε καὶ ἀναγεννηθήκαμε
καὶ θὰ κληρονομήσουμε τὴν αἰώνια ζωὴ εἶναι λόγος καὶ ἀλήθεια ἀξιόπιστη.
Καὶ γι' αὐτὰ τὰ θέματα θέλω νὰ μιλᾶς μὲ βεβαιότητα καὶ μὲ κύρος, γιὰ
νὰ φροντίζουν ὅσοι ἔχουν πιστέψει στὸ Θεὸ νὰ πρωτοστατοῦν ἀκούραστα
σὲ καλὰ ἔργα. Αὐτὰ εἶναι τὰ καλὰ ἔργα καὶ τὰ ὠφέλιμα στοὺς ἀνθρώπους·
αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποῖα σᾶς μίλησα. Ἀπόφευγε τὶς ἀνόητες συζητήσεις
καὶ τὶς γενεαλογίες γιὰ τοὺς μυθικοὺς θεοὺς ἢ τοὺς εὐγενεῖς προγόνους,
ὅπως καὶ τὶς φιλονικίες καὶ διαμάχες γιὰ τὸν ἰουδαϊκὸ νόμο, διότι
δὲν φέρνουν καμία ὠφέλεια καὶ εἶναι μάταιες. Αἱρετικὸ ἄνθρωπο πού
ἐπιμένει νὰ δημιουργεῖ σκάνδαλα καὶ διαιρέσεις στὴν Ἐκκλησία, μολονότι
τὸν συμβούλευσες γιὰ πρώτη καὶ δεύτερη φορά, παράτησέ τον καί
ἀπόφευγέ τον. Γνώριζε ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφεῖ καὶ
ἁμαρτάνει· καὶ γιὰ τὴν ἁμαρτία του αὐτὴ ἐλέγχεται καὶ κατακρίνεται
ἀπὸ τὴ συνείδησή του καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιό του τὸν ἑαυτό. Ὅταν σοῦ στείλω
τὸν Ἀρτεμᾶ ἢ τὸν Τυχικό, φρόντισε γρήγορα νὰ ἔλθεις στὴ Νικόπολη, διότι
ἐκεῖ ἀποφάσισα νὰ περάσω τὸ χειμώνα. Τὸν Ζηνᾶ τὸ νομοδιδάσκαλο
καὶ τὸν Ἀπολλὼ κατευόδωσέ τους μὲ ἐπιμελημένη προετοιμασία, γιὰ νὰ
μὴν τοὺς λείπει τίποτε στὸ ταξίδι τους. Μὲ τὴν εὐκαιρία μάλιστα τῆς
προετοιμασίας αὐτῆς ἂς παίρνουν μάθημα καὶ οἱ δικοί μας νὰ πρωτοστατοῦν
καὶ νὰ ἐργάζονται καλὰ ἔργα καὶ νὰ συντρέχουν τοὺς ἀδελφοὺς στὶς ἀπαραίτητες
ὑλικές τους ἀνάγκες, γιὰ νὰ μὴ στεροῦνται ἀπὸ πνευματικοὺς καρπούς.
Σὲ χαιρετοῦν ἐγκάρδια ὅλοι ὅσοι εἶναι μαζί μου. Χαιρέτησε ὅσους μᾶς
ἀγαποῦν, ἐπειδὴ ἔχουν κοινὴ πίστη μέ μᾶς. Σᾶς εὔχομαι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ
νὰ εἶναι μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.
ΤΟ
ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς. ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται
πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν
αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ' ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν
τῇ οἰκίᾳ. Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν
ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον
καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς
καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν
πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων
καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ
τῶν οὐρανῶν· ὃς δ' ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν
τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.
(Ματθ. ε΄[5] 14 –
19)
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝΤΟΛΩΝ ΤΩΝ
ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Ἡ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ συνεκλήθη τὸ ἔτος 451 μ.Χ. καὶ στερέωσε τὴν
Ὀρθοδοξία ἀπέναντι σὲ δύο ἀντιμαχόμενες αἱρέσεις: τὸν Νεστοριανισμὸ καὶ τὸν
Μονοφυσιτισμό. Πρὸς τιμὴ λοιπὸν αὐτὴς τῆς μεγάλης Συνόδου — πρὸς τιμὴν τῶν 630
θεοφόρων Πατέρων ποὺ τὴν ἀπετέλεσαν — ἀναγινώσκεται τό σημερινό Εὐαγγέλιο.
ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΜΑΣ ΑΥΤΟ προέρχεται ἀπό τήν ἱστορική ὁμιλία τοῦ Κυρίου, τὴν
γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα: Ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία.
Ἡ ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία εἶναι ἕνα κείμενο κατ’ ἐξοχὴν καθοδηγητικό, ποὺ
καταλαμβάνει τρία ὁλοκλήρα κεφάλαια τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΛΟΓΙΑ τοῦ Κυρίου μας στὴν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία εἶναι οἱ γνωστοὶ
μας Μακαρισμοὶ («μακάριοι οἰ πτωχοὶ τῷ
πνεύματι...» κλπ.). Ἀμέσως δὲ μετὰ τοὺς Μακαρισμοὺς εὑρίσκεται τὸ σημερινό
μας ἀνάγνωσμα. Σ’ αὐτὸ ὁ Κύριος παρομοιάζει τοὺς πιστοὺς ἀκολούθους Του μὲ φῶς:
«Ὑμεῖς ἐστε τό φῶς τοῦ κόσμου»· ἐσεῖς
εἶσθε τὸ πνευματικὸ φῶς τοῦ κόσμου, λέγει. Ἐσεῖς μὲ τὴν διδαχὴ σας καί τό
φωτεινό παράδειγμα τῆς ζωῆς σας δείχνετε στόν εὑρισκόμενο στὸ πνευματικὸ
σκοτάδι κόσμο ποιός εἶναι ὁ σωστὸς δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ὅπως
εἶναι ἀδύνατο νά κρυφθεῖ μία πόλις κτισμένη ἐπάνω σὲ ἕνα βουνό, ἔτσι καὶ ἡ δικὴ
σας ζωὴ εἶναι ἀδύνατο νά μείνει ἀπαρατήρητη ἀπό τὰ μάτια τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ δική μου ἐπιθυμία γιὰ σᾶς νὰ σᾶς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι καὶ
νὰ παραδειγματίζονται. Κανείς — τονίζει ὁ Κύριος — δὲν ἀνάβει ἕνα λυχνάρι γιὰ
νὰ τὸ βάλει κάτω ἀπό ἕνα δοχεῖο, «ὑπό τὸν
μόδιον» («μόδιος» ἦταν ἕνα δοχεῖο
μέ τό ὁποῖο μετροῦσαν τότε τὸ σιτάρι). Ἀλλά ὅλοι τοποθετοῦν τὸ λυχνάρι «ἐπί τὴν λυχνίαν», ἐπάνω στὸν λυχνοστάτη,
ὥστε νά φωτίζει ὅλους μέσα στὸ σπίτι. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο πρέπει νὰ λάμψει καί ἡ
δική σας ζωὴ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ δοῦν τὰ καλά σας ἔργα καὶ νὰ δοξάσουν
τὸν οὐράνιο Πατέρα σας.
ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ τὴν ὁμιλία Του, διευκρινίζοντας στοὺς μαθητάς Του
ὅτι μὲ τὴ διδασκαλία Του δὲν ἐπιδιώκει νά καταργήσει τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως ἢ τὸ
κήρυγμα τῶν Προφητῶν, ἀλλὰ νὰ τὰ συμπληρώσει καὶ νὰ τὰ τελειοποιήσει. Μάλιστα,
γιὰ νὰ ὑπογραμμίσει ἔντονα τήν ἀξία τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ, διαβεβαιώνει μὲ τρόπο
αὐθεντικό καί ἀπόλυτο ὅτι μέχρι τὸ τέλος τοῦ κόσμου οὔτε τὸ ἐλάχιστο, οὔτε ἕνα
γιώτα ἢ ἕνα κόμμα ἀπό τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ δέν πρόκειται νἀ ἀποδειχθεῖ ἄχρηστο. Τὰ
πάντα θὰ ἐκπληρωθοῦν μέχρι κεραίας.
ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΦΑΝΕΡΟ. Ὅλα ὅσα περιέχει καὶ διατάσσει ὁ Νόμος τοῦ
Θεοῦ, ἀκόμη καὶ τὰ πλέον μικρά, ἔχουν ἀκατάλυτο κῦρος καὶ αἰώνια ἀξία.
Ἑπομένως, προειδοποιεῖ ὁ Κύριος, ὅποιος παραβεῖ μιά ἀπό τὶς θεωρούμενες μικρὲς
καὶ ἀσήμαντες ἐντολές μου καὶ παρακινήσει καὶ τοὺς ἄλλους νὰ πράξουν τὸ ἴδιο,
αὐτὸς «ἐλάχιστος κληθήσεται», μικρὸς
καὶ ἀσήμαντος θὰ θεωρηθεῖ γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ὁ
ὁποῖος θά ἐφαρμόσει ὄλες τὶς ἐντολές μου καὶ θὰ διδάξει καὶ στοὺς ἄλλους τὸ
ἴδιο, «μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ
τῶν οὐρανῶν», θὰ ἀναδειχθεῖ μέγας στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
ΜΕΓΑΣ Ή ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ;
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἱκανὸς γιὰ τὰ πάντα. Μπορεῖ νά ἀναδειχθεῖ μέγας, ἄλλος
κατὰ χάριν θεός. Μπορεῖ ὅμως καί νά καταντήσει ἐλάχιστος, μικρός, ἀσήμαντος,
ἀνάξιος τῆς θείας ζωῆς.
Καὶ τὸ παράδοξο εἶναι τοῦτο. Ὅτι ἐνδέχεται νὰ τὰ κάνει ὅλα: νὰ ζήσει τυπικά
ζωή χριστιανική, νά δημιουργήσει ψηλή θεολογία, νὰ διεισδύσει στὰ μυστήρια τοῦ
Θεοῦ ἐντυπωσιακά, νὰ ἐπηρεάσει μὲ τὴν ἱκανότητά του πολλοὺς νά κάμει ὅμως καὶ ἕνα μόνο
λάθος. Ποιὸ λάθος; Τὸ λάθος νὰ θεωρήσει μία ἀπό τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου ἀσήμαντη
καί νά τήν καταλύσει, νά τήν παραβεῖ, καὶ πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση νὰ
παρακινήσει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐπηρεάζει. Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἐλάχιστος. Μικραίνει,
σμικρύνεται, ἐλαχιστοποιεῖται, μένει ἔξω ἀπό τὸν χῶρο τῆς αἰωνίου χαρᾶς.
«Μία μικρὴ ἀπάτη δὲν εἶναι τίποτε», «τὰ ψέματα εἶναι μικρολεπτομέρειες,
ἀσήμαντα», «ἡ σεμνότητα καὶ ἡ ἁγνότητα εἶναι σεμνοτυφία καὶ καταντᾶ
ἀναχρονισμός». Ἔτσι σκέπτεται καὶ πράττει καὶ διδάσκει. Καὶ δὲν καταλαβαίνει
ὅτι ἔτσι αὐτοκαταστρέφεται καὶ ὁδηγεῖ καὶ ἄλλους στὴν καταστροφή. Τὸ λάθος δέ
βρίσκεται στό ὅτι παραβαίνει μία ἐντολή τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἀπό συναρπαγή ὅλοι
σχεδὸν τὸ κάνουμε. Τὸ λάθος βρίσκεται
στὸ ὅτι αὐτή τήν παράβαση δὲν τὴν θεωρεῖ λάθος!
Καὶ ἄρα δὲν μετανοεῖ γι' αὐτήν! Ἔτσι γίνεται ὁλόκληρη ἡ ζωὴ του ἕνα ΛΑΘΟΣ.
Λάθος μὲ κεφαλαῖα γράμματα. Διότι αὐτὸ δὲ μπορεῖ νὰ διορθωθεῖ μὲ τίποτε ἀφοῦ λείπει τὸ μόνο διορθωτικὸ ἡ μετάνοια!
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Δ' Οἰκουμενικῆς
Συνόδου ὑπῆρξαν ὄντως μεγάλοι. Διότι δὲν ὑποχώρησαν σὲ τίποτε. Αὐτὰ ποὺ ἄλλοι
τὰ θεωροῦσαν ἐλάχιστα, ἐκεῖνοι τὰ κράτησαν μὲ ἀκρίβεια.
Αὐτοὶ οἱ ἀληθινὰ μεγάλοι εἶναι οἱ ἀπλανεῖς ὁδηγοὶ τῆς πορείας ὅλων μας. Τῆς
πορείας μας πρὸς τὸν Θεό.
(Διασκευὴ ἀπὸ
παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου