ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(17 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί,
δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην
ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ' ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν
κατὰ
καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι' αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα
ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
(Ρωμ.
ε΄[5] 1 – 10)
Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
1. ΕΙΡΗΝΕΥΣΗ ΜΕ ΤΟΝ
ΘΕΟ
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα
ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐξηγεῖ πῶς οἱ ἄνθρωποι, ποὺ μὲ τὴν ἀποστασία
μας εἴχαμε γίνει ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, εἰρηνεύσαμε μαζί Του. Λέει λοιπὸν
ὅτι τὸ ἔργο αὐτὸ τὸ ἐπιτέλεσε ὁ Κύριός μας. Αὐτὸς εἰρήνευσε ὅλους
ἐμᾶς τοὺς ἀποστάτες ἀνθρώπους μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα μας. Μὲ τὴν ἐνανθρώπησή
του καὶ τὸ ἀπολυτρωτικό του ἔργο μᾶς χάρισε τὴ συγχώρηση καὶ τὴ σωτηρία
μας. Τώρα πλέον ὅσοι πιστεύουμε σ᾿ Αὐτὸν «εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεόν».
Διότι ὁ Κύριος μᾶς ἔχει ἤδη ὁδηγήσει ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς ἐχθρότητος
στὴν κατάσταση τῆς χάριτος. Ὅσοι ζοῦμε πλέον σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση
δὲν τρέμουμε πλέον, ὅπως οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τὴν ὀργὴ
τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα ἐπειδὴ ζοῦμε τὴν κοινωνία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
καυχιόμαστε ἐλπίζοντας ὅτι θὰ ἀπολαύσουμε καὶ τὴ δόξα του. Καυχιόμαστε
ἀκόμη καὶ γιὰ τὶς θλίψεις μας· διότι γνωρίζουμε ὅτι κάθε θλίψη ποὺ ὑπομένουμε
καλλιεργεῖ σιγὰ - σιγὰ μέσα μας τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν κάνει τέλεια. Κι ἔτσι
ἡ ὑπομονὴ αὐτὴ θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ ἀποκτήσουμε δοκιμασμένη ἀρετή,
κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της θὰ μᾶς γεμίσει μὲ τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Καὶ ἡ ἐλπίδα
αὐτὴ δὲν θὰ μᾶς διαψεύσει ποτέ.
Μέσα σὲ λίγες γραμμὲς ὁ ἅγιος
Ἀπόστολος μᾶς περιγράφει τὴν ἀσύλληπτη ἀλλαγὴ ποὺ ἔφερε ὁ Κύριός
μας στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό. Καὶ μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι οἱ ἄνθρωποι
μὲ τὶς ἁμαρτίες μας εἴχαμε γίνει ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ. Τυφλοὶ καὶ παράλυτοι
οὔτε εἴχαμε τὶς δυνάμεις, ἀλλὰ οὔτε καὶ ξέραμε τὸ δρόμο νὰ πλησιάσουμε
κοντά Του καὶ νὰ βροῦμε τὴν εἰρήνη ποὺ ἀναζητούσαμε. Μᾶς πῆρε λοιπὸν
ἀπὸ τὸ χέρι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ μᾶς ἔφερε κοντὰ στὸν Θεὸ Πατέρα.
Καὶ μᾶς χάρισε ὄχι μόνο τὴν εἰρήνη μας μαζί Του ἀλλὰ καὶ τὴν ἀποκατάσταση
τῆς κοινωνίας μαζί Του.
Τί ὅμως σημαίνει εἰρήνευση
μὲ τὸν Θεό; Καὶ πῶς μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν κατάσταση αὐτὴ σήμερα;
Ζοῦμε τὴν εἰρήνευση μὲ τὸν Θεό, σημαίνει, ζοῦμε ζωὴ μετανοίας καὶ ἀγάπης,
ζοῦμε μέσα στὴν κατάσταση τῆς χάριτος. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη εὐτυχία
ποὺ μποροῦμε νὰ ζήσουμε, ἡ ἀδιάλειπτη σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης.
Αὐτὸ μᾶς πρόσφερε ὁ Χριστός: τὴ δυνατότητα νὰ ζοῦμε μέσα στὴ χάρη
τοῦ Θεοῦ, μιὰ χάρη ποὺ δὲν ἔχει ὅρια. Καὶ ὅσο περισσότερο ζοῦμε στὴν
κατάσταση αὐτή, τόσο καὶ περισσότερο ἀποκτοῦμε ἀνώτερα βιώματα.
Ἡ κατάσταση τῆς χάριτος εἶναι οὐσιαστικὰ μιὰ ἐμπειρία ποὺ ἀρχίζει
ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ συνεχίζεται στὴν αἰωνιότητα. Εἶναι μιὰ κατάσταση
ποὺ ζοῦμε ἰδιαιτέρως μετὰ ἀπὸ μία εἰλικρινὴ ἐξομολόγηση, ἢ ἀπὸ
τὴ βιωματική μας συμμετοχὴ στὴ θεία λατρεία καὶ πολὺ περισσότερο
στὸ ποτήριο τῆς ζωῆς. Γιὰ νὰ ζοῦμε ὅμως μόνιμα μέσα μας αὐτὴν τὴν ἱερὴ
ἐμπειρία τῆς εἰρηνεύσεώς μας μὲ τὸν Θεό, χρειάζεται μεγάλη προσοχὴ
καὶ ἀγώνας. Διότι πολὺ εὔκολα μπορεῖ νὰ τὴ χάσουμε ὅταν εἴμαστε ἀμελεῖς
καὶ ράθυμοι καὶ ἐπανερχόμαστε εὔκολα στὶς πτώσεις μας. Ἂς ἀγωνιζόμαστε
λοιπὸν γιὰ νὰ ζοῦμε διαρκῶς τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν αἴσθηση τῆς χάριτός
του.
2. Η ΑΓΑΠΗ
ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος
περιγράφει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη ποὺ ἔδειξε σὲ
μᾶς ὁ Θεός, λέει, ἐκχύθηκε καὶ πλημμύρισε τὶς καρδιές μας: «Ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν». Καὶ εἶναι μοναδικὴ ἡ ἀγάπη
ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Θεός. Διότι ἐνῶ ἐμεῖς ἤμασταν πνευματικὰ ἀσθενεῖς,
ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ νὰ σώσει ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Αὐτὸ ἀποδεικνύει
τὴ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· διότι ἐνῶ μὲ πολλὴ δυσκολία μπορεῖ νὰ
βρεθεῖ ἄνθρωπος νὰ πεθάνει γιὰ κάποιον δίκαιο, ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν πέθανε
γιὰ κάποιους δίκαιους, ἀλλὰ γιὰ μᾶς ποὺ ἤμασταν γεμάτοι ἁμαρτίες,
γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τῆς κολάσεως.
Πόσο πολὺ λοιπὸν μᾶς ἀγάπησε
ὁ Χριστός; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρομοιάζει τὴν ἄπειρη ἀγάπη του μὲ ἕνα
ποτάμι ἀστείρευτο ποὺ πλημμυρίζει τὶς καρδιές μας· ἕνα ποτάμι ποὺ
ἐκχύνεται ἀπὸ τὸν ὠκεανὸ τῆς ἀγάπης του στὶς καρδιές μας. Ἐκχύνεται
σὰν μύρο κάνοντας τὴν ψυχή μας νὰ εὐωδιάζει. Ἐκχύνεται σὰν βροχὴ τοῦ
οὐρανοῦ ποὺ καθιστᾶ τὴν ψυχή μας καρποφόρα. Καὶ σὲ ποιοὺς ἐκχύνεται
ἡ ἀγάπη αὐτὴ τοῦ Θεοῦ; Ἔχουμε σκεφθεῖ ποτὲ ποιοὺς ἀγάπησε ὁ Θεός;
Ἐμᾶς ποὺ ἤμασταν ἀρνητὲς καὶ προδότες τῆς ἀγάπης του. Δὲν ἔδειξε ὁ
Θεὸς τὴν ἀγάπη του σὲ φίλους του ἀλλὰ σὲ μᾶς τοὺς ἐχθρούς του. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς
δείχνει τὸ μεγαλεῖο της ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τέτοιους ἀποστάτες θυσιάστηκε
ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν οὐράνιο θρόνο του, ὅπου κάθισε μὲ
τὴν Ἀνάληψή του, ὡς Μέγας Ἀρχιερεὺς ἐξακολουθεῖ νὰ ἐκχέει διαρκῶς
τὴν ἀνεξάντλητη χάρη τῆς ἀγάπης του σὲ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ νὰ μεσιτεύει
γιά μᾶς. Μᾶς προσφέρει μία ἀγάπη ποὺ δὲν θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ τὴν κατανοήσουμε.
Σ᾿ ὅλη τὴν αἰωνιότητα θὰ προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἐξιχνιάσουμε καὶ θὰ
λατρεύουμε ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Κύριό μας. Κι ἂν αὐτὴν τὴν ἀγάπη
τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἐννοήσουμε τώρα, πῶς θὰ μπορέσουμε
κάπως νὰ ὑποψιασθοῦμε πόση ἀκόμη ἀγάπη θὰ μᾶς δείχνει ὁ Κύριος
στὴν αἰωνιότητα; Σ᾿ Αὐτὸν λοιπὸν ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ ἄπειρα, ἂς ἀντιπροσφέρουμε
τὴ δική μας φτωχὴ ἀγάπη· ἀγάπη ὅμως ἔμπρακτη καὶ ἀληθινή.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος.
Ὁ λύχνος
τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν
ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς
δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν
καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ
θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει
αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται
προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε
τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει·
λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον,
ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε
λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα;
πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην
αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται
ὑμῖν.
(Ματθ.στ΄[6] 22 – 33)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπεν ὁ Κύριος. Τὸ λυχνάρι ποὺ δίνει φῶς στὸ σῶμα
εἶναι τὸ μάτι· καὶ τὸ λυχνάρι ποὺ φωτίζει τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ νοῦς. Ἐὰν λοιπὸν τὸ
μάτι σου εἶναι ὑγιές, ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι γεμάτο φῶς, σὰν νὰ ἦταν ὁλόκληρο
τὸ σῶμα σου μάτι. Ἔτσι θὰ φωτίζεται καὶ ἡ ψυχή σου, ἐὰν ὁ νοῦς σου καὶ ἡ καρδιά
σου δὲν ἔχουν τυφλωθεῖ ἀπ' τὴ φιλαργυρία καὶ τὴν προσκόλληση στὰ μάταια. Ἐὰν
ὅμως τὸ μάτι σου εἶναι βλαμμένο καὶ τυφλωμένο, ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι
βυθισμένο στὸ σκοτάδι. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνο ποὺ σοῦ δόθηκε γιὰ νὰ σοῦ μεταδίδει
φῶς γίνει σκοτάδι, σὲ πόσο σκοτάδι θὰ βυθισθεῖς; Κάτι ἀνάλογο θὰ συμβεῖ, ἐὰν
καὶ ὁ νοῦς σκοτισθεῖ ἀπὸ τὴν προσκόλληση στὸν πλοῦτο. Σὲ πόσο ἠθικὸ σκοτάδι θὰ
βυθισθεῖ τότε ἡ ψυχή σου! Μὴν ἀπατᾶτε τὸν ἑαυτό σας μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι
δυνατὸν νὰ θησαυρίζει κανεὶς καὶ στὴ γῆ καὶ ταυτόχρονα νὰ εἶναι προσκολλημένος
καὶ στὸ Θεό. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως δοῦλος σὲ δύο κυρίους. Διότι
ἢ θὰ μισήσει τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσει τὸν ἄλλο, ἢ θὰ προσκολληθεῖ στὸν ἕνα καὶ
θὰ περιφρονήσει τὸν ἄλλο. Δὲν μπορεῖτε νὰ εἶστε συγχρόνως δοῦλοι καὶ τοῦ Θεοῦ
καὶ τοῦ μαμωνᾶ, δηλαδὴ τοῦ πλούτου. Ἢ θὰ μισήσετε τὸν πλοῦτο γιὰ νὰ ἀγαπήσετε
τὸν Θεό, ἢ θὰ προσκολληθεῖτε στὸν πλοῦτο καὶ θὰ περιφρονήσετε τότε τὸν Θεό. Ἡ
καρδιά σας λοιπὸν πρέπει νὰ ἀνήκει ἀποκλειστικὰ στὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς λέω, κόψτε
τὴ ρίζα τῆς πλεονεξίας· καὶ μὴ φροντίζετε μὲ ἀγωνία καὶ στενοχώρια γιὰ τὴ ζωή
σας τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε, οὔτε γιὰ τὸ σῶμα σας τί ἔνδυμα θὰ φορέσετε.
Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸ ἔνδυμα;
Ὁ Θεὸς λοιπὸν ποὺ σᾶς ἔδωσε αὐτὰ τὰ ἀνώτερα, θὰ σᾶς δώσει καὶ τὰ κατώτερα, τὴν
τροφὴ δηλαδὴ καὶ τὸ ἔνδυμα. Κοιτάξτε τὰ πουλιὰ ποὺ πετοῦν στὸν ἀέρα καὶ δεῖτε
ὅτι αὐτὰ δὲν σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε μαζεύουν τροφὲς σὲ ἀποθῆκες γιὰ τὸ
χειμώνα ἢ τὸν καιρὸ τῆς στερήσεως. Κι ὅμως ὁ ἐπουράνιος Πατέρας σας τὰ τρέφει.
Ἐσεῖς δὲν ἀξίζετε πολὺ περισσότερο ἀπὸ αὐτά; Καὶ γιὰ νὰ καταλάβετε πόσο ἀνόητη
καὶ ἀνίσχυρη εἶναι αὐτή σας ἡ μέριμνα, σᾶς ρωτῶ: Ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ὁσοδήποτε κι ἂν
φροντίσει, μπορεῖ νὰ προσθέσει στὸ ἀνάστημά του ἕναν πήχη; Κανένας. Τί
κατορθώνετε λοιπὸν μὲ τὴ μέριμνά σας; Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ ἔνδυμα γιατί κυριεύεσθε
ἀπὸ ἀνήσυχη καὶ ἀγωνιώδη φροντίδα; Παρατηρῆστε τὰ ἀγριολούλουδα, ποὺ φυτρώνουν
μόνα τους στὸν ἀγρό, μὲ ποιὸ τρόπο αὐξάνουν. Δὲν κοπιάζουν οὔτε γνέθουν· κι
ὅμως σᾶς λέω ὅτι οὔτε ὁ σοφὸς σὲ ἐπινοήσεις Σολομών, μὲ ὅλη τὴν ξακουσμένη
βασιλική του μεγαλοπρέπεια καὶ τὴ λαμπρὴ καὶ ἔνδοξη περιβολὴ καὶ ἐμφάνισή του,
δὲν ντύθηκε μὲ ἔνδυμα τόσο ὡραῖο καὶ θαυμάσιο, ὅπως περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ
ἀγριολούλουδα αὐτά. Κι ἂν ὁ Θεὸς ντύνει μὲ τόση μεγαλοπρέπεια τὰ ἀγριόχορτα,
ποὺ φυτρώνουν μόνα τους στὸν ἀγρὸ καὶ δὲν ἔχουν προορισμὸ νὰ ζήσουν αἰώνια,
ὅπως ἐσεῖς, ἀλλὰ σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριο ρίχνονται στὸ φοῦρνο ὡς καύσιμη ὕλη,
δὲν θὰ φροντίσει πολὺ περισσότερο γιὰ σᾶς καὶ δὲν θὰ σᾶς δώσει ἔνδυμα,
ὀλιγόπιστοι; Μὴν καταληφθεῖτε λοιπὸν ποτὲ ἀπὸ ἀγωνιώδη φροντίδα λέγοντας: τί θὰ
φᾶμε, ἢ τί θὰ πιοῦμε, ἢ μὲ ποιὸ ἔνδυμα θὰ ντυθοῦμε; Διότι οἱ ἐθνικοὶ καὶ
εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν ἐντελῶς τὰ οὐράνια ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν ἀσυγκρίτως
ἀνώτερη ἀξία, ζητοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ μάταια καὶ φθαρτὰ ὡς τὰ μόνα σοβαρὰ καὶ
ἀπαραίτητα. Ἐσεῖς ὅμως μὴν ἀνησυχεῖτε γι' αὐτά, διότι ὁ οὐράνιος Πατέρας σας
γνωρίζει ὄτι ἔχετε ἀνάγκη ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ καὶ συνεπῶς θὰ σᾶς τὰ δώσει. Νὰ ζητᾶτε
πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ
τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν ποὺ ὁ Θεὸς σᾶς ζητᾶ ὡς ὅρο γιὰ νὰ σᾶς χαρίσει τὰ ἀγαθὰ
αὐτά. Καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν μαζὶ μ' ἐκεῖνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου