Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ. ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

    ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ

(17 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2021)

ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ  

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ)

Ἀ­δελ­φοί, πε­ί­θε­σθε τοῖς ἡ­γου­μέ­νοις ὑ­μῶν καὶ ὑ­πε­ί­κε­τε, αὐ­τοὶ γὰρ ἀ­γρυ­πνοῦ­σιν ὑ­πὲρ τῶν ψυ­χῶν ὑ­μῶν ὡς λό­γον ἀ­πο­δώ­σον­τες, ἵ­να με­τὰ χα­ρᾶς τοῦ­το ποι­ῶ­σι καὶ μὴ στε­νά­ζον­τες, ἀ­λυ­σι­τε­λὲς γὰρ ὑ­μῖν τοῦ­το. Προ­σε­ύ­χε­σθε πε­ρὶ ἡ­μῶν, πε­ποί­θα­μεν γὰρ ὅ­τι κα­λὴν συ­νε­ί­δη­σιν ἔ­χο­μεν, ἐν πᾶ­σι κα­λῶς θέ­λον­τες ἀ­να­στρέ­φε­σθαι. Πε­ρισ­σο­τέ­ρως δὲ πα­ρα­κα­λῶ τοῦ­το ποι­ῆ­σαι ἵ­να τά­χιον ἀ­πο­κα­τα­στα­θῶ ὑ­μῖν. Ὁ δὲ Θε­ὸς τῆς εἰ­ρή­νης, ὁ ἀ­να­γα­γὼν ἐκ νε­κρῶν τὸν ποι­μέ­να τῶν προ­βά­των τὸν μέ­γαν ἐν αἵ­μα­τι δι­α­θή­κης αἰ­ω­νί­ου, τὸν Κύριον ἡ­μῶν ᾽Ι­η­σοῦν, κα­ταρ­τί­σαι ὑ­μᾶς ἐν παν­τὶ ἔρ­γῳ ἀ­γα­θῷ εἰς τὸ ποι­ῆ­σαι τὸ θέ­λη­μα αὐ­τοῦ, ποι­ῶν ἐν ἡ­μῖν τὸ εὐ­ά­ρε­στον ἐ­νώ­πιον αὐ­τοῦ διὰ ᾽Ι­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ᾧ ἡ δό­ξα εἰς τοὺς αἰ­ῶ­νας τῶν αἰ­ώ­νων· ἀ­μήν.                    

(Ἑ­βρ. ιγ΄[13] 17-21) 

 ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀ­δελ­φοί, νά ὑ­πα­κοῦ­τε στοὺς πνευ­μα­τι­κοὺς προ­ϊ­στα­μέ­νους σας καὶ νὰ ὑ­πο­τάσ­σε­σθε τε­λεί­ως σ' αὐ­τούς. Δι­ό­τι αὐ­τοί ἀ­γρυ­πνοῦν γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α τῶν ψυ­χῶν σας, κα­θὼς θὰ δώ­σουν λό­γο στὸ Χρι­στὸ γιὰ τὶς ψυ­χές σας. Νὰ τοὺς ὑ­πα­κοῦ­τε, γιὰ νὰ ἐν­θαρ­ρύ­νον­ται μὲ τὴν ὑ­πα­κο­ή σας, ὥ­στε ν ἐ­πι­τε­λοῦν τ ἔρ­γο τους αὐ­τὸ μ χα­ρὰ κα ὂ­χι μ στε­ναγ­μούς. Ἄλ­λω­στε δν σς συμ­φέ­ρει ν στε­νά­ζουν ἐ­ξαι­τί­ας σας οἱ πνευ­μα­τι­κοὶ σας προ­ε­στοί, ἐ­πει­δή ὁ Θε­ὸς θ σς τι­μω­ρή­σει γι' αὐ­τό. Ν προ­σεύ­χε­σθε γιά μᾶς. Κα ἔ­χου­με τ θάρ­ρος νά ζη­τή­σου­με τς προ­σευ­χές σας, δι­ό­τι εἴ­μα­στε βέ­βαι­οι ὅ­τι ἡ συ­νεί­δη­σή μας δν μς τύ­πτει σ τί­πο­τε, ἀλ­λά μᾶς δί­νει ἀ­γα­θὴ συμ­μαρ­τυ­ρί­α, ἀ­φοῦ πάν­το­τε κα σ ὅ­λα θέ­λου­με ν συμ­πε­ρι­φε­ρό­μα­στε κα­λά. Σς πα­ρα­κα­λῶ λοι­πὸν ν τ κά­νε­τε αὐ­τὸ πε­ρισ­σό­τε­ρο γι μέ­να, γι ν μπο­ρέ­σω ν ἔλ­θω ξα­νὰ κον­τά σας τ συν­το­μό­τε­ρο. Καί ὁ Θε­ός, πο εἶ­ναι ὁ χο­ρη­γὸς κα νο­μο­θέ­της τς εἰ­ρή­νης, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἀ­νέ­στη­σε ἐκ νε­κρῶν τν με­γά­λο ποι­μέ­να τν πνευ­μα­τι­κῶν προ­βά­των προ­κει­μέ­νου νά εἰ­σέλ­θει στν οὐ­ρα­νὸ κα ν προ­σφέ­ρει ἐ­κεῖ ὡς ἐ­ξι­λα­στή­ριο θυ­σί­α τ αἷ­μα του, μ τ ὁ­ποῖ­ο ἐ­πι­κυ­ρώ­θη­κε δι­α­θή­κη αἰ­ώ­νια, τν Κύ­ριό μας Ἰ­η­σοῦ Χρι­στὸ δη­λα­δή, εὔ­χο­μαι ν σς τε­λει­ο­ποι­ή­σει σ κά­θε ἀ­γα­θὸ ἔρ­γο, ὥ­στε ν κά­νε­τε τ θέ­λη­μά του. Αὐ­τὸς ν ἐ­νερ­γή­σει στ ἐ­σω­τε­ρι­κό σας ἐ­κεῖ­νο πο εἶ­ναι ἀ­ρε­στὸ ἐ­νώ­πιόν του δι­α­μέ­σου τς με­σι­τεί­ας τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, στν ὁ­ποῖ­ο ἀ­νή­κει ἡ δό­ξα στος αἰ­ῶ­νες τν αἰ­ώ­νων. Ἀ­μήν.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, εἰ­σερ­χο­μέ­νου τοῦ ᾿Ι­η­σοῦ εἴς τι­να κώ­μην, ἀ­πήν­τη­σαν αὐ­τῷ δέ­κα λε­προὶ ἄν­δρες, οἳ ἔ­στη­σαν πόῤ­ῥω­θεν, καὶ αὐ­τοὶ ἦ­ραν φω­νὴν, λέ­γον­τες· ᾿Ι­η­σοῦ ἐ­πι­στά­τα, ἐ­λέ­η­σον ἡ­μᾶς. Καὶ ἰ­δὼν, εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Πο­ρευ­θέν­τες ἐ­πι­δε­ί­ξα­τε ἑ­αυ­τοὺς τοῖς ἱ­ε­ρεῦ­σι. Καὶ ἐ­γέ­νε­το ἐν τῷ ὑ­πά­γειν αὐ­τοὺς, ἐ­κα­θα­ρί­σθη­σαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐ­τῶν, ἰ­δὼν ὅ­τι ἰ­ά­θη, ὑ­πέ­στρε­ψε με­τὰ φω­νῆς με­γά­λης δο­ξά­ζων τὸν Θε­όν, καὶ ἔ­πε­σεν ἐ­πὶ πρό­σω­πον πα­ρὰ τοὺς πό­δας αὐ­τοῦ, εὐ­χα­ρι­στῶν αὐ­τῷ· καὶ αὐ­τὸς ἦν Σα­μα­ρε­ί­της. Ἀ­πο­κρι­θεὶς δὲ ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­πεν· οὐ­χὶ οἱ δέ­κα ἐ­κα­θα­ρί­σθη­σαν; οἱ δὲ ἐν­νέ­α ποῦ; οὐχ εὑ­ρέ­θη­σαν ὑ­πο­στρέ­ψαν­τες δοῦ­ναι δό­ξαν τῷ Θε­ῷ, εἰ μὴ ὁ ἀλ­λο­γε­νὴς οὗ­τος; Καὶ εἶ­πεν αὐ­τῷ· Ἀ­να­στὰς πο­ρε­ύ­ου· ἡ πί­στις σου σέ­σω­κέ σε.                        

                                        (Λουκ. ιζ΄[17] 12  – 19)

 

ΕΥγνωμοσύνη πρός τόν Θεό

«Εἷς ἐξ αὐ­τῶν, ἰ­δὼν ὅ­τι ἰά­θη, ὑ­πέ­στρε­ψε... δο­ξά­ζων τὸν Θε­ὸν»

Στὸ ση­με­ρι­νὸ εὐ­αγ­γε­λι­κὸ ἀ­νά­γνω­σμα ἀ­κού­σα­με τὴ δι­ή­γη­ση γιὰ τὸ θαῦ­μα τῆς θε­ρα­πεί­ας τῶν δέ­κα λε­πρῶν καὶ θαυ­μά­σα­με τὴ θερ­μὴ εὐ­γνω­μο­σύ­νη ἑ­νὸς ἀ­πὸ τοὺς δέ­κα θε­ρα­πευ­μέ­νους, ποὺ ἦ­ταν Σα­μα­ρεί­της. Αὐ­τός, «ἰ­δὼν ὅ­τι ἰά­θη», ση­μει­ώ­νει ὁ ἱ­ε­ρὸς εὐ­αγ­γε­λι­στὴς Λου­κᾶς, ἐ­πέ­στρε­ψε στὸν Κύ­ριο καὶ μὲ δυ­να­τὴ φω­νή, πε­σμέ­νος στὸ ἔ­δα­φος, δό­ξα­ζε τὸν Θε­ὸ καὶ εὐ­χα­ρι­στοῦ­σε τὸν Εὐ­ερ­γέ­τη του. Μὲ αὐ­τὴ τὴν ἀ­φορ­μὴ ἂς δοῦ­με ποι­ὲς εἶ­ναι οἱ δω­ρε­ὲς τοῦ Θε­οῦ σ᾿ ἐ­μᾶς καὶ πῶς θὰ ἐκ­φρά­ζου­με πρὸς Ἐ­κεῖ­νον τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη μας.

1. Οἱ δω­ρε­ὲς τοῦ Θε­οῦ σ᾿ ἐ­μᾶς

Οἱ εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι ἀ­μέ­τρη­τες. Μᾶς δη­μι­ούρ­γη­σε ἐκ τοῦ μη­δε­νός. Μᾶς δί­νει ὑ­γεί­α, ὅ­λα τὰ μέ­σα γιὰ τὴ συν­τή­ρη­σή μας, κα­θη­με­ρι­νὴ τρο­φή, ροῦ­χα, σπί­τι. Ἡ πρό­νοι­ά Του ἁ­πλώ­νε­ται σὲ κά­θε πτυ­χὴ τῆς ζω­ῆς μας: στὴν οἰ­κο­γέ­νεια, στὴν ἐρ­γα­σί­α… Πῶς τὰ τα­κτο­ποι­εῖ πάν­το­τε ὅ­λα, τὶς πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρὲς πρὶν προ­λά­βου­με νὰ Τοῦ ζη­τή­σου­με αὐ­τὸ ποὺ θέ­λου­με! Ἀλ­λὰ καὶ ἀ­πὸ πό­σους κιν­δύ­νους μᾶς προ­στα­τεύ­ει!

Ἀ­συγ­κρί­τως με­γα­λύ­τε­ρες εἶ­ναι οἱ πνευ­μα­τι­κὲς δω­ρε­ές Του· ἐ­νῶ ἡ κο­ρυ­φαί­α εὐ­ερ­γε­σί­α εἶ­ναι ὅ­τι ἀ­πὸ τὴν ἀ­γά­πη Του πρὸς ἐ­μᾶς ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος καὶ σταυ­ρώ­θη­κε καὶ ἀ­να­στή­θη­κε γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α μας. Μᾶς γλύ­τω­σε ἀ­πὸ τὴν αἰ­ώ­νια κό­λα­ση καὶ μᾶς χά­ρι­σε τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ή. Μᾶς ἔ­βα­λε μέ­σα στὴν Ἐκ­κλη­σί­α Του, μᾶς ἀ­ξί­ω­σε νὰ γνω­ρί­σου­με τὴν ἀ­λή­θεια, νὰ εἴ­μα­στε Ὀρ­θό­δο­ξοι Χρι­στια­νοί. Βα­πτι­σθή­κα­με, χρι­σθή­κα­με, ζοῦ­με μέ­σα στὴν ἀγ­κα­λιὰ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­που πνέ­ει ἡ Χά­ρις τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Γνω­ρί­ζου­με τὸ νό­η­μα τῆς ζω­ῆς. Μπο­ροῦ­με νὰ ἀν­τι­με­τω­πί­ζου­με τὸν θά­να­το μὲ ἐλ­πί­δα. Μᾶς χά­ρι­σε τὸν λό­γο Του, τὴν Ἁ­γί­α Γρα­φή, τὸ με­γά­λο ὅ­πλο τῆς προ­σευ­χῆς. Λαμ­βά­νου­με ἄ­φε­ση ἁ­μαρ­τι­ῶν στὸ Μυ­στή­ριο τῆς ἱ­ε­ρᾶς Ἐ­ξο­μο­λο­γή­σε­ως. Παίρ­νου­με τὸν Θε­ὸ μέ­σα μας στὸ ἱ­ε­ρὸ Μυ­στή­ριο τῆς θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας – ὑ­πάρ­χει τί­πο­τε ἀ­νώ­τε­ρο στὴ γῆ; Ἔ­χου­με πα­τέ­ρα μας τὸν Θε­ό, μη­τέ­ρα τὴ Θε­ο­τό­κο. Ἔ­χου­με ἄγ­γε­λο φύ­λα­κα, βο­η­θοὺς καὶ συμ­πα­ρα­στά­τες μας τοὺς Ἁ­γί­ους. Ἔ­χου­με ἐν Χρι­στῷ ἀ­δελ­φοὺς τοὺς ἄλ­λους πι­στούς.

Εὐ­ερ­γε­σί­ες ὅ­μως εἶ­ναι καὶ οἱ θλί­ψεις ποὺ ἐ­πι­τρέ­πει ὁ Θε­ὸς στὴ ζω­ή μας. Εὐ­ερ­γε­σί­ες; Ναί, με­γά­λες εὐ­ερ­γε­σί­ες. Για­τὶ ὅ­ταν τὶς ἀν­τι­με­τω­πί­ζου­με μὲ πί­στη καὶ ὑ­πο­μο­νή, ἐ­ξα­γι­α­ζό­μα­στε. Ἔ­λε­γε ὁ ὅ­σιος Πα­ΐ­σιος ὁ Ἁ­γι­ο­ρεί­της: «Ἡ ὑ­γεί­α εἶ­ναι με­γά­λο δῶ­ρο. Τὴν ὠ­φέ­λεια ὅ­μως ποὺ δί­νει ὁ πό­νος, δὲν μπο­ρεῖ νὰ τὴ δώ­σει ἡ ὑ­γεί­α».

Εὐ­ερ­γε­σί­ες, ἀ­να­ρίθ­μη­τες εὐ­ερ­γε­σί­ες! Ἀλ­λὰ πῶς μπο­ροῦ­με νὰ ἐκ­δη­λώ­νου­με τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη μας;

2. Πῶς θὰ ἐκ­φρά­ζου­με τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη μας

Πρῶ­τα-πρῶ­τα νὰ με­λε­τοῦ­με τὶς εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ. Τὸ βρά­δυ πρὶν ἀ­πὸ τὴν προ­σευ­χή μας νὰ σκε­φτό­μα­στε πῶς μᾶς εὐ­ερ­γέ­τη­σε ὁ Θε­ὸς ἐ­κεί­νη τὴν ἡ­μέ­ρα· ἢ στὸ τέ­λος τοῦ χρό­νου, τὶς εὐ­ερ­γε­σί­ες ἐ­κεί­νου τοῦ χρό­νου. Συ­χνὰ νὰ ἀ­φι­ε­ρώ­νου­με λί­γο χρό­νο γιὰ νὰ με­λε­τοῦ­με τὸ Πά­θος τοῦ Κυ­ρί­ου.

Ἔ­τσι θὰ συ­νει­δη­το­ποι­οῦ­με τὶς εὐ­ερ­γε­σί­ες Του καὶ θὰ Τὸν εὐ­χα­ρι­στοῦ­με στὴν προ­σευ­χή μας. Ἡ προ­σευ­χή μας νὰ μὴν πε­ρι­έ­χει μό­νο αἰ­τή­μα­τα, ἀλ­λὰ καὶ εὐ­χα­ρι­στί­ες. Κά­θε μέ­ρα τῆς ζω­ῆς μας ὁ­πωσ­δή­πο­τε νὰ εὐ­χα­ρι­στοῦ­με τὸν Κύ­ριο γιὰ τὴν ἐ­ναν­θρώ­πη­σή Του, τὴ Σταύ­ρω­ση καὶ Ἀ­νά­στα­σή Του. Νὰ Τὸν εὐ­χα­ρι­στοῦ­με καὶ γιὰ τὸ ὅ­τι εἴ­μα­στε Ὀρ­θό­δο­ξοι Χρι­στια­νοί.

Ἐ­πί­σης νὰ ἐκ­κλη­σι­α­ζό­μα­στε μὲ δι­ά­θε­ση εὐ­γνω­μο­σύ­νης. Ἡ θεί­α Λει­τουρ­γί­α ἔ­χει κα­τε­ξο­χὴν χα­ρα­κτή­ρα εὐ­χα­ρι­στί­ας. Σὲ μιὰ Εὐ­χή της ὁ ἱ­ε­ρέ­ας λέ­ει: Σὲ εὐ­χα­ρι­στοῦ­με, Κύ­ρι­ε, γιὰ ὅ­λα, «ὑ­πέρ… τῶν φα­νε­ρῶν καὶ ἀ­φα­νῶν εὐ­ερ­γε­σι­ῶν»· γιὰ τὶς γνω­στὲς καὶ ἄ­γνω­στες εὐ­ερ­γε­σί­ες Σου.

Τὸ ση­μαν­τι­κό­τε­ρο ὅ­μως εἶ­ναι νὰ ἐκ­δη­λώ­νου­με τὴν εὐ­χα­ρι­στί­α μας ἔμ­πρα­κτα, μὲ τὴ ζω­ή μας. Νὰ ἐκ­φρά­ζου­με τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη μας κά­νον­τας ὑ­πα­κο­ὴ στὸ θέ­λη­μά Του. Ὁ Θε­ὸς μοῦ δί­νει τό­σα ἀ­γα­θά, κι ἐ­γὼ δὲν θὰ δώ­σω κά­τι ἀ­πὸ αὐ­τὰ στοὺς φτω­χούς; Μοῦ ἔ­δω­σε ὑ­γι­ὴ μά­τια, ἐ­πι­τρέ­πε­ται ἐ­γὼ νὰ τὰ μο­λύ­νω μὲ ἄ­σχη­μα θε­ά­μα­τα; Μοῦ ἔ­δω­σε μυα­λὸ νὰ σκέ­φτο­μαι καὶ γλώσ­σα νὰ μι­λά­ω· μπο­ρῶ ἐ­γὼ νὰ τὰ χρη­σι­μο­ποι­ῶ γιὰ νὰ κα­τα­κρί­νω τοὺς ἄλ­λους; Ὁ Χρι­στὸς πά­νω στὸ Σταυ­ρὸ συγ­χώ­ρη­σε τοὺς σταυ­ρω­τές Του, ἐ­γὼ δὲν θὰ συγ­χω­ρή­σω αὐ­τοὺς ποὺ μοῦ φταῖ­νε; Ὁ Χρι­στὸς σταυ­ρώ­θη­κε γιὰ τὶς ἁ­μαρ­τί­ες μου, κι ἐ­γὼ δὲν θὰ σταυ­ρώ­σω τὰ πά­θη μου; Θὰ ἐ­ξα­κο­λου­θῶ νὰ προ­τι­μῶ τὴν ἁ­μαρ­τί­α;

Μέ­σα στὰ ἱ­ε­ρὰ Εὐ­αγ­γέ­λια ἀ­κοῦ­με τὸν Κύ­ριο κά­ποι­ες φο­ρὲς νὰ δι­α­τυ­πώ­νει πα­ρά­πο­νο. Μί­α ἀ­πὸ αὐ­τὲς εἶ­ναι ἡ ση­με­ρι­νή: «Δὲν θε­ρα­πεύ­θη­καν οἱ δέ­κα; Οἱ ἄλ­λοι ἐν­νέ­α ποῦ εἶ­ναι; Χά­θη­καν νὰ γυ­ρί­σουν πί­σω καὶ νὰ δο­ξά­σουν τὸν Θε­ό;». Ὁ Θε­ὸς πα­ρα­πο­νεῖ­ται γιὰ τὴν ἀ­χα­ρι­στί­α τῶν ἀν­θρώ­πων, ἂν καὶ δὲν κερ­δί­ζει τί­πο­τε ἀ­πὸ τὶς εὐ­χα­ρι­στί­ες τους. Οἱ ἄν­θρω­ποι κερ­δί­ζουν. Για­τὶ ὁ Θε­ὸς σ᾿ ἐ­κεί­νους ποὺ Τὸν εὐ­γνω­μο­νοῦν μὲ λό­για καὶ μὲ ἔρ­γα καὶ ὠ­φε­λοῦν­ται ἀ­πὸ τὶς εὐ­ερ­γε­σί­ες Του, τοὺς δί­νει καὶ ἄλ­λες. Κο­λυμ­πᾶ­με μέ­σα στὶς εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ. Ἂς μά­θου­με νὰ Τοῦ λέ­με «εὐ­χα­ρι­στῶ», ἂς γί­νου­με εὐ­γνώ­μο­νες πρὸς τὸν Εὐ­ερ­γέ­τη μας.

     (Δι­α­σκευ­ή ἀ­πό πα­λαι­ό τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου