Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
(14 ΙΟΥλΙΟΥ 2019)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  
Τέκνον Τίτε, πιστός λό­γος· κα πε­ρὶ το­ύ­των βο­ύ­λο­μαί σε δι­α­βε­βαι­οῦ­σθαι, ἵ­να φρον­τί­ζω­σι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ο πε­πι­στευ­κό­τες τ Θε­ῷ. ταῦ­τά ἐ­στι τ κα­λὰ κα ὠ­φέ­λι­μα τος ἀν­θρώ­ποις· μω­ρὰς δ ζη­τή­σεις κα γε­νε­α­λο­γί­ας κα ἔ­ρεις κα μά­χας νο­μι­κὰς πε­ρι­ί­στα­σο· εἰ­σὶ γρ ἀ­νω­φε­λεῖς κα μά­ται­οι. αἱ­ρε­τι­κὸν ἄν­θρω­πον με­τὰ μί­αν κα δευ­τέ­ραν νου­θε­σί­αν πα­ραι­τοῦ, εἰ­δὼς ὅ­τι ἐ­ξέ­στρα­πται ὁ τοι­οῦ­τος κα ἁ­μαρ­τά­νει ὢν αὐ­το­κα­τά­κρι­τος. Ὅ­ταν πέμ­ψω Ἀρ­τε­μᾶν πρς σε Τυ­χι­κόν, σπο­ύ­δα­σον ἐλ­θεῖν πρς με ες Νι­κό­πο­λιν· ἐ­κεῖ γρ κέ­κρι­κα πα­ρα­χει­μά­σαι. Ζη­νᾶν τν νο­μι­κὸν κα Ἀ­πολ­λὼ σπου­δα­ί­ως πρό­πεμ­ψον, ἵ­να μη­δὲν αὐ­τοῖς λε­ί­πῃ. Μαν­θα­νέ­τω­σαν δ κα ο ἡ­μέ­τε­ροι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ες τς ἀ­ναγ­κα­ί­ας χρε­ί­ας, ἵ­να μ ὦ­σιν ἄ­καρ­ποι. Ἀ­σπά­ζον­ταί σε ο με­τ' ἐ­μοῦ πάν­τες. ἄ­σπα­σαι τος φι­λοῦν­τας ἡ­μᾶς ἐν πί­στει. χά­ρις με­τὰ πάν­των ὑ­μῶν· μν.        
  (Τίτ. γ΄[3] 8 – 15)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Τέκνον Τίτε, τό ὅ­τι δι­και­ω­θή­κα­με καὶ ἀ­να­γεν­νη­θή­κα­με καὶ θὰ κλη­ρο­νο­μή­σου­με τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ὴ εἶ­ναι λό­γος καὶ ἀ­λή­θεια ἀ­ξι­ό­πι­στη. Καὶ γι' αὐ­τὰ τὰ θέ­μα­τα θέ­λω νὰ μι­λᾶς μὲ βε­βαι­ό­τη­τα καὶ μὲ κύ­ρος, γιὰ νὰ φρον­τί­ζουν ὅ­σοι ἔ­χουν πι­στέ­ψει στὸ Θε­ὸ νὰ πρω­το­στα­τοῦν ἀ­κού­ρα­στα σὲ κα­λὰ ἔρ­γα. Αὐ­τὰ εἶ­ναι τὰ κα­λὰ ἔρ­γα καὶ τὰ ὠ­φέ­λι­μα στοὺς ἀν­θρώ­πους· αὐ­τὰ γιὰ τὰ ὁποῖα σᾶς μί­λη­σα. Ἀ­πό­φευ­γε τὶς ἀ­νό­η­τες συ­ζη­τή­σεις καὶ τὶς γε­νε­α­λο­γί­ες γιὰ τοὺς μυ­θι­κοὺς θε­οὺς ἢ τοὺς εὐ­γε­νεῖς προ­γό­νους, ὅ­πως καὶ τὶς φι­λο­νι­κί­ες καὶ δι­α­μά­χες γιὰ τὸν ἰ­ου­δα­ϊ­κὸ νό­μο, δι­ό­τι δὲν φέρ­νουν κα­μί­α ὠ­φέ­λεια καὶ εἶ­ναι μά­ται­ες. Αἱ­ρε­τι­κὸ ἄν­θρω­πο πού ἐ­πι­μέ­νει νὰ δη­μι­ουρ­γεῖ σκάν­δα­λα καὶ δι­αι­ρέ­σεις στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, μο­λο­νό­τι τὸν συμ­βού­λευ­σες γιὰ πρώ­τη καὶ δεύ­τε­ρη φο­ρά, πα­ρά­τη­σέ τον καί ἀπόφευγέ τον. Γνώ­ρι­ζε ὅ­τι ἕ­νας τέ­τοι­ος ἄν­θρω­πος ἔ­χει δι­α­στραφεῖ καὶ ἁ­μαρ­τά­νει· καὶ γιὰ τὴν ἁ­μαρ­τί­α του αὐ­τὴ ἐ­λέγ­χε­ται καὶ κα­τα­κρί­νε­ται ἀ­πὸ τὴ συ­νεί­δη­σή του καὶ ἀ­πὸ τὸν ἴ­διό του τὸν ἑ­αυ­τό. Ὅ­ταν σοῦ στεί­λω τὸν Ἀρτεμᾶ ἢ τὸν Τυ­χι­κό, φρόν­τι­σε γρή­γο­ρα νὰ ἔλ­θεις στὴ Νι­κό­πο­λη, δι­ό­τι ἐ­κεῖ ἀ­πο­φά­σι­σα νὰ πε­ρά­σω τὸ χει­μώ­να. Τὸν Ζη­νᾶ τὸ νο­μο­δι­δά­σκα­λο καὶ τὸν Ἀ­πολ­λὼ κα­τευόδωσέ τους μὲ ἐ­πι­με­λη­μέ­νη προ­ε­τοι­μα­σί­α, γιὰ νὰ μὴν τοὺς λεί­πει τί­πο­τε στὸ τα­ξί­δι τους. Μὲ τὴν εὐ­και­ρί­α μά­λι­στα τῆς προ­ε­τοι­μα­σί­ας αὐ­τῆς ἂς παίρ­νουν μά­θη­μα καὶ οἱ δι­κοί μας νὰ πρω­το­στα­τοῦν καὶ νὰ ἐρ­γά­ζον­ται κα­λὰ ἔρ­γα καὶ νὰ συν­τρέ­χουν τοὺς ἀ­δελ­φοὺς στὶς ἀ­πα­ραί­τη­τες ὑ­λι­κές τους ἀ­νάγ­κες, γιὰ νὰ μὴ στε­ροῦν­ται ἀ­πὸ πνευ­μα­τι­κοὺς καρ­πούς. Σὲ χαι­ρε­τοῦν ἐγ­κάρ­δια ὅ­λοι ὅ­σοι εἶ­ναι μα­ζί μου. Χαι­ρέ­τη­σε ὅ­σους μᾶς ἀ­γα­ποῦν, ἐ­πει­δὴ ἔ­χουν κοι­νὴ πί­στη μέ μᾶς. Σᾶς εὔ­χο­μαι ἡ χά­ρις τοῦ Θε­οῦ νὰ εἶ­ναι μὲ ὅ­λους σας. Ἀ­μήν.

 ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖςὑ­μεῖς ἐ­στε τ φς το κό­σμου. ο δύ­να­ται πό­λις κρυ­βῆ­ναι ἐ­πά­νω ὄ­ρους κει­μέ­νη· οὐ­δὲ κα­ί­ου­σι λύ­χνον κα τι­θέ­α­σιν αὐ­τὸν ὑ­πὸ τν μό­δι­ον, ἀλ­λ' ἐ­πὶ τν λυ­χνί­αν, κα λάμ­πει πᾶ­σι τος ν τ οἰ­κί­ᾳ. Οὕ­τω λαμ­ψά­τω τ φς ὑ­μῶν ἔμ­προ­σθεν τν ἀν­θρώ­πων, ὅ­πως ἴ­δω­σιν ὑ­μῶν τ κα­λὰ ἔρ­γα κα δο­ξά­σω­σι τν πα­τέ­ρα ὑ­μῶν τν ν τος οὐ­ρα­νοῖς. Μ νο­μί­ση­τε ὅ­τι ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι τν νό­μον τος προ­φή­τας· οκ ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι, ἀλ­λὰ πλη­ρῶ­σαι. ἀ­μὴν γρ λέ­γω ὑ­μῖν, ἕ­ως ἂν πα­ρέλ­θῃ οὐ­ρα­νὸς κα γ, ἰ­ῶ­τα ἓν μί­α κε­ρα­ί­α ο μ πα­ρέλ­θῃ ἀ­πὸ το νό­μου ἕ­ως ἂν πάν­τα γέ­νη­ται. ς ἐ­ὰν ον λύ­σῃ μί­αν τν ἐν­το­λῶν το­ύ­των τν ἐ­λα­χί­στων κα δι­δά­ξῃ οὕ­τω τος ἀν­θρώ­πους, ἐ­λά­χι­στος κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν· ς δ' ν ποι­ή­σῃ κα δι­δά­ξῃ, οὗ­τος μέ­γας κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν.
    (Ματθ. ε΄[5] 14 – 19)

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νη στὴ μνή­μη τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων τῆς Δ' Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου εἶ­ναι ἡ ση­με­ρι­νὴ Κυ­ρια­κή. Τὸ Εὐ­αγ­γε­λι­κό μας δὲ ἀ­νά­γνω­σμα θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ θε­ω­ρη­θεῖ ὄ­χι μό­νον ἕ­νας ὕ­μνος τῆς ζω­ῆς καὶ τῶν ἀ­γώ­νων τους, ἀλ­λὰ καὶ μιὰ ἔν­το­νη προ­τρο­πὴ πρὸς ἐ­μᾶς τοὺς ἀ­πο­γό­νους τους νὰ φυ­λά­ξου­με τὴν ἱ­ε­ρὴ πα­ρα­κα­τα­θή­κη, τὸν πο­λύ­τι­μο θη­σαυ­ρὸ τῆς πί­στε­ως, ποὺ ὁ Κύ­ριος ἐμ­πι­στεύ­θη­κε στὴν Ἐκ­κλη­σί­α Του καὶ ἐ­κεῖ­νοι μὲ ὅ­λες τὶς δυ­νά­μεις τους δι­α­φύ­λα­ξαν ἀ­νό­θευ­το καὶ ἀ­κέ­ραι­ο.
Τὸ ἱ­ε­ρὸ κεί­με­νο εἶ­ναι ἕ­να ἀ­πό­σπα­σμα 6 μό­λις στί­χων ἀ­πὸ τὴν τό­σο γνω­στὴ ἐ­πὶ τοῦ Ὄ­ρους ὁ­μι­λί­α τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ὅ­πως μᾶς τὴ δι­α­σώ­ζει ὁ εὐ­αγ­γε­λι­στὴς Ματ­θαῖ­ος.
1. ΦΩΣ ΣΤΗΝ ΚΟΣΜΙΚΗ ΝΥΧΤΑ
Πρὸς τὸ πλῆ­θος ὅ­λων τῶν μα­θη­τῶν Του, ὅ­λων δη­λα­δὴ τῶν πι­στῶν ποὺ Τὸν ἀ­κο­λου­θοῦ­σαν, ἀ­πηύ­θυ­νε ὁ Κύ­ριος τὴ δι­δα­σκα­λί­α Του.
Ἐ­σεῖς εἶ­στε τὸ φῶς τοῦ κό­σμου, τοὺς εἶ­πε. Καὶ συ­νέ­χι­σε. Δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν μιὰ πό­λη, ποὺ εἶ­ναι κτι­σμέ­νη ἐ­πά­νω σὲ ἕ­να βου­νό, νὰ κρυ­φτεῖ. Ἔ­τσι δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ μεί­νει ἀ­πα­ρα­τή­ρη­τη καὶ ἡ δι­κή σας συμ­πε­ρι­φο­ρά. Οὔ­τε ἀ­κό­μη ἀ­νά­βουν οἱ ἄν­θρω­ποι λυ­χνά­ρι γιὰ νὰ τὸ κρύ­ψουν κά­τω ἀ­πὸ ἕ­να δο­χεῖ­ο, ἀλ­λὰ τὸ βά­ζουν ἐ­πά­νω στὸν λυ­χνο­στά­τη καὶ φω­τί­ζει γιὰ ὅ­λους τους ἀν­θρώ­πους τοῦ σπι­τιοῦ. Ἔ­τσι λοι­πὸν ἂς λάμ­ψει καὶ τὸ φῶς τῆς δι­κῆς σας ἀ­ρε­τῆς μπρο­στὰ στοὺς ἀν­θρώ­πους, γιὰ νὰ δοῦν τὰ κα­λά σας ἔρ­γα καὶ νὰ δο­ξά­σουν τὸν Οὐ­ρά­νιο Πα­τέ­ρα σας.
ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ποὺ ὁ Κύ­ριός μας πρό­φε­ρε αὐ­τὰ τὰ λό­για εἶ­ναι ἀ­λή­θεια πὼς ὅ­λη ἡ γῆ ἦ­ταν βυ­θι­σμέ­νη σὲ πνευ­μα­τι­κὸ σκο­τά­δι. Οἱ πι­στοὶ ἀ­κό­λου­θοί Του ἑ­πο­μέ­νως κα­λοῦν­ταν νὰ με­τα­δώ­σουν τὸ φῶς τῆς δι­δα­σκα­λί­ας Του, τὴν ἀ­λή­θεια δη­λα­δὴ πε­ρὶ τοῦ ὅ­τι ὁ Κύ­ριος εἶ­ναι τὸ μό­νο καὶ ἀ­λη­θι­νὸ Φῶς τοῦ κό­σμου, σὲ ὅ­λους τους ἀν­θρώ­πους. Πῶς νὰ τὸ με­τα­δώ­σουν; Τὸ λέ­γει ὁ Κύ­ριος. Πρω­τί­στως μὲ τὸ νὰ γί­νουν καὶ οἱ ἴ­διοι φῶς, ὅ­πως Ἐ­κεῖ­νος. Νὰ γί­νει ἡ ζω­ή τους φω­τει­νή, ἁ­γί­α, σύμ­φω­νη μὲ τὸ θέ­λη­μά Του, μὲ τὴ δι­δα­σκα­λί­α Του, ποὺ φα­νέ­ρω­νε τὸν δι­κό Του τρό­πο ζω­ῆς. Ἀ­σφα­λῶς θὰ χρη­σι­μο­ποι­οῦ­σαν καὶ λό­για γιὰ νὰ με­τα­δώ­σουν αὐ­τὴ τὴ μο­να­δι­κὴ ἀ­λή­θεια. Ὁ Κύ­ριος ὅ­μως ἐ­δῶ θέ­λει νὰ ὑ­πο­γραμ­μί­σει πό­σο με­γά­λη ση­μα­σί­α ἔ­χει τὸ πα­ρά­δειγ­μα τῆς ζω­ῆς τῶν πι­στῶν Του. Γι᾿ αὐ­τὸ καὶ δὲν λέ­γει: «Οὕ­τω λαμ­ψά­τω τὸ φῶς ὑ­μῶν», μὲ τὸ νὰ ἀ­κού­σουν οἱ ἄν­θρω­ποι τὰ ὑ­πέ­ρο­χα λό­για σας. Ἀλ­λὰ τί; «Ὅ­πως ἴ­δω­σιν ὑ­μῶν τὰ κα­λὰ ἔρ­γα», γιὰ νὰ δοῦν οἱ ἄν­θρω­ποι τὰ κα­λὰ ἔρ­γα σας.
Κα­νεὶς ἀ­πὸ μᾶς δὲν ἀμ­φι­βάλ­λει πὼς καὶ στὴν ἐ­πο­χή μας ὁ πλα­νή­της μας βρί­σκε­ται βυ­θι­σμέ­νος στὸ πνευ­μα­τι­κὸ σκο­τά­δι, μά­λι­στα σὲ τό­σο με­γά­λο βαθ­μό, ποὺ προ­ξε­νεῖ ἀ­λη­θι­νὸ τρό­μο. Ἀν­τι­λαμ­βα­νό­μα­στε ἐ­πί­σης ὅ­λοι μας τὸ χρέ­ος ποὺ ἔ­χου­με νὰ με­τα­δώ­σου­με τὸ Φῶς τοῦ Χρι­στοῦ σ᾿ αὐ­τὸν τὸν κό­σμο ποὺ ζεῖ στὸ σκο­τά­δι. Ἐ­κεῖ­νο ὅ­μως, τὸ ὁ­ποῖ­ο χρει­ά­ζε­ται ἴ­σως ἰ­δι­αι­τέ­ρως νὰ ὑ­πο­γραμ­μί­σου­με, εἶ­ναι τὸ ὅ­τι αὐ­τὴ ἡ με­τά­δο­ση τοῦ Θε­ϊ­κοῦ Φω­τὸς δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ γί­νει μό­νο μὲ λό­για ὄ­μορ­φα καὶ δυ­να­τά, ἀ­πὸ τὰ ὁ­ποῖ­α ἄλ­λω­στε ἔ­χουν ὅ­λοι πιὰ χορ­τά­σει. Ἀλ­λὰ εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη νὰ γί­νε­ται πρω­τί­στως μὲ τὸ πα­ρά­δειγ­μά μας, μὲ τὰ ἔρ­γα μας.
Τί ση­μαί­νει αὐ­τὸ τὸ κα­τα­λα­βαί­νου­με. Εἶ­ναι μά­ται­ο π.χ. νὰ μι­λᾶ­με σὲ κά­ποι­ον γιὰ τὴ Βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ, ἂν μᾶς βλέ­πει νὰ εἴ­μα­στε μα­γε­μέ­νοι ἀ­πὸ τὰ ἀ­γα­θὰ τοῦ κό­σμου τού­του. Εἶ­ναι ἀ­νώ­φε­λο νὰ μι­λᾶ­με γιὰ ἀ­γά­πη, ἂν μᾶς βλέ­πει νὰ θυ­μώ­νου­με μὲ τὸ πα­ρα­μι­κρό, νὰ μνη­σι­κα­κοῦ­με, νὰ μὴ θέ­λου­με νὰ συγ­χω­ρή­σου­με. Καὶ βέ­βαι­α θὰ μοιά­ζει μὲ ἀ­στεῖ­ο νὰ προ­σπα­θοῦ­με νὰ πεί­σου­με κά­ποι­ον γιὰ τὴν Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Χρι­στοῦ, ἐ­νῶ θὰ μᾶς βλέ­πει νὰ κλαῖ­με ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τοι καὶ ἀ­πελ­πι­σμέ­νοι ἐ­πά­νω στὸν τά­φο κά­ποι­ου προ­σφι­λοῦς μας.
Ἂν θέ­λου­με ἑ­πο­μέ­νως τὸ Φῶς τοῦ Χρι­στοῦ νὰ φω­τί­σει τὴν ἀ­τέ­λει­ω­τη κο­σμι­κὴ νύ­χτα τῆς ἐ­πο­χῆς μας, γνω­ρί­ζου­με τί πρέ­πει νὰ κά­νου­με. Νὰ ἀ­φή­σου­με νὰ φω­τι­σθεῖ ἀπ᾿ αὐ­τὸ τὸ ὑ­περ­κό­σμιο Φῶς πρῶ­τα ἡ ἴ­δια ἡ ζω­ή μας.
2. ΟΙ ΕΠΤΑ ΠΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Μὴ νο­μί­σε­τε, συ­νε­χί­ζει ὁ Κύ­ριος, ὅ­τι ἦλ­θα νὰ κα­ταρ­γή­σω τὸν Νό­μο τοῦ Μω­υ­σέ­ως ἢ τὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν προ­φη­τῶν. Δὲν ἦλ­θα νὰ τὰ κα­ταρ­γή­σω, ἀλ­λὰ νὰ τὰ συμ­πλη­ρώ­σω. Δι­ό­τι σᾶς δι­α­βε­βαι­ώ­νω πὼς μέ­χρι τὸ τέ­λος τοῦ οὐ­ρα­νοῦ καὶ τῆς γῆς οὔ­τε ἕ­να γι­ώ­τα ἢ ἕ­να κόμ­μα, οὔ­τε ἕ­να ἐ­λά­χι­στο δη­λα­δὴ ἀ­πὸ τὸν Νό­μο δὲν θὰ πα­ρα­πέ­σει μέ­νον­τας ἀ­πραγ­μα­το­ποί­η­το, ἀλ­λὰ ὅ­λα θὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν.
Ὅ­ποι­ος ἑ­πο­μέ­νως πα­ρα­βεῖ ἔ­στω καὶ μί­α ἀ­πὸ τὶς φαι­νο­με­νι­κὰ ἀ­σή­μαν­τες ἐν­το­λές μου καὶ δι­δά­ξει τοὺς ἀν­θρώ­πους ἔ­τσι νὰ τὶς θε­ω­ροῦν, αὐ­τὸς ἀ­σή­μαν­τος καὶ ἀ­νά­ξιος θὰ κη­ρυ­χθεῖ στὴ Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν. Ὅ­ποι­ος ὅ­μως θὰ τὶς ἐ­φαρ­μό­σει ὅ­λες καὶ θὰ δι­δά­ξει καὶ τοὺς ἄλ­λους ἔ­τσι νὰ κά­νουν, αὐ­τὸς θὰ ἀ­να­κη­ρυ­χθεῖ μέ­γας στὴ Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν.
ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ εἶ­ναι ἡ δι­α­βε­βαί­ω­ση τοῦ Κυ­ρί­ου: ὅ­ποι­ος πα­ρα­χα­ρά­ξει τὴ θε­ϊ­κή Του δι­δα­σκα­λί­α καὶ ὡ­ρι­σμέ­νες ἀ­λή­θει­ες της τὶς θε­ω­ρή­σει ἀ­σή­μαν­τες καὶ τὶς κα­ταρ­γή­σει, καὶ πα­ρα­κι­νή­σει καὶ ἄλ­λους νὰ κά­νουν τὸ ἴ­διο, αὐ­τὸς εἶ­ναι κα­τα­δι­κα­σμέ­νος. Τὴ μέ­ρα τῆς Κρί­σε­ως θὰ κρι­θεῖ ἀ­νά­ξιος, θὰ πε­τα­χθεῖ στὴν τε­λευ­ταί­α θέ­ση.
Τὸ πράγ­μα εἶ­ναι σα­φές, ὁ­λο­φά­νε­ρο. Καὶ ἔ­τσι ἐ­ξη­γεῖ­ται για­τί οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐ­νῶ σὲ ὅ­λα τὰ πράγ­μα­τα ἦ­σαν ἐ­πι­ει­κεῖς καὶ ὑ­πο­χω­ρη­τι­κοί, στὰ θέ­μα­τα τῆς πί­στε­ως, τῆς ἀ­λη­θεί­ας τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου ἦ­σαν ἄ­καμ­πτοι, σκλη­ρό­τε­ροι ἀ­πὸ τὸ ἀ­τσά­λι. Τι­τά­νιους ἀ­γῶ­νες ἔ­κα­ναν κυ­ρι­ο­λε­κτι­κὰ γιὰ ἕ­να γι­ώ­τα!
Τὸ βλέ­που­με αὐ­τὸ καὶ στοὺς ἀ­γῶ­νες τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων τῆς Δ' Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, τῆς Συ­νό­δου τῆς Χαλ­κη­δό­νος ὅ­πως εἶ­ναι γνω­στή. Ὅ­λος ὁ ἀ­γώ­νας τους κα­τὰ τῶν Μο­νο­φυ­σι­τῶν δι­ε­ξή­χθη κυ­ρι­ο­λε­κτι­κὰ γιὰ ἕ­να γράμ­μα. Οἱ Μο­νο­φυ­σί­τες ἔ­λε­γαν ὅ­τι ὁ Κύ­ριος εἶ­ναι «εἷς ἐκ δύ­ο φύ­σε­ων», ἕ­νας, ποὺ προ­ῆλ­θε ἀ­πὸ τὴν ἕ­νω­ση δύ­ο φύ­σε­ων, τῆς Θεί­ας καὶ τῆς ἀν­θρω­πί­νης. Οἳ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες δί­δα­ξαν πὼς εἶ­ναι «εἷς ἐκ δύ­ο φύ­σε­ων» ἀλ­λὰ καὶ «εἷς ἐν δύ­ο φύ­σε­σι». Ναί, εἶ­παν. Εἶ­ναι ἕ­νας, ποὺ προ­ῆλ­θε ἀ­πὸ τὴν ἕ­νω­ση τῶν δύ­ο φύ­σε­ων, ἀλ­λὰ καὶ ἕ­νας ποὺ ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νὰ ἔ­χει ἀ­κέ­ραι­ες τὶς δύ­ο φύ­σεις Του καὶ τὴ θεί­α καὶ τὴν ἀν­θρώ­πι­νη. Ὅ­λη ἡ δι­α­φω­νί­α ἦ­ταν σ᾿ αὐ­τὲς τὶς δύ­ο προ­θέ­σεις: «ἐν» καὶ «ἐκ». Θὰ μπο­ροῦ­σαν οἳ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρὲς νὰ εἶ­χαν φα­νεῖ λί­γο ἐ­λα­στι­κοί. Θὰ κέρ­δι­ζαν ἔ­τσι μυ­ριά­δες αἱ­ρε­τι­κούς, οἱ ὁ­ποῖ­οι θὰ ἔ­με­ναν στὸ Σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Θὰ εἶ­χαν ὅ­μως ἀ­σε­βή­σει κατ᾿ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο στὴν Κε­φα­λὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, θὰ εἶ­χαν δη­λα­δὴ νο­θεύ­σει τὴν ἀ­λή­θειά της πε­ρὶ τοῦ θε­αν­θρώ­που Κυ­ρί­ου ἡ­μῶν.
Πό­νε­σαν. Ἀλ­λὰ δὲν εἶ­χαν ἄλ­λη ἐ­πι­λο­γή. Μὲ δά­κρυ­α καὶ ὀ­δύ­νη ψυ­χῆς ἀ­πέ­κο­ψαν ἀ­πὸ τὸ Σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοὺς πεί­σμο­νες αἱ­ρε­τι­κούς.
Πέ­ρα­σαν 1500 τό­σα χρό­νια ἀ­πὸ τό­τε.
Κά­τι ση­μαν­τι­κὲς κι­νή­σεις ἄρ­χι­σαν νὰ γι­νον­ται στὶς μέ­ρες μας γιὰ τὴν ἐ­πι­στρο­φὴ τῶν ἀ­πο­γό­νων τῶν ἀρ­χαί­ων Μο­νο­φυ­σι­τῶν στὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Μα­κά­ρι! Ποι­ὸς δὲν τὸ εὔ­χε­ται αὐ­τό; Γι᾿ αὐ­τὸ τὸν λό­γο ἔ­γι­ναν, λέ­νε, κά­ποι­ες συμ­φω­νί­ες στὰ δογ­μα­τι­κὰ ζη­τή­μα­τα, ποὺ εἶ­χαν προ­κα­λέ­σει τό­τε τὸν χω­ρι­σμό τους. Ἄλ­λα­ξαν ὅ­μως γνώ­μη οἱ αἱ­ρε­τι­κοί; Δέ­χον­ται πλέ­ον αὐ­τὸ τὸ «ἐν δύ­ο φύ­σε­σι» τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων; Ὤ! ὄ­χι βέ­βαι­α. Ἁ­πλῶς στὸ ἐ­πί­ση­μο κεί­με­νο τῆς συμ­φω­νί­ας ἀ­πέ­φυ­γαν κἂν νὰ θί­ξουν τὸ θέ­μα. Καὶ μό­νο αὐ­τό; Ἑ­τοι­μά­ζον­ται, κα­θὼς φαί­νε­ται, οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι ἐκ­πρό­σω­ποι νὰ ὑ­πο­γρά­ψουν ἕ­νω­ση μὲ τοὺς ση­με­ρι­νοὺς ἀ­πο­γό­νους τῶν ἀρ­χαί­ων Μο­νο­φυ­σι­τῶν, καθ᾿ ὃν χρό­νο αὐ­τοὶ ἀρ­νοῦν­ται ἐ­πι­μό­νως νὰ ἀ­να­γνω­ρί­σουν τὴν ἁ­γί­α Δ' Σύ­νο­δο τῆς Χαλ­κη­δό­νος ὡς ἀ­λά­θη­τη καὶ Οἰ­κου­με­νι­κή. Πρέ­πει, λέ­νε οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι ἐκ­πρό­σω­ποι, νὰ κά­νου­με καὶ ἐ­μεῖς κά­ποι­ες ὑ­πο­χω­ρή­σεις. Ἀλ­λι­ῶς ὅ­λους αὐ­τοὺς θὰ μᾶς τοὺς «φά­ει» ὁ Πά­πας, δι­ό­τι θὰ ἑ­νω­θοῦν μα­ζί του.
Καὶ προ­τεί­νουν τώ­ρα ἐκ­πρό­σω­ποι τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας νὰ με­τα­κι­νη­θεῖ ὄ­χι ἕ­να γι­ώ­τα ἢ ἕ­να κόμ­μα, ἀλ­λὰ μιὰ ἀ­πὸ τὶς ἑ­πτὰ πε­λώ­ρι­ες κο­λῶ­νες, ἐ­πά­νω στὶς ὁ­ποῖ­ες στη­ρί­ζε­ται ἡ Ἐκ­κλη­σί­α. Νὰ κα­τα­λυ­θεῖ ἕ­νας ἀ­πό τοὺς ἑ­πτὰ ἀ­κα­θαι­ρέ­τους πύρ­γους τῆς Ὀρ­θό­δο­ξου πί­στε­ως. Ἡ ἴ­δια δη­λα­δὴ ἡ ἁ­γί­α Δ' Οἰ­κου­με­νι­κὴ Σύ­νο­δος!
Φαί­νε­ται πὼς ἴ­σως δὲν ἔ­χουν λο­γα­ριά­σει κα­λὰ τὴν ἀν­τί­στα­ση, ποὺ θὰ συ­ναν­τή­σουν. Ἀλ­λὰ δὲν ἔ­χουν ἄ­ρα­γε σκε­φθεῖ τὸ τέ­λος, ποὺ τοὺς πε­ρι­μέ­νει; «Ἐ­λά­χι­στοι κλη­θή­σον­ται ἐν τῇ Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν»! Κιν­δυ­νεύ­ουν νὰ χά­σουν τὴ Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν.
Ἂν λοι­πὸν δὲν τὸ ἔ­χουν σκε­φθεῖ, ἂς τὸ σκε­φθοῦν ἔ­στω τώ­ρα. Ἀ­κό­μη δὲν εἶ­ναι ἀρ­γά.
 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου