ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ
(20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2022)
(ΑΣΩΤΟΥ)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Τοῦ
Ἀσώτου)
Ἀδελφοί, πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι
ὑπό τινος.
τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ, καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει.
τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι· ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; μὴ γένοιτο. ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; ἔσονται γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει. ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ.
(Α΄
Κορινθ. στ΄[6] 12 – 20)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, ὅλα ἔχω ἐξουσία νὰ
τὰ κάνω, δὲν συμφέρουν ὅμως ὅλα. Ὅλα εἶναι στὴν ἐξουσία μου, ἀλλά ἐγώ
δὲν θὰ ἐξουσιαστῶ καὶ δὲν θὰ γίνω δοῦλος σὲ τίποτε. Τὰ φαγητὰ ἔχουν
γίνει γιὰ τὴν κοιλιά, καὶ ἡ κοιλιὰ γιὰ τὰ φαγητά. Ὁ Θεὸς ὅμως θὰ καταργήσει
στὴν ἄλλη ζωὴ κι αὐτή κι ἐκεῖνα. Μπορεῖτε λοιπὸν νὰ τρῶτε ὅ,τι
ἐπιθυμεῖτε, ἀρκεῖ μόνο νὰ μὴ γίνεστε δοῦλοι τοῦ φαγητοῦ καὶ τῆς κοιλιᾶς.
Δὲν ἰσχύει ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴ γενετήσια ἐπιθυμία. Διότι τὸ σῶμα
δὲν ἔχει γίνει γιὰ τὴν πορνεία, ἀλλά γιὰ τὸν Κύριο, γιὰ νὰ τοῦ ἀνήκει ὡς
μέλος του. Καί ὁ Κύριος εἶναι γιὰ τὸ σῶμα, γιὰ νὰ κατοικεῖ σ’ αὐτό. Καὶ δὲν
ἔχει σημασία πού τὸ σῶμα διαλύεται μέ τὸν θάνατο. Ὁ Θεὸς καὶ τὸν Κύριο
ἀνέστησε καὶ ὅλους ἐμᾶς θὰ ἀναστήσει μὲ τὴ δύναμή του. Ναὶ· τὸ σῶμα
δὲν ἔγινε γιὰ τὴν πορνεία, ἀλλά γιά τὸν Κύριο. Δὲν ξέρετε ὅτι τὰ σώματά
σας εἶναι μέλη τοῦ Χριστοῦ; Νὰ ἀποσπάσω λοιπὸν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ
τὰ κάνω μέλη πόρνης; Ποτὲ μὴ συμβεῖ νά τὸ κάνω αὐτό. Ἢ δὲν ξέρετε ὅτι
ἐκεῖνος πού συνδέεται στενὰ καί προσκολλᾶται στὴν πόρνη εἶναι ἕνα σῶμα
μ’ αὐτήν; Διότι λέει ἡ Γραφή: Θὰ γίνουν οἱ δύο μία σάρκα. Ἐκεῖνος ὅμως
πού προσκολλᾶται στὸν Κύριο, γεμίζει ὁλόκληρος καὶ διευθύνεται ἀπὸ
τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καὶ γίνεται ἕνα πνεῦμα μ' αὐτόν. Φεύγετε μακριὰ ἀπὸ
τὴν πορνεία. Κάθε ἁμάρτημα πού τυχὸν θὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος, δὲν βλάπτει
τόσο ἄμεσα καὶ κατευθείαν τὸ σῶμα. Ἐκεῖνος ὅμως πού πορνεύει, ἁμαρτάνει
στὸ ἴδιο του τὸ σῶμα, διότι μὲ τὴν παράνομη μείξη μολύνει ἄμεσα καὶ πληγώνει
αὐτή τή ρίζα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἀνθρώπων καὶ συντελεῖ στὴ διάλυση
τῆς οἰκογένειας. Ἢ δὲν ξέρετε ὅτι τὸ σῶμα σας εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
τὸ ὁποῖο κατοικεῖ μέσα σας καὶ τὸ ἔχετε λάβει ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ συνεπῶς
δὲν ἀνήκετε στὸν ἑαυτό σας; Ναί· δὲν ὁρίζετε τὸν ἑαυτό σας. Διότι ἐξαγορασθήκατε
μὲ τίμημα βαρύ, μὲ τὸ ἀτίμητο αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀποφεύγετε λοιπὸν
κάθε αἰσχρὴ πράξη πού γίνεται μέ τὸ σῶμα· καὶ ἀποδιώκετε κάθε πονηρὴ
σκέψη καὶ ἐπιθυμία ἀπὸ τὸ πνεῦμα σας. Καὶ ἔτσι νὰ δοξάζετε τὸν Θεὸ μὲ
τὸ σῶμα σας καὶ μὲ τὸ πνεῦμα σας, τὰ ὁποῖα ἀνήκουν στὸ Θεό.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν
ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην. Ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν
τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. καὶ μετ' οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν,
καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισεν τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρός κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ
τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους·
καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι
τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.
καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα ἑαυτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ
τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ·
ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον
εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν θύσατε,
καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησεν, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. Ἦν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα
αὐτὸν
ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρὶ· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ·
ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.
(Λουκᾶ ιε΄[15] 11
– 32)
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τὸ Εὐαγγέλιο τῶν εὐαγγελίων σήμερα, ἡ Ἱστορία τῆς Παλαιᾶς καὶ
Καινῆς Διαθήκης, ἡ πορεία ἀπὸ τὸν Παράδεισο στὴν Κόλαση καὶ ἀντίστροφα,
ἡ ἱστορία τῆς μοναδικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, μέσα σὲ
μία Παραβολή.
1. ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΧΑΝΟΜΑΣΤΕ
Ἦταν εὐτυχισμένη ἡ οἰκογένεια μὲ τὰ δύο παιδιά. Μὰ ξαφνικά, μία
μέρα θλιβερή, ὁ νεώτερος γιὸς ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν στοργικὸ πατέρα του
μερίδιο τῆς πατρικῆς περιουσίας. Θέλει νὰ φύγει σὲ χώρα μακρινή,
νομίζοντας πὼς θὰ βρεῖ μακριὰ ἀπὸ τὸν πατέρα του εὐτυχία καὶ ἐλευθερία.
Ἐκεῖ, μὲ ξενύχτια, μεθύσια καὶ βρωμερὲς ἁμαρτίες σπατάλησε ὅλη
τὴν κληρονομιά του καὶ τὴ ζωή του συνάμα. Στὴν ἀρχὴ ὅλα φαίνονταν ὅμορφα,
ὅμως ἡ πραγματικότητα ἦταν ὀδυνηρὴ στὴ συνέχεια. Πείνα τρομερὴ
ἄρχισε νὰ θερίζει τὴ χώρα. Καὶ ὁ νέος αὐτὸς ἤθελε νὰ ζήσει. Τὸ πλουσιόπαιδο
λοιπὸν γίνεται χοιροβοσκός. Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στοὺς χοίρους, μὴ μπορώντας
νὰ χορτάσει τὴν φοβερή του πείνα, ἀρχίζει νὰ τρώει ἀπὸ τὰ ξυλοκέρατα
ποὺ ἔτρωγαν τὰ ζῶα. Θέλησε νὰ βρεῖ τὴ χαρὰ καὶ γέμισε δυστυχία, νόμισε
πὼς θὰ πετάξει καὶ γκρεμοτσακίστηκε· ἀναζητοῦσε τὴν ἐλευθερία
του καὶ κατάντησε δοῦλος, χοιροβοσκός.
Η ΤΡΑΓΙΚΗ αὐτὴ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται τόσο συχνὰ μὲ κάθε ἁμαρτωλὸ
ποὺ ἀναζητεῖ τὴν εὐτυχία του μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπαναλαμβάνεται
καὶ σέ μας. Ἄσωτα παιδιὰ κι ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ἑνὸς μοναδικοῦ στοργικοῦ
ἐπουρανίου Πατρὸς περιδιαβαίνουμε καθημερινὰ χῶρες μακρινές,
χῶρες τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἀπομακρυνόμαστε ἀπροβλημάτιστα ἀπὸ τὴν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Νομίζουμε ὅτι θὰ βροῦμε εὐτυχία στὴ ματαιότητα
τοῦ κόσμου, καὶ μπαίνουμε ἔτσι σ᾿ ἕνα ἐπικίνδυνο παιχνίδι μὲ τὴν ψυχή
μας. Δὲν θέλουμε νὰ καταλάβουμε ὅτι μὲ κάθε μας ἁμαρτία, ἀκόμη καὶ
μ᾿ αὐτὲς ποὺ φαίνονται μικρές, χωριζόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό μας, προδίδουμε
τὴν ἀγάπη Του καὶ σιγὰ - σιγά, χωρὶς νὰ τὸ παίρνουμε εἴδηση, αἰχμαλωτιζόμαστε
στὰ πάθη μας, γινόμαστε σκλάβοι τῶν δαιμόνων· γεμίζουμε δυστυχία,
ἀργοπεθαίνουμε πνευματικά.
Ἂς μισήσουμε λοιπὸν μὲ ὅλη μας τὴ δύναμη κάθε τί ποὺ μᾶς χωρίζει
ἀπὸ τὸν Θεό, κάθε ἁμαρτία. Κι ἂς πάρουμε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς,
τὸν δρόμο μετανοίας, ὅπως τὸ ἔκανε ὁ ἄσωτος.
2. Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
Μιὰ μέρα λοιπὸν μοναδικὴ γιὰ τὸν ἄσωτο, κάποιο φῶς ἄρχισε νὰ ἀχνοφέγγει
μέσα του. Θυμήθηκε ποιὸν εἶχε πατέρα. «Πόσοι ἐργάτες τοῦ πατέρα
μου, ἔχουν πλούσιο φαγητό, ἐνῶ ἐγὼ ἀργοπεθαίνω ἀπὸ τὴν πείνα!
Θὰ ἐπιστρέψω λοιπὸν στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Θὰ πέσω στὰ πόδια του
καὶ θὰ τοῦ πῶ: Πατέρα μου, ἁμάρτησα στὸν οὐρανὸ καὶ ἀπέναντί σου. Δὲν
εἶμαι πιὰ ἄξιος νὰ ὀνομάζομαι γιός σου. Σὲ παρακαλῶ πάρε με ὡς μισθωτὸ
ἐργάτη σου». Ἡ μεγάλη ὥρα ἔφθασε. Ὁ ἄσωτος παίρνει τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.
Ὁ πατέρας πάλι μὲ πόνο καὶ ἐλπίδα περίμενε καθημερινὰ νὰ γυρίσει
τὸ παιδί του. Καὶ σήμερα, βλέποντάς τον ἀπὸ μακριὰ στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου,
τρέχει μὲ λαχτάρα νὰ τὸν προϋπαντήσει. Τὸν σφίγγει στὴ ζεστή του ἀγκαλιὰ
καὶ τὸν καταφιλεῖ πατρικά. Κι ὁ ἄσωτος ἀρχίζει μὲ συντριβὴ τὴν ἐξομολόγησή
του:
–Πατέρα, ἁμάρτησα στὸν οὐρανὸ καὶ ἀπέναντί σου. Δὲν εἶμαι πιὰ ἄξιος
νὰ ὀνομάζομαι γιός σου.
Πρὶν ὅμως ὁλοκληρώσει τὰ λόγια του, τὸν διακόπτει ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα,
ὁ ὁποῖος ἀμέσως λέει στοὺς ὑπηρέτες του:
–Φέρτε γιὰ τὸ παιδί μου τὴν καλύτερη στολή. Δῶστε του δακτυλίδι
ἀρχοντικὸ καὶ ὑποδήματα ποὺ φοροῦν οἱ ἐλεύθεροι ἄνθρωποι. Καὶ σφάξτε
τὸ μοσχάρι τὸ ξεχωριστὸ γιὰ τὸ μεγάλο πανηγύρι. Διότι ὁ γιός μου αὐτὸς
ἦταν νεκρὸς καὶ ἀνέζησε, ἦταν χαμένος καὶ βρέθηκε.
Καὶ ἡ μεγάλη γιορτὴ ἀρχίζει. Ὁ μεγαλύτερος γιὸς ὅμως, καθὼς γυρνᾶ
ἀπὸ τὸ χωράφι καὶ ἀκούει ἀπὸ μακριὰ μουσικὲς καὶ χορούς, μαθαίνει τί συμβαίνει καὶ ἐξοργίζεται. Μὲ πεῖσμα φοβερὸ ἀρνεῖται
νὰ μπεῖ στὸ σπίτι. Καὶ τότε ὁ πατέρας ταπεινώνεται, βγαίνει ἔξω
καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ ἔλθει μέσα, νὰ χαρεῖ τὸ θαῦμα τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀλλὰ
αὐτός, ζηλιάρης καὶ ἐγωιστής, ξεσπᾶ μὲ παράπονο στὸν πατέρα
του:
–Τόσα χρόνια σὲ ὑπηρετῶ, χωρὶς νὰ παραβῶ καμμιὰ ἐντολή σου. Ἀλλὰ
ἐσὺ ποτὲ δὲν μοῦ ἔδωσες οὔτε ἕνα κατσικάκι νὰ χαρῶ μὲ τοὺς φίλους
μου. Ἐνῶ γιὰ τὸν προκομμένο σου γιό, ποὺ κατασπατάλησε τὴν περιουσία
σου ἄσωτα, ἔσφαξες τὸ ξεχωριστὸ μοσχάρι!...
Καὶ ὁ πατέρας μὲ καλωσύνη τοῦ ἀπαντᾶ:
–Παιδί μου, ἐσὺ πάντοτε μαζί μου ἤσουν, καὶ ὅλα ὅσα ἔχω δικά σου
εἶναι. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ χαρεῖς, διότι ὁ ἀδελφός σου ἦταν νεκρὸς καὶ
ξαναέζησε, ἦταν χαμένος καὶ βρέθηκε.
ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ βέβαια ἐὰν ὁ μεγαλύτερος γιὸς τελικῶς μπῆκε στὸ παλάτι τοῦ
πατέρα του. Αὐτὸ ὅμως ποὺ συνειδητοποιοῦμε εἶναι πὼς κι αὐτὸς ἄσωτος
εἶναι. Γεμάτος κακία καὶ ζήλεια, ἐγωϊσμὸ καὶ πεῖσμα, ποὺ τὸν ἀπομακρύνει
ἀπὸ τὸ πατρικὸ σπίτι. Ἄσωτα λοιπὸν εἶναι καὶ τὰ δύο παιδιά. Ὁ νεώτερος
στὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα, καὶ ὁ μεγαλύτερος στὰ ψυχικὰ πάθη.
Καὶ ἀπέναντι στὰ δύο ἄσωτα παιδιὰ ὁ Θεὸς πατέρας φανερώνει τὴν
ἄμετρη ἀγάπη Του, ποὺ ἀγκαλιάζει καὶ τὰ δύο παιδιά, ἀγκαλιάζει ὅλους
τους ἀνθρώπους. Εἶναι πραγματικὰ ἀνεξιχνίαστη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σὲ
μᾶς, μία ἀγάπη ποὺ σέβεται τὴν ἐλευθερία μας, πονεῖ στὴν ἀποστασία
μας, ἀνέχεται τὶς μικρότητές μας. Καὶ περιμένει πάντοτε νὰ ἐπιστρέψουμε
κοντά Του, νὰ μᾶς σκεπάσει πατρικὰ ὡς παιδιά Του καὶ νὰ μᾶς χαρίσει κατόπιν
ἕνα μοναδικὸ αἰώνιο πανηγύρι, τὴν οὐράνια βασιλεία Του.
Ἂς συγκινηθοῦμε λοιπόν, ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν μοναδικὴ αὐτὴ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ πατρὸς γιὰ μᾶς, κι ἂς φιλοτιμηθοῦμε νὰ μὴν τὸν πικραίνουμε
μὲ τὶς πτώσεις μας. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀγαπήσουμε μὲ μία ἀγάπη δυνατή, ποὺ
θὰ μᾶς κρατεῖ μόνιμα στὴν ἀγκαλιά Του καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ στὴν ἀτελεύτητη
αἰωνιότητα.
(Διασκευὴ
ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου