ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
(3 ΙΟΥΝΙΟΥ 2012)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν
τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν
ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. καὶ ἐγένετο
ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν
ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν
αὐτοῖς διαμεριζόμεναι
γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ' ἕνα
ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ἁγίου, καὶ ἤρξαντο
λαλεῖν ἑτέραις
γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου
αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι,
ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη,
ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν.
ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν,
Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται,
καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν,
Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν,
Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν,
Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν,
Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην,
καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι,
Ἰουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι,
Κρῆτες καὶ Ἄραβες,
ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
(Πράξ. Ἀποστ. β΄[2]1 – 11)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
1. Πενήντα μέρες εἶχαν περάσει
ἀπὸ τὴν Κυριακή της Ἀναστάσεως καὶ δέκα ἀπὸ τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία
ὁ Κύριος εἶχεν ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς.
Καὶ οἱ Μαθητές, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολή πού τοὺς εἶχε δώσει, ἔμεναν
στήν Ἱερουσαλὴμ καὶ περίμεναν τὴν «ἐπαγγελίαν
τοῦ Πατρός». Ἀκριβῶς λοιπὸν κατὰ τὴν Πεντηκοστή μέρα καὶ ἐνῶ «ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό»,
ξαφνικὰ ἦλθε «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος»
σὰν βοὴ σφοδροῦ ἀνέμου καί γέμισε «ὅλον
τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι». Καὶ εἶδαν τότε οἱ Ἀπόστολοι καὶ ὅσοι
ἦσαν μαζί τους ἐκεῖ νά διαμοιράζονται στόν καθένα γλῶσσες πού ἔμοιαζαν
μέ τίς φλόγες τῆς φωτιᾶς καὶ νὰ κάθεται στόν καθένα ἀπὸ μία τέτοια
γλώσσα. Καὶ γέμισαν ὅλοι Πνεῦμα Ἅγιον καὶ «ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις». Ἄρχισαν νά μιλοῦν ξένες
γλῶσσες «καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς
ἀποφθέγγεσθαι». Καθὼς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τούς φώτιζε καί τούς ἔδιδε
νά μιλοῦν στίς γλῶσσες αὐτές καὶ νὰ λένε θεϊκές διδασκαλίες, γιά τή
σωτηρία πού ἔφερε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στόν κόσμο.
Αὐτὸ ἦταν, ἀδελφοί, τὸ θαῦμα
τῆς Πεντηκοστῆς. Μὲ αὐτὸ ἐπίσημα πιά ἱδρύθη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ
στόν κόσμο μας. Ὅλα δὲ αὐτὰ ἔγιναν διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διὰ τοῦ
τρίτου Προσώπου τῆς παναγίας Τριάδος. Τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μας. Καὶ ἔκτοτε
τὸ Πνεῦμα τό Ἁγιο παραμένει στήν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἐμψυχώνει. Μένει
μαζί Της διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ θὰ μένη στού αἰῶνες. Ἀντικαθιστᾶ
τὸν Κύριό μας, ὀ Ὁποῖος ἀναλήφθηκε καὶ ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας. Καί, ὅπως
κατὰ τὴν πρώτη ἐκείνη ἡμέρα τῆς καθόδου Του, μέ τόν ἴδιο τρόπο μέσα
ἀπό τούς αἰῶνες συνεχίζει νὰ σκορπίζει τίς δωρεές Του στόν κόσμο καί
ἰδιαίτερα στά πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Μέ τή δύναμη καί τόν φωτισμό
Του γινόμαστε Χριστιανοὶ κατὰ τὸ ἅγιο Βάπτισμά μας. Καὶ μὲ τὸ Μυστήριο
τοῦ Χρίσματος ἔρχεται καὶ μᾶς δυναμώνει γιὰ νὰ ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον
τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας. Στόν ἀγώνα μας δὲ αὐτόν, ὅταν πολλὲς φορὲς
κλονιζόμαστε καὶ δυ-σκολευόμαστε, μᾶς συμπαρίσταται ἀοράτως καὶ
μᾶς ἐνισχύει γιὰ νὰ τὰ βγάλουμε πέρα. Τὸ Πνεῦμα τό Ἁγιο πνέει στὴν καρδιά
μας καὶ μᾶς δίδει διάθεση προσευχῆς καὶ λατρείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ μᾶς
κατευθύνει γιὰ νὰ ἐργαζόμαστε τό καλό καὶ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Αὐτὸ
ἀκόμη φωτίζει τὶς ἐπιδεκτικὲς ψυχὲς σέ μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ
στόν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ τὴν Ἐκκλησία Αὐτὸ τὴν διαφυλάττει
ἀπό τούς ἐχθρούς, ἀπό τούς αἱρετικοὺς καὶ τὴν ὁδηγεῖ στήν ἀλήθεια καὶ
διασκορπίζει ὅλους τοὺς ἀντίθετους. Εἶναι ὁ ἀγαθὸς Παράκλητός
μας. Ὁ Παρήγορός μας στίς θλίψεις καὶ δυσκολίες. Πόση εὐγνωμοσύνη
πρέπει νά τρέφουμε στίς ψυχές μας γιά τά ὅσα ἀπό τήν πρώτη ἐκείνη ἡμέρα
χάρισε καὶ χαρίζει στόν κόσμο καί στόν καθένα μας. Πόσο πρέπει νὰ Τὸ
δοξάζουμε καί εὐχαρσιτοῦμε οΪ πιστοί, γιά τές δωρεές Του. Καὶ μέ πόση
εὐλάβεια πρέπει νὰ καταφεύγουμε σ’ Αὐτὸ καί νά ζητοῦμε τή βοήθειά
Του στούς ἀγῶνες μας καί νά Τοῦ λέμε τήν ὡραία προσευχή «Βασιλεῦ Οὐράνιε...».
2. Διότι ἐμεῖς πιστεύουμε σ’
Αὐτὸ καί δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη ἡ παρουσία Του, ὅπως συνέβη κατὰ τὴν
πρώτη ἐκείνη ἡμέρα. Πράγματι τότε πού ἀκούστηκε ἡ βοὴ ἐκείνη, τὸ
πλῆθος πού τήν ἄκουσε μαζεύτηκε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι γιά νά δεῖ τί συνέβαινε.
Κυριεύτηκαν ὅμως ἀπὸ σύγχυση καὶ κατάπληξη καὶ θαυμασμό, καθὼς «ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ
λαλούντων τῶν Μαθητῶν». Ἄκουαν νά μιλοῦν οἱ Μαθητές τίς ξένες
γλῶσσες. Καί ἀπὸ τὸ θαυμασμό τους «ἔλεγον
πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδού πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι;
καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν;»
Πῶς ἀπὸ αὐτοὺς πού εἶναι Γαλιλαῖοι, ἀκούομεν ὁ καθένας μας τὴ γλώσσα
του; Ἦσαν δέ ἐκεῖ ἐκτός τῶν Ἰουδαίων, Πάρθοι καί Μῆδοι καί Ἐλαμῖτες,
ἄλλοι ἀπὸ τὴ Μεσοποταμία καί τὴν Καππαδοκία, ἀπὸ τὸν Πόντο καί τὴν
Ἀσία, τή Φρυγία καί τὴν Παμφυλία, ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καί τή Λιβύη καὶ
Ρωμαῖοι καί Κρῆτες καί Ἄραβες. Ὅλοι αὐτοί εἴτε ἔμεναν μόνιμα στήν Ἱερουσαλήμ,
εἴτε εἶχαν ἔλθει γιὰ τὴ γιορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Καί πρός ὅλους αὐτοὺς οἱ Ἀπόστολοι κήρυτταν
τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν Χριστὸ καί τή σωτηρία πού μᾶς ἔφερε καί γενικά
τὰ θαυμάσια ἔργα τοῦ Θεοῦ, στή γλώσσα τοῦ καθενός. Γι’ αὐτὸ ἀποροῦσαν
καί ἔλεγαν· πῶς «ἀκούομεν λαλούντων
αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεία τοῦ Θεοῦ;»
Αὐτὸ πού ἔλεγαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι
στίς διάφορες γλῶσσες, ἔχουμε καθῆκον νὰ τὸ λέμε καί ὅλοι ἐμεῖς στή
γλώσσα μας καί πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας πού βρίσκονται γύρω μας. Στό
περιβάλλον στό ὁποῖο ζοῦμε. Νὰ διηγούμαστε δηλαδή σέ ὅλους τά μεγαλεῖα
τοῦ Θεοῦ. Νὰ παρακαλοῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά μᾶς φωτίζει, ὥστε νά ἀναγγέλλουμε
τά ὅσα θαυμαστὰ ἔργα ἔκαμε καί σ’ ἐμᾶς ὁ Θεός. Τὴν προστασία πού μᾶς
ἔδειξε. Τίς προσευχές μας πού ἄκουσε. Τίς ἐπεμβάσεις Του στίς δυσκολίες
μας. Τήν ἀγάπη Του γιὰ τὴν ψυχὴ μας καί τή σωτηρία της. Γιά τὰ θαύματα
ἀκόμη πού μᾶς ἔκαμεν σέ διάφορους κινδύνους μας. Ὁ κάθε πιστός, ὁ κάθε
Χριστιανὸς ἔχει πολλὰ τέτοια περιστατικὰ στή ζωή του. Νὰ τὰ λέμε
λοιπὸν γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Κύριος καί γιά νὰ ὠφελοῦνται καὶ ἐνισχύονται
στήν πίστη καί οἱ ἄλλοι. Νά τούς μιλοῦμε ἀκόμη γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Γιά
τὸν Χριστὸν καὶ τὴ σωτηρία. Γιά τὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στόν Κύριο.
Νά τούς παροτρύνουμε σέ ἀγάπη πρός τὴν Ἐκκλησία καί τὴν ἐφαρμογὴ
τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στή ζωή τους. Εἶναι καθῆκον κάθε Χριστιανοῦ
νὰ λαλεῖ τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, πού ὁ ἴδιος ἔχει ζήσει καὶ διαπιστώσει
ἀπὸ τὴν προσωπική του πεῖρα. Νά τά λέγει μὲ θάρρος, μὲ πίστη, μέ εὐγνωμοσύνη
πρός τόν Θεό. Καί μὲ τὴν πεποίθηση, ὅτι ἐφ’ ὅσον ἐργάζεται τὸ καθῆκον
αὐτό, ὁ Θεὸς θά εὐλογεῖ τά λόγια του καί θὰ βοηθοῦνται ἔτσι πνευματικά
οἱ ἄλλοι. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἄρχισε τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας
διὰ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Καί τὸ κήρυγμα αὐτὸ πρέπει νὰ συνεχίζεται
πάντοτε, ἀπὸ ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι ἁγίου
Θεοῦ μας!...
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῇ ἐσχάτῃ
ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς
εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς
καὶ ἔκραξε
λέγων· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω
πρός με καὶ πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν
ὕδατος ζῶντος. τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον
λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς
οὐδέπω ἐδοξάσθη. πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου
ἀκούσαντες τὸν λόγον ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν
ἀληθῶς ὁ προφήτης· ἄλλοι ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν
ὁ Χριστός· οἱ δὲ ἔλεγον· Μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλέεμ τῆς κώμης, ὅπου
ἦν Δαυῒδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ
ἐγένετο δι' αὐτόν. τινὲς δὲ ἤθελον
ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν,
ἀλλ' οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ' αὐτὸν τὰς χεῖρας. Ἦλθον
οὖν οἱ ὑπηρέται
πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς
καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· Διατί οὐκ ἠγάγετε
αὐτόν;
ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν
ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. ἀπεκρίθησαν
οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· Μὴ καὶ ὑμεῖς
πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων
ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ’
ὁ ὄχλος
οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί
εἰσι! λέγει Νικόδημος
πρὸς αὐτούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτὸν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ
παρ' αὐτοῦ πρότερον
καὶ γνῷ τί ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον
καὶ ἴδε ὅτι
προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς
ἐλάλησε λέγων· Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν
ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ'
ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
(Ἰωάν.
ζ΄[7] 37 – 52, η΄[8] 12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Τὴν τελευταία
καὶ πιὸ ἐπίσημη ἡμέρα ἀπ’ ὅλες τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑορτῆς στάθηκε ὄρθιος
ὁ Ἰησοῦς καὶ μὲ ζωηρὴ φωνὴ εἶπε: Ἐὰν
κανεὶς αἰσθάνεται πόθο καὶ δίψα ὄχι γιὰ ἀγαθὰ ὑλικὰ καὶ φθαρτά,
ἀλλά γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ τὴ μακαριότητα τῆς θείας ζωῆς,
ἂς ἔρχεται σὲ μένα μὲ πίστη καὶ ἂς πίνει ἐλεύθερα. Κοντά μου θὰ ἱκανοποιηθοῦν
ὅλοι οἱ εὐγενικοί του πόθοι καὶ θὰ βρεῖ ἀνάπαυση ἡ ψυχή του. Ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς
ἐκείνου πού πιστεύει σὲ μένα, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς,
θὰ ἀναβλύζουν ποτάμια νεροῦ πού θὰ εἶναι πάντα τρεχούμενο. Κι ἔτσι
θὰ ποτίζεται ὄχι μόνο ὁ ἴδιος, ἄλλα καὶ οἱ ἄλλοι πού θὰ ἔρχονται σὲ
σχέση μ' αὐτόν. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸ Ἅγιον
Πνεῦμα, πού θὰ ἀποκτοῦσαν μετὰ τὴν Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανοὺς ὅσοι θὰ
πίστευαν σ' αὐτόν. Διότι πρωτύτερα εἶχαν βέβαια δοθεῖ χαρίσματα
προφητικὰ καὶ θαυματουργικὰ σὲ ἀνθρώπους δίκαιους καὶ προφῆτες, ἀλλά
ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς μεταδίδει
τὴ θεία καὶ μακαρία ζωὴ δὲν εἶχε δοθεῖ σὲ κανέναν. Καὶ δὲν εἶχε δοθεῖ ἡ
χάρις αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη
δοξασθεῖ μὲ τὸ Πάθος του καὶ τὴν Ἀνάληψή του. Πολλοὶ λοιπὸν ἀπὸ τὸν λαό, ὅταν
ἄκουσαν τὰ λόγια αὐτὰ πού εἶπε ὁ Κύριος στὴ διάρκεια τῆς ἑορτῆς, ἔλεγαν:
Πράγματι αὐτὸς εἶναι ὁ προφήτης πού
μᾶς προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς. Ἄλλοι ἔλεγαν: Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας Χριστός. Ἄλλοι ἔλεγαν: Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ὁ Μεσσίας·
διότι μήπως ὁ Μεσσίας εἶναι νὰ ἔρθει ἀπὸ τὴ Γαλιλαία; Δὲν εἶπε ἡ Ἁγία
Γραφὴ ὅτι ὁ Μεσσίας Χριστὸς θὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβὶδ καὶ
ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε ὁ Δαβίδ; Προκλήθηκε
λοιπὸν διαίρεση καὶ διαφωνία μεταξύ του λαοῦ γι' αὐτόν. Μερικοὶ
μάλιστα ἀπ’ αὐτοὺς ἤθελαν νὰ τὸν σὺλλάβουν, ἀλλά κανεὶς δὲν τόλμησε ν' ἁπλώσει
χέρι ἐπάνω του· διότι μιὰ ἀόρατη δύναμη τοὺς συγκρατοῦσε καὶ τοὺς
παρεμπόδιζε.
Ἐπειδὴ λοιπὸν κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ τὸν
συλλάβει, γύρισαν ἄπρακτοι οἱ ὑπηρέτες στοὺς ἀρχιερεῖς καί τοὺς Φαρισαίους.
Κι ἐκεῖνοι τοὺς ρώτησαν: Γιατί δέν τὸν
φέρατε, ἀφοῦ καὶ δημοσίως ἐμφανίστηκε καὶ πολλοί ἀπ' τὸ πλῆθος τὸν ἄκουγαν
μὲ δυσμένεια καὶ ἦταν ἕτοιμοι νὰ σᾶς βοηθήσουν μὴ σᾶς διαφύγει; Τότε
οἱ ὑπηρέτες τοὺς ἔδωσαν τὴν ἑξῆς ἀπάντηση: Ποτέ ἄλλοτε δὲν δίδαξε ἄλλος ἄνθρωπος μὲ τόση σοφία καὶ δύναμη
καὶ χάρη μὲ ὅση διδάσκει ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν
ἀνέλπιστη αὐτὴ ἀπάντηση τῶν ὑπηρετῶν τοὺς ξαναρώτησαν οἱ Φαρισαῖοι:
Μήπως παρασυρθήκατε κι ἐσεῖς, πού εἶστε
πάντοτε κοντά μας καὶ ἀκοῦτε τὴ διδασκαλία μας, κι ἔχετε πλανηθεῖ ἀπ'
αὐτόν, ὅπως τὰ ἀμαθῆ πλήθη τοῦ λαοῦ; Μήπως πίστεψε σ' αὐτὸν κανεὶς ἀπ'
τοὺς ἄρχοντες, πού εἶναι οἱ μόνοι ἁρμόδιοι νὰ κρίνουν τὰ θρησκευτικὰ
ζητήματα, ἢ ἀπ' τοὺς Φαρισαίους, πού εἶναι ἄγρυπνοι φύλακες τῶν παραδόσεων
καὶ τῆς ἀληθινῆς πίστεως; Κανεὶς ἀπ' αὐτοὺς δὲν πίστεψε, παρὰ μόνον
αὐτὸς ὁ ὄχλος, πού δὲν ξέρει τὸ νόμο καὶ γι' αὐτὸ εἶναι ὅλοι τους καταραμένοι.
Τοὺς ρώτησε τότε ὁ Νικόδημος, ἐκεῖνος
πού ἦλθε στὸν Ἰησοῦ μέσα στὴ νύχτα καὶ ἦταν ἕνας ἀπ' αὐτούς, διότι ἦταν
κι αὐτὸς μέλος τοῦ συνεδρίου: Μήπως
ὁ νόμος μας μπορεῖ νὰ καταδικάσει ἕναν ἄνθρωπο, ἐὰν προηγουμένως δὲν
τὸν ἀκούσει ὁ δικαστὴς πού ἐκπροσωπεῖ τὸ νόμο καὶ μάθει ἀπὸ τὴν ἀπολογία
του τί ἀξιοκατάκριτο καὶ ἀξιόποινο ἔκανε; Ἐκεῖνοι τότε τοῦ εἶπαν:
Μήπως εἶσαι κι ἐσύ ἀπὸ τὴ Γαλιλαία;
Ἐξέτασε καὶ εὔκολα θὰ δεῖς καὶ θὰ πεισθεῖς ἀπὸ τὰ πράγματα ὅτι κανεὶς
προφήτης ἀπὸ τὴ Γαλιλαία δὲν ἔχει βγεῖ ἕως τώρα.
Ὁ Ἰησοῦς τοὺς μίλησε πάλι καὶ τοὺς εἶπε:
Ἐγώ εἶμαι τὸ φῶς ὄχι μόνο τῶν Ἰουδαίων
ἀλλά ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος πού μὲ ἀκολουθεῖ μὲ πλήρη ἐμπιστοσύνη κι ἐλπίδα
καὶ μὲ πρόθυμη ὑπακοὴ στὰ λόγιά μου δὲν θὰ περπατήσει οὔτε θὰ βρεθεῖ
ποτὲ στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά θὰ ἔχει μέσα του τὸ
ζωηφόρο καὶ πνευματικὸ φῶς, πού προέρχεται ἀπό τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὸν
Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου