Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(12 ΜΑΡΤΙΟΥ 2017)
(ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Κα­τ' ἀρ­χάς σύ, Κριε, τν γν ἐ­θε­με­λί­ω­σας, κα ἔρ­γα τν χει­ρῶν σο εἰ­σιν ο οὐ­ρα­νοί· αὐ­τοὶ ἀ­πο­λοῦν­ται, σ δ δι­α­μέ­νεις· κα πάν­τες ς ἱ­μά­τιον πα­λαι­ω­θή­σον­ται, κα ὡ­σεὶ πε­ρι­βό­λαι­ον ἑ­λί­ξεις αὐ­το­ύς, κα ἀλ­λα­γή­σον­ται· σ δ αὐ­τὸς ε, κα τ ἔ­τη σου οκ ἐκλεί­ψου­σι. πρς τί­να δ τν ἀγ­γέ­λων εἴ­ρη­κέ πο­τε· κά­θου κ δε­ξι­ῶν μου ἕ­ως ἂν θ τος ἐχ­θρο­ύς σου ὑ­πο­πό­διον τν πο­δῶν σου; Οὐ­χὶ πάν­τες εἰ­σὶ λει­τουρ­γι­κὰ πνε­ύ­μα­τα ες δι­α­κο­νί­αν ἀ­πο­στελ­λό­με­να δι τος μέλ­λον­τας κλη­ρο­νο­μεῖν σω­τη­ρί­αν; Δι τοῦ­το δε πε­ρισ­σο­τέ­ρως ἡ­μᾶς προ­σέ­χειν τος ἀ­κου­σθεῖ­σι, μή­πο­τε πα­ραρ­ρυ­ῶ­μεν. Εγρ δι' ἀγ­γέ­λων λα­λη­θεὶς λό­γος ἐ­γέ­νε­το βέ­βαι­ος, κα πᾶ­σα πα­ρά­βα­σις κα πα­ρα­κο­ὴ ἔ­λα­βεν ἔν­δι­κον μι­σθα­πο­δο­σί­αν, πς ἡ­μεῖς ἐκ­φευ­ξό­με­θα τη­λι­κα­ύ­της ἀ­με­λή­σαν­τες σω­τη­ρί­ας; ἥ­τις ἀρ­χὴν λα­βοῦ­σα λα­λεῖ­σθαι δι το Κυ­ρί­ου, ὑ­πὸ τν ἀ­κου­σάν­των ες ἡ­μᾶς ἐ­βε­βαι­ώ­θη.
                                            (Ἑβρ. α΄[1]10 – β΄[2] 3)

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
  Ἐ­σύ, Κύ­ρι­ε, στὴν ἀρ­χή τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας στή­ρι­ξες τὴ γῆ καὶ τὴν ἑ­δραί­ω­σες μέ­σα στὸ οὐ­ρά­νιο στε­ρέ­ω­μα, καὶ ἔρ­γα τῶν χει­ρῶν σου εἶ­ναι οἱ οὐ­ρα­νοί. Αὐ­τοὶ θὰ χά­σουν τὸ ση­με­ρι­νό τους σχῆ­μα καὶ θὰ ἐ­ξα­φα­νι­σθοῦν. Ἐ­σὺ ὅ­μως πα­ρα­μέ­νεις ἀ­ναλ­λοί­ω­τος καὶ ἀ­με­τά­βλη­τος. Κι ὅ­λος ὁ κό­σμος θὰ πα­λι­ώ­σει σὰν ἕ­να ἔν­δυ­μα, κι ἐ­σύ θὰ τὸν πε­ρι­στρέ­ψεις καὶ θὰ τὸν πε­ρι­τυ­λί­ξεις σὰν ἐ­ξω­τε­ρι­κὸ ροῦ­χο πού φο­ροῦν οἱ ἄν­θρω­ποι· θὰ ἀλ­λά­ξει λοι­πὸν καὶ θὰ γί­νει και­νούρ­γιος. Ἐ­σύ ὅ­μως εἶ­σαι πάν­το­τε ὁ ἴ­διος, καὶ τὰ ἔ­τη σου θὰ εἶ­ναι ἀ­τε­λεί­ω­τα. Σὲ ποι­ὸν ἄλ­λω­στε ἀ­πό τους ἀγ­γέ­λους ἔ­χει πεῖ πο­τὲ ὁ ἐ­που­ρά­νιος Πα­τέ­ρας· κά­θι­σε τώ­ρα με­τά τὴν Ἀ­νά­λη­ψή σου στὰ δε­ξιά μου, ὡ­σό­του ὑ­πο­τά­ξω τους ἐ­χθρούς σου βά­ζον­τάς τους κά­τω ἀ­πὸ τὰ πό­δια σου ὡς ὑ­πο­πό­διο πά­νω στὸ ὁ­ποῖ­ο θὰ πα­τᾶς, γιὰ νὰ ἔ­χεις αἰ­ω­νί­ως ἀ­δι­α­φι­λο­νί­κη­τη τὴν ἐ­ξου­σί­α; Σὲ κα­νέ­ναν. Δὲν εἶ­ναι ὅ­λοι οἱ ἄγ­γε­λοι ὑ­πη­ρε­τι­κὰ πνεύ­μα­τα, πού ἐ­νερ­γοῦν ὄ­χι ἀ­πὸ δι­κή τους πρω­το­βου­λί­α, ἀλ­λά ἀ­πο­στέλ­λον­ται ἀ­πὸ τὸν Θε­ὸ γιὰ νὰ ὑ­πη­ρε­τοῦν ἐ­κεί­νους πού πρό­κει­ται νὰ κλη­ρο­νο­μή­σουν τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ή; Ὁ Υἱ­ός λοι­πὸν εἶ­ναι ἀ­συγ­κρί­τως ἀ­νώ­τε­ρος ἀ­πό τοὺς ἀγ­γέ­λους. Γι' αὐ­τὸ κι ἐ­μεῖς πρέ­πει νὰ προ­σέ­χου­με πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρο σ' ἐ­κεῖ­να πού ἀ­κού­σα­με μέ τὸ κή­ρυγ­μα, δι­ό­τι ὅ­λα αὐ­τὰ εἶ­ναι λό­γοι τοῦ Υἱ­οῦ καί τῶν Ἀ­πο­στό­λων του. Εἶ­ναι ἐ­πεί­γου­σα ἀ­νάγ­κη νὰ προ­σέ­χου­με, μή­πως ἀ­πὸ ἀ­προ­σε­ξί­α μᾶς συμ­βεῖ νὰ πα­ρα­συρ­θοῦ­με καὶ πέ­σου­με ἔ­ξω. Κι ἀ­λί­μο­νό μας ἂν πέ­σου­με ἔ­ξω. Δι­ό­τι, ἐ­ὰν ὁ νό­μος πού ἀ­νήγ­γει­λε ὁ Θε­ὸς στὸ Μω­υ­σῆ δι­α­μέ­σου ἀγ­γέ­λων ἀ­πο­δεί­χθη­κε ἔγ­κυ­ρος καὶ ἰ­σχυ­ρός, καὶ κά­θε πα­ρά­βα­σή του καί πα­ρα­κο­ή τι­μω­ρή­θη­κε δί­και­α μὲ τὴν ἀ­νά­λο­γη τι­μω­ρί­α, πῶς ἐ­μεῖς θὰ ξε­φύ­γου­με τὴν τι­μω­ρί­α, ἐ­ὰν ἀ­με­λή­σου­με μιὰ τό­σο με­γά­λη καὶ σπου­δαί­α σω­τη­ρί­α; Τὴ σω­τη­ρί­α αὐ­τὴ δὲν μᾶς τὴν γνω­στο­ποί­η­σαν κά­ποι­οι ἄγ­γε­λοι, ὅ­πως ἔ­γι­νε στὸ νό­μο, ἀλ­λά ἀ­φοῦ ἄρ­χι­σε νὰ τὴν κη­ρύτ­τει ὁ ἴ­διος ὁ Κύ­ριος, μᾶς τὴν πα­ρέ­δω­σαν ὡς ἀ­λη­θι­νή καὶ ἀ­ξι­ό­πι­στη οἱ ἅ­γιοι Ἀ­πό­στο­λοι πού τὴν ἄ­κου­σαν κα­τευ­θεί­αν ἀ­πὸ τὸ στό­μα τοῦ Κυ­ρί­ου.

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ   
Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ εἰ­σῆλ­θεν ὁ Ἰ­η­σοῦς ες Κα­περ­να­οὺμ κα ἠ­κο­ύ­σθη ὅ­τι ες οἶ­κόν ἐ­στι. Κα εὐ­θέ­ως συ­νή­χθη­σαν πολ­λοὶ, ὥ­στε μη­κέ­τι χω­ρεῖν μη­δὲ τ πρς τν θύ­ραν· κα ἐ­λά­λει αὐ­τοῖς τν λό­γον. κα ἔρ­χον­ται πρς αὐ­τὸν πα­ρα­λυ­τι­κὸν φέ­ρον­τες, αἰ­ρό­με­νον ὑ­πὸ τεσ­σά­ρων. Κα μ δυ­νά­με­νοι προ­σεγ­γί­σαι αὐ­τῷ δι τν ὄ­χλον, ἀ­πε­στέ­γα­σαν τν στέ­γην ὅ­που ἦν, κα ἐ­ξο­ρύ­ξαν­τες χα­λῶ­σι τν κρά­βατ­τον ἐφ' ᾧ πα­ρα­λυ­τι­κὸς κα­τέ­κει­το. Ἰ­δὼν δ Ἰ­η­σοῦς τν πί­στιν αὐ­τῶν λέ­γει τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ· Τκνον, ἀ­φέ­ων­ταί σοι α ἁ­μαρ­τί­αι σου. Ἦ­σαν δ τι­νες τν γραμ­μα­τέ­ων ἐ­κεῖ κα­θή­με­νοι κα δι­α­λο­γι­ζό­με­νοι ν τας καρ­δί­αις αὐ­τῶν· Τ οὗ­τος οὕ­τως λα­λεῖ βλα­σφη­μί­ας; τς δύ­να­ται ἀ­φι­έ­ναι ἁ­μαρ­τί­ας ε μ ες Θε­ός; Κα εὐ­θέ­ως ἐ­πι­γνοὺς ὁ Ἰ­η­σοῦς τ πνε­ύ­μα­τι αὐ­τοῦ ὅ­τι οὕ­τως αὐ­τοὶ δι­α­λο­γί­ζον­ται ν ἑ­αυ­τοῖς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Τ ταῦ­τα δι­α­λο­γί­ζε­σθε ν τας καρ­δί­αις ὑ­μῶν; Τ ἐ­στιν εὐ­κο­πώ­τε­ρον, εἰ­πεῖν τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ, ἀ­φέ­ων­ταί σου α ἁ­μαρ­τί­αι, εἰ­πεῖν, ἔ­γει­ρε κα ἆ­ρον τν κρά­ββατόν σου κα πε­ρι­πά­τει; Ἵ­να δ εἰ­δῆ­τε ὅ­τι ἐ­ξου­σί­αν ἔ­χει ὁ υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που ἀ­φι­έ­ναι ἐ­πὶ τς γς ἁ­μαρ­τί­ας (λέ­γει τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ). Σο λέ­γω, ἔ­γει­ρε κα ἆ­ρον τν κρά­βατ­τόν σου κα ὕ­πα­γε ες τν οἶ­κόν σου. Κα ἠ­γέρ­θη εὐ­θέ­ως, κα ἄ­ρας τν κρά­βατ­τον ἐ­ξῆλ­θεν ἐ­ναν­τί­ον πάν­των, ὥ­στε ἐ­ξί­στα­σθαι πάν­τας κα δο­ξά­ζειν τν Θε­ὸν λέ­γον­τας ὅ­τι οὐ­δέ­πο­τε οὕ­τως εἴ­δο­μεν. 
                                             (Μάρκ. β΄[2] 1 - 12)

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
1. Η ΠΙΣΤΗ ΚΑΝΕΙ ΘΑΥΜΑΤΑ!
Ἡ εἴδηση κυκλοφόρησε ἀστραπιαῖα: ὁ Κύριος βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι στὴν Καπερναούμ. Κι ἀμέσως ἔτρεξαν κοντά του τόσο πολλοί, ὥστε γέμισε ὅλο τὸ σπίτι καὶ δὲν χωροῦσε πλέον κανεὶς ἄλλος ἐκεῖ. Ἐνῶ ὅμως ὁ Κύριος δίδασκε τὸν λαό, τέσσερις ἄνθρωποι μετέφεραν ἐκεῖ, πάνω σ᾿ ἕνα κρεβάτι, ἕναν παράλυτο. Κι ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν φέρουν μέσα στὸ σπίτι, ἀνέβηκαν στὴ στέγη τοῦ σπιτιοῦ καὶ τὴν ξήλωσαν πάνω ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ βρισκόταν ὁ Κύριος. Κατόπιν κατέβασαν σιγὰ - σιγὰ τὸ κρεβάτι. Καὶ καθὼς ὁ Κύριος εἶδε μπροστά του τὸν παράλυτο, διέγνωσε τὴ μεγάλη πίστη ποὺ εἶχε κι αὐτὸς καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν μετέφεραν.
Διότι οἱ φίλοι τοῦ παραλύτου δὲν θὰ ἔφερναν τὸν φίλο τους στὸν Χριστό, ἐὰν δὲν εἶχαν μία τόσο μεγάλη καὶ δυνατὴ πίστη. Καὶ μάλιστα μετέφεραν τὸν φίλο τους μὲ τόσες δυσκολίες καὶ κόπους μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια ὅλων. Χωρὶς νὰ ὑπολογίσουν τὶς ἀντιδράσεις τοῦ ἰδιοκτήτη, ἔκαναν μία πράξη τόσο ἐπικίνδυνη! Διότι ἡ ἀνάβαση τοῦ παραλύτου στὴ στέγη τοῦ σπιτιοῦ καὶ ἡ κάθοδός του ἀπὸ τὸ ἄνοιγμα τῆς στέγης ἦταν δύσκολη ἐπιχείρηση καὶ εἶχε πολλοὺς κινδύνους. Αὐτοὶ ὅμως δὲν ὑπολόγισαν τίποτε, διότι εἶχαν μεγάλη πίστη. Τέτοια πίστη ἄλλωστε εἶχε κι ὁ παράλυτος, διότι δὲν θὰ δεχόταν νὰ τὸν μεταφέρουν μὲ τὸν τρόπο αὐτό, ἐὰν δὲν πίστευε ὅτι ὁ Ἰησοῦς μποροῦσε νὰ τὸν κάνει καλά.
Καὶ διδασκόμαστε ἔτσι πόσο μεγάλα θαύματα μπορεῖ νὰ κάνει ἡ θερμὴ καὶ ἀκλόνητη πίστη. Μιὰ τέτοια πίστη χρειαζόμαστε κι ἐμεῖς. Μιὰ πίστη ποὺ δὲν θὰ ὑπολογίζει ἐμπόδια, κινδύνους καὶ συνέπειες, θὰ ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τῆς περιορισμένης λογικῆς. Αὐτὴ τὴν πίστη ποὺ θὰ μεταμορφώνει τὴ ζωή μας καὶ θὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ὑπακοὴ τοῦ θείου θελήματος. Βέβαια ἡ πίστη εἶναι θεῖο δῶρο, οὐράνιο χάρισμα, καὶ ἡ καλλιέργεια τῆς πίστεως εἶναι ἔργο μιᾶς ὁλόκληρης ζωῆς. Γι᾿ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ μὲ ὅλη τὴ θέρμη τῆς καρδιᾶς μας νὰ μᾶς κάνει ἀνθρώπους πίστεως, γιὰ νὰ παραθέτουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴ ζωή μας ὁλόκληρη στὰ χέρια τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ.
2. ΠΡΩΤΑ Η ΨΥΧΗ ΜΑΣ
Καθὼς ὁ Κύριος διέγνωσε αὐτὴ τὴ μεγάλη πίστη τους, λέει στὸν παράλυτο: «Παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρεθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου, οἱ ὁποῖες εἶναι ἡ αἰτία τῆς σωματικῆς παραλυσίας σου». Μόλις ὅμως ἄκουσαν τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου μας οἱ Φαρισαῖοι, ἄρχισαν νὰ σκέφτονται: Γιατί ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ξεστομίζει τέτοιες βλασφημίες; Ποιὸς ἄλλος μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρὰ μόνο ὁ Θεός; Ὁ Κύριος ὅμως, ποὺ κατάλαβε τὶς πονηρὲς σκέψεις τους, τοὺς εἶπε: Γιατί ἔχετε τέτοιους κακοὺς λογισμούς; Τί εἶναι εὐκολότερο, νὰ πῶ στὸν παράλυτο, «εἶναι συγχωρημένες οἱ ἁμαρτίες σου», ἢ νὰ τοῦ πῶ, «πάρε στὸν ὦμο σου τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα»; Γιὰ νὰ μάθετε λοιπὸν ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐξουσία στὴ γῆ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, λέει στὸν παράλυτο: Σὲ σένα μιλῶ, πάρε τὸ κρεβάτι στὸν ὦμο σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου.
Καὶ ὁ παράλυτος σηκώθηκε ἀμέσως, πῆρε τὸ κρεβάτι του καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὸ σπίτι ἐκεῖνο. Τὸν εἶδαν ὅλοι μὲ τὰ μάτια τους καὶ ἔκπληκτοι δόξαζαν τὸν Θεὸ λέγοντας ὅτι ποτὲ δὲν εἴδαμε παράλυτο μὲ μία προσταγὴ νὰ σηκώνεται ἀμέσως καὶ νὰ περπατᾶ.
Ἀπὸ τὴν ὅλη διήγηση τοῦ θαύματος φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ὁ παράλυτος αὐτὸς ἔπασχε ἀπὸ διπλὴ παραλυσία. Ἦταν ἄρρωστος καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή. Οἱ πολλὲς ἁμαρτίες του εἶχαν παραλύσει καὶ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα του. Καὶ ὁ Κύριος ἤθελε νὰ λυτρώσει τὸν παράλυτο πρῶτα ἀπὸ τὴν παραλυσία τῆς ψυχῆς του, ποὺ ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἀσθενείας του.
Ὁ Κύριος βέβαια κάποιες φορὲς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες μας χωρὶς νὰ θεραπεύει καὶ τὶς ἀσθένειές μας. Ἤ καὶ ἀντίθετα, νὰ θεραπεύει τὶς ἀσθένειες μας χωρὶς νὰ συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες μας, ὅταν ἐμεῖς μένουμε ἀμετανόητοι. Ἀλλὰ τότε ποιὰ ὠφέλεια μποροῦμε νὰ ἔχουμε ὅταν μείνει μέσα στὴν ψυχή μας τὸ δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας; Ἀντίθετα, ὅταν μὲ τὴ μετάνοια καὶ ἱερὰ Ἐξομολόγηση συμφιλιωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, ἀκόμη κι ἂν δὲν θεραπευθοῦν οἱ ἀσθένειές μας, αἰσθανόμαστε τὸ φορτίο τῶν ἀσθενειῶν μας πιὸ ἐλαφρό, καὶ κερδίζουμε αἰώνια σωτηρία!
Μὴ λέμε λοιπὸν «πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἡ ὑγεία». Λάθος! Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς μας! Τί νὰ τὸ κάνεις νὰ ζήσεις ὑγιὴς πολλὰ χρόνια καὶ νὰ ὑποφέρεις αἰωνίως φρικτοὺς πόνους στὴν κόλαση; Ἐμεῖς βέβαια, ὅταν ἀρρωστήσει τὸ σῶμα μας, τρέχουμε στοὺς καλύτερους γιατρούς, καὶ καλὰ κάνουμε. Γιὰ τὴν ψυχή μας ὅμως, ποὺ εἶναι συχνὰ ἄρρωστη, θὰ πρέπει νὰ δείχνουμε πολὺ μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον. Νὰ τρέχουμε τακτικὰ στὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Ἐκεῖ ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων μας θὰ μᾶς προσφέρει τὴν ἴαση τῆς ψυχῆς μας. Καὶ ἐὰν τὸ κρίνει ὠφέλιμο γιὰ μᾶς, θὰ μᾶς χαρίζει καὶ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος. Ἐμεῖς πάντως ἂς τὸ κατανοοῦμε, ἂς τὸ ἐφαρμόζουμε καὶ ἂς τὸ λέμε: «πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἡ ὑγεία... τῆς ψυχῆς μας».

     (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου