Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ 12 ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ 12 ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019



Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ)
Ἀ­δελ­φοί, ὁ Θε­ὸς ἡ­μᾶς τοὺς Ἀ­πο­στό­λους ἐ­σχά­τους ἀ­πέ­δει­ξεν ὡς ἐ­πι­θα­να­τί­ους, ὅ­τι θέ­α­τρον ἐ­γε­νή­θη­μεν τῷ κό­σμῳ καὶ ἀγ­γέ­λοις καὶ ἀν­θρώ­ποις. Ἡ­μεῖς μω­ροὶ διὰ Χρι­στόν, ὑ­μεῖς δὲ φρό­νι­μοι ἐν Χρι­στῷ· ἡ­μεῖς ἀ­σθε­νεῖς, ὑ­μεῖς δὲ ἰ­σχυ­ροί· ὑ­μεῖς ἔν­δο­ξοι, ἡ­μεῖς δὲ ἄ­τι­μοι. Ἄ­χρι τῆς ἄρ­τι ὥ­ρας καὶ πει­νῶ­μεν καὶ δι­ψῶ­μεν καὶ γυ­μνη­τε­ύ­ο­μεν καὶ κο­λα­φι­ζό­με­θα καὶ ἀ­στα­τοῦ­μεν καὶ κο­πι­ῶ­μεν ἐρ­γα­ζό­με­νοι ταῖς ἰ­δί­αις χερ­σίν· λοι­δο­ρο­ύ­με­νοι εὐ­λο­γοῦ­μεν, δι­ω­κό­με­νοι ἀ­νε­χό­με­θα, δυ­σφη­μο­ύ­με­νοι πα­ρα­κα­λοῦ­μεν· ὡς πε­ρι­κα­θάρ­μα­τα τοῦ κό­σμου ἐ­γε­νή­θη­μεν, πάν­των πε­ρί­ψη­μα, ἕ­ως ἄρ­τι. Οὐκ ἐν­τρέ­πων ὑ­μᾶς γρά­φω ταῦ­τα, ἀλλ᾽ ὡς τέ­κνα μου ἀ­γα­πη­τὰ νου­θε­τῶ. ἐ­ὰν γὰρ μυ­ρί­ους παι­δα­γω­γοὺς ἔ­χη­τε ἐν Χρι­στῷ, ἀλλ᾽ οὐ πολ­λοὺς πα­τέ­ρας· ἐν γὰρ Χρι­στῷ ᾽Ι­η­σοῦ διὰ τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου ἐ­γὼ ὑ­μᾶς ἐ­γέν­νη­σα. Πα­ρα­κα­λῶ οὖν ὑ­μᾶς, μι­μη­ταί μου γί­νε­σθε. 
(Α΄ Κορ. δ΄[4] 9-16)
Ε­Ρ­Μ­Η­Ν­Ε­ΙΑ (Π.Ν.Τ­Ρ­Ε­Μ­Π­Ε­ΛΑ)
Ἀ­δελ­φοί, Θε­ός ἐ­μᾶς τούς Ἀ­πο­στό­λους μς πα­ρου­σί­α­σε δη­μό­σια καί στά μά­τια ὅ­λων ὡς τε­λευ­ταί­ους, ς κα­τα­δί­κους πού πρό­κει­ται νά θα­να­τω­θοῦν. Δι­ό­τι γί­να­με θέ­α­μα σ᾿ ὅ­λο τόν κό­σμο, καί στούς ἀγ­γέ­λους καί στούς ἀν­θρώ­πους. Καί ἀ­πό τή μιά μς θαυ­μά­ζουν ο ἐ­νά­ρε­τοι ἄν­θρω­ποι, ἐ­νῶ ἀ­πό τήν ἄλ­λη μς πε­ρι­φρο­νοῦν καί μς χλευά­ζουν ο ἄλ­λοι. ­μεῖς ο ­πό­στο­λοι θε­ω­ρού­μα­στε ­πό τούς ­πί­στους ­λί­θιοι καί ­νό­η­τοι γιά τό ­νο­μα το Χρι­στοῦ· ­σεῖς ­μως εἶ­στε συ­νε­τοί ν Χρι­στῷ. Ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε ἀ­σθε­νεῖς καί κα­τα­δι­ω­κό­μα­στε ἀ­πό τούς ἀν­θρώ­πους· ἐ­σεῖς ὅ­μως εἶ­στε ἰ­σχυ­ροί, δι­ό­τι δέν σς βρῆ­κε κά­ποι­ος πει­ρα­σμός. Ἐ­σεῖς εἶ­στε ἔν­δο­ξοι, ἐ­μεῖς ὅ­μως εἴ­μα­στε ἄ­τι­μοι καί πε­ρι­φρο­νη­μέ­νοι. Μέ­χρι τήν ὥ­ρα αὐ­τή πού σς γρά­φω, καί πει­νοῦ­με καί ὑ­πο­φέ­ρου­με ἀ­πό δί­ψα στίς πε­ρι­ο­δεῖ­ες μας, καί δέν ἔ­χου­με ἀρ­κε­τά ροῦ­χα, ὅ­ταν στή μέ­ση τν τα­ξι­δι­ῶν μας μς πιά­νει ξαφ­νι­κά χει­μώ­νας· καί δε­χό­μα­στε χτυ­πή­μα­τα καί κα­κο­με­τα­χει­ρί­σεις, καί δέν πα­ρα­μέ­νου­με μό­νι­μα που­θε­νά, ἀλ­λά δια­ρκῶς φεύ­γου­με ἐ­δῶ κι ἐ­κεῖ. Καί κο­πι­ά­ζου­με δου­λεύ­ον­τας μέ τά ­δια μας τά χέ­ρια. Τήν ­ρα πού μς βρί­ζουν ­κεῖ­νοι πού ­πι­στοῦν στό Εὐ­αγ­γέ­λιο καί μς πε­ρι­γε­λοῦν, ­μεῖς εὐ­χό­μα­στε τό κα­λό τους. Ἐ­νῶ μς κα­τα­δι­ώ­κουν, δεί­χνου­με ἀ­νο­χή στούς δι­ῶ­κτες μας. Ἐ­νῶ μς δυ­σφη­μοῦν καί μς συ­κο­φαν­τοῦν, ἀ­παν­τοῦ­με μέ λό­για γλυ­κά καί πα­ρη­γο­ρη­τι­κά. Σάν κα­θάρ­μα­τα καί σκου­πί­δια το κό­σμου γί­να­με, ἀ­πο­βρά­σμα­τα ἀ­κά­θαρ­τα τς κοι­νω­νί­ας στά μά­τια ὅ­λων μέ­χρι τή στιγ­μή αὐ­τή. Δέν θέ­λω μ’ αὐ­τά πού σς γρά­φω νά σς ντρο­πιά­σω, ἀλ­λά σάν παι­διά μου ἀ­γα­πη­τά σς συμ­βου­λεύ­ω. Ναί. Σς συμ­βου­λεύ­ω μέ πα­τρι­κή λα­χτά­ρα καί στορ­γή. Δι­ό­τι, ἐ­άν ἔ­χε­τε πά­ρα πολ­λούς παι­δα­γω­γούς καί δι­δα­σκά­λους ν Χρι­στῷ, δέν ἔ­χε­τε ὅ­μως πολ­λούς πα­τέ­ρες. Ἕ­ναν καί μό­νο πνευ­μα­τι­κό πα­τέ­ρα ἔ­χε­τε, ἐ­μέ­να. Δι­ό­τι ἐ­γώ μέ τό κή­ρυγ­μα το Εὐ­αγ­γε­λί­ου σς γέν­νη­σα πνευ­μα­τι­κά, μέ τή χά­ρη πού μο ἔ­δω­σε ἡ κοι­νω­νί­α καί σχέ­ση μου μέ τόν Χρι­στό. Ἀ­φοῦ λοι­πόν εἶ­μαι πα­τέ­ρας σας, σς πα­ρα­κα­λῶ νά γί­νε­στε μι­μη­τές μου.

ΤΟ ΙΕΡΟΝ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ)
Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἰ­δὼν ὁ Ἰ­η­σοῦς τοὺς ὄ­χλους ἐ­σπλαγ­χνί­σθη πε­ρὶ αὐ­τῶν ὅ­τι ἦ­σαν ἐ­κλε­λυ­μέ­νοι καὶ ἐρ­ριμ­μέ­νοι ὡς πρό­βα­τα μὴ ἔ­χον­τα ποι­μέ­να. τό­τε λέ­γει τοῖς μα­θη­ταῖς αὐ­τοῦ· Ὁ μὲν θε­ρι­σμὸς πο­λύς, οἱ δὲ ἐρ­γά­ται ὀ­λί­γοι· δε­ή­θη­τε οὖν τοῦ κυ­ρί­ου τοῦ θε­ρι­σμοῦ ὅ­πως ἐκ­βά­λῃ ἐρ­γά­τας εἰς τὸν θε­ρι­σμὸν αὐ­τοῦ. Καὶ προ­σκα­λε­σά­με­νος τοὺς δώ­δε­κα μα­θη­τὰς αὐ­τοῦ ἔ­δω­κεν αὐ­τοῖς ἐ­ξου­σί­αν πνευ­μά­των ἀ­κα­θάρ­των ὥ­στε ἐκ­βάλ­λειν αὐ­τὰ καὶ θε­ρα­πε­ύ­ειν πᾶ­σαν νό­σον καὶ πᾶ­σαν μα­λα­κί­αν. Τῶν δὲ δώ­δε­κα ἀ­πο­στό­λων τὰ ὀ­νό­μα­τά ἐι­σι ταῦ­τα· πρῶ­τος Σίμων ὁ λε­γό­με­νος Πέτρος καὶ Ἀν­δρέ­ας ὁ ἀ­δελ­φὸς αὐ­τοῦ, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζε­βε­δα­ί­ου καὶ Ἰ­ω­άν­νης ὁ ἀ­δελ­φὸς αὐ­τοῦ, Φίλιππος καὶ Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος, Θω­μᾶς καὶ Ματ­θαῖ­ος ὁ τε­λώ­νης, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ἁλ­φα­ί­ου καὶ Λεβ­βαῖ­ος ὁ ἐ­πι­κλη­θεὶς Θαδ­δαῖ­ος, Σίμων ὁ Κα­να­νί­της καὶ Ἰ­ο­ύ­δας ὁ Ἰ­σκα­ρι­ώ­της ὁ καὶ πα­ρα­δοὺς αὐ­τόν.Το­ύ­τους τοὺς δώ­δε­κα ἀ­πέ­στει­λεν ὁ Ἰ­η­σοῦς πα­ραγ­γε­ί­λας αὐ­τοῖς λέ­γων· Εἰς ὁ­δὸν ἐ­θνῶν μὴ ἀ­πέλ­θη­τε, καὶ εἰς πό­λιν Σα­μα­ρι­τῶν μὴ εἰ­σέλ­θη­τε· πο­ρε­ύ­ε­σθε δὲ μᾶλ­λον πρὸς τὰ πρό­βα­τα τὰ ἀ­πο­λω­λό­τα οἴ­κου Ἰσ­ρα­ήλ. πο­ρευ­ό­με­νοι δὲ κη­ρύσ­σε­τε λέ­γον­τες ὅ­τι Ἤγ­γι­κεν ἡ βα­σι­λε­ί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. ἀ­σθε­νοῦν­τας θε­ρα­πε­ύ­ετε, λε­προὺς κα­θα­ρί­ζετε, νε­κροὺς ­γε­­ρε­τε, δαι­μό­νια ἐκ­βάλ­λε­τε· δω­ρε­ὰν ­λά­βε­τε, δω­ρε­ὰν δό­τε.
(Ματθ. θ΄[9] 36 – ι΄[10] 8)

Ε­Ρ­Μ­Η­Ν­Ε­ΙΑ (Π.Ν.Τ­Ρ­Ε­Μ­Π­Ε­ΛΑ)
Κι ὅ­ταν εἶ­δε τά πλή­θη το λα­οῦ, αἰ­σθάν­θη­κε συμ­πό­νοι­α καί λύ­πη γι’ αὐ­τούς, δι­ό­τι ἦ­ταν ἀ­πο­κα­μω­μέ­νοι πνευ­μα­τι­κῶς καί πα­ρα­με­λη­μέ­νοι, σάν πρό­βα­τα πού δέν ἔ­χουν ποι­μέ­να νά τά προ­φυ­λά­ξει καί νά τά ὁ­δη­γή­σει στά βο­σκο­τό­πια. Τό­τε λέ­ει στοὺς μα­θη­τές του: Τὰ μὲν στά­χυ­α ποὺ εἶ­ναι ὥ­ρι­μα γιὰ θε­ρι­σμὸ εἶ­ναι πολ­λά, ἐ­νῶ οἱ ἐρ­γά­τες ποὺ θὰ τὰ θε­ρί­σουν εἶ­ναι λί­γοι. Πολ­λοὶ εἶ­ναι οἱ κα­λο­δι­ά­θε­τοι νὰ δε­χθοῦν τὸ εὐ­αγ­γέ­λιο καὶ νὰ σω­θοῦν, λί­γοι ὅ­μως εἶ­ναι οἱ πνευ­μα­τι­κοὶ ἐρ­γά­τες ποὺ θὰ ὑ­πη­ρε­τή­σουν στὸ πνευ­μα­τι­κὸ αὐ­τὸ ἔρ­γο. Πα­ρα­κα­λέ­στε λοι­πὸν τὸν Θε­ό, ποὺ εἶ­ναι ὁ κύ­ριος καὶ ἰ­δι­ο­κτή­της τῆς σπο­ρᾶς ποὺ εἶ­ναι ὥ­ρι­μη καὶ κα­τάλ­λη­λη γιὰ θε­ρι­σμό, νὰ βγά­λει καὶ νὰ ἀ­πο­στεί­λει ἐρ­γά­τες στὸ θε­ρι­σμό του. Καί ἀ­φοῦ προ­σκά­λε­σε ὁ Ἰ­η­σοῦς τούς δώ­δε­κα μα­θη­τές του, τούς ἔ­δω­σε ἐ­ξου­σί­α καί δύ­να­μη πά­νω στά ἀ­κά­θαρ­τα πνεύ­μα­τα, ὥ­στε νά τά βγά­ζουν ἀ­πό τούς ἀν­θρώ­πους καί νά θε­ρα­πεύ­ουν κά­θε εἴ­δους ἀ­σθέ­νεια καί κα­κο­δι­α­θε­σί­α. Τά ὀ­νό­μα­τα τῶν δώ­δε­κα ἀ­πο­στό­λων εἶ­ναι τά ἑ­ξῆς: Πρῶ­τος ἀ­ριθ­μεῖ­ται ὁ Σί­μων, τόν ὁ­ποῖ­ο ὁ Ἰ­η­σοῦς καί οἱ μα­θη­τές του ὀ­νό­μα­ζαν Πέ­τρο, καί ὁ Ἀν­δρέ­ας ὁ ἀ­δελ­φός του, ὁ Ἰ­ά­κω­βος ὁ γιός τοῦ Ζε­βε­δαί­ου καί ὁ Ἰ­ω­άν­νης ὁ ἀ­δελ­φός του, ὁ Φί­λιπ­πος καί ὁ Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος, ὁ Θω­μᾶς καί ὁ Ματ­θαῖ­ος πού δι­ε­τέ­λε­σε τε­λώ­νης, ὁ Ἰ­ά­κω­βος ὁ γιός τοῦ Ἀλ­φαί­ου καί ὁ Λεβ­βαῖ­ος πού ὀ­νο­μά­στη­κε κα­τό­πιν Θαδ­δαῖ­ος, ὁ Σί­μων ὁ Κα­να­νί­της, δη­λα­δή ὁ ζη­λω­τής, καί ὁ Ἰ­ού­δας ὁ Ἰ­σκα­ρι­ώ­της, ὁ ὁ­ποῖ­ος καί τόν πα­ρέ­δω­σε στούς ἐ­χθρούς του γιά νά τόν θα­να­τώ­σουν. Αὐ­τούς τούς δώ­δε­κα μα­θη­τές τούς ἀ­πέ­στει­λε καί τούς ἔδω­σε τίς ἑξῆς πα­ραγ­γε­λί­ες: Μήν πᾶ­τε σέ δρό­μο πού θά σᾶς ὁ­δη­γή­σει σέ χώ­ρα πού κα­τοι­κοῦν εἰ­δω­λο­λά­τρες, καί μήν μπεῖ­τε σέ πό­λη πού ἀ­νή­κει σέ Σα­μα­ρεῖ­τες. Πη­γαί­νε­τε κα­λύ­τε­ρα στά χα­μέ­να πρό­βα­τα πού κα­τά­γον­ται ἀ­πό τό γέ­νος τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ. Κι ἐ­κεῖ πού πη­γαί­νε­τε, νά κη­ρύτ­τε­τε λέ­γον­τας ὅ­τι πλη­σί­α­σε ἡ ἔ­λευ­ση καί ἐγ­κα­θί­δρυ­ση τῆς βα­σι­λεί­ας τῶν οὐ­ρα­νῶν στή γῆ. Σέ λί­γο ἱ­δρύ­ε­ται ἡ Ἐκ­κλη­σί­α, στήν ὁ­ποί­α μέ τό κή­ρυγ­μα τοῦ εὐ­αγ­γε­λί­ου καί τή χά­ρη τῶν μυ­στη­ρί­ων θά με­τα­δί­δε­ται στούς πι­στούς ἡ θεί­α ζω­ή τῆς ἐ­που­ρά­νιας βα­σι­λεί­ας. Καί γιά νά ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νε­ται τό κή­ρυγ­μά σας, σᾶς δί­νω ἐ­ξου­σί­α καί δύ­να­μη νά θε­ρα­πεύ­ε­τε ἀ­σθε­νεῖς, νά κα­θα­ρί­ζε­τε λε­προύς, νά ἀ­να­σταί­νε­τε νε­κρούς, νά βγά­ζε­τε δαι­μό­νια. Τή χά­ρη αὐ­τή τῆς θαυ­μα­τουρ­γί­ας τή λά­βα­τε δω­ρε­άν, δω­ρε­άν δῶ­στε την καί σεῖς, χω­ρίς νά παίρ­νε­τε χρή­μα­τα.
Η Σύ­να­ξις τΩν Α­γί­ων 12 Α­πο­στό­λων
Οἱ Ἀ­πό­στο­λοι τοῦ Χρι­στοῦ θὰ ξε­χω­ρί­ζουν μέ­σα στὴν Ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας σὰν οἱ ὑ­πέρ­λαμ­προι ἀ­στέ­ρες πρώ­του με­γέ­θους τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ζω­ῆς. Τὴν 30η Ἰ­ου­νί­ου, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α γι­ορ­τά­ζει τοὺς δώ­δε­κα Ἀ­πο­στό­λους ποὺ ἀρ­χι­κὰ ἐ­ξέ­λε­ξε ὁ Κύ­ριος, πλὴν τοῦ Ἰ­ού­δα Ἰ­σκα­ρι­ώ­τη. Αὐ­τοὶ εἶ­ναι: Σί­μω­νας (Πέ­τρος), Ἀν­δρέ­ας, Ἰ­ά­κω­βος, Ἰ­ω­άν­νης, Φί­λιπ­πος, Θω­μᾶς, Βαρ­θο­λο­μαῖ­ος (Να­θα­να­ήλ), Ματ­θαῖ­ος, Ἰ­ά­κω­βος τοῦ Ἀλ­φαί­ου, Σί­μω­νας ὁ Ζη­λω­τής, Ἰ­ού­δας ὁ ἀ­δελ­φὸς τοῦ Ἰ­α­κώ­βου τοῦ μι­κροῦ καὶ ὁ Ματ­θί­ας, ποὺ ἐ­ξε­λέ­γη μέ­σα στὸ ὑ­πε­ρῷ­ο τὶς πα­ρα­μο­νὲς τῆς Πεν­τη­κο­στῆς, σὲ ἀν­τι­κα­τά­στα­ση τοῦ Ἰ­ού­δα τοῦ Ἰ­σκα­ρι­ώ­τη. Τὴ ζω­ὴ τοῦ κα­θε­νὸς τῶν Ἀ­πο­στό­λων αὐ­τῶν, σκι­α­γρα­φοῦ­με στὶ­ς ἰ­δι­αί­τε­ρες γι­ορ­τές τους. Ἐ­δῶ γί­νε­ται ὑ­πεν­θύ­μι­ση τῆς ἑ­νό­τη­τας ποὺ εἶ­χαν με­τα­ξύ τους, ἀλ­λὰ καὶ τῆς ἠ­θι­κῆς τους, ποὺ τό­σο συ­νέ­βα­λε στὴν πνευ­μα­τι­κὴ ἐν Χρι­στῷ ἀ­να­γέν­νη­ση τοῦ κό­σμου. Ἔ­χου­με, λοι­πόν, χρέ­ος καὶ ἐ­μεῖς οἱ ἀ­γω­νι­ζό­με­νοι χρι­στια­νοί, νὰ κι­νού­μα­στε στὰ ἴ­χνη τους καὶ μὲ θερ­μὸ ζῆ­λο γιὰ τὴν δι­ά­δο­ση τοῦ σω­τη­ρι­ώ­δου­ς μη­νύ­μα­τος τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου, ποὺ δι­έ­πνε­ε κι αὐ­τούς, νὰ γί­νου­με μι­μη­τές του ἔρ­γου τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου