ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ
Δικαίων ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος, ἔδοξαν
ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι, καὶ ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν.
καὶ ἡ ἀφ᾿ ἡμῶν πορεία σύντριμμα, οἱ δὲ εἰσιν ἐν εἰρήνη... καὶ ὀλίγα
παιδευθέντες μεγάλα εὐεργετηθήσονται, ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτοὺς
καὶ εὗρεν αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ· ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν
αὐτοὺς καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αὐτούς.(Σοφ. Σολομ.γ΄[3]
1-3, 5-6)
Ἡ ζωὴ τῶν δικαίων εὑρίσκεται
κάτω ἀπὸ τὸ παντοδύναμο προστατευτικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, καὶ καμμιὰ
θλίψις καὶ βάσανος δὲν θὰ τοὺς ἐγγίσει, χωρὶς ὁ Θεὸς νὰ τὸ ἐπιτρέψει.
Εἰς τὰ μάτια τῶν ἀφρόνων ὁ θάνατός των ἐθεωρήθη ὡς ἀφανισμὸς καὶ μηδένισις
καὶ ἡ ἔξοδός των ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν ὡς ὀδύνη καὶ τιμωρία· ἡ ἀναχώρησίς
των ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτὴ ὡς ὄλεθρος καὶ ἀπώλεια. Ἐκεῖνοι ὅμως ὑπάρχουν
καὶ ζοῦν ἐν εἰρήνῃ ... Καὶ ἐὰν ὀλίγον ταλαιπωρηθοῦν καὶ βασανισθοῦν
στὴν παροῦσα ζωή, θὰ λάβουν μεγάλες ἀμοιβὲς καὶ βραβεῖα στὴν αἰωνιότητα.
Διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔθεσεν αὐτοὺς ὑπὸ δοκιμασία διὰ τῶν θλίψεων
καὶ τοὺς εὖρεν ἀξίους νὰ βραβευθοῦν καὶ νὰ ἀμειφθοῦν ἀπὸ αὐτόν. Τοὺς ἐδοκίμασεν,
ὅπως ὁ χρυσοχόος δοκιμάζει καὶ καθαρίζει τὸν χρυσὸν διὰ τοῦ πυρός,
καὶ τοὺς ἐδέχθη εὐαρέστως, ὅπως δέχεται τὰ προσφερόμενα ὁλοκαυτώματα
τῶν θυσιῶν.
Ὁ θεόπνευστος Λόγος τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπὸ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης,
καὶ συγκεκριμένα στὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σολομῶντος θεολογώντας γύρω
ἀπὸ τὴν ἔννοια τοῦ πόνου καὶ τὴν παρουσία του στὴ ζωὴ πολλῶν ἀνθρώπων,
καὶ μάλιστα πιστῶν καὶ καλῶν, μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ τὴ σημασία τοῦ πόνου στὸν
κόσμο, καὶ ἰδιαίτερα στοὺς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους. Ὁ πολὺς κόσμος μόλις
δεῖ κάποιον νὰ ὑποφέρει βγάζει τὴν καταδικαστική του ἀπόφαση (καὶ
ὅπως λέει ἡ Σοφία Σολομῶντος «Εἰς
τὰ μάτια τῶν ἀφρόνων ὁ θάνατός των ἐθεωρήθη ὡς ἀφανισμὸς καὶ μηδένισις
καὶ ἡ ἔξοδός των ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν ὡς ὀδύνη καὶ τιμωρία· ἡ ἀναχώρησίς
των ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ ὡς ὄλεθρος καὶ ἀπώλεια»). Θεωροῦν οἱ ἄφρονες
λοιπὸν τὸν θάνατο τῶν δικαίων ἀφανισμὸ καὶ ἐκμηδένιση καὶ ὡς ὀδύνη,
καὶ τιμωρία καὶ ὄλεθρο καὶ ἀπώλεια τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴν παροῦσα
ζωή. Τὸ ἴδιο ὅμως βιβλίο δίνει καὶ τὴν ἀπάντηση: «Ἐκεῖνοι ὅμως ὑπάρχουν καὶ ζοῦν ἐν εἰρήνῃ.» ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΖΟΥΝ. Δὲν ἔχουν ἐξαφανιστεῖ
ἀλλὰ ζοῦν καὶ ὑπάρχουν, ἔστω καὶ ἂν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ ἔχουν φύγει
καὶ φαίνεται πὼς τοὺς ἔχουμε χάσει. Ὡς πρὸς δὲ τὸν λόγον τῶν πολλῶν βασάνων
συνεχίζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξηγεῖ ὅτι αὐτὰ παίζουν τὸν ρόλο τῆς
δοκιμασίας γιὰ νὰ ἀποδείξουν τὴν ἀρετὴ καὶ ἁγιότητά τους.
Ὁ θάνατος στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἔχει κάνει τὴν ἐμφάνισή του μετὰ
τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ὄχι ὡς τιμωρία, ἀλλ᾿ ὡς εὐεργεσία «ἵνα
μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται», ὅπως ἀναφέρεται στὴ σχετικὴ
εὐχή, ποὺ μόλις πρὸ ὀλίγου διαβάσαμε. Μετὰ τὴν εἰσβολὴ τοῦ κακοῦ,
ποὺ εἰσέβαλε μετὰ τὴν ἁμαρτία, ἂν ὁ ἄνθρωπος παρέμενε ἀθάνατος, ὅπως
δυνάμει εἶχε δημιουργηθεῖ, τότε δὲ θὰ ὑπῆρχε δυστυχέστερο πλάσμα
ἀπὸ τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο. Μὲ τὸν θάνατο ὅμως ὑπάρχει ἕνα τέλος στὰ
βάσανα ἀπὸ τὴν ἀσθένεια, τὸ γῆρας καὶ τὶς πάσης φύσεως ταλαιπωρίες
τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ κακοποιημένο ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ σῶμα πεθαίνει καὶ ἀποτίθεται
στὴν γῆ ἀπὸ τὴν ὁποία ἐλήφθη ἀπὸ τὸν Δημιουργὸ Θεὸ κατὰ τὴ Δημιουργία.
Ἡ δὲ ψυχὴ μεταβαίνει στὸν κόσμο τῶν Πνευμάτων.
Μάλιστα μετὰ τὴν Θεία Ἐνανθρώπηση καὶ τὸν Σταυρικὸ θάνατο, τὴν
ταφὴ καὶ τὴν Τριήμερο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, δίδεται ἡ δυνατότητα
σὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους μετὰ τὸν θάνατό
μας νὰ προσδοκοῦμε «Ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ Ζωὴν τοῦ Μέλλοντος
αἰῶνος». Οἱ κεκοιμημένοι
μας «μεταβαίνουν
ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν». Ὁ θάνατος παύει νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος
σταθμὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ ὁ τελευταῖος εἶναι ἡ Ἀνάσταση τῶν
νεκρῶν. Αὐτὴ θὰ γίνει κατὰ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου,
κατὰ τὴν ὁποία, ὅπως ἀκούσαμε στὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα, οἱ νεκροὶ
θὰ ἀναστηθοῦν ἄφθαρτοι. Ὅσοι δὲ θὰ ζοῦν σὲ ἐκείνη τὴν χρονικὴ στιγμὴ
θὰ ἁρπαγοῦν «ἐν νεφέλαις» καὶ θὰ ἀλλάξουν γιὰ νὰ ἔχουν ὅλοι, ἀναστημένοι
καὶ ζῶντες, τὸ ἴδιο πνευματικὸ καὶ ἄφθαρτο σῶμα ἑνωμένο μὲ τὴν ψυχὴ
γιὰ νὰ ἀπολαύσουν τοὺς καρποὺς τῶν ἔργων τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς τους.
Οἱ ψυχὲς λοιπὸν τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας ζοῦν σὲ μία ἄλλη κατάσταση, στὴ μέση κατάσταση, ὅπως ἡ ἐκκλησία
μας τὴν ὀνομάζει, περιμένοντας τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Ἀπὸ τὸν οὐρανὸ
παρακολουθοῦν ἐμᾶς ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ὅσοι ἀπὸ αὐτοὺς εὐαρέστησαν ἐνώπιον
τοῦ Θεοῦ πρεσβεύουν ὑπὲρ ἡμῶν στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Γνωρίζουμε
δὲ ἀπὸ τὴν Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου ὅτι «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου
ἐνεργουμένη» (Ἰακ. ε΄[5] 16) δηλαδή, δέηση, ἡ ὁποία προσφέρεται
μὲ πίστη πρὸς τὸν Θεὸ ἐκ μέρους τοῦ δικαίου, ἔχει μεγάλη δύναμη καὶ
φέρει θαυμαστὰ ἀποτελέσματα.
Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις κηδεύουμε σήμερα τὸν ἀδελφό μας Δημήτρη. Ὁ
Δημήτρης γεννήθηκε στὸ Πολέμι στὶς 8 Σεπτεμβρίου το 1944. Ὑπῆρξε παιδὶ
πολύτεκνης οἰκογένειας καὶ σπούδασε στὸ Φυσικὸ Τμῆμα τῆς Φυσικομαθηματικῆς
Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Νυμφεύτηκε τὴν Ἀρετὴ Μαραγκοῦ,
Μαθηματικὸ, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησαν δύο παιδιά, τὸν Χρίστο καὶ τὴν Ἑλένη
καὶ 5 ἐγγόνια.
Ἀπὸ μαθητὴς ὁ Δημήτρης συμμετέχοντας σὲ μία διαδήλωση ἐναντίον
τῶν Ἄγγλων κατακτητῶν τραυματίστηκε στὴ φτέρνα, γεγονὸς ποὺ τὸν συνόδευε
σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Ἄρχισαν μὲ τὴν Ἀρετὴ μὲ πολλὰ ὄνειρα τὴν κοινή
τους ζωὴ μὲ πολὺ καλὲς προϋποθέσεις γιὰ μία εὐτυχισμένη οἰκογενειακὴ
πορεία, μέχρι ποὺ τὸν ἐπισκέπτεται τὸ 1986 ἡ μεγάλη δοκιμασία μὲ ἀποτέλεσμα
τὴν τετραπληγία ποὺ τὸν καθηλώνει ἀρχικὰ στὸ ἀναπηρικὸ καροτσάκι
καὶ στὴ συνέχεια στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου. Ὁ Δημήτρης ὅμως εἶναι ἀγωνιστὴς
καὶ δὲν τὰ βάζει κάτω. Μέσα στὴν ἀναπηρία του ἀνακαλύπτει τὸ τάλαντο
τῆς ζωγραφικῆς ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸ ὁποῖο καὶ καλλιεργεῖ μὲ
ἐπιτυχία. Γεμίζει δημιουργικὰ τὸν χρόνο του ζωγραφίζοντας πίνακες
μικρῶν καὶ μεγάλων διαστάσεων μὲ ποικίλο περιεχόμενο. Ἀπὸ νεκρὰ
φύση, μέχρι τοπία καὶ ναυμαχίες καὶ ὅ,τι ἄλλο φανταστεῖ κανείς. Παρουσιάζει
τὰ ἔργα του σὲ ἀτομικὲς ἐκθέσεις μὲ πολὺ κολακευτικὰ σχόλια.
Ὁ χρόνος ὅμως καθὼς περνᾶ ἀφήνει ἐπάνω του τὰ σημάδια μὲ τὴν ἐπιδείνωση
τῆς κατάστασής του καὶ τὴν καθήλωσή του στὸ κρεβάτι. Ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια
δίπλα του ἦταν ἡ οἰκογένειά του. Ἡ Ἀρετὴ καὶ τὰ παιδιά τους. Ἡ δοκιμασία
μεγάλη, οἱ δυσκολίες ἐν πολλοῖς ἀνυπέρβλητες, οἱ εἰσαγωγὲς στὰ νοσηλευτήρια
συχνές, ὅμως παρόλα αὐτὰ κανεὶς δὲν γόγγυσε, κανεὶς δὲν δυσανασχέτησε
ἀλλὰ ὅλοι μὲ τὸ χαμόγελο καὶ τὴν χαρὰ στὸ πρόσωπο ἀντιμετώπιζαν τὴν
κατάστασή τους.
Ὁ Δημήτρης δοκιμάστηκε πολύ. Στὴ δική του περίπτωση ἐφαρμόζεται
πλήρως τὸ τῆς Σοφίας Σολομῶντος «ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτοὺς καὶ εὗρεν
αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ» (Σοφ. Σολομῶντος γ΄[3] 5) δηλαδὴ ὁ ἴδιος
ὁ Κύριος ἔθεσεν αὐτούς, τοὺς δικαίους,
ὑπὸ δοκιμασίαν διὰ τῶν θλίψεων καὶ τοὺς εὗρεν ἀξίους νὰ βραβευθοῦν
καὶ νὰ ἀμειφθοῦν ἀπὸ αὐτόν. Ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ δοκιμαστεῖ ὁ Δημήτρης
μὲ τὴν ἀσθένεια, γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀρετή του. Τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς καρτερίας.
Ὅσες φορὲς τὸν ἐπισκεφτόμουν, δυστυχῶς ὄχι πολὺ συχνά, ὁ Δημήτρης ἦταν
πάντα αἰσιόδοξος καὶ χαμογελαστός. Καὶ πρὶν ἀκριβῶς 15 μέρες, τὴν
Μεγάλη Τετάρτη, ὅταν τὸν ἐπισκέφτηκα γιὰ νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων
μυστηρίων, καὶ ἐνῶ μόλις εἶχε βγεῖ ἀπὸ μία μεγάλη ταλαιπωρία τῆς ὑγείας
του, ὅταν τὸν ἐρώτησα «πῶς εἶσαι Δημήτρη;»
ἡ ἀπάντησή του ἦταν «καλά, δόξα τῷ
Θεῶ». Ὅμως ἦρθε ἡ ὥρα νὰ μᾶς ἀποχαιρετίσει. Ὅταν τὸ βράδυ τῆς
Δευτέρας ἐκλήθηκα νὰ τὸν ἐπισκεφτῶ στὴν Ἐντατική, οἱ γιατροὶ εἶπαν,
καὶ τὰ πράγματα ἔδειχναν, ὅτι φεύγει, τότε ὡς ἱερέας βρέθηκα στὴ δύσκολη
θέση νὰ διαβάσω τὴν ἀκολουθία εἰς ψυχορραγοῦντα μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία
ζητᾶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν συγχώρεση ὅλων τῶν καταστάσεων
ποὺ δυσκολεύουν τὴν ψυχὴ στὸ οὐράνιο ταξίδι της. Αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ἡ
μεγάλη εὐχὴ ποὺ διαβάσαμε προηγουμένως, εἶναι τὰ ἴδια ποὺ προσευχηθήκαμε
καὶ πρὶν τὸν θάνατο, ὥστε ὁ θάνατος νὰ γίνει κοίμησις ἐν Κυρίῳ.
Ὁ θάνατος πάντοτε δημιουργεῖ πόνο καὶ θλίψη. Ὅσοι μένουμε πίσω
γνωρίζουμε πὼς δὲ θὰ ξαναδοῦμε, στὴ ζωὴ αὐτή, τὸ ἀγαπημένο μας πρόσωπο,
ποὺ κηδεύουμε. Καὶ ὁ σωματικὸς χωρισμὸς φέρνει πόνο στὴν ψυχή. Ὅμως
ὅταν αὐτὸς ποὺ κηδεύουμε γνωρίζουμε ὅτι δοκιμάστηκε καὶ ἀπέδειξε
τὴν πίστη του καὶ τὴν ἀρετή του (ὅταν γνωρίζουμε ὅτι ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ,
τότε ἡ λύπη καὶ τὸ πένθος μποροῦν μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ νὰ μαλακώσουν
καὶ νὰ ἔρθει ἡ παράκληση στὶς ψυχές, ὅπως ἀκριβῶς ἀκούσαμε πρὸ ὀλίγου
τὸν Ἀπόστολο νὰ μᾶς παραγγέλλει: «ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ
οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» (Α’ Θεσ. δ΄[4] 13). Γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς ἡ ἐλπίδα
τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἐκείνη ποὺ δίνει παρηγοριὰ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ μένουν.
Καὶ ὁ Δημήτρης ὑπῆρξε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἀγωνιζόταν. Πίστευε καὶ
δεχόταν τὶς δοκιμασίες ποὺ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ τὸν ἐπισκεφτοῦν ἀγόγγυστα
καὶ ἀδιαμαρτύρητα. Οἱ δοκιμασίες δὲ αὐτὲς τὸν κατατάσσουν ἀνάμεσα
στοὺς μάρτυρες καὶ μεγαλομάρτυρες τῆς πίστεώς μας. Ὅπως ἐκεῖνοι ἄντεχαν
σὲ ὅλα τὰ βασανιστήρια ποὺ οἱ διῶκτες τοὺς ἔκαναν ἔτσι καὶ ὁ Δημήτρης
ἄντεξε τὴ φοβερὴ δοκιμασία τῆς ἀσθένειάς του χωρὶς νὰ λυγίσει.
Ὁ ἅγιος Θεὸς, στὸν ὁποῖο βρίσκεται τώρα ἐμπρὸς ὁ Δημήτρης, εὐχόμαστε
νὰ κατατάξει τὴν ψυχή του ἔνθα οἱ δίκαιοι ἀναπαύονται μέχρι τὴν ἡμέρα
τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ παρηγορήσει τὴν σύζυγο, τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς λοιποὺς
συγγενεῖς.
Τοῦ ἀδελφοῦ ἡμῶν Δημητρίου αἰωνία
ἡ μνήμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου