Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ ( ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ). ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ  (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
 (13 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
Ἀδελφοί, ὃταν ὁ Χρι­στὸς φα­νε­ρω­θῇ, ζω­ὴ ὑ­μῶν, τό­τε κα ὑ­μεῖς σν αὐ­τῷ φα­νε­ρω­θή­σε­σθε ν δό­ξῃ. Νε­κρώ­σα­τε ον τ μέ­λη ὑ­μῶν τ ἐ­πὶ τς γς, πορ­νε­ί­αν, ἀ­κα­θαρ­σί­αν, πά­θος, ἐ­πι­θυ­μί­αν κα­κήν, κα τν πλε­ο­νε­ξί­αν ἥ­τις ἐ­στὶν εἰ­δω­λο­λα­τρί­α, δι' ἔρ­χε­ται ἡ ὀρ­γὴ το Θε­οῦ ἐ­πὶ τος υἱ­οὺς τς ἀ­πει­θε­ί­ας, ν ος κα ὑ­μεῖς πε­ρι­ε­πα­τή­σα­τέ πο­τε, ὅ­τε ἐ­ζῆ­τε ἐν αὐ­τοῖς· νυ­νὶ δ ἀ­πό­θε­σθε κα ὑ­μεῖς τ πάν­τα, ὀρ­γήν, θυ­μόν, κα­κί­αν, βλα­σφη­μί­αν, αἰ­σχρο­λο­γί­αν κ το στό­μα­τος ὑ­μῶν· μ ψε­ύ­δε­σθε ες ἀλ­λή­λους, ἀ­πεκ­δυ­σά­με­νοι τν πα­λαι­ὸν ἄν­θρω­πον σν τας πρά­ξε­σιν αὐ­τοῦ κα ἐν­δυ­σά­με­νοι τν νέ­ον τν ἀ­να­και­νο­ύ­με­νον ες ἐ­πί­γνω­σιν κα­τ' εἰ­κό­να το κτί­σαν­τος αὐ­τόν, ὅ­που οκ ἔ­νι Ἕλ­λην κα Ἰ­ου­δαῖ­ος, πε­ρι­το­μὴ κα ἀ­κρο­βυ­στί­α, βάρ­βα­ρος, Σκύ­θης, δοῦ­λος, ἐ­λε­ύ­θε­ρος, ἀλ­λὰ τ πάν­τα κα ν πᾶ­σι Χρι­στός.
                                    (Κολ. γ’[3]  4 – 11)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθεῖ, ὁ αἴτιος καὶ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς αὐτῆς ζωῆς μας, τότε κι ἐσεῖς μαζὶ μ' αὐτὸν θὰ φανερωθεῖτε δοξασμένοι. Νεκρῶστε λοιπὸν τὰ μέλη σας ποὺ ἐπιθυμοῦν τὶς γήινες ἀπολαύσεις καὶ ἡδονές. Νεκρῶστε τὴν πορνεία, τὴν ἀκαθαρσία, κάθε πάθος καὶ ὑποδούλωση στὸ κακό, κάθε κακὴ ἐπιθυμία καὶ τὴν πλεονεξία, ἡ ὁποία εἶναι λατρεία στὸ εἴδωλο τοῦ χρήματος. Γιὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ σ' αὐτοὺς πού συστηματικά καὶ μὲ ἐπιμονὴ δὲν θέλουν νὰ πιστέψουν. Στὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ κι ἐσεῖς κάποτε πορευθήκατε καὶ τὰ ὑπηρετήσατε, ὅταν ζούσατε ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς τοὺς ἄπιστους ἀνθρώπους. Τώρα ὅμως βγάλτε καὶ πετάξτε ἀπό πάνω σας κι ἐσεῖς, σάν ἀκάθαρτο ἔνδυμα, ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τὴν ὀργή, τὸν θυμό, τὴν κακία καὶ πονηριά, τὴν κακολογία, τὴν αἰσχρολογία ἀπό τὸ στόμα σας. Μὴ λέτε ψέματα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ἀφοῦ πλέον γδυθήκατε τὸν παλαιὸ διεφθαρμένο ἄνθρωπο μαζὶ μὲ τίς πράξεις του καὶ ντυθήκατε τὸ νέο ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται καὶ γίνεται καινούργιος, ὥστε νὰ προόδευε στὴν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται διαρκῶς καινούργιος μὲ τὸ νὰ παίρνει τὴν ἴδια μορφὴ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὸν δημιούργησε. Σ' αὐτὸν τὸ νέο ἄνθρωπο δὲν ὑπάρχει διάκριση Ἕλληνα καί Ἰουδαίου, περιτμημένου Ἰσραηλίτη καὶ ἀπερίτμητου ἐθνικοῦ, βάρβαρου καὶ Σκύθη, δούλου καὶ ἐλεύθερου, ἀλλά καὶ ἐθνικότητα καὶ καταγωγὴ καὶ ἀξίωμα καὶ τὰ πάντα εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως καὶ μέσα σ' ὅλους τοὺς πιστοὺς πάλι εἶναι ὁ Χριστὸς.
ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
Εἶ­πεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἄν­θρω­πός τις ἐ­πο­ί­η­σε δεῖ­πνον μέ­γα, κα ἐ­κά­λε­σε πολ­λο­ύς· κα ἀ­πέ­στει­λε τν δοῦ­λον αὐ­τοῦ τ ὥ­ρᾳ το δε­ί­πνου εἰ­πεῖν τος κε­κλη­μέ­νοις· ἔρ­χε­σθε, ὅ­τι ἤ­δη ἕ­τοι­μά ἐ­στι πάν­τα. κα ἤρ­ξαν­το ἀ­πὸ μι­ᾶς πα­ραι­τεῖ­σθαι πάν­τες, πρῶ­τος εἶ­πεν αὐ­τῷ· ἀ­γρὸν ἠ­γό­ρα­σα, κα ἔ­χω ἀ­νάγ­κην ἐ­ξελ­θεῖν κα ἰ­δεῖν αὐ­τόν· ἐ­ρω­τῶ σε, ἔ­χε με πα­ρῃ­τη­μέ­νον. κα ἕ­τε­ρος εἶ­πε· ζεύ­γη βο­ῶν ἠ­γό­ρα­σα πέν­τε, κα πο­ρε­ύ­ο­μαι δο­κι­μά­σαι αὐ­τά· ἐ­ρω­τῶ σε, ἔ­χε με πα­ρῃ­τη­μέ­νον. κα ἕ­τε­ρος εἶ­πε· γυ­ναῖ­κα ἔ­γη­μα, κα δι­ὰ τοῦ­το ο δύ­να­μαι ἐλ­θεῖν. κα πα­ρα­γε­νό­με­νος δοῦ­λος ἐ­κεῖ­νος ἀ­πήγ­γει­λε τ κυ­ρί­ῳ αὐ­τοῦ ταῦ­τα. τό­τε ὀρ­γι­σθεὶς ὁ οἰ­κο­δε­σπό­της εἶ­πε τ δο­ύ­λῳ αὐ­τοῦ· ἔ­ξελ­θε τα­χέ­ως ες τς πλα­τε­ί­ας κα ῥύ­μας τς πό­λε­ως, κα τος πτω­χοὺς κα ἀ­να­πή­ρους κα χω­λοὺς κα τυ­φλοὺς εἰ­σά­γα­γε ὧ­δε. κα εἶ­πεν δοῦ­λος· κύ­ρι­ε, γέ­γο­νεν ς ἐ­πέ­τα­ξας, κα ἔ­τι τό­πος ἐ­στί. κα εἶ­πεν κύ­ρι­ος πρς τν δοῦ­λον· Ἔ­ξελ­θε ες τς ὁ­δοὺς κα φραγ­μοὺς κα ἀ­νάγ­κα­σον εἰ­σελ­θεῖν, ἵ­να γε­μι­σθῇ οἶ­κός μου. λέ­γω γρ ὑ­μῖν ὅ­τι οὐ­δεὶς τν ἀν­δρῶν ἐ­κε­ί­νων τν κε­κλη­μέ­νων γε­ύ­σε­ταί μου το δε­ί­πνου.                           
                     (Λουκ. ιδ΄[14] 16 – 24)  
«ΔΕΙΠΝΟΝ ΜΕΓΑ»
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΤΑΝ προσκεκλημένος σὲ τραπέζι στὸ σπίτι ἑνὸς Φαρισαίου ἄρχοντος. Ἦταν δὲ Σάββατο. Σὲ κάποια στιγμὴ ὁ Κύριος στὸ τραπέζι αὐτὸ μίλησε γιὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τότε ἕνας ἀπό τούς συνδαιτυμόνες γεμάτος συγκίνηση ἀναφώνησε λέγοντας ὅτι εἶναι εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ἀξιωθεῖ νὰ μετάσχει στὸ γεῦμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ὑπῆρξε ἡ ἀφορμὴ γιὰ νὰ διηγηθεῖ ὁ Κύριος τὴ γνωστή παραβολὴ τοῦ «Μεγάλου Δείπνου».
ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, εἶπε ὁ Κύριος, ἑτοίμασε «δεῖπνον μέγα», ἕνα συμπόσιο, ἕνα βραδινὸ τραπέζι μεγάλο, καὶ προσκάλεσε σ’ αὐτὸ πολλούς.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔδωσε τὴν ἀφορμή εἶχε κάνει λόγο γιὰ γεῦμα (μεσημεριανὸ τραπέζι) στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος μιλᾶ γιὰ δεῖπνο, γιὰ βραδινὸ τραπέζι, καί μάλιστα μέγα. Ἤθελε νὰ δείξει μὲ αὐτὸ τὴ μεγάλη καὶ ἀτελείωτη χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, διότι τὸ ἐπίσημο βραδινὸ τραπέζι διαρκεῖ πάντοτε περισσότερο — συχνά μέχρι τὸ πρωὶ — καί προσφέρει περισσότερες ἀπολαύσεις ἀπό τό γεῦμα, πού συχνά εἶναι σύντομο.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΚΕΙΝΟΣ, συνεχίζει ὁ Κύριος, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα τοῦ δείπνου, ἔστειλε τὸν δοῦλο του γιά νά παρακινήσει τοὺς προσκεκλημένους νὰ ξεκινήσουν: «ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα», τοὺς παράγγειλε. Ἐλᾶτε, εἶναι ὅλα πλέον ἕτοιμα.
ΠΟΙΑ ΥΠΗΡΞΕ ἡ ἀνταπόκριση τῶν προσκεκλημένων; Ἀπογοητευτική. «Ἤρξαντο ἀπό μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες». Σάν νά ἦσαν συνεννοημένοι, ἄρχισαν νὰ παραιτοῦνται. Ὁ ἕνας εἶπε «ἀγρόν ἠγόρασα», ἀγόρασα ἕνα χωράφι καὶ πρέπει νὰ πάω νὰ τὸ δῶ  ὁ ἄλλος «ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε», ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πρέπει νὰ τὰ δοκιμάσω  καὶ ὁ τρίτος «γυναῖκα ἔγημα», ἦλθα σὲ γάμο, ἔκαμα οἰκογένεια δική μου, καὶ δὲν μπορῶ νὰ μετάσχω στὸ δεῖπνο.
Οἱ δύο πρῶτοι ζητοῦν κατὰ κάποιο τρόπο «συγγνώμην», «ἔχε με παρητημένον», θεώρησέ με δικαιολογημένο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπό τήν ὑποχρέωση νὰ ἔλθω, λέγουν στὸν δοῦλο. Ὁ τρίτος ὅμως λέγει ἀπότομα καὶ κοφτά: δὲν ἔρχομαι.
ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΣ ΤΟΤΕ ὁ ἄνθρωπος ἔστειλε τὸν δοῦλό του νά μαζέψει ἀπό τίς πλατεῖες καὶ τὰ στενὰ τῆς πόλεως ὅλους τοὺς πτωχούς, τοὺς σακάτηδες, τοὺς χωλοὺς (κουτσοὺς) καὶ τοὺς τυφλοὺς καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στό σπίτι του. Καὶ ὅταν ὁ δοῦλος τοῦ εἶπε ὅτι αὐτὸ ἔγινε, ἀλλὰ ὑπάρχει ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς στὸ σπίτι, τὸν ἔστειλε νὰ μαζέψει ὅλους τοὺς περιπλανημένους στοὺς δρόμους ἔξω ἀπό τήν πόλη καί στοὺς φράκτες τῶν χωραφιῶν καὶ νὰ τοὺς παρακινήσει ἔντονα, νὰ τοὺς ἀναγκάσει — «ἀνάγκασον εἰσελθεῖν» — νὰ ἔλθουν γιὰ νὰ γεμίσουν τὸ σπίτι του. Βεβαίωσε δὲ ὅτι κανένας ἀπό ἐκείνους τοὺς ἐπισήμως προσκαλεσμένους δὲν πρόκειται νὰ μετάσχει στὸ ἑορταστικό του τραπέζι.
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Ἡ Παραβολὴ ἔχει ἔντονο συμβολικὸ νόημα. Μὲ «Μέγα Δεῖπνον», ὅπως εἴπαμε, παρομοιάζεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος — ἄρχοντας καθὼς φαίνεται — ποὺ τὴν παραθέτει εἶναι ἀσφαλῶς ὁ Θεός. Προσκεκλημένοι πρωτίστως οἱ Ἑβραῖοι, ποὺ ἦσαν ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ποιός ὅμως εἶναι ὁ δοῦλος;
Κάτω ἀπό τὴ μορφὴ τοῦ δούλου θεωροῦνται ὅλοι οἱ κατὰ καιροὺς ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν λαόν Του, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν ἴδιο τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό, τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος γινόμενος ἄνθρωπος «ἔλαβε δούλου μορφήν», φανερώθηκε στὸν κόσμο ὅμοιος μέ μᾶς, μὲ μορφὴ δούλου.
Γιατί οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, οἱ προσκεκλημένοι, ἀρνοῦνται τὴν τόσο τιμητικὴ προσκληση;
Τὴν ἐξήγηση τὴν δίνουν οἱ ἴδιοι: «ἀγρόν ἠγόρασα», «ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε», «γυναῖκα ἔγημα». Προσκολλημένοι στὴ γῆ, στὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ στὶς ἀπολαύσεις ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Οἱ πτωχοὶ καὶ οἱ ἀνάπηροι συμβολίζουν τοὺς περιφρονημένους ἀπό τούς ἄρχοντες τῶν Ἑβραίων ἄσημους ἀνθρώπους. Οἱ δὲ περιπλανώμενοι στοὺς ἔξω τῆς πόλεως δρόμους καὶ στοὺς φράκτες τῶν χωραφιῶν εἶναι σύμβολο τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν. Γιατί ὅμως γι' αὐτοὺς λέγει «ἀνάγκασον εἰσελθεῖν», ἐξανάγκασέ τους νὰ ἔλθουν στὸ σπίτι; Μὲ τὴ βία θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε; Ὄχι ἀσφαλῶς μὲ τὴ βία, ἀλλά μέ πειθώ, μέ ἔντονη παρακίνηση, ἐπειδὴ αὐτοί ἀπό ντροπή θὰ δίσταζαν νὰ προχωρήσουν.
Πάντως οἱ δοῦλοι δὲν λείπουν ποτέ. Ὁ Θεὸς φροντίζει σὲ κάθε ἐποχὴ νὰ παρουσιάζει στή ζωή ὅλων μας κάποιο ἀπεσταλμένο Του, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ ζωή του καί μέ τά λόγια του μᾶς φωνάζει: «ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα»· ἐλᾶτε, εἶναι ὅλα πιὰ ἕτοιμα, τὸ μεγάλο τραπέζι σᾶς περιμένει.
Χριστούγεννα πλησιάζουν! Ἡ μεγάλη Ἑορτὴ μᾶς καλεῖ καὶ αὐτή στὸ Μέγα Δεῖπνο. Πρῶτα στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο τῆς θείας Κοινωνίας, τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν βασιλέα καὶ Σωτῆρα Χριστό. Καί ἔπειτα, ἀφοῦ ζήσουμε ζωὴ μετανοίας καί καλῶν ἔργων, στό αἰώνιο Δεῖπνο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Μὴν ἀμελήσουμε, μὴ χάσουμε τὴ μεγάλη εὐκαιρία. Ἡ μητέρα Ἐκκλησία μᾶς περιμένει. Ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Ἂς σπεύσουμε στὸ κάλεσμά της. Καλὰ Χριστούγεννα.

     (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου