Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Ϛ΄ ΛΟΥΚΑ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

  ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ  

ΚΥΡΙΑΚΗ Ϛ΄ ΛΟΥΚΑ

 (23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022)



(ΙΑΚΩΒΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΥ)

 

 Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  (ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ)  

Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ᾿Ηκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. ῞Οτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· Ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

(Γαλ.α΄[1] 11-19)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Σᾶς γνωστοποιῶ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅτι τό Εὐαγγέλιο πού σᾶς κήρυξα δέν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Διότι ὄχι μόνο οἱ ὑπόλοιποι ἀπόστολοι, ἀλλά κι ἐγώ δέν τό παρέλαβα οὔτε τό διδάχθηκα ἀπό κάποιον ἄνθρωπο, ἀλλά τό παρέλαβα μέ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπευθείας μοῦ φανέρωσε καί μοῦ ἀποκάλυψε τόν Κύριο Ἰησοῦ. Καί τό ὅτι τό Εὐαγγέλιο μοῦ παραδόθηκε μέ ὑπερφυσική ἀποκάλυψη ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, ἀποδεικνύεται ἀπό τή δράση μου στό παρελθόν. Διότι ἀσφαλῶς ἔχετε ἀκούσει γιά τή διαγωγή πού ἔδειξα κάποτε, ὅταν ἀκολουθοῦσα τόν νόμο καί τά ἔθιμα τῶν Ἰουδαίων. Ἀκούσατε δηλαδή ὅτι καταδίωκα ὑπερβολικά τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί προσπαθοῦσα νά τήν ἐξολοθρεύσω. Καί προόδευα στόν Ἰουδαϊσμό περισσότερο ἀπό πολλούς συνομήλικους συμπατριῶτες μου καί ἔδειχνα περισσότερο ζῆλο ἀπ’ αὐτούς γιά τίς παραδόσεις πού κληρονομήσαμε ἀπό τούς πατέρες μας. Ὅταν ὅμως εὐαρεστήθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μέ ξεχώρισε καί μέ διάλεξε ἀπό τόν καιρό ἀκόμη πού ἤμουν στήν κοιλιά τῆς μητέρας μου, καί μέ κάλεσε μέ τή χάρη του, χωρίς ἐγώ ἀπό τά ἔργα μου νά εἶμαι ἄξιος γιά μία τέτοια ἐκλογή, νά ἀποκαλύψει στό βάθος τῆς ψυχῆς μου τόν Υἱό του, γιά νά τόν κηρύττω στά ἔθνη, ἀμέσως δέν συμβουλεύθηκα σάρκα καί αἷμα, δηλαδή κάποιον θνητό ἄνθρωπο, οὔτε ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά συναντήσω τούς ἀποστόλους πού εἶχαν κληθεῖ πρίν ἀπό μένα στό ἀποστολικό ἀξίωμα, ἀλλά πῆγα στήν Ἀραβία καί πάλι ἐπέστρεψα στή Δαμασκό. Ἔπειτα, μετά ἀπό τρία χρόνια ἀπό τότε πού εἶχα ἐπιστρέψει στό Χριστό, ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά γνωρίσω ἀπό κοντά τόν Πέτρο, κι ἔμεινα μαζί του δεκαπέντε μέρες. Ἄλλον ἀπό τούς ἀποστόλους δέν εἶδα, παρά μόνο τόν Ἰάκωβο, τόν ἀδελφό τοῦ Κυρίου.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ  ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ ες τν χώ­ραν τν Γα­δα­ρη­νῶν ὑ­πήν­τη­σεν αὐ­τῷ ἀ­νήρ τις κ τς πό­λε­ως, ς εἶ­χε δαι­μό­νι­α κ χρό­νων ἱ­κα­νῶν, κα ἱ­μά­τι­ον οκ ἐ­νε­δι­δύ­σκε­το, κα ν οἰ­κί­ᾳ οκ ἔ­με­νεν, ἀλ­λ' ἐν τος μνή­μα­σιν. ἰ­δὼν δ τν Ἰ­η­σοῦν κα ἀ­να­κρά­ξας προ­σέ­πε­σεν αὐ­τῷ κα φω­νῇ με­γά­λῃ εἶ­πε· Τ ἐ­μοὶ κα σο, Ἰ­η­σοῦ υἱ­ὲ το Θε­οῦ το ὑ­ψί­στου; δέ­ο­μαί σου, μ με βα­σα­νί­σῃς. πα­ρήγ­γει­λε γρ τ πνε­ύ­μα­τι τ ἀ­κα­θάρ­τῳ ἐ­ξελ­θεῖν ἀ­πὸ το ἀν­θρώ­που. πολ­λοῖς γρ χρό­νοις συ­νηρ­πά­κει αὐ­τόν, κα ἐ­δε­σμεῖ­το ἁ­λύ­σε­σι κα πέ­δαις φυ­λασ­σό­με­νος, κα δι­αρ­ρήσ­σων τ δε­σμὰ ἠ­λα­ύ­νε­το ὑ­πὸ το δα­ί­μο­νος ες τς ἐ­ρή­μους.ἐ­πη­ρώ­τη­σε δ αὐ­τὸν Ἰ­η­σοῦς λέ­γων· Τ σο ἐ­στιν ὄ­νο­μα; δ εἶ­πε· Λε­γε­ών· ὅ­τι δαι­μό­νι­α πολ­λὰ εἰ­σῆλ­θεν ες αὐ­τόν· κα πα­ρε­κά­λει αὐ­τὸν ἵ­να μ ἐ­πι­τά­ξῃ αὐ­τοῖς ες τν ἄ­βυσ­σον ἀ­πελ­θεῖν. ν δ ἐ­κεῖ ἀ­γέ­λη χο­ί­ρων ἱ­κα­νῶν βο­σκο­μέ­νη ν τ ὄ­ρει· κα πα­ρε­κά­λουν αὐ­τὸν ἵ­να ἐ­πι­τρέ­ψῃ αὐ­τοῖς ες ἐ­κε­ί­νους εἰ­σελ­θεῖν· κα ἐ­πέ­τρε­ψεν αὐ­τοῖς. ἐ­ξελ­θόν­τα δ τ δαι­μό­νι­α ἀ­πὸ το ἀν­θρώ­που εἰ­σῆλ­θον ες τος χο­ί­ρους, κα ὥρ­μη­σεν ἡ ἀ­γέ­λη κα­τὰ το κρη­μνοῦ ες τν λί­μνην κα ἀ­πε­πνί­γη. ἰ­δόν­τες δ ο βό­σκον­τες τ γε­γε­νη­μέ­νον ἔ­φυ­γον, κα ἀ­πήγ­γει­λαν ες τν πό­λιν κα ες τος ἀ­γρο­ύς. ἐ­ξῆλ­θον δ ἰ­δεῖν τ γε­γο­νὸς, κα ἦλ­θον πρς τν Ἰ­η­σοῦν, κα εὗ­ρον κα­θή­με­νον τν ἄν­θρω­πον, ἀ­φ' ο τ δαι­μό­νι­α ἐ­ξε­λη­λύ­θει, ἱ­μα­τι­σμέ­νον κα σω­φρο­νοῦν­τα πα­ρὰ τος πό­δας το Ἰ­η­σοῦ, κα ἐ­φο­βή­θη­σαν. ἀ­πήγ­γει­λαν δ αὐ­τοῖς ο ἰ­δόν­τες πς ἐ­σώ­θη ὁ δαι­μο­νι­σθείς. κα ἠ­ρώ­τη­σαν αὐ­τὸν ἅ­παν τ πλῆ­θος τς πε­ρι­χώ­ρου τν Γα­δα­ρη­νῶν ἀ­πελ­θεῖν ἀ­π' αὐ­τῶν, ὅ­τι φό­βῳ με­γά­λῳ συ­νε­ί­χον­το· αὐ­τὸς δ ἐμ­βὰς ες τ πλοῖ­ον ὑ­πέ­στρε­ψεν. ἐ­δέ­ε­το δ αὐ­τοῦ ἀ­νὴρ, ἀ­φ' ο ἐ­ξε­λη­λύ­θει τ δαι­μό­νι­α, εἶ­ναι σν αὐ­τῷ· ἀ­πέ­λυ­σε δ αὐ­τὸν Ἰ­η­σοῦς λέ­γων· Ὑ­πό­στρε­φε ες τν οἶ­κόν σου κα δι­η­γοῦ ὅ­σα ἐ­πο­ί­η­σέ σοι Θε­ός. κα ἀ­πῆλ­θε κα­θ' ὅ­λην τν πό­λιν κη­ρύσ­σων ὅ­σα ἐ­πο­ί­η­σεν αὐ­τῷ Ἰ­η­σοῦς.   

                                        (Λουκ. η΄ 26 – 39)

 

ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

1. ΟΙ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ

Σὰν ἀγρίμι ἔτρεχε στὶς ἐρημιὲς κυριευμένος ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα ὁ δαιμονισμένος τῆς χώρας τῶν Γαδαρηνῶν. Χρόνια ὁλόκληρα τὸν βασάνιζαν ἀμέτρητα δαιμόνια μὲ ἀπερίγραπτη σκληρότητα. Δὲν ἄντεχε νὰ μένει σὲ σπίτι, ἀλλὰ ἐξαγριωμένος τριγυρνοῦσε σὰν θηρίο στὰ μνήματα. Ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς. Τὸν ἔδεναν μὲ χοντρὲς ἁλυσίδες καὶ δεσμά, γιὰ νὰ μὴ κάνει κακὸ στοὺς ἄλλους· ἀλλὰ ἐκεῖνος μὲ μιὰ ὑπερφυσική, δαιμονικὴ δύναμη τὰ ἔσπαζε ὅλα καὶ τρομοκρατοῦσε τὸν κόσμο. «Διαρρήσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους».

ΠΟΣΟ ἀξιοθρήνητος λοιπὸν καταντᾶ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν τὸν κυβερνοῦν οἱ δαίμονες! Καὶ μὴ φανταζόμαστε μόνο τὸν δαιμονισμένο τῶν Γαδαρηνῶν ἢ ἄλλους δαιμονισμένους. Δυστυχῶς πάμπολλοι ἄνθρωποι παρασύρονται ἀπὸ τίς φοβερὲς παγίδες τοῦ διαβόλου. Καὶ ἰδιαιτέρως στὴν ἐποχή μας πόσοι νέοι στὴν ἡλικία γίνονται θύματα τῆς πονηρίας του! Νομίζουν πὼς θὰ βροῦν τὴν εὐτυχία τους μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀρετή, σπάζοντας κάθε φραγμὸ ἠθικῆς. Καὶ ὁ μισάνθρωπος διάβολος, ἀφοῦ τοὺς παρασύρει στὰ δίχτυά του, δὲν ἱκανοποιεῖται ἐὰν δὲν τοὺς ὁδηγήσει στὴν ἔσχατη ἐξαθλίωση, γιὰ νὰ τοὺς ἐξευτελίση.

Καὶ εἶναι φοβερὸ νὰ βλέπει κανεὶς στὶς μέρες μας τόσες βασανισμένες νεανικὲς ὑπάρξεις μὲ ἀνειρήνευτη ψυχὴ καὶ ἀγριεμένα πρόσωπα ποὺ μέθυσαν ἀπὸ τὸ κρασὶ τῆς εὔκολης ἡδονῆς καὶ ἀπογυμνώθηκαν ἀπὸ ἀρετὴ καὶ σεμνότητα. Δὲν τοὺς χωροῦν τὰ σπίτια τους καὶ περιδιαβαίνουν ἡμιθανεῖς σὲ χώρους σκοτεινοὺς καὶ ἔρημους ἀπὸ θεῖα Χάρη, ζωντανοί – νεκροί. Ποιός λοιπὸν μπορεῖ νὰ βοηθήσει τίς ψυχὲς αὐτὲς νὰ συνέλθουν ἀπὸ τὴν παραζάλη τῆς ἀποστασίας; Κανείς, παρὰ μόνο ὁ κυβερνήτης τῆς ζωῆς μας Κύριος. Αὐτὸς ποὺ θεράπευσε σήμερα τὸν δαιμονισμένο τοῦ Εὐαγγελίου.

 

2. ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Ὁ ἐπικίνδυνος λοιπὸν δαιμονισμένος τῶν Γαδαρηνῶν, αὐτὸς ποὺ φοβέριζε καὶ ἀπειλοῦσε τοὺς πάντες γύρῳ του, σήμερα τρέμει ὁ ἴδιος, καθὼς ἀντικρίζει τὸν Κύριο μπροστά του.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ πέφτει στὰ πόδια Του καὶ μὲ φωνὴ δυνατὴ τοῦ λέει:

—«Τί ἐμοὶ καὶ σοί», ποιά σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ σὲ σένα, «Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου;» Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα, πρὶν ἀπὸ τὴν παγκόσμια κρίση, νὰ μὲ βασανίσεις;

Ὁ Κύριος τότε τὸν ἐρωτᾶ:

—«Τί σοὶ ἐστιν ὄνομα;», ποιό εἶναι τὸ ὄνομά σου;

—«Λεγεών», τοῦ ἀπαντᾶ ἐκεῖνος. Διότι μέσα του εἰχε ὁλόκληρο τάγμα δαιμόνων.

Αὐτοὶ οἱ δαίμονες τώρα τρομοκρατημένοι ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ παντοδύναμου Κυρίου τὸν παρακαλοῦν:

—Μὴ μᾶς βασανίσεις καὶ μᾶς στείλεις πρὶν τὴν ὥρα μας στὴν αἰώνια κόλαση· ἀλλὰ ἐπίτρεψέ μας νὰ εἰσέλθουμε στὸ κοπάδι τῶν χοίρων ποὺ βόσκει ἐδῶ κοντά.

Μόλις ὁ Κύριος τοὺς ἔδωσε τὴν ἄδεια, τὸ θέαμα ἔγινε συγκλονιστικό. Καθὼς τὰ πονηρὰ πνεύματα ἔβγαιναν ἀπὸ τὸν δαιμονισμένο καὶ εἰσέρχονταν στὸ κοπάδι, οἱ χοῖροι μὲ ἀσυγκράτητη μανία ὡρμοῦσαν πρὸς τὸν γκρεμό, ἔπεφταν στὴ λίμνη καὶ πνίγονταν.

Πανικόβλητοι οἱ χοιροβοσκοί, μόλις εἶδαν τὸ φοβερὸ αὐτὸ γεγονός, ἔτρεξαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν στοὺς κατοίκους τῆς πόλεως. Αὐτοὶ ἀναστατωμένοι μαζεύτηκαν σὲ λίγο ἐκεῖ καὶ ἔκπληκτοι βλέπουν τὸν πρώην δαιμονισμένο νὰ κάθεται «παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ», «ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα», ντυμένο καὶ λογικό. Ἀντὶ ὅμως νὰ μετανοήσουν γιὰ τὴν παράνομη ἐκτροφὴ τῶν χοίρων καὶ νὰ τρέξουν στὸν Κύριο μὲ συντριβὴ γιὰ νὰ τοῦ δείξουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους, διότι τοὺς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ μάστιγα τῆς περιοχῆς τους, αὐτοὶ τρομοκρατήθηκαν μὴν πάθουν καὶ ἄλλα κακὰ γιὰ τίς παρανομίες τους, καὶ παρακάλεσαν τὸν Κύριο λέγοντας:

—Φύγε, Κύριε, ἀπὸ τὴν πόλη μας καὶ τὴ ζωή μας.

Ό Κύριος συγκαταβαίνοντας πῆρε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ὁ πρώην δαιμονισθεὶς ὅμως τρέχει τώρα μὲ λαχτάρα στὸν Εὐεργέτη του καὶ τὸν θερμοπαρακαλεῖ:

—Σὲ παρακαλῶ, Κύριε, πάρε κι ἐμένα μαζί σου!

Ἀλλὰ ὁ Κύριος, κρίνοντας διαφορετικά, τοῦ λέγει:

—Γύρισε στὸ σπίτι σου καὶ νὰ διηγεῖσαι τὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ σοῦ ἔκανε ὁ Θεός.

Κι ἐκεῖνος ἔφυγε καὶ διακήρυττε τὴ μεγάλη εὐεργεσία ποὺ τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς ὄχι μόνο στὸ σπίτι του ἀλλὰ σ᾿ ὅλη τὴν πόλη. Ἔγινε ἕνας ἰεραπόστολος στὸ περιβάλλον του μὲ τὸν λόγο καὶ τὴ ζωή του.

ΕΤΣΙ μεταμορφώνει ὁ Κύριος καὶ κάθε ἄνθρωπο ποὺ προστρέχει μὲ μετάνοια σ᾿ Αὐτόν. Τὸν ἐλευθερώνει ἀπὸ τίς παγίδες τοῦ διαβόλου, λύνει τὰ δεσμὰ τῆς αἰχμαλωσίας του, δίνει πλούσια τὴν Χάρη Του, εἰρηνεύει τὴν ψυχή του, μεταβάλλει τίς διαθέσεις καὶ τίς ἐπιθυμίες του.

Ὁ ἄνθρωπος τώρα μέσα στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνεται νέος ἄνθρωπος. Φωτεινός, «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν», ντυμένος μὲ τὴν ἀρετή, τὴ σύνεση, τὴν πραότητα. Μὲ τὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση ἀπαλλάσσεται ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, καὶ μὲ τὸ ὐπερφυὲς Μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας ἑνώνεται καὶ πάλι μὲ τὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς πλέον κατευθύνει τίς σκέψεις του, τίς ἐπιθυμίες του, τίς ἐνέργειές του, τὰ βιώματά του.

Ἄς μαθητεύουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς μὲ συντριβὴ καὶ ταπείνωση «παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ» κι Ἐκεῖνος θὰ μεταμορφώνει καὶ τὴ δική μας ζωή.

 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου