ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ϛ΄ ΛΟΥΚΑ
(21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2018)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
(ΚΑ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)
Ἀδελφοί, εἰδότες
ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου, ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾽Ιησοῦ
Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾽Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν
ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου· διότι ἐξ ἔργων νόμου οὐ δικαιωθήσεται
πᾶσα σάρξ. Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ
ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο! Εἰ γὰρ, ἃ κατέλυσα,
ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου
νόμῳ ἀπέθανον ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ,
ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ
τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
(Γαλ. β΄[1]
16-20)
ΠΕΘΑΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΩ
1. ΓΙΑΤΙ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ
ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ γιατί ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται
τηρώντας μόνο τὶς τυπικὲς διατάξεις τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης·
καὶ ἀπολογεῖται γιατί ὁ ἴδιος ἐγκατέλειψε τὸν Νόμο αὐτό. Βέβαια ἐμεῖς
ἀκούγοντας αὐτὲς τὶς ἔννοιες δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε
γιὰ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ γιὰ ἕναν Ἑβραῖο καὶ μάλιστα γιὰ ἕναν τόσο μεγάλο
νομοδιδάσκαλο ὅπως ὁ Παῦλος νὰ ἐγκαταλείψει τὸν Νόμο. Αὐτὸ φαινόταν
ἀδιανόητο ἢ παράλογο. Μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε ἕνα χαρισματοῦχο
νέο μὲ τέτοια μόρφωση, δράση καὶ προοπτική, νὰ τὰ ἐγκαταλείπει ὅλα
καὶ νὰ διακηρύττει μὲ θάρρος τὴν ἀνεπάρκεια τοῦ Νόμου; Ἦταν πραγματικὰ
ὅλα αὐτὰ ἕνας θάνατος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως περιφρόνησε τὴν κατακραυγὴ
τοῦ κόσμου, ἀδιαφόρησε γιὰ τὶς προσωπικὲς συνέπειες καὶ ἔκανε αὐτὸ
τὸ ἅλμα.
Καὶ διακηρύττει
πλέον ξεκάθαρα: κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς τυπικὲς
διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Ὁ ἄνθρωπος σώζεται μόνο πιστεύοντας
στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Καὶ ἐπειδὴ ἐκείνη
τὴν ἐποχὴ πολλοὶ Ἑβραῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ὅσοι ἄφησαν τὸν Νόμο εἶναι
ἁμαρτωλοί, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται: Δὲν εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ
ὅσοι ἀφήσαμε τὸν Νόμο, διότι σ᾿ αὐτή μας τὴν πράξη μᾶς ὁδήγησε ὁ Χριστός.
Εἶναι δυνατὸν λοιπὸν κι ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι ὑπηρέτης τῆς ἁμαρτίας;
Ὅμως ὁ ἅγιος Ἀπόστολος
προσθέτει κι ἕνα ἀκόμη ἐπιχείρημα: Ὁ Νόμος, λέει, τιμωρεῖ μὲ θάνατο
κάθε παραβάτη του. Ἄρα ἐγὼ ποὺ ἐγκατέλειψα τὸν Νόμο εἶμαι καταδικασμένος
σὲ θάνατο. Κι ἐφ᾿ ὅσον εἶμαι νεκρός, πάνω μου δὲν ἔχει καμία ἰσχὺ πλέον
ὁ Νόμος. Ἔχω πεθάνει ὡς πρὸς τὸν Νόμο γιὰ νὰ ζήσω γιὰ τὸν Χριστό.
Ἀκούγοντας ὅλα αὐτὰ
τὰ μεγάλα καὶ ἱερὰ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος ἂς θέσουμε ἐμεῖς ἕνα ἁπλὸ
ἐρώτημα στὸν ἑαυτό μας. Ἐμεῖς ἄραγε ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ
Χριστοῦ καὶ μέσα στὴν ἁγία κολυμβήθρα νεκρωθήκαμε ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία,
ἔχουμε τὴ διάθεση τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ νεκρώνουμε καθημερινὰ
τὸν ἑαυτό μας ὡς πρὸς τὸν κόσμο καὶ τὴν ἁμαρτία; Ἔχουμε τὴ δύναμη νὰ περιφρονοῦμε
κάθε ἐγκόσμιο, γιὰ νὰ ζοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸν Χριστό;
2. Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΖΩΗ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος
ὅμως δὲν μένει μόνο μέχρι τὸ στάδιο τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ συνεχίζει λέγοντας
ὅτι πλέον ζεῖ μιὰ νέα ζωή, ζωὴ ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φυσικὴ
ζωὴ ποὺ μέχρι τότε ζοῦσε. Διότι πλέον δὲν ζεῖ ὁ ἴδιος, ὁ παλαιὸς δηλαδὴ
ἄνθρωπος, ἀλλὰ ζεῖ μέσα του ὁ Χριστός.
Βέβαια εἶναι πολὺ
δύσκολο νὰ περιγράψει κανεὶς αὐτὴ τὴ νέα ζωὴ τοῦ Παύλου καὶ κάθε ἀναγεννημένου
πιστοῦ. Διότι εἶναι ζωὴ ἀνεξιχνίαστη καὶ ὑπερφυσική. Δὲν εἶναι ἁπλῶς
μιὰ καλύτερη ζωὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν πολλῶν ἀλλὰ εἶναι ἡ ὄντως ζωή, ζωὴ
πίστεως καὶ ἁγιότητος καὶ πλήρους ἀφοσιώσεως στὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος
ποὺ ζεῖ αὐτὴ τὴ νέα ζωὴ ἀγωνίζεται νὰ νεκρώνει μέσα του καθημερινὰ
τὴν ἁμαρτία, νὰ νεκρώνει τὸ δικό του θέλημα, γιὰ νὰ ἀφήνει τὸ θέλημα
τοῦ Χριστοῦ νὰ κυβερνᾶ τὴ ζωή του. Κι ἔτσι μέσα στὴν καρδιά του κατοικεῖ
πλέον ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς κυριεύει τὴν ψυχή του καὶ τὴν κινεῖ
πρὸς τὸ δικό του θεῖο θέλημα. Τώρα πλέον δὲν ἐνεργεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος
ἀλλὰ μέσα του ἐνεργεῖ ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς κάνει τὰ πάντα, ὁ Χριστὸς
μιλάει, ὁ Χριστὸς ἀκούει, ἀγαπάει, κυριαρχεῖ καὶ δεσπόζει.
3. ΠΟΣΟ ΜΕ ΑΓΑΠΗΣΕ
Ποιὰ ἦταν ὅμως ἡ κινητήρια
δύναμη ποὺ ὁδήγησε τὸν Παῦλο σὲ μία τόσο μεγάλη μεταστροφή; Μᾶς ἀπαντᾶ
ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος: Ἡ πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος, λέει, τὸν ἀγάπησε
προσωπικὰ καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του στὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία του.
Ἐδῶ ὅμως προκύπτει
τὸ ἐρώτημα: Ὁ Χριστὸς μόνο τὸν Παῦλο ἀγάπησε καὶ μόνο γι᾿ αὐτὸν σταυρώθηκε
καὶ πέθανε; Ὁ Χριστὸς ὅλους τοὺς ἀγάπησε καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους
θυσιάστηκε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως ἐπειδὴ κατάλαβε ἀπὸ τί μᾶς ἀπάλλαξε
ὁ Χριστὸς καὶ ποιὰ ἀγαθὰ μᾶς χάρισε, τόσο πολὺ πυρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη
τοῦ Χριστοῦ, ὥστε, ὅπως λένε οἱ ἱεροὶ Πατέρες, «τὸ κοινὸν ἴδιον
ποιεῖται», αἰσθάνθηκε αὐτὴ τὴν οἰκουμενικὴ κίνηση τῆς ἀγάπης
τοῦ Χριστοῦ σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο· σὰν νὰ ἀγάπησε ὁ Χριστὸς μόνο τὸν
Παῦλο καὶ σὰν νὰ πέθανε μόνο γι᾿ αὐτόν.
Ἂς προσπαθήσουμε
λοιπὸν κι ἐμεῖς ὅσο μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε αὐτὴν τὴν προσωπικὴ ἀγάπη
τοῦ Χριστοῦ στὸν καθένα μας. Νὰ συναισθανθοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ἀγάπησε
σὰν νὰ ἦταν ὁ καθένας μας τὸ μοναδικὸ πρόσωπο τῆς ἀγάπης του. Καὶ σταυρώθηκε
γιὰ μᾶς προσωπικά. Καὶ μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ χειρότερο δεινό, τὴν ἁμαρτία,
τὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο. Ἂν τὸ αἰσθανθοῦμε αὐτὸ πραγματικὰ μέσα μας,
θὰ γεμίσει ἡ ψυχή μας ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸν Λυτρωτή μας, θὰ ἀλλάξει
καὶ ἡ δική μας ζωή. Θὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς τότε νὰ ζοῦμε τὸ μυστήριο τῆς
νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ νὰ λέμε: «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ
Χριστός». Ἀμήν.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐλθόντι
τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ
τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν,
καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο, καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ'
ἐν τοῖς μνήμασιν. ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν
αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ
τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. παρήγγειλε
γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου.
πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις
φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος
εἰς τὰς ἐρήμους. ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων·
Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια
πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς
εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένη ἐν
τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς
εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον
εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ
εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες
τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν
καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονὸς,
καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ' οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα
παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς
οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος
τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ' αὐτῶν, ὅτι φόβῳ
μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖο ὑπέστρεψεν. ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνὴρ, ἀφ' οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια,
εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὑπόστρεφε εἰς
τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός.
καὶ ἀπῆλθε καθ' ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα
ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.
(Λουκ. η΄[8] 26 – 39)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό ὁ
Ἰησοῦς κατέπλευσε στὴν περιοχὴ τῶν Γαδαρηνῶν, πού εἶναι ἀπέναντι
ἀπὸ τὴ Γαλιλαία. Κι ὅταν βγῆκε στὴ στεριά, τὸν συνάντησε κάποιος ἄνθρωπος
πού καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα του δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ
χρόνια. Αὐτὸς δὲν φοροῦσε πάνω του ροῦχα οὔτε ἔμενε σὲ σπίτι, ἀλλά
ζοῦσε μέσα στὰ μνήματα. Ὅταν ὅμως εἶδε τὸν Ἰησοῦ, ἀπὸ τὸ φόβο του ἔβγαλε
μιὰ δυνατὴ κραυγή, ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ μὲ φωνὴ μεγάλη εἶπε: Ποιὰ
σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ σὲ σένα καὶ τί ζητᾶς ἀπὸ μένα, Ἰησοῦ,
Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ, μὴ μὲ βασανίσεις καὶ μὴ μοῦ ἐπιβάλεις
τὴν τιμωρία νὰ κλειστῶ ἀπὸ τώρα μέσα στὰ σκοτάδια τοῦ Ἅδη. Καὶ
εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ δαιμονισμένος, διότι ὁ Ἰησοῦς εἶχε διατάξει
τὸ ἀκάθαρτο δαιμονικὸ πνεῦμα νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Διότι ἀπὸ
πολλὰ χρόνια τὸν εἶχε κυριεύσει, καὶ τοῦ δημιουργοῦσε ἄγρια ἔξαψη.
Γι’ αὐτό τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες καὶ μὲ σιδερένια δεσμὰ στὰ πόδια,
καὶ τὸν φύλαγαν νὰ μὴν κάνει κανένα κακὸ ἢ βλάψει κανέναν. Ἀλλὰ αὐτὸς
ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ συρόταν βίαια ἀπὸ τὸν δαίμονα στὶς ἐρημιές.
Τὸν ρώτησε τότε ὁ Ἰησοῦς: Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά σου; Κι
αὐτὸς τοῦ ἀπάντησε: Λεγεών, δηλαδὴ ταξιαρχία στρατιωτῶν. Καὶ
εἶχε αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι εἶχαν μπεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο αὐτὸ ὄχι μόνο
ἕνα ἀλλά πολλὰ δαιμόνια. Καὶ τὰ δαιμόνια αὐτὰ μὲ τὸ στόμα τοῦ δαιμονισμένου
τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μὴν τὰ διατάξει νὰ πᾶνε στὰ τρίσβαθα τοῦ Ἅδη.
Στὸ μεταξὺ ἐκεῖ κοντὰ ἦταν ἕνα κοπάδι ἀπὸ πολλοὺς χοίρους πού ἔβοσκαν
στὸ βουνό. Καὶ τὰ δαιμόνια τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ μποῦν
σ' ἐκείνους τοὺς χοίρους. Καὶ ὁ Κύριος τούς τὸ ἐπέτρεψε, ἐπειδὴ αὐτοὶ
πού ἔτρεφαν τοὺς χοίρους τὸ ἔκαναν αὐτὸ παραβαίνοντας τὸ Μωσαϊκὸ
νόμο, ὁ ὁποῖος ἀπαγόρευε ὡς ἀκάθαρτο τὸ χοιρινὸ κρέας. Μὲ τὸν τρόπο
αὐτὸ ὁ Κύριος τιμώρησε τὴν παρανομία τους αὐτή. Κι ἀφοῦ βγῆκαν τὰ δαιμόνια
ἀπό τὸν ἄνθρωπο, μπῆκαν στοὺς χοίρους. Τότε τὸ κοπάδι ὅρμησε μὲ ἀσυγκράτητη
μανία πρὸς τὸν γκρεμό, κι ἔπεσε κάτω στὴ λίμνη καὶ πνίγηκε. Μόλις εἶδαν
αὐτὸ πού ἔγινε ἐκεῖνοι πού ἔβοσκαν τοὺς χοίρους, ἔφυγαν καὶ ἀνήγγειλαν
τὸ συμβὰν τῆς καταστροφῆς τῶν χοίρων στοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ σ'
ὅσους ἔμεναν ἔξω στὴν ὕπαιθρο. Τότε οἱ ἄνθρωποι βγῆκαν ἀπὸ τὴν πόλη
καὶ τὰ περίχωρα γιὰ νὰ δοῦν αὐτὸ πού ἔγινε, καὶ ἦλθαν στόν Ἰησοῦ. Καὶ πράγματι,
βρῆκαν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τόν ὁποῖον εἶχαν βγεῖ τά δαιμόνια νά κάθεται
κοντά στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ καί νά εἶναι ντυμένος καί σωφρονισμένος.
Καί φοβήθηκαν. Κι ὅσοι εἶχαν δεῖ τὸ περιστατικὸ τοὺς διηγήθηκαν πῶς
ἔγινε καλὰ καὶ σώθηκε ὁ δαιμονισμένος. Τότε ὅλο τὸ πλῆθος τῆς περιφέρειας
τῶν Γαδαρηνῶν παρακάλεσαν τὸν Ἰησοῦ νὰ φύγει ἀπὸ κοντά τους, διότι
κυριεύθηκαν ἀπὸ μεγάλο φόβο ὅταν εἶδαν τὴ δίκαιη τιμωρία πού ἐπιβλήθηκε
σ' ἐκείνους πού ἐξέτρεφαν χοίρους παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τοῦ νόμου.
Καὶ ὁ Ἰησοῦς μπῆκε στὸ πλοῖο καὶ ἐπέστρεψε στὸ μέρος ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶχε
ἔλθει. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τὰ δαιμόνια τὸν παρακαλοῦσε
νὰ μένει μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ φύγει λέγοντας:
Γύρισε πίσω στὸ σπίτι σου καὶ νὰ διηγεῖσαι ὅσα σοῦ ἔκανε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος
σὲ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὰ δαιμόνια. Κι ἐκεῖνος ἔφυγε καὶ διεκήρυττε σ' ὅλη
τὴν πόλη ὅσα τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου