Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
    ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ
(26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΛΒ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)
Τέ­κνον Τι­μό­θε­ε, πι­στὸς ὁ λό­γος καὶ πά­σης ἀ­πο­δο­χῆς ἄ­ξι­ος, εἰς τοῦ­το γὰρ καὶ κο­πι­ῶ­μεν καὶ ὀ­νει­δι­ζό­με­θα, ὅ­τι ἠλ­πί­κα­μεν ἐ­πὶ Θε­ῷ ζῶν­τι, ὅς ἐ­στι σω­τὴρ πάν­των ἀν­θρώ­πων,  μά­λι­στα πι­στῶν. Πα­ράγ­γελ­λε ταῦ­τα καὶ δί­δα­σκε. Μη­δε­ίς σου τῆς νε­ό­τη­τος κα­τα­φρο­νε­ί­τω, ἀλ­λὰ τύ­πος γί­νου τῶν πι­στῶν ἐν λό­γῳ, ἐν ἀ­να­στρο­φῇ, ἐν ἀ­γά­πῃ, ἐν πνε­ύ­μα­τι, ἐν πί­στει, ἐν ἁ­γνε­ί­ᾳ. Ἕ­ως ἔρ­χο­μαι πρό­σε­χε τῇ ἀ­να­γνώ­σει, τῇ πα­ρα­κλή­σει, τῇ δι­δα­σκα­λί­ᾳ. Μὴ ἀ­μέ­λει τοῦ ἐν σοὶ χα­ρί­σμα­τος, ὃ ἐ­δό­θη σοι δι­ὰ προ­φη­τε­ί­ας με­τὰ ἐ­πι­θέ­σε­ως τῶν χει­ρῶν τοῦ πρε­σβυ­τε­ρί­ου. Ταῦ­τα με­λέ­τα, ἐν το­ύ­τοις ἴ­σθι, ἵ­να σου ἡ προ­κο­πὴ φα­νε­ρὰ ᾖ ἐν πᾶ­σιν.
                                             (Α΄ Τιμ. δ΄[4] 9 -15)

Ο­ΜΙ­ΛΙ­Α ΣΤΟΝ Α­ΠΟ­ΣΤΟ­ΛΟΝ
1. Ἀ­δελ­φοί, o­ἱ ἀ­γῶ­νες γι­ὰ ζω­ὴ εὐ­σέ­βει­ας καὶ πί­στη­ς εἶ­ναι πάν­το­τε ὠ­φέ­λι­μοι καί γι­ά τὴν πα­ρο­ῦ­σα ζω­ὴ καὶ γι­ὰ τὴ μέλλ­λου­σα. Αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ λό­γος πού εἶ­ναι «Πι­στὸς καὶ πά­σης ἀ­πο­δο­χῆς ἄ­ξι­ος», ὅ­πως λέ­ει ὁ Ἀ­πό­στο­λος σή­με­ρα. Γι’ αὐ­τὸ καὶ προ­σθέ­τει ὅ­τι, ἐ­πει­δὴ εἶ­ναι ἔτ­σι τὰ πράγ­μα­τα καὶ ἐ­μεῖς «κο­πι­ῶ­μεν καὶ ὀ­νει­δι­ζό­με­θα ὅ­τι ἠλ­πί­κα­μεν ἐ­πί Θε­ῷ ζῶν­τι, ὁ ὁ­ποῖ­ος εἶ­ναι σω­τὴρ ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων, πρὸ παν­τὸς δὲ τῶν πι­στῶν». Προ­τρέ­πει δὲ τὸν Τι­μό­θε­ο ὁ Παῦλος· «πα­ράγ­γελ­λε ταῦτα καὶ δί­δα­σκε», ὡς ἐ­πί­σκο­πος πού εἶ­σαι. Ἐ­πει­δὴ δὲ ἦ­το νέ­ος κα­τὰ τὴν ἡ­λι­κί­α ὁ Τι­μό­θε­ος, συ­νε­χί­ζει· «μη­δείς σου τῆς νε­ό­τη­τος κα­τα­φρο­νεί­τω». Ἂς μὴ πε­ρι­φρο­νεῖ κα­νεὶς τὴν νε­ό­τη­τά σου. Γι­ὰ νὰ γί­νε­ται δὲ τοῦ­το, φρόν­τι­ζε νὰ γί­νε­σαι «τύ­πος τῶν πι­στῶν». Πα­ρά­δειγ­μα καὶ ὑ­πό­δειγ­μα τῶν Χρι­στι­α­νῶν σὲ ὅ­λα σου. Στά λό­γι­α σου, στή συμπεριφορά σου, στήν ἀγάπη πρός ὅ­λους, στὴν πνευ­μα­τι­κὴ ζω­ὴ πού θὰ ζεῖς, στήν πίστη, στή κα­θα­ρό­τη­τα καὶ ἁ­γνό­τη­τα τῆς ζω­ῆς σου. «Ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύ­μα­τι, ἐν πί­στει, ἐν ἁγνείᾳ». Ἔτ­σι, καὶ μό­νον ἔτ­σι, θὰ γί­νε­σαι σε­βα­στὸς καὶ ἀ­γα­πη­τὸς στούς πι­στοὺς καί θὰ μπορεῖς νὰ τοὺς ἐ­πη­ρε­ά­ζεις στό θέ­λη­μα τοῦ Θεοῦ καί τή σω­τη­ρί­α τους.
Ἀλ­λ' αὐ­τὰ δὲν ἴ­σχυ­αν μό­νον γι­ὰ τὸν Τι­μό­θε­ο, ἀ­δελ­φοί. Ἰ­σχύ­ουν γιά ὅ­λους μας. Ὅ­λοι ἀ­νε­ξαι­ρέ­τως ἔ­χο­με κα­θῆ­κον νὰ προσφέρομε τὸν ἑ­αυ­τὸν μας τύ­πο σέ κά­θε ἐκ­δή­λω­ση τῆς ζω­ῆς μας. Νὰ προσφέρομε τὸν ἑ­αυ­τὸν μας πα­ρά­δειγ­μα ζω­ῆς καὶ συμ­πε­ρι­φο­ρᾶς χρι­στι­α­νι­κῆς, κα­τὰ τὸν κα­λύ­τε­ρο καί  τε­λει­ό­τε­ρο τρό­πο. Μό­νον ὅ­ταν τὸ πα­ρά­δειγ­μά μας εἶ­ναι ἀ­λη­θι­νὰ χρι­στι­α­νι­κό, μό­νον τό­τε θὰ μ­πο­ροῦ­με νὰ ὠ­φε­λοῦ­με τοὺς ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους καὶ νὰ τοὺς βο­η­θοῦ­με νὰ κερ­δί­σουν καὶ αὐ­τοὶ τὴ σω­τη­ρί­α. Μό­νο τό­τε τὰ λό­γι­α τῆς πί­στε­ως, οἱ συμβουλές καί πα­ρα­κι­νή­σεις μας, ἄν ἀ­κο­λου­θοῦν τὸν Χρι­στὸ θὰ φέ­ρουν ἀ­πο­τέ­λε­σμα καὶ θὰ ἔ­χουν κύ­ρος. Ὅ­λοι ξέρου­μεν ὅ­τι, ὅ­ταν κά­ποι­ος δὲν ἔ­χει παράδειγμα χρι­στι­α­νι­κό, ὅ­σα καὶ ἂν πεῖ δὲν γί­νον­ται ἀ­κου­στά. Καὶ ὅ­σα ὡραῖα λό­γι­α καὶ ἂν λέ­γει, ὅταν ἡ ζω­ή του δὲν εἶ­ναι ὅ­πως θέ­λει ὁ Θε­ός, βλά­πτει μᾶλ­λον, πα­ρὰ ὠφελεῖ. Γί­νε­ται ὁ ἄν­θρω­πος αὐ­τὸς αἰ­τί­α νὰ βλασφημεῖται ὁ Θε­ὸς καὶ ὄ­χι νὰ δο­ξά­ζε­ται. Ὅ­πως καί τὸ ἀν­τί­θε­το. Ὅ­που ὑ­πάρ­χει πα­ρά­δειγ­μα χρι­στι­α­νι­κό, ἐκεῖ ὅ­λοι πα­ρα­δέ­χον­ται καὶ τὸν Χρι­στι­α­νὸ καὶ τὴν πί­στη. Καί δο­ξά­ζουν τὸ Θε­ό. Πό­σες φο­ρὲς δὲν λέ­γουν, «αὐ­τὸς μά­λι­στα, εἶ­ναι Χρι­στι­α­νός». Γι­α­τί; Δι­ό­τι ζῆ χρι­στι­α­νι­κά. Δι­ό­τι τὸ πα­ρά­δειγ­μά του εἶ­ναι χρι­στι­α­νι­κό. Δι­ό­τι προ­σέ­χει στὰ λό­γι­α του, εἶ­ναι τί­μι­ος, εἶ­ναι δί­και­ος, εἶ­ναι σώ­φρων στὴ ζω­ή του, ἔ­χει ἀγάπη πρὸς ὅλους, ἔ­χει ζω­ὴ πνευ­μα­τι­κή, εἶ­ναι ἄν­θρω­πος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Πό­σο λοι­πὸν πρέ­πει νὰ φρον­τί­ζομε τὸ πα­ρά­δειγ­μά μας νὰ εἶ­ναι ὅ­σο τὸ δυ­να­τὸ τελειότερο, ὥ­στε καὶ ἐμεῖς νὰ εἴ­με­θα «τύ­ποι τῶν πι­στῶν»! Δι­ό­τι ἔτ­σι θὰ εἴ­με­θα πραγ­μα­τι­κὰ Χρι­στι­α­νοί.
2. ­Ἀλ­λ' ὁ Ἀ­πό­στο­λος δί­δει καὶ με­ρι­κές ἀ­κό­μη σπου­δαίες ὁ­δη­γίες στόν Τιμόθεο. «Μέχρι νά ἔλ­θω, τοῦ λέ­γει, σοῦ συνιστῶ νά ἐπιδίδεσαι μέ ζῆλο καί ἐπιμέλεια στήν ἀ­νά­γνω­ση τῶν Ἁ­γί­ων Γρα­φῶν, στὴν παρηγοριά καί νουθεσία τῶν ἀνθρώπων πού θλίβονται καί συγκλονίζονται, στή δι­δα­σκα­λί­α ὅ­λων τῶν πι­στῶν». Ἦσαν αὐ­τὰ κα­θή­κον­τα τοῦ Τι­μο­θέ­ου ὡς ἐ­πι­σκό­που. Καὶ ἔ­πρε­πε νὰ τὰ ἐ­πι­τελεῖ κα­τὰ τὸν κα­λύ­τε­ρο τρό­πο, γι­ὰ νὰ ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται στὸ με­γά­λο του ἀ­ξί­ω­μα καὶ στήν ὑψηλή κλήση, πού τοῦ εἶ­χε κά­μει ὁ Θε­ός. Τοῦ τὸ ὑ­πεν­θυ­μί­ζει ὁ Παῦλος. «Μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χα­ρί­σμα­τος, ὃ ἐ­δό­θη σοι δι­ὰ προ­φη­τεί­ας με­τὰ ἐ­πι­θέ­σε­ως τῶν χει­ρῶν τοῦ πρε­σβυ­τε­ρί­ου». Σο­ῦ δόθηκε, τοῦ λέει, τὸ χά­ρι­σμα νὰ εἶ­σαι ἐ­πί­σκο­πος μὲ προ­φη­τι­κὴ ἀ­πο­κά­λυ­ψη. Καὶ μετά ἀπό αὐ­τή, μὲ τὸ νὰ τοποθετήσουν πάνω στήν κε­φα­λή του τά χέρια τους τὸ σῶ­μα τῶν πρε­σβυ­τέ­ρων. Δη­λα­δὴ τῶν Ἀ­πο­στό­λων, πού ἦσαν μα­ζὶ μὲ τὸν Παῦλο. Κα­τα­λή­γει δὲ ὁ Ἀ­πό­στο­λος· «ταῦ­τα με­λέ­τα, ἐν τού­τοις ἲσθι, ἵνα σου ἡ προ­κο­πὴ φα­νε­ρὰ ᾗ ἐν πᾶ­σι». Ὅ­λα ὅ­σα σοῦ ἔ­γρα­ψα, νὰ τὰ με­λε­τᾶς πο­λύ. Ὅ­λη σου ἡ ψυ­χὴ νὰ εἶ­ναι μέσα σαυτά ­καὶ νὰ ἀ­σχολεῖται μὲ αὐ­τά. Ἔτ­σι θὰ προ­ο­δεύεις πνευ­μα­τι­κὰ καὶ ἡ πρό­ο­δός σου θὰ εἶ­ναι φα­νε­ρὴ σέ ὅ­λους.
Πό­σο γί­νε­ται ἀ­ναγ­καί­α καὶ γιά ­μᾶς ἡ τε­λευ­ταί­α αὐ­τὴ προ­τρο­πὴ τοῦ  Ἀ­πο­στό­λου. Νὰ με­λετοῦμε τά λόγια τοῦ Θεοῦ. Ὅλα ὅ­σα στήν Ἁγία Γρα­φή, τὴν Παλαιά καὶ μά­λι­στα τὴν Και­νὴ Δι­α­θή­κη κα­τέ­γρα­ψε τὸ Πνεῦμα τό Ἅ­γι­ο, δι­ὰ τῶν ἁ­γί­ων Προ­φη­τῶν καὶ Ἀ­πο­στό­λων. Νὰ τὰ μελετοῦμε πο­λύ. Νὰ τὰ με­λετοῦμε συ­χνά. Νὰ γεμίζει ὁ νοῦς καὶ ἡ ψυ­χή μας ἀ­πὸ αὐ­τά, ὥ­στε νὰ κυ­κλο­φο­ρο­ῦν πάν­το­τε μέσα μας. Νὰ εἶ­ναι αὐ­τὰ πού θὰ κα­νο­νί­ζουν τὴ ζω­ή μας καὶ τίς διάφορες ἐνέργειές μας. Νὰ πο­τί­ζε­ται ὁ­λό­κλη­ρη ἡ ὕπαρξή μας ἀ­πὸ αὐ­τὰ καὶ τὸ πνεῦμα τους. Δι­ό­τι ὅ­ταν γί­νε­ται αὐτό, τό­τε ἡ χά­ρη τοῦ Θεοῦ γε­μί­ζει τὸν πι­στὸ καὶ τὸν κά­μνει θε­ο­κί­νη­το. Τὸν ἀ­ξι­ώ­νει νὰ ζεῖ μέσα στὸ πνεῦμα τοῦ Θε­οῦ. Τοῦ χα­ρί­ζει φω­τι­σμὸ θεῖ­ο καὶ τὸν κα­θο­δη­γεῖ στήν κάθε περίσταση πῶς νὰ φέ­ρε­ται θεάρεστα. Ἡ με­λέ­τη αὐ­τὴ ἀ­κό­μη ἀ­πο­κα­λύ­πτει στὴν ψυ­χὴ τὰ μυ­στή­ρι­α τῆς ἀ­γά­πης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄν­θρω­πο. Θερ­μαί­νει ἔτ­σι τὴν ψυ­χὴ καὶ τὴ γε­μί­ζει εὐγνωμοσύνη. Κα­θα­ρί­ζει τὸ ἐ­σω­τε­ρι­κό μας ἀ­πὸ κά­θε σκέ­ψη καὶ λο­γι­σμὸ ἄ­σχη­μο καὶ γε­μί­ζει τὴν ψυ­χὴ μὲ νο­ή­μα­τα ἱ­ε­ρὰ καὶ ἅ­γι­α. Στρέ­φει τὸν ἄν­θρω­πο πρὸς τὸν Θε­ὸ καὶ τὸν οὐρανό. Καί ­ἔτ­σι σι­γὰ - σι­γὰ τὸν ἁ­γι­ά­ζει καὶ τὸν ἐ­νώ­νει μὲ τὸν Χρι­στό. Νὰ με­λετοῦμε λοι­πόν, νὰ μελετοῦμε κα­τὰ τρό­πο πλού­σι­ο τὰ λό­γι­α τοῦ Κυ­ρί­ου μας εἴ­τε στὴν Και­νὴ Δι­α­θή­κη, εἴ­τε στὰ συγ­γράμ­μα­τα τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, εἴ­τε σέ βι­βλί­α καὶ πε­ρι­ο­δι­κὰ ὀρ­θό­δο­ξα. Μὲ τὸν τρό­πο αὐ­τὸ θὰ συμ­βαί­νει καί σέ ­μᾶς ὅ,τι γινόταν στόν Τι­μό­θε­ο. Ἡ πνευ­μα­τι­κή μας πρό­ο­δος καὶ προ­κο­πὴ θὰ αὐξάνει. Θὰ ὁ­λο­κλη­ρώ­νε­ται καὶ θὰ γί­νε­ται φα­νε­ρή σέ ὅ­λους γιά σωτηρία δική μας καὶ πρὸς δό­ξα τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ Θεοῦ μας.  
(Διασκευή ἀπό παλαιό τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, δι­ήρ­χε­το ὁ ᾿Ι­η­σοῦς τὴν ῾Ι­ε­ρι­χώ. Καὶ ἰ­δοὺ, ἀ­νὴρ ὀ­νό­μα­τι κα­λο­ύ­με­νος Ζακ­χαῖ­ος· καὶ αὐ­τὸς ἦν ἀρ­χι­τε­λώ­νης, καὶ οὗ­τος ἦν πλο­ύ­σι­ος, καὶ ἐ­ζή­τει ἰ­δεῖν τὸν ᾿Ι­η­σοῦν τίς ἐ­στι, καὶ οὐκ ἠ­δύ­να­το ἀ­πὸ τοῦ ὄ­χλου, ὅ­τι τῇ ἡ­λι­κί­ᾳ μι­κρὸς ἦν. Καὶ προ­δρα­μὼν ἔμ­προ­σθεν, ἀ­νέ­βη ἐ­πὶ συ­κο­μο­ρέ­αν, ἵ­να ἴ­δῃ αὐ­τόν, ὅ­τι ἐ­κε­ί­νης ἤ­μελ­λε δι­έρ­χε­σθαι. Καὶ ὡς ἦλ­θεν ἐ­πὶ τὸν τό­πον, ἀ­να­βλέ­ψας ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­δεν αὐ­τὸν, καὶ εἶ­πε πρὸς αὐ­τόν· Ζακ­χαῖ­ε, σπε­ύ­σας κα­τά­βη­θι· σή­με­ρον γὰρ ἐν τῷ οἴ­κῳ σου δεῖ με μεῖ­ναι. Καὶ σπε­ύ­σας κα­τέ­βη, καὶ ὑ­πε­δέ­ξα­το αὐ­τὸν χα­ί­ρων. Καὶ ἰ­δόν­τες πάν­τες δι­ε­γόγ­γυ­ζον, λέ­γον­τες· ὅ­τι πα­ρὰ ἁ­μαρ­τω­λῷ ἀν­δρὶ εἰ­σῆλ­θε κα­τα­λῦ­σαι. Στα­θεὶς δὲ Ζακ­χαῖ­ος, εἶ­πε πρὸς τὸν ᾿Ι­η­σοῦν· Ἰ­δοὺ, τὰ ἡ­μί­ση τῶν ὑ­παρ­χόν­των μου Κύριε, δί­δω­μι τοῖς πτω­χοῖς· καὶ εἴ τι­νός τι ἐ­συ­κο­φάν­τη­σα, ἀ­πο­δί­δω­μι τε­τρα­πλοῦν. Εἶ­πε δὲ πρὸς αὐ­τὸν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς· ὅ­τι σή­με­ρον σω­τη­ρί­α τῷ οἴ­κῳ το­ύ­τῳ ἐ­γέ­νε­το, κα­θό­τι καὶ αὐ­τὸς υἱ­ὸς ᾿Α­βρα­άμ ἐ­στιν. Ἦλ­θε γὰρ ὁ υἱ­ὸς τοῦ ἀν­θρώ­που ζη­τῆ­σαι καὶ σῶ­σαι τὸ ἀ­πο­λω­λός.
                                        (Λουκ. ιθ΄[19] 1 - 10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
κενο τόν καιρό μπῆκε ὁ Ἰησοῦς στήν εριχώ, καί περνοῦσε μέσα ἀπὸ τὴν πόλη. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἕνας ἄνθρωπος πού ὀνομαζόταν Ζακχαῖος. Αὐτὸς ἦταν ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος. Καὶ προσπαθοῦσε νὰ δεῖ τόν Ἰησοῦ ποιός εἶναι, ἀλλά δὲν μποροῦσε. Διότι ὑπῆρχε μεγάλη συρροὴ λαοῦ, καὶ αὐτὸς ἦταν κοντὸς στὸ ἀνάστημα καὶ σκεπαζόταν ἀπὸ τὸ πλῆθος. Ἔτρεξε λοιπὸν μπροστὰ ἀπὸ τὸ πλῆθος πού συνόδευε τόν Ἰησοῦ καὶ ἀνέβηκε σὰν νὰ ἦταν μικρὸ παιδὶ σὲ μία συκομουριὰ γιὰ νὰ τὸν δεῖ, διότι ἀπὸ τὸν δρόμο ἐκεῖνο στὸν ὁποῖο βρισκόταν τὸ δέντρο αὐτὸ θὰ περνοῦσε ὀ Ἰησοῦς. Ἀμέσως μόλις ἔφθασε ὁ Ἰησοῦς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο, σήκωσε τὰ μάτια του καὶ τὸν εἶδε· καὶ χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζει ἀπὸ παλαιότερα τὸν φώναξε μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τοῦ εἶπε: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου, σύμφωνα μὲ τὴ θεία βουλὴ πού προετοιμάζει τὴ σωτηρία σου. Τότε ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε γρήγορα καὶ τὸν ὑποδέχθηκε στὸ σπίτι του μὲ χαρά. Ὅλοι ὅμως, ὅταν εἶδαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς προτίμησε τὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου, μουρμούριζαν μεταξύ τους μὲ ἀγανάκτηση καὶ σχολίαζαν περιφρονητικὰ τόν Ἰησοῦ λέγοντας ὅτι μπῆκε νὰ μείνει καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ στὸ σπίτι ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ζακχαῖος ὅμως στάθηκε μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ τοῦ εἶπε: Ἰδού, Κύριε, τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου τὰ δίνω ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς, κι ἂν τυχὸν ὡς τελώνης μεταχειρίστηκα συκοφαντίες, ψεύτικες καταγγελίες καὶ ἀναφορὲς γιὰ νὰ ἀδικήσω κάποιον σὲ κάτι, τοῦ τὸ γυρίζω πίσω τετραπλάσιο. Τότε ὁ Ἰησοῦς στράφηκε πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε: Σήμερα μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου στὸ σπίτι αὐτὸ ἦλθε ἡ σωτηρία τόσο στὸν οἰκοδεσπότη ὅσο καὶ στοὺς δικούς του. Καὶ ἔπρεπε νὰ σωθεῖ καὶ ὁ ἀρχιτελώνης αὐτός, διότι κι αὐτὸς εἶναι γιὸς καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, ὅπως κι ἐσεῖς πού διαμαρτύρεσθε. Καὶ σ᾿ αὐτὸν λοιπὸν ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ συντελέσω στὴ σωτηρία αὐτὴ τοῦ Ζακχαίου, διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ γιὰ ν᾿ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, πού σὰν χαμένο πρόβατο κινδύνευε νὰ πεθάνει μέσα στὴν ἁμαρτία.





Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου