ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(21 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες
ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν
τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ'
ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ
καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι
ἡ θλῖψις ὑπομονὴν
κατεργάζεται,
ἡ δὲ ὑπομονὴ
δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς
οὐ καταισχύνει, ὅτι
ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται
ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν
διὰ Πνεύματος
ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. ἔτι
γὰρ Χριστὸς ὄντων
ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. μόλις γὰρ ὑπὲρ
δικαίου
τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ
τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ
ἀγάπην εἰς ἡμᾶς
ὁ Θεὸς, ὅτι
ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες
νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα
δι' αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. εἰ γὰρ ἐχθροὶ
ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον
καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
(Ρωμ.
ε΄[5] 1 – 10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, ἀφοῦ γίναμε δίκαιοι μέσω
τῆς πίστεως, ἔχουμε εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ διαμέσου τῆς μεσιτείας τοῦ Κυρίου μας
Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν πίστη μας πρὸς αὐτὸν μᾶς ἔχει ἤδη φέρει στὴν
κατάσταση αὐτὴ τῆς χάριτος, στὴν ὁποία στεκόμαστε στερεά. Καὶ δὲν τρέμουμε τώρα
τὴ θεία ὀργή, ἀλλά καυχόμαστε ἐλπίζοντας ὅτι θὰ ἀπολαύσουμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ δὲν καυχόμαστε μόνο γιὰ τὴ δόξα ποὺ ἐλπίζουμε, ἀλλά καυχόμαστε καὶ γιὰ τὶς
θλίψεις διότι γνωρίζουμε ὅτι ἡ θλίψη παράγει σιγά – σιγά ὡς
μόνιμο καί τέλειο ἔργο τὴν ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ παράγει ἀρετὴ δοκιμασμένη καί
τέλεια, καὶ ἡ δοκιμασμένη ἀρετὴ παράγει τὴν ἐλπίδα στό Θεό. Καὶ ἡ ἐλπίδα αὐτὴ
δὲν ντροπιάζει καὶ δὲν διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, διότι ἡ ἀγάπη ποὺ ἔδειξε
σέ μᾶς ὁ Θεός, στὸν ὁποῖο ἐλπίζουμε,
ἐκχύθηκε καὶ πλημμύρισε τὶς καρδιές μας μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ποὺ μᾶς δόθηκε ὡς
ἀρραβώνας τῆς ἐλπίδας μας. Καὶ εἶναι πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστη καὶ μοναδική ἡ
ἀγάπη ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Θεός. Διότι ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ἀσθενεῖς πνευματικά
καί δέν μπορούσαμε νὰ ἐργασθοῦμε τὸ καλὸ καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦμε μόνοι μας ἀπό τήν
ὀργή, ὁ Χριστὸς στὸν κατάλληλο χρόνο πού εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, πέθανε γιὰ νὰ
σώσει ἀνθρώπους ἀσεβεῖς. Κι αὐτὸ ἀποδεικνύει πράγματι τὴ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ διότι μόλις καὶ μετὰ βίας
θὰ βρεθεῖ ἄνθρωπος νά πεθάνει γιά
κάποιον δίκαιο. Διότι γιὰ ἕναν καλὸ ἄνθρωπο ἴσως νὰ ἔκανε κανείς τὴν τόλμη νὰ
πεθάνει. Ὁ Θεὸς ὅμως δείχνει περίτρανα τὴν ἀγάπη πού ἔχει ἀπό τὰ βάθη του γιά
μᾶς, διότι ὁ Χριστὸς πέθανε γιά χάρη μας, ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη γεμάτοι
ἁμαρτίες. Πολὺ περισσότερο λοιπὸν τώρα ποὺ δικαιωθήκαμε μὲ τὸ αἷμα καὶ τὴ θυσία
τοῦ Χριστοῦ, θὰ σωθοῦμε μέσω αὐτοῦ ἀπό
τὴ μέλλουσα ὀργή. Διότι, ἐάν συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὸ θάνατο τοῦ Υἱοῦ
του ὅταν ἤμασταν ἐχθροί, πολὺ περισσότερο τώρα πού συμφιλιωθήκαμε θὰ σωθοῦμε
διαμέσου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ὑπάρχει πλέον ἀνάγκη νά πεθάνει, ἀλλά ζεῖ
ἔνδοξος στοὺς οὐρανοὺς ὡς μεσίτης δικός μας.
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος. Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν
ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν
οὖν ὁ ὀφθαλμός
σου ἁπλοῦς
ᾖ, ὅλον
τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν
δὲ ὁ ὀφθαλμός
σου πονηρὸς
ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ
κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα
μισήσει καὶ τὸν ἕτερον
ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς
ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου
καταφρονήσει·
οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω
ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν
τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν
τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν
τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; ἐμβλέψατε
εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι
οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν
οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν
ὁ οὐράνιος
τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς
μᾶλλον διαφέρετε
αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν
μεριμνῶν
δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν
αὐτοῦ πῆχυν
ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος
τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ
πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω
δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο
ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα
καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον,
ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες,
τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη
ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν
ὁ οὐράνιος
ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ,
καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.
(Ματθ.στ΄[6] 22 – 33)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΤΙ ΘΗΣΑΥΡΙΖΟΥΜΕ
Τὸ λυχνάρι ποὺ δίνει φῶς
στὸ σῶμα, εἶπε o Κύριος, εἶναι τό μάτι· καὶ τὸ λυχνάρι ποὺ φωτίζει τὴν ψυχὴ
εἶναι ὁ νοῦς. Ἐάν λοιπὸν τὸ µάτι
μας εἶναι ὑγιές, ὅλο τὸ σῶμα µας
θὰ εἶναι γεμάτο φῶς. Ἐάν ὅμως τὸ µάτι
μας εἶναι τυφλό, ὅλο τὸ σῶμα µας
θὰ εἶναι βυθισμένο στὸ σκοτάδι. Ἐάν ἑπομένως ὁ νοῦς μας σκοτισθεῖ ἀπὸ τὴν
προσκόλληση στὸν πλοῦτο, σὲ πόσο σκοτάδι θὰ βυθισθεῖ ἡ ψυχή µας;
Καὶ συνέχισε ὁ Κύριος
λέγοντας: Κανείς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως δοῦλος σὲ δύο κυρίους. Ἢ θὰ
μισήσει τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσει τὸν ἄλλο· ἢ θὰ προσκολληθεῖ στὸν ἕνα καὶ θὰ
καταφρονήσει τὸν ἄλλο. Διότι δὲν μπορεῖτε νὰ εἶστε συγχρόνως δοῦλοι καὶ τοῦ
Θεοῦ καὶ τοῦ πλούτου. Ἢ θὰ μισήσετε τὸν πλοῦτο για νὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεό, ἢ θὰ
προσκολληθεῖτε στὸν πλοῦτο καὶ θὰ καταφρονήσετε τὸν Θεό.
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς
ζητεῖ νὰ διαλέξουμε ἕνα ἀπὸ τὰ δύο: ἢ τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημά Του, ἢ τὸν πλοῦτο
καὶ τὶς συνέπειές του; Δὲν μπορεῖ κανείς νὰ ἀγαπᾶ καὶ τὸν πλοῦτο καὶ τὸν Θεό;
Ὄχι! Διότι ὅποιος ἔχει προσκόλληση στὸν πλοῦτο δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει ἀληθινὰ
τὸν Θεὸ καὶ τὸν οὐρανό. Διότι ὁ πλοῦτος, ὅταν κυριεύσει τὸν ἄνθρωπο,
ὑποδουλώνει τὶς ψυχὲς καὶ δὲν τὶς ἀφήνει νὰ στραφοῦν πρὸς τὰ οὐράνια ἀγαθά. Τὰ
πλούτη, οἰ ἀνέσεις σκλαβώνουν τὸν ἀνθρωπο.
Στὰ λόγια τοῦ Κυρίου
μάλιστα ὁ πλοῦτος προσωποποιεῖται ὡς ἀνταγωνιστής καὶ ὡς ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ. Διότι
ὁ ἄνθρωπος μὲ τὰ πολλὰ χρήματα ἔχει τὴν αἴσθηση τῆς δυνάμεως. Καὶ ἀγοράζει
διαρκῶς ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἀποξενώνεται ἀπὸ τὰ πνευματικά. Ὅποιος σκλαβώθηκε στὸ
χρήμα, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι γνήσιος δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ζητᾶ ἀπὸ μᾶς
ἀποκλειστικὴ ἀφοσίωση. Καὶ ἡ καθημερινὴ πραγματικότητα αὐτὸ ἀποδεικνύει. Σὲ
ἐποχὲς καὶ σὲ περιοχὲς ποὺ οἱ ἄνθρωποι ζοῦν μέσα στὶς ἀνέσεις, στὴν πολυτέλεια
καὶ τὴν καλοπέραση, πολὺ εὔκολα ξεχνοῦν τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημά του. Ἀντίθετα
ὅταν ἔλθουν καιροὶ δύσκολοι, καιροὶ στερήσεων καὶ πείνας, οἱ ἄνθρωποι
συνέρχονται, μετανοοῦν, συναισθάνονται τὴ μικροτητά τους καὶ τὴν ἀνάγκη τοῦ
Θεοῦ. Ἐπιπλέον ἡ προσκόλληση στὸ χρῆμα καλλιεργεῖ μέσα μας τὴν πλεονεξία, ἡ
ὁποία χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ὡς εἰδωλολατρία. Τὸ βλέπει κανείς
καὶ στὶς μέρες μας ὅτι κι ἐμεῖς οἱ πιστοὶ ἐπηρεαζόμαστε συχνὰ ἀπὸ τὸ κλίμα αὐτὸ
τῆς πλεονεξίας. Θέλουμε διαρκῶς νὰ ἀγοράζουμε, νὰ ἀποκτοῦμε περισσότερα,
ἔπιπλα, σκεύη, αὐτοκίνητα, σπίτια. Καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε γινόμαστε εἰδωλολάτρες.
Δηλαδὴ κινδυνεύουμε νὰ χάσουμε τὸν Θεὸ καὶ τὴν ψυχή μας.
ΕΧΟΥΜΕ ΠΑΤΕΡΑ
Μὴ φροντίζετε, συνεχίζει ὁ Κύριος,
μέ ἀγωνία καὶ στενοχώρια γιά τὴ ζωή σας, τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε καὶ τί θὰ
φορέσετε. Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα πιό πολὺ ἀπὸ
τὸ ἔνδυμα; Ὁ Θεὸς ποὺ σᾶς ἔδωσε αὐτὰ τὰ ἀνώτερα, θὰ σᾶς δώσει καί τά κατώτερα.
Κοιτάξτε τὰ πουλιὰ ποὺ
πέφτουν στὸν ἀέρα. Οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε μαζεύουν τροφὲς σὲ
ἀποθῆκες. Κι ὅμως ὁ ἐπουράνιος Πατέρας σας τὰ τρέφει. Ἐσεῖς δὲν ἀξίζετε πολὺ
περισσότερο ἀπὸ αὐτά; Ἄλλωστε, ποιός ἀπὸ σᾶς μπορεῖ νὰ προσθέσει στὸ ἀναστημὰ
του ἕναν πῆχυ; Κανένας. Ἀλλά καὶ για τὸ ντύσιμό σας γιατί ἀγωνιᾶτε; Παρατηρῆστε
τὰ ἀγριολούλουδα, ποὺ φυτρώνουν μόνα τους στοὺς ἀγροὺς κι ὅμως οὔτε ὁ σοφὸς
Σολομών μέ ὅλη τὴ βασιλική του μεγαλοπρέπεια δὲν ντύθηκε μὲ ἔνδυμα τόσο ὡραῖο,
ὅπως ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγριολούλουδα αὐτά. Κι ἄν ὁ Θεὸς ντύνει µἐ
τόση μεγαλοπρέπεια τὰ ἀγριόχορτα, ποὺ σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριο ρίχνονται στὴ
φωτιά, δὲν θὰ φροντίσει πολὺ περισσότερο γιά σᾶς, ὀλιγόπιστοι; Μὴν κυριευθεῖτε
λοιπὸν ἀπὸ ἀγωνιώδη φροντίδα λέγοντας, τί θὰ φᾶμε, τί θὰ πιοῦμε καὶ τί θὰ
ντυθοῦμε; Διότι γιά ὅλα αὐτὰ ἀγωνιοῦν ὅσοι δὲν ἐμπιστεύονται τὴ ζωή τους στὸν
Θεό. Ἄλλωστε ὁ Πατέρας σας γνωρίζει τί ἔχετε ἀνάγκη καὶ θὰ σᾶς τὸ δώσει. Γι’
αὐτὸ πάνω ἀπὸ ὅλα νὰ ζητᾶτε τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ
τότε θὰ σᾶς δοθοῦν καὶ ὅλα τά ἐπίγεια.
Τί µᾶς
λέει λοιπὸν ὁ Κύριος; Ὅτι τὸ ἄγχος, ποὺ στὶς μέρες µας
ἔχει καταντήσει ἀληθινὴ μάστιγα, θεραπεύεται ὅταν ἐμπιστευθοῦμε τὴ ζωὴ µας
στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Δὲν λέει βέβαια ὁ Κύριος νὰ μὴν ἐργαζόμαστε ἢ νὰ µἡ
νοιαζόμαστε για τὰ καθημερινὰ µας
προβλήματα. Ἀλλὰ λέει νὰ μὴν ἀγωνιοῦμε ἀρρωστημένα γι’ αὐτά. Θὰ ἐργαστοῦμε
βέβαια, θὰ κουραστοῦμε, ἀλλὰ χωρὶς ὑπερβολές. Ὄχι ἐξοντωτικὲς διπλὲς καὶ τριπλὲς
ἐργασίες µόνο
καί μόνο γιά νὰ ἔχουμε πολλὲς ἀνέσεις καὶ τελικὰ γινόμαστε νευρικοὶ καὶ
τρέχουμε στοὺς γιατροὺς νὰ µᾶς
ἡρεμήσουν καὶ νὰ µᾶς
θεραπεύσουν. Θὰ φροντίζουμε ἐμεῖς για τὰ ἀπαραίτητα µέ
σύνεση, ἐργατικότητα καὶ ὑπομονή. Καὶ θὰ φροντίζει πολὺ περισσότερο γιά µᾶς
ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Θὰ μᾶς δώσει τὰ ἀγαθὰ ποὺ χρειαζόμαστε ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ
περιμένουμε. Ἰδιαιτέρως θὰ φροντίσει γιά τοὺς ἀδικημένους, τοὺς φτωχούς, τοὺς
πεινασμένους, ἀλλὰ καὶ γιά ἐκεῖνες τὶς πολύτεκνες οἰκογένειες πού κάποιες
στιγμὲς βρίσκονται σὲ οἰκονομικὰ ἀδιέξοδα καὶ μεγάλες στερήσεις καὶ προβλήματα
ποὺ φαίνονται ἄλυτα. Δὲν µᾶς
ἐγκαταλείπει ὁ Θεός. Αὐτὸς ποὺ τρέφει τὰ πουλιὰ καὶ ντύνει τὰ λουλούδια, πολὺ
περισσότερο θὰ φροντίσει γιά μᾶς. Μέ μιά ὅμως προϋπόθεση: Νὰ ζητοῦμε ἐμεῖς πάνω
ἀπ’ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας του.
(Διασκευὴ
ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου