Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Α΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Α΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ)
(24 ΜΑΪΟΥ 2015)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν ταῖς ἡ­μέ­ραις ἐ­κεί­ναις, ἔ­κρι­νε ὁ Παῦ­λος πα­ρα­πλεῦ­σαι τὴν ῎Ε­φε­σον, ὅ­πως μὴ γέ­νη­ται αὐ­τῷ χρο­νο­τρι­βῆ­σαι ἐν τῇ ᾿Α­σί­ᾳ· ἔ­σπευ­δε γάρ, εἰ δυ­να­τὸν ἦν αὐ­τῷ, τὴν ἡ­μέ­ραν τῆς πεν­τη­κο­στῆς γε­νέ­σθαι εἰς ῾Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα. ᾿Α­πὸ δὲ τῆς Μι­λή­του πέμ­ψας εἰς ῎Ε­φε­σον με­τε­κα­λέ­σα­το τοὺς πρε­σβυ­τέ­ρους τῆς ἐκ­κλη­σί­ας. Ὡς δὲ πα­ρε­γέ­νον­το πρὸς αὐ­τόν, εἶ­πεν αὐ­τοῖς·  Προ­σέ­χε­τε οὖν ἑ­αυ­τοῖς καὶ παν­τὶ τῷ ποι­μνί­ῳ ἐν ᾧ ὑ­μᾶς τὸ Πνεῦ­μα τὸ ῞Α­γι­ον ἔ­θε­το ἐ­πι­σκό­πους, ποι­μα­ί­νειν τὴν ἐκ­κλη­σί­αν τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ Θε­οῦ, ἣν πε­ρι­ε­ποι­ή­σα­το δι­ὰ τοῦ ἰ­δί­ου αἵ­μα­τος. Ἐ­γὼ γὰρ οἶ­δα τοῦ­το, ὅ­τι εἰ­σε­λε­ύ­σον­ται με­τὰ τὴν ἄ­φι­ξίν μου λύ­κοι βα­ρεῖς εἰς ὑ­μᾶς μὴ φει­δό­με­νοι τοῦ ποι­μνί­ου· καὶ ἐξ ὑ­μῶν αὐ­τῶν ἀ­να­στή­σον­ται ἄν­δρες λα­λοῦν­τες δι­ε­στραμ­μέ­να τοῦ ἀ­πο­σπᾶν τοὺς μα­θη­τὰς ὀ­πί­σω αὐ­τῶν. Δι­ὸ γρη­γο­ρεῖ­τε, μνη­μο­νεύ­ον­τες ὅ­τι τρι­ε­τί­αν νύ­κτα καὶ ἡ­μέ­ραν οὐκ ἐ­παυ­σά­μην με­τὰ δα­κρύ­ων νου­θε­τῶν ἕ­να ἕ­κα­στον. Καὶ τὰ νῦν πα­ρα­τί­θε­μαι ὑ­μᾶς, ἀ­δελ­φοί, τῷ Θε­ῷ καὶ τῷ λό­γῳ τῆς χά­ρι­τος αὐ­τοῦ τῷ δυ­να­μέ­νῳ ἐ­ποι­κο­δο­μῆ­σαι καὶ δοῦ­ναι ὑ­μῖν κλη­ρο­νο­μί­αν ἐν τοῖς ἡ­γι­α­σμέ­νοις πᾶ­σιν. Ἀρ­γυ­ρί­ου ἢ χρυ­σί­ου ἢ ἱ­μα­τι­σμοῦ οὐ­δε­νὸς ἐ­πε­θύ­μη­σα· αὐ­τοὶ γι­νώ­σκε­τε ὅ­τι ταῖς χρε­ί­αις μου καὶ τοῖς οὖ­σι μετ᾿ ἐ­μοῦ ὑ­πη­ρέ­τη­σαν αἱ χεῖ­ρες αὗ­ται. πάν­τα ὑ­πέ­δει­ξα ὑ­μῖν ὅ­τι οὕ­τω κο­πι­ῶν­τας δεῖ ἀν­τι­λαμ­βά­νε­σθαι τῶν ἀ­σθε­νο­ύν­των, μνη­μο­νε­ύ­ειν τε τῶν λό­γων τοῦ Κυ­ρί­ου ᾿Ι­η­σοῦ, ὅ­τι αὐ­τὸς εἶ­πε· μα­κά­ρι­όν ἐ­στι μᾶλ­λον δι­δό­ναι ἢ λαμ­βά­νειν. Καὶ ταῦ­τα εἰ­πών, θεὶς τὰ γό­να­τα αὐ­τοῦ σὺν πᾶ­σιν αὐ­τοῖς προ­σηύ­ξα­το.
                                (Πράξ. Ἀποστ. κ΄[20] 16-18, 28-36)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
   Ἐκεῖνο τόν καιρό ὁ Παῦλος ἀ­πο­φά­σι­σε νὰ πα­ρα­κάμ­ψει μὲ τὸ πλοῖ­ο τήν Ἔ­φε­σο καὶ νὰ μὴν ἀ­πο­βι­βα­σθεῖ σ' αὐ­τήν, γιὰ νὰ μὴν το­ῦ συμ­βεῖ ν' ἀρ­γο­πο­ρή­σει στὴν Ἀ­σί­α. Δι­ό­τι βι­α­ζό­ταν νὰ εἶ­ναι στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ἐ­ὰν τοῦ ἦ­ταν δυ­να­τό, τὴν ἡμέρα τῆς Πεν­τη­κο­στῆς. Ἀ­πὸ τὴ Μί­λη­το λοι­πὸν ἔ­στει­λε ἀν­θρώ­πους στὴν Ἔφεσο καὶ κά­λε­σε τοὺς πρε­σβυ­τέ­ρους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας νὰ ἔλ­θουν νὰ τὸν συ­ναντή­σουν. Κι ὅ­ταν ἦλ­θαν κον­τά του, τοὺς εἶ­πε:
Ἐ­σεῖς γνω­ρί­ζε­τε κα­λὰ πῶς συμ­πε­ρι­φέρ­θη­κα ἀ­πέ­ναν­τί σας ὅ­λο τὸ χρο­νι­κὸ δι­ά­στη­μα τῆς ἐ­δῶ πα­ρα­μο­νῆς μου ἀ­πὸ τὴν πρώ­τη μέ­ρα πού πά­τη­σα τὸ πό­δι μου στὴν Ἀ­σί­α. Προ­σέ­χε­τε λοι­πὸν τὸν ἑ­αυ­τό σας, πῶς θὰ συμπερι­φέ­ρε­σθε καὶ τί θὰ δι­δά­σκε­τε. Προ­σέ­χε­τε καὶ ὅ­λο τὸ πνευ­μα­τι­κό σας ποί­μνιο, στὸ ὁ­ποῖ­ο τὸ Ἅ­γιον Πνεῦμα σᾶς το­πο­θέ­τη­σε ἐ­πι­σκό­πους γιὰ νὰ ποι­μαί­νε­τε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θε­οῦ, τὴν ὁποία ὁ Κύ­ριος ἔ­σω­σε καὶ κατέστησε κτῆ­μα του μὲ τὸ δι­κό του αἷ­μα. Προ­σέ­χε­τε, δι­ό­τι ἐγώ τὸ γνω­ρί­ζω, με­τὰ τὴν ἀ­ναχώρησή μου θὰ εἰ­σβά­λουν ἀ­νά­με­σά σας ψευδοδιδάσκαλοι καὶ πλά­νοι σὰν ἄ­γριοι καὶ σκλη­ροὶ λύ­κοι πού θά δι­αρ­πά­ζουν ἀ­λύ­πη­τα τὸ ποί­μνιο βλά­πτον­τας καὶ ἀφανίζοντας τὶς ψυ­χὲς τῶν λο­γι­κῶν προ­βά­των. Ἀ­κό­μη κι ἀ­πό σᾶς τοὺς ἴ­διους θὰ ἐμ­φα­νι­στοῦν ἄνθρω­ποι πού θὰ δι­δά­σκουν δι­δα­σκα­λί­ες οἱ ὁ­ποῖ­ες θὰ δι­α­στρέ­φουν τὴν ἀ­λή­θεια, γιὰ νὰ ἀ­πο­σποῦν τοὺς μα­θη­τὲς ἀ­πὸ τὸν εὐ­θὺ δρό­μο τῆς ἀ­λή­θειας, νὰ τοὺς πα­ρα­σύ­ρουν πί­σω τους καὶ νὰ τοὺς κά­νουν ὀ­πα­δούς τους. Γι' αὐ­τὸ νὰ προ­σέ­χε­τε καὶ νὰ εἶ­στε ἄ­γρυ­πνοι, ἔ­χον­τας ὡς πα­ρά­δειγ­μα ἐ­μέ­να· καὶ νὰ θυ­μᾶ­στε ὅ­τι γιὰ μιὰ τρι­ε­τί­α συ­νε­χῶς νύ­χτα καὶ μέ­ρα δὲν στα­μά­τη­σα νὰ νου­θε­τῶ μὲ δά­κρυ­α τὸν κα­θέ­να σας ξε­χω­ρι­στά. Καὶ τώ­ρα σᾶς ἐμ­πι­στεύ­ο­μαι, ἀ­δελ­φοί, στὸ Θε­ὸ καὶ στὸ λό­γο πού ἡ χά­ρη Του μᾶς ἀ­πο­κά­λυ­ψε. Αὐ­τὸς ὁ λό­γος του θὰ σᾶς προ­φυ­λά­ξει ἀ­πὸ κά­θε πλά­νη καὶ δι­α­στρο­φή. Σᾶς ἐμ­πι­στεύ­ο­μαι στὸ Θε­ό, ὁ ὁποῖος μπο­ρεῖ νὰ συ­νε­χί­σει τὴν οἰ­κο­δο­μή σας καὶ νὰ σᾶς δώ­σει κλη­ρο­νο­μιὰ τὸν οὐ­ρα­νὸ μα­ζὶ μὲ ὅ­λους αὐ­τοὺς πού προ­ό­δευ­σαν στὸν ἁ­για­σμὸ πού τοὺς χά­ρι­σε ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός. Ἀ­σή­μι ἢ χρυ­σά­φι ἢ ρου­χι­σμό, τί­πο­τε ἀ­πὸ αὐ­τὰ δὲν ἐ­πι­θύ­μη­σα. ­Ἐ­σεῖς οἱ ἴδιοι γνω­ρί­ζε­τε ὅ­τι γιὰ τὶς ἀ­νάγ­κες τὶς δι­κές μου καὶ γιὰ τὶς ἀ­νάγ­κες ἐ­κεί­νων πού ἦ­ταν μα­ζί μου ὑ­πη­ρέ­τη­σαν τὰ ρο­ζι­α­σμέ­να αὐ­τὰ χέ­ρια. Μὲ κά­θε τρό­πο σᾶς ἔ­δω­σα τὸ πα­ρά­δειγ­μα ὅ­τι πρέ­πει νὰ ἐρ­γά­ζε­σθε ἔ­τσι σκλη­ρὰ γιὰ νὰ προ­λα­βαί­νε­τε κά­θε σκαν­δα­λι­σμὸ τῶν ἀ­δύ­να­μων ἀ­δελ­φῶν, καὶ νὰ τοὺς βο­η­θᾶ­τε νὰ γί­νουν δυ­να­τοὶ πνευ­μα­τι­κά. Ἀλλά καὶ νὰ θυ­μᾶστε τὰ λό­για τοῦ Κυ­ρί­ου Ἰησοῦ, πού εἶ­χε πεῖ: Εἶ­ναι κα­λύ­τε­ρο νὰ δί­νει κα­νεὶς πα­ρὰ νὰ παίρ­νει, ἀ­κό­μη καὶ ὅ­ταν δι­και­οῦ­ται νὰ πά­ρει. Αὐ­τὸ κα­θι­στᾶ τὸν ἄν­θρω­πο πε­ρισ­σό­τε­ρο εὐ­τυ­χῆ.
 Κι ἀφοῦ τὰ εἶ­πε αὐ­τά, γο­νά­τι­σε καὶ προ­σευ­χή­θη­κε μα­ζὶ μὲ ὅ­λους αὐ­τούς.
                            
ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
      Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἐ­πά­ρας ὁ ᾿Ι­η­σοῦς τοὺς ὀ­φθαλ­μοὺς αὐ­τοῦ εἰς τὸν οὐ­ρα­νὸν εἶ­πε· Πάτερ, ἐ­λή­λυ­θεν ἡ ὥ­ρα· δό­ξα­σόν σου τὸν Υἱ­όν, ἵ­να καὶ ὁ Υἱ­ός σου δο­ξά­σῃ σε, κα­θὼς ἔ­δω­κας αὐ­τῷ ἐ­ξου­σί­αν πά­σης σαρ­κός, ἵ­να πᾶν ὃ δέ­δω­κας αὐ­τῷ δώ­σῃ αὐ­τοῖς ζω­ὴν αἰ­ώ­νι­ον. Αὕ­τη δέ ἐ­στιν ἡ αἰ­ώ­νι­ος ζωή, ἵ­να γι­νώ­σκω­σί σε τὸν μό­νον ἀ­λη­θι­νὸν Θε­ὸν καὶ ὃν ἀ­πέ­στει­λας ᾿Ι­η­σοῦν Χρι­στόν. Ἐ­γώ σε ἐ­δό­ξα­σα ἐ­πί τῆς γῆς· τὸ ἔρ­γον ἐ­τε­λε­ί­ω­σα, ὃ δέ­δω­κάς μοι ἵ­να ποι­ή­σω· καὶ νῦν δό­ξα­σόν με σύ, Πάτερ, πα­ρὰ σε­αυ­τῷ τῇ δό­ξη ᾗ εἶ­χον πρὸ τοῦ τὸν κό­σμον εἶ­ναι, πα­ρὰ σοί. ᾿Ε­φα­νέ­ρω­σά σου τὸ ὄ­νο­μα τοῖς ἀν­θρώ­ποις οὓς δέ­δω­κάς μοι ἐκ τοῦ κό­σμου· σοὶ ἦ­σαν καὶ ἐ­μοὶ αὐ­τοὺς δέ­δω­κας, καὶ τὸν λό­γον σου τε­τη­ρή­κα­σι. Νῦν ἔ­γνω­καν ὅ­τι πάν­τα ὅ­σα δέ­δω­κάς μοι πα­ρὰ σοῦ ἐ­στιν· ὅ­τι τὰ ῥή­μα­τα ἃ δέ­δω­κάς μοι δέ­δω­κα αὐ­τοῖς, καὶ αὐ­τοὶ ἔ­λα­βον, καὶ ἔ­γνω­σαν ἀ­λη­θῶς ὅ­τι πα­ρὰ σοῦ ἐ­ξῆλ­θον, καὶ ἐ­πί­στευ­σαν ὅ­τι σύ με ἀ­πέ­στει­λας. ᾿Ε­γὼ πε­ρὶ αὐ­τῶν ἐ­ρω­τῶ· οὐ πε­ρί τοῦ κό­σμου ἐ­ρω­τῶ, ἀλ­λὰ πε­ρὶ ὧν δέ­δω­κάς μοι, ὅ­τι σοί εἰ­σι. Καὶ τὰ ἐ­μὰ πάν­τα σά ἐ­στι καὶ τὰ σὰ ἐ­μά, καὶ δε­δό­ξα­σμαι ἐν αὐ­τοῖς. Καὶ οὐκέ­τι εἰ­μὶ ἐν τῷ κό­σμῳ, καὶ οὗ­τοι ἐν τῷ κό­σμῳ εἰ­σί, καὶ ἐ­γὼ πρὸς σὲ ἔρ­χο­μαι. Πάτερ ἅ­γι­ε, τή­ρη­σον αὐ­τοὺς ἐν τῷ ὀ­νό­μα­τί σου ᾧ δέ­δω­κάς μοι, ἵ­να ὦ­σιν ἓν κα­θὼς ἡ­μεῖς. Ὅ­τε ἤ­μην μετ᾿ αὐ­τῶν ἐν τῷ κό­σμῳ, ἐ­γὼ ἐ­τή­ρουν αὐ­τοὺς ἐν τῷ ὀ­νό­μα­τί σου· οὓς δέ­δω­κάς μοι ἐ­φύ­λα­ξα, καὶ οὐ­δεὶς ἐξ αὐ­τῶν ἀ­πώ­λε­το, εἰ μὴ ὁ υἱ­ὸς τῆς ἀ­πω­λε­ί­ας, ἵ­να ἡ Γρα­φὴ πλη­ρω­θῇ. Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρ­χο­μαι, καὶ ταῦ­τα λα­λῶ ἐν τῷ κό­σμῳ, ἵ­να ἔ­χω­σι τὴν χα­ρὰν τὴν ἐ­μὴν πε­πλη­ρω­μέ­νην ἐν αὐ­τοῖς
                                       (Ἰωάν. ιζ΄[17] 1 – 13)

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 
Η Α' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ὑπῆρξε κορυφαῖο γεγονὸς στὴ ζωὴ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ὥρα πού ἡ βλάσφημη αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ σάρωνε τὴν αὐτοκρατορία, οἱ ἅγιοι θεοφόροι Πατέρες ἔφθασαν ἐναγώνιοι στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας καί μὲ τὸν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος διέλυσαν τὴν πλάνη τοῦ Ἀρείου.
Ἡ Ἐκκλησία, εὐγνώμων για τὴν μεγάλη τους προσφορά, ἀφιέρωσε τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς στὴν ἱερή μνήμην τῶν 318 ἁγίων ἐκείνων ἀνδρῶν, ποὺ πρόταξαν τὰ στήθη τους στὴν ἐπιδρομή τῶν λύκων τοῦ Ἀρειανισμοῦ.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΜΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ εἶναι καί αὐτὸ ἐντεταγμένο στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς ἑορτῆς. Ἀποτελεῖ ἕνα τμῆμα τῆς λεγόμενης Ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου, τῆς πλέον συγκλονιστικῆς προσευχῆς πού ἀπευθύνθηκε ποτὲ πρὸς τὸν Οὐρανό ἀπό τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς.
Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ ἔχει πλέον τελειώσει. Ὁ προδότης ἔχει φύγει γιὰ νὰ φέρει σέ πέρας τὸ καταχθόνιο σχέδιό του. Ὁ Κύριος μὲ τοὺς ἕνδεκα μαθητές πορεύεται πρὸς τὸν τόπο τῆς μεγάλης ἀγωνίας, τὴν Γεθσημανή. Ἡ συγκλονιστικὴ προσευχὴ γίνεται σὲ κάποιο σημεῖο αὐτὴς τῆς διαδρομῆς. Ὁ Κύριος ὑψώνει τὰ μάτια του στὸν Οὐρανὸ καί λέγει:
«ΠΑΤΕΡ, ΕΛΗΛΥΘΕΝ Η ΩΡΑ»  Πατέρα, ἔφθασε πλέον ἡ ὥρα τῆς μεγάλης Θυσίας. Δόξασε τὸν Υἱό Σου μὲ αὐτὴ τὴν Θυσία, ὥστε καί ἐγώ, ὁ Υἱός Σου, νά δοξάσω Ἐσένα. Δόξασέ με, ἀφοῦ ἄλλωστε Ἐσύ στόν Υἱό Σου ἔδωσες ἐξουσία ἐπί ὅλου τοῦ κόσμου, ὥστε νά χαρίσει αἰώνια ζωή σέ ὅλους τοὺς πιστούς, ὅσους τοῦ ἔδωσες. Αὐτὴ δὲ ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι τὸ νὰ γνωρίζουν Ἐσένα, τὸν ἀληθινό Θεό, καὶ αὐτὸν τὸν ὁποῖο ἀπέστειλες στὸν κόσμο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἐγώ, μὲ τὰ ὅσα ἐπιτέλεσα, Σὲ δόξασα ἐπί τῆς γῆς, τὸ ἔργο πού μοῦ ἀνέθεσες τὸ τελείωσα. Τώρα λοιπὸν δόξασέ με, Πατέρα, καὶ ὡς ἄνθρωπο κοντά Σου, μὲ τὴ δόξα τὴν ὁποία ὡς συναιώνιος Υἱός Σου καὶ Θεὸς εἶχα πλησίον Σου, πρὶν δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος.
ΤΩΡΑ Ο ΚΥΡΙΟΣ στρέφει τὸ ἐνδιαφέρον Του πρὸς τοὺς μαθητές Του καὶ τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων. Μὲ μιά πράξη ἀπείρου ἀγάπης ἐναγκαλίζεται τοὺς δικούς Του καὶ τοὺς παραδίδει στὴ στοργικὴ πρόνοια τοῦ Οὐράνιου Πατέρα:
Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά Σου στοὺς ἀνθρώπους ποὺ μοῦ χάρισες ἀπό τὸν κόσμο δηλαδὴ φανέρωσα τὴν ἀλήθεια ὅτι εἶσαι πραγματικὸς Πατέρας στοὺς πιστούς, ποὺ Ἐσύ μοῦ ἔδωσες. Ἰδικοί Σου ἦσαν καὶ τοὺς πρόσφερες σέ μένα, καὶ τὸν λόγο Σου, πού τούς φανέρωσα, τόν δέχθηκαν καὶ τὸν ἐφάρμοσαν. Τώρα κατάλαβαν καλὰ ὅτι ὅλα ὅσα μοῦ χάρισες προέρχονται ἀπό Ἐσένα. Τὸ κατάλαβαν, διότι ὅλα αὐτὰ ποὺ μοῦ πρόσφερες τούς τά χάρισα, καί αὐτοί τά δέχτηκαν μὲ προθυμία καὶ κατάλαβαν πολὺ καλὰ ὅτι ἀπό Ἐσένα γεννήθηκα προαιωνίως καὶ πίστευσαν ὅτι Ἐσύ μὲ ἀπέστειλες στὸν κόσμο.
Λοιπόν, γι' αὐτοὺς τοὺς πιστούς μου τώρα Σὲ παρακαλῶ· δὲν Σὲ παρακαλῶ αὐτὴ τὴ στιγμὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἀποστατημένου κόσμου, ἀλλά γι' αὐτοὺς ποὺ μοῦ χάρισες καί οἱ ὁποῖοι ἑξακολουθοῦν πάντοτε νὰ εἶναι δικοί Σου, ἀφοῦ ἄλλωστε ὅλα τά δικά μου εἶναι δικά Σου καὶ ὅλα τὰ δικά Σου εἶναι δικά μου  καὶ ἀκόμη διότι δι’ αὐτῶν τῶν πιστῶν ποὺ μοῦ χάρισες ἔχω δοξασθεῖ, ἐφόσον αὐτοί ἀναγνώρισαν τὴ θεία μου φύση καί ἀποστολή.
Ἀλλά καὶ γιὰ ἕνα ἀκόμη λόγο Σὲ παρακαλῶ τώρα γι' αὐτούς, τοὺς πιστοὺς μαθητές μου. Σὲ παρακαλῶ, διότι ἐγώ πιά δὲν θὰ εἶμαι μαζί τους στὸν κόσμο.
Αὐτοί θὰ παραμείνουν στὸν κόσμο, ἐνῶ ἐγώ ἔρχομαι πρὸς Ἐσένα. Λοιπόν, «Πάτερ ἅγιε», φύλαξέ τους «ἐν τῷ ὀνόματί σου», μὲ τὴν πατρική πρόνοια καί στοργή τῆς θεότητάς Σου, τὴν ὁποία ἄλλωστε ἔχεις χαρίσει καὶ σέ μένα. Φύλαξέ τους ὥστε νὰ εἶναι ἑνωμένοι μεταξύ τους ὡς ἕνα σῶμα. Ὅταν ἤμουν μαζί τους στὸν κόσμο, τοὺς προστάτευα ἐγώ μὲ τὴ δική Σου πατρικὴ προστασία. Ὅλους ὅσους μοῦ χάρισες τούς διαφύλαξα καί δὲν χάθηκε κανείς ἀπ' αὐτούς, παρὰ μόνον «ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας», ὁ προδότης Ἰούδας, σύμφωνα μὲ τὶς προφητεῖες τῆς Γραφῆς. Τώρα ὅμως ἐγώ ἔρχομαι πρὸς Ἐσένα  καὶ τὰ λέγω αὐτὰ ἐνόσω βρίσκομαι στὸν κόσμο, γιὰ νὰ γνωρίζουν οἱ μαθητές μου ὅτι θά τούς προστατεύεις Ἐσύ καὶ ἔτσι νὰ ἔχουν μέσα τοὺς πλήρη καὶ τέλεια τὴ δική μου χαρά.
Η ΠΥΡΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ἡ φλογερότερη προσευχὴ τοῦ κόσμου. Μιὰ προσευχὴ γεμάτη ἁγία ἀγωνία γιὰ τοὺς πιστούς. Ἀγωνιᾶ ὁ Κύριος γιὰ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἀγωνιᾶ γιὰ τὴν πορεία της μέσα στὶς θύελλες καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου. Ἀγωνιᾶ πολύ περισσότερο γιά τὴν ἑνότητά της· «ἵνα ὧσιν ἕν», δέεται  γιὰ νὰ εἶναι ἕνα σῶμα.
«Ἵνα ὧσιν ἕν»! Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο τραῦμα γιά τήν Ἐκκλησία ἀπό τό τραῦμα κατὰ τῆς ἑνότητάς της. Οἱ ἄνθρωποι ἁμαρτάνουμε, καί ἁμαρτάνουμε πολύ. Ὅμως κανένα ἁμάρτημά μας δὲν μπορεῖ νὰ τραυματίσει, νὰ βλάψει τὴν Ἐκκλησία. Τὸ μόνο τραῦμα ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν Ἐκκλησία βασανιστικὰ εἶναι ὁ τραυματισμὸς τῆς ἑνότητάς της: οἱ ἀποσκιρτήσεις, αἱρέσεις – τά σχίσματα! Γι' αὐτὸ καὶ ἡ εὐθύνη τῶν σχισματικῶν εἶναι φοβερή. Οἱ Ἄρειοι καὶ οἱ παντὸς εἴδους σχισματικοὶ καὶ αἱρετικοὶ δήμιοι τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας παραδίδονται στὸ αἰώνιο ἀνάθεμα.
Γι' αὐτὸ τὸν λόγο ἂς προσέχουμε πολύ. Ὅλοι μας!
     (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου