ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ (16/10) Μνήμη
τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λογγίνου τοῦ Ἑκατοντάρχου, τοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ.
Ἀπόστολος: του Μάρτυρος (Τιμ. Β΄ β΄[2] 1-10]
1 Σὺ οὖν, τέκνον μου, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, 2 καὶ ἃ ἤκουσας παρ’ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι. 3 σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ. 4 οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. 5 ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ. 6 τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν. 7 νόει ἃ λέγω· δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι. 8 Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, 9 ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ’ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται. 10 διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
1 Ἐσύ λοιπόν, παιδί μου, ἀντίθετα μ’ αὐτούς πού μέ ἀπαρνήθηκαν, νά ἐνδυναμώνεσαι μέ τή χάρη πού μᾶς δίνει ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὅταν εἴμαστε ἑνωμένοι μαζί του. 2 Καί ὅσα ἄκουσες ἀπό μένα μπροστά σέ πολλούς μάρτυρες,
αὐτά νά τά ἐμπιστευθεῖς ὡς πολύτιμο θησαυρό σέ ἀνθρώπους πιστούς, πού δέν θά τά νοθεύουν οὔτε θά τά προδίδουν, ἀλλά θά εἶναι ἱκανοί νά τά διδάξουν καί σέ ἄλλους. 3 Ἐσύ λοιπόν κακοπάθησε σάν καλός στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 4 Ὅταν κάποιος ὑπηρετεῖ ὡς στρατιώτης, δέν μπλέκεται
στίς ὑποθέσεις καί τίς φροντίδες τῆς καθημερινῆς ζωῆς, γιά νά εἶναι ἀρεστός σ’ ἐκεῖνον πού τόν στρατολόγησε. 5 Κι ἄν κανείς παίρνει μέρος σέ ἀθλητικούς ἀγῶνες, δέν στεφανώνεται μέ τό
στεφάνι τῆς νίκης, ἐάν δέν ἀγωνισθεῖ σύμφωνα μέ τούς ἀθλητικούς κανόνες. 6 Ὁ γεωργός πού κοπιάζει γιά νά καλλιεργήσει τό χωράφι του
πρέπει πρῶτος νά ἀπολαμβάνει τούς καρπούς πού θά συνάξει. Ἔτσι κι ἐσύ· ἀπό τό πνευματικό χωράφι πού καλλιεργεῖς καρποφόρως πρέπει νά ἀπολαμβάνεις πρῶτος τήν παρηγοριά, τήν τιμή καί τή συντήρησή σου. 7 Προσπάθησε νά καταλάβεις τήν ἀλληγορική σημασία αὐτῶν πού σοῦ λέω. Καί θά τήν κατανοήσεις· σοῦ εὔχομαι νά σοῦ δώσει ὁ Κύριος σύνεση, γιά νά τά διακρίνεις ὅλα. 8 Νά θυμᾶσαι τόν Ἰησοῦ Χριστό πού ἔχει ἀναστηθεῖ ἀπό τούς νεκρούς καί κατάγεται ἀπό τόν Δαβίδ, σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο πού
κηρύττω. 9 Γιά τό Εὐαγγέλιο αὐτό κακοπαθῶ ὥς τό σημεῖο νά εἶμαι ἁλυσοδεμένος, σάν νά ἤμουν κακοῦργος. Ἀλλά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν δένεται. 10 Γιά ὅλα αὐτά, κι ἐπειδή τό Εὐαγγέλιο προοδεύει καί δέν μπορεῖ νά δεθεῖ, μέ ὑπομονή τά ὑποφέρω ὅλα γιά χάρη ἐκείνων πού ἐξέλεξε ὁ Θεός. Καί τά ὑποφέρω, γιά νά ἐπιτύχουν κι αὐτοί τή σωτηρία
πού μᾶς προσφέρει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν βρισκόμαστε σέ κοινωνία μαζί του· καί ἡ σωτηρία αὐτή συνοδεύεται
μέ αἰώνια δόξα.
Εὐαγγέλιο: του Μάρτυρος (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΕΒΔΟΜΟΝ ΠΑΘΩΝ, Ματθ. κζ΄[27]
33 - 54
33 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντες οἱ στρατιῶται εἰς τόπον
λεγόμενον Γολγοθᾶ, ὅ ἐστι λεγόμενος κρανίου τόπος, 34 ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον·
καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε πιεῖν. 35 σταυρώσαντες δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια αὐτοῦ βάλοντες κλῆρον, 36 καὶ καθήμενοι ἐτήρουν αὐτὸν ἐκεῖ. 37 καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν αὐτοῦ γεγραμμένην· Οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ βασιλεῦς τῶν Ἰουδαίων. 38 Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων. 39 Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν 40 καὶ λέγοντες· Ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. 41 ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον· 42 Ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ' αὐτῷ· 43 πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ῥυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός. 44 τὸ δ' αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν. 45 Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης. 46 περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· Ἠλὶ ἠλὶ, λιμᾶ σαβαχθανί; τοῦτ' ἔστι Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες; 47 τινὲς δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστηκότων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν φωνεῖ οὗτος. 48 καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν. 49 οἱ δὲ λοιποὶ ἔλεγον· Ἄφες ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τὸ πνεῦμα. 51 Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν, 52 καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη, 53 καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς. 54 Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος καὶ οἱ μετ' αὐτοῦ τηροῦντες τὸν Ἰησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
33 Κι ἀφοῦ
ἦλθαν σὲ κάποιον τόπο ποὺ λεγόταν Γολγοθᾶς, ὄνομα ποὺ σημαίνει τόπος κρανίου,
34 τοῦ ἔδωσαν νὰ πιεῖ ξίδι ἀνακατεμένο μὲ χολή, γιὰ νὰ τοῦ φέρει κάποια νάρκωση
καὶ νὰ μὴν αἰσθανθεῖ πολὺ τοὺς πόνους τῆς σταυρώσεως κι ἔτσι δυσκολευθοῦν οἱ
στρατιῶτες στὴν ἐκτέλεσή της. Μόλις ὅμως τὸ δοκίμασε, δὲν ἤθελε νὰ τὸ πιεῖ. 35 Ὕστερα
τὸν σταύρωσαν, κι ἔπειτα μοιράστηκαν τὰ ροῦχα του ρίχνοντας κλῆρο, 36 καὶ
κάθονταν ἐκεῖ καὶ τὸν φύλαγαν. 37 Τοποθέτησαν μάλιστα πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του μιὰ
ἐπιγραφὴ ποὺ ἔγραφε τὴν κατηγορία τῆς θανατικῆς καταδίκης του: Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς,
ὁ βασιλιὰς τῶν Ἰουδαίων. 38 Τότε σταυρώνονται μαζί του δύο ληστές, ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιά του κι ὁ ἄλλος ἀπὸ τὰ ἀριστερἀ
του. 39 Στὸ μεταξὺ ἐκεῖνοι ποὺ περνοῦσαν ἀπὸ κοντὰ τὸν ἔβριζαν καὶ κουνοῦσαν μὲ
περιφρόνηση καὶ κακία τὰ κεφάλια τους 40
κι ἔλεγαν: Ἐσὺ ποὺ θὰ γκρέμιζες τὸ ναὸ καὶ σὲ τρεῖς ἡμέρες θὰ τὸν ξαναέκτιζες,
σῶσαι τώρα τὸν ἑαυτό σου. Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸ σταυρό. 41 Μὲ
παρόμοιο τρόπο τὸν περιέπαιζαν καὶ οἱ ἀρχιερεῖς μαζὶ μὲ τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς
πρεσβυτέρους καὶ Φαρισαίους κι ἔλεγαν: 42 Ἄλλους ἔσωσε μὲ τὰ ἀγυρτικά του
θαύματα· τὸν ἑαυτό του δὲν μπορεῖ νὰ τὸν σώσει. Ἐὰν εἶναι βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ,
τοῦ εὐλογημένου δηλαδὴ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἂς κατεβεῖ ἀπ᾿ τὸ σταυρὸ καὶ θὰ τὸν
πιστέψουμε. 43 Ἔχει στηρίξει τὶς ἐλπίδες
του καὶ τὴν πεποίθησή του στὸ Θεό. Ἂς τὸν γλυτώσει λοιπὸν τώρα, ἐὰν πράγματι τὸν
θέλει ὁ Θεός. Διότι εἶπε ὅτι εἶμαι Θεοῦ υἱός. 44 Τὸ Ἴδιο καὶ οἱ ληστὲς ποὺ
σταυρώθηκαν μαζί του τὸν ἔβριζαν. 45 Κι ἀπὸ τὶς δώδεκα τὸ μεσημέρι ἔγινε
σκοτάδι σ᾿ ὄλη τὴ γὴ ἕως τὶς τρεῖς τὸ ἀπόγευμα. 46 Καὶ στὶς τρεῖς τὸ ἀπογευμα
φώναξε ὁ Ἰησοῦς μὲ φωνὴ μεγάλη καὶ εἶπε: Ἠλί, ἠλί, λιμὰ σαβαχθανί; ποὺ
σημαίνει: Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες; 47 Μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ ἐκείνους
ποὺ στέκονταν ἐκεῖ καὶ δὲν γνώριζαν τὴν ἀραμαϊκὴ γλώσσα, ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ ἔλεγαν
ὅτι φωνάζει τὸν Ἠλία. 48 Κι ἀμέσως ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔτρεξε καὶ πῆρε ἕνα
σφουγγάρι, κι ἀφοῦ τὸ βούτηξε στὸ ξίδι, τὸ τύλιξε σ' ἕνα καλάμι καὶ προσπαθοῦσε
νὰ τοῦ δώσει νὰ πιεῖ. 49 Οἱ ὑπόλοιποι ὅμως ἔλεγαν: Ἄφησε νὰ δοῦμε ἐὰν ἔλθει ὁ Ἠλίας
νὰ τὸν σώσει. 50 Κι ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ πάλι φώναξε μὲ δυνατὴ φωνὴ ἄφησε μόνος του
καὶ θεληματικὰ τὴν ψυχή του νὰ φύγει ἀπὸ τὸ σῶμα του. 51 Καὶ ἰδού, τὸ παραπέτασμα
ποὺ χώριζε στὸ ναὸ τὰ Ἅγια ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων σχίσθηκε στὰ δύο ἀπὸ πάνω
μέχρι κάτω· καὶ ἡ γῆ κλονίστηκε, καὶ οἱ πέτρες στὴν περιφέρεια τῆς Ἱερουσαλὴμ
σχίσθηκαν ἐξαιτίας τοῦ σεισμοῦ, 52 καὶ τὰ μνημεῖα ποὺ ἦταν στοὺς βράχους ποὺ
σχίσθηκαν, ἄνοιξαν, καὶ ἀπὸ τὰ μνημεῖα ποὺ ἄνοιξαν τὴ στιγμὴ ἐκείνη, πολλὰ
σώματα τῶν πεθαμένων ἁγίων ἀναστήθηκαν, ὅταν μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἀναστήθηκε
πρῶτος ὁ Χριστός, 53 κι ἀφοῦ βγῆκαν ἀπὸ τὰ μνημεῖα μετὰ τὴν ἀνάστασή του, μπῆκαν
στὴν ἁγία πόλη καὶ ἐμφανίστηκαν σὲ πολλούς. 54 Ὁ ἑκατόνταρχος ἐξάλλου κι ἐκεῖνοι
ποὺ μαζί του φύλαγαν τὸν Ἰησοῦ, ὅταν εἶδαν τὸ σεισμὸ καὶ ὅσα ἔγιναν φοβήθηκαν
πολὺ κι ἔλεγαν: Πράγματι αὐτὸς ἦταν υἱὸς Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου