Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(2 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2018)



Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀ­δελ­φοί, ὁ βε­βαι­ῶν ἡ­μᾶς σὺν ὑ­μῖν εἰς Χρι­στὸν καὶ χρί­σας ἡ­μᾶς Θε­ός, ὁ καί σφρα­γι­σά­με­νος ἡ­μᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀρ­ρα­βῶ­να τοῦ Πνε­ύ­μα­τος ἐν ταῖς καρ­δί­αις ἡ­μῶν. ᾿Ε­γὼ δὲ μάρ­τυ­ρα τὸν Θε­ὸν ἐ­πι­κα­λοῦ­μαι ἐ­πὶ τὴν ἐ­μὴν ψυ­χήν, ὅ­τι φει­δό­με­νος ὑ­μῶν οὐ­κέ­τι ἦλ­θον εἰς Κόρινθον. Οὐχ ὅ­τι κυ­ρι­ε­ύ­ο­μεν ὑ­μῶν τῆς πί­στε­ως, ἀλ­λὰ συ­νερ­γοί ἐ­σμεν τῆς χα­ρᾶς ὑ­μῶν· τῇ γὰρ πί­στει ἑ­στή­κα­τε. ῎Ε­κρι­να δὲ ἑ­μαυ­τῷ τοῦ­το, τὸ μὴ πά­λιν ἐν λύ­πῃ ἐλ­θεῖν πρὸς ὑ­μᾶς. Εἰ γὰρ ἐ­γὼ λυ­πῶ ὑ­μᾶς, καὶ τίς ἐ­στιν ὁ εὐ­φρα­ί­νων με εἰ μὴ ὁ λυ­πο­ύ­με­νος ἐξ ἐ­μοῦ; καὶ ἔ­γρα­ψα ὑ­μῖν τοῦ­το αὐ­τό, ἵ­να μὴ ἐλ­θὼν λύ­πην ἔ­χω, ἀφ᾿ ὧν ἔ­δει με χα­ί­ρειν, πε­ποι­θὼς ἐ­πὶ πάν­τας ὑ­μᾶς, ὅ­τι ἡ ἐ­μὴ χα­ρὰ πάν­των ὑ­μῶν ἐ­στιν. Ἐκ γὰρ πολ­λῆς θλί­ψε­ως καὶ συ­νο­χῆς καρ­δί­ας ἔ­γρα­ψα ὑ­μῖν διὰ πολ­λῶν δα­κρύ­ων, οὐχ ἵ­να λυ­πη­θῆ­τε, ἀλ­λὰ τὴν ἀ­γά­πην ἵ­να γνῶ­τε ἣν ἔ­χω πε­ρισ­σο­τέ­ρως εἰς ὑ­μᾶς.
                                 (Β΄ Κορ. α΄[1] 21 – β’ 4)

ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΙ  ΕΝ  ΧΡΙΣΤΩ
Ὁ Ἀ­πό­στο­λος τῶν Ἐ­θνῶν, ὁ πρω­το­κο­ρυ­φαῖ­ος Παῦ­λος, κυ­ρί­ως καὶ πά­νω ἀπ᾿ ὅ­λα ἀ­πο­τε­λεῖ πα­ρά­δειγ­μα πρὸς μί­μη­σιν Ἀ­πο­στο­λι­κῆς ἐρ­γα­σί­ας καὶ ποι­μαν­τι­κῆς ἀ­φο­σι­ώ­σε­ως. Ὅ­μως μέ­σα ἀ­πὸ τὸν πλοῦ­το τῶν θε­ο­πνεύ­στων κει­μέ­νων ἀ­να­δει­κνύ­ε­ται πλὴν τῶν ἄλ­λων καὶ ἄ­ρι­στος παι­δα­γω­γός. Ὁ παι­δα­γω­γὸς ποὺ μὲ σο­φί­α καὶ ἰ­δί­ως μὲ δι­ά­κρι­ση πνεύ­μα­τος χρη­σι­μο­ποι­εῖ τό­σο τὸν ἔ­παι­νο, ὅ­σο καὶ κά­θε παι­δα­γω­γί­α γιὰ τὴν προ­κο­πὴ τῶν πι­στῶν στὴν ἐν Χρι­στῷ ζω­ή.
Μέ­σα ἀ­πὸ τὸ κη­ρυ­κτι­κὸ - παι­δα­γω­γι­κό του σύ­στη­μα ποὺ ξε­τυ­λί­γε­ται στὶς ἐ­πι­στο­λές του καὶ ἐν προ­κει­μέ­νω τὴν Β΄ πρὸς Κο­ριν­θί­ους ἀ­πὸ τὴν ὁ­ποί­α καὶ λαμ­βά­νου­με τὸ Ἀ­πο­στο­λι­κὸ Ἀ­νά­γνω­σμα, ἐκ­πη­γά­ζει θαυ­μα­στὴ ἡ ὅ­λη του φι­λο­στορ­γί­α. Ὅ­ταν ἐ­λέγ­χει καὶ φαί­νε­ται παι­δα­γω­γι­κῶς νὰ τι­μω­ρεῖ, κρύ­βει μί­α μο­να­δι­κὴ πα­τρι­κὴ ἀ­γά­πη, καὶ ἀ­κρι­βῶς ἐ­πει­δὴ ἀ­γα­πᾶ ἐν Κυ­ρί­ῳ ἐ­λέγ­χει τὰ κα­κῶς κεί­με­να πρὸς δι­όρ­θω­ση καὶ θε­ρα­πεί­α. Ὅ­μως οἱ εὐ­λο­γη­μέ­νοι παι­δα­γω­γοὶ τῆς χά­ρι­τος εἶ­ναι ἀ­πο­λύ­τως ἀ­ναγ­καῖ­οι ὄ­χι μό­νο στὸν χῶ­ρο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λὰ καὶ στὸν χῶ­ρο τῆς ἐκ­παι­δεύ­σε­ως καὶ γε­νι­κῶς σὲ ὅ­λα τὰ ἐ­πί­πε­δά της κοι­νω­νί­ας μας.
Ξε­κι­νών­τας λοι­πὸν ἀ­πὸ τὴ μορ­φὴ τοῦ Ἀπ. Παύ­λου, ἂς χα­ρά­ξει ἡ γρα­φί­δα κά­ποι­ες ἀ­λή­θει­ες σχε­τι­κῶς μὲ ὅ­σους ἔ­χουν ἀ­να­λά­βει τὸ ὄν­τως δύ­σκο­λο ἔρ­γο τῆς κα­θο­δη­γή­σε­ως καὶ δι­α­μορ­φώ­σε­ως τῶν ψυ­χῶν καὶ μά­λι­στα τῶν παι­δι­ῶν καὶ τῶν νέ­ων.
Καὶ μό­νο ἡ συ­νει­δη­το­ποί­η­σις ὅ­τι ὁ παι­δα­γω­γὸς - ἐκ­παι­δευ­τι­κὸς κρα­τᾶ στὰ χέ­ρια του τὴν χρυ­σὴ ἐλ­πί­δα τοῦ αὔ­ριο, εἶ­ναι ἱ­κα­νὴ νὰ φυ­γα­δεύ­σει τὸν «ὕ­πνον τοῖς βλε­φά­ροις καὶ τὸν νυ­σταγ­μὸν ἐν τοῖς κρο­τά­φοις» του. Ὁ­μο­λο­γου­μέ­νως ἀ­πὸ τὰ δυ­σκο­λο­τέ­ρα τῶν ἔρ­γων -λει­τουρ­γη­μά­των, ἀλ­λὰ ὅ­ταν ἐ­νερ­γεῖ­ται μὲ πί­στη, προ­σευ­χή, συ­νέ­πεια καὶ ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα, κρύ­βει τὴν πλέ­ον ὑ­πέ­ρο­χη νί­κη ποὺ θὰ ἔλ­θει θάτ­τον ἢ βρά­διον.
Φυ­σι­κά, παι­δα­γω­γός, μπο­ρεῖ νὰ εἶ­ναι κι ὁ πα­τέ­ρας κι ἡ μη­τέ­ρα, ὁ κα­τη­χη­τής, ἀ­κό­μα καὶ αὐ­τὸς ὁ πι­στὸς καὶ συ­νει­δη­τὸς ἀ­ξι­ω­μα­τι­κός, ὅ­πως ὁ Ἅ­γιος Δη­μή­τριος καὶ τό­σοι ἄλ­λοι ποὺ θε­ω­ροῦ­σαν ἔρ­γο τους καὶ κα­θῆ­κον τους τὸ νὰ ὁ­μι­λοῦν γιὰ τὸν Χρι­στὸ καὶ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α Του.
Στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τό, πό­σα, ἀ­λή­θεια, ἔ­χουν νὰ μᾶς ἀ­να­φέ­ρουν πα­λαι­οὶ κυ­ρί­ως ἐκ­παι­δευ­τι­κοὶ οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀ­νά­λω­σαν τὴν ζω­ήν τους στὴν Ἑλ­λη­νι­κὴ ἐκ­παί­δευ­ση καὶ στὸ νὰ μορ­φώ­νουν στὶς ψυ­χὲς τῶν μα­θη­τῶν τους τὸν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ;
Πό­σα ἔ­χουν νὰ μᾶς ποῦν κά­ποι­ες ἐ­κλε­κτὲς ψυ­χὲς ποὺ ἀρ­νή­θη­καν ἀ­κό­μα καὶ τὶς νό­μι­μες ἀ­πο­λαύ­σεις τῆς ζω­ῆς, ἀρ­νή­θη­καν ἀ­κό­μα καὶ δι­κή τους οἰ­κο­γέ­νεια νὰ δη­μι­ουρ­γή­σουν καὶ ἀ­φο­σι­ώ­θη­καν ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κὰ στὸ παι­δα­γω­γι­κό τους ἔρ­γο, κη­ρύσ­σον­τας τὰ Ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξα ἰ­δα­νι­κὰ τῆς πο­νε­μέ­νης Ρω­μι­ο­σύ­νης στὶς ψυ­χὲς ποὺ κά­θε φο­ρὰ ἔ­φε­ρε ὁ Θε­ὸς στὰ χέ­ρια τους; Θὰ ἄ­ξι­ζε κά­ποι­ος νὰ θυ­σι­ά­σει­  ἀ­πὸ τὸν πο­λύ­τι­μο χρό­νο του καὶ νὰ συλ­λέ­ξει τέ­τοι­α πε­ρι­στα­τι­κὰ ποὺ φω­τί­ζουν τὴν ἐν Χρι­στῷ δι­α­παι­δα­γώ­γη­ση τῶν τέ­κνων τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τῆς Ἑλ­λά­δος.
Καὶ μό­νο ἡ ἀ­νά­μνη­ση τέ­τοι­ων μορ­φῶν - ἐκ­παι­δευ­τι­κῶν σὲ δί­σε­κτα ἔ­τη, εἴ­τε στὰ ἀ­στι­κὰ κέν­τρα, εἴ­τε στὴν ὕ­παι­θρον χώ­ρα ποὺ ὡς και­ό­με­νες λαμ­πά­δες ἐ­φώ­τι­ζαν τὸ πε­ρι­βάλ­λον τους τό­σο στὴν κα­τω­τέ­ρα ὅ­σο καὶ στὴν μέ­ση ἐκ­παί­δευ­ση· φυ­σι­κὰ καὶ στὴν ἀ­νω­τέ­ρα καὶ στὴν ἀ­νω­τά­τη· καὶ μό­νο λοι­πὸν αὐ­τὴ ἡ ἀ­νά­μνη­σις συγ­κι­νεῖ τὶς καρ­δι­ὲς ὅ­σων εἶ­χαν τὴν εὐ­λο­γί­α νὰ μά­θουν τὰ πρῶ­τα γράμ­μα­τα, νὰ ἐμ­βα­θύ­νουν στὴν μόρ­φω­ση καὶ νὰ ἀ­κού­σουν τὰ γνή­σια κα­τη­χη­τι­κὰ δι­δάγ­μα­τα ἀ­πὸ τὰ εὐ­λο­γη­μέ­να χεί­λη καὶ τὴν πύ­ρι­νη καρ­διὰ τῶν πι­στῶν ἐ­κεί­νων ἐκ­παι­δευ­τι­κῶν.
Δὲν θὰ ἀγ­γί­ξου­με τὴν ση­με­ρι­νὴ πραγ­μα­τι­κό­τη­τα τῆς ἐκ­παι­δεύ­σε­ως, οὔ­τε βε­βαί­ως θὰ τολ­μή­σου­με συγ­κρί­σεις, «ἄ­πα­γε τῆς βλα­σφη­μί­ας». Καὶ τοῦ­το γιὰ νὰ μὴ φυ­γα­δεύ­σου­με τὴν γα­λή­νη καὶ τὴν συγ­κί­νη­ση τῶν ὄ­μορ­φων σχο­λι­κῶν καὶ ὄ­χι μό­νο ἀ­να­μνή­σε­ων. Τοῦ­το μό­νο, στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τό, θὰ πρέ­πει νὰ το­νί­σου­με καὶ νὰ εὐ­χη­θοῦ­με: «Ὁ Ἅ­γιος Θε­ὸς νὰ εὐ­λο­γεῖ καὶ νὰ ἐ­νι­σχύ­ει ὅ­λους αὐ­τοὺς τοὺς ἐκ­παι­δευ­τι­κοὺς σή­με­ρα, ποὺ ἀ­γω­νί­ζον­ται μέ­σα στὰ μα­νι­α­σμέ­να κύ­μα­τα νὰ μορ­φώ­σουν τὰ παι­διὰ ποὺ ἡ πρό­νοι­α τοῦ Θε­οῦ ἔ­φε­ρε στὰ χέ­ρια τους».
Ἔ­λε­γε ἕ­νας φι­λό­λο­γος πρὶν ἀ­πὸ λί­γο και­ρό. Κά­θε ἡ­μέ­ρα ποὺ ξε­κι­νῶ νὰ πά­ω στὴν σχο­λι­κὴ μο­νά­δα, αἰ­σθά­νο­μαι λὲς καὶ πη­γαί­νω γιὰ θη­ρι­ο­μα­χί­α στὸ Κο­λοσ­σαῖ­ο τῆς Ρώ­μης... (αὐ­τὸ καὶ ἀ­πὸ τὰ παι­διὰ ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως ἀ­πὸ τοὺς ψυ­χρούς, ἀ­δι­ά­φο­ρους ἕ­ως καὶ ἄ­θε­ους συ­να­δέλ­φους ἐκ­παι­δευ­τι­κούς).
Ναί. Ὁ κα­λὸς παι­δα­γω­γὸς μοιά­ζει μὲ στό­χο. Τὸ βλέμ­μα ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων βρί­σκε­ται στα­θε­ρὰ καρ­φω­μέ­νο ἐ­πά­νω του. Ἡ ὅ­λη του στά­σις καὶ τὸ πα­ρά­δειγ­μά του, ἔ­χει τὸ πε­ρισ­σό­τε­ρο βά­ρος. Ἀ­λή­θεια, πῶς εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ στα­θεῖ ἕ­νας παι­δα­γω­γὸς ποὺ κη­ρύσ­σει εἴ­τε τὴν ἀ­θε­ΐ­α του, εἴ­τε τὰ πά­θη τῆς ἀ­τι­μί­ας στὶς ψυ­χὲς τῶν παι­δι­ῶν; Πῶς εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ ὀ­νο­μά­ζε­ται δι­δά­σκα­λος καὶ νὰ φι­λο­δο­ξεῖ τὸν ὑ­ψη­λὸ ἐκ­παι­δευ­τι­κὸ τί­τλο, ἄν­θρω­πος ποὺ οὐ­δε­μί­α προ­σω­πι­κὴ σχέ­ση ἔ­χει μὲ τὸν Μέ­γαν Παι­δα­γω­γόν, τὸν Κύ­ριον ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν;  Πό­σο δί­και­ο εἶ­χε ὁ Ἅ­γιος Κο­σμᾶς ὁ Αἰ­τω­λὸ­ς  ὅ­ταν ἐ­κή­ρυσ­σε ὅ­τι «τὰ ἄ­θε­α γράμ­μα­τα θὰ κα­τα­στρέ­ψουν τὸν κό­σμο»;
Ἀλ­λ' ἂς ἐ­πι­στρέ­ψου­με στοὺς συ­νει­δη­τοὺς καὶ τα­λαν­τού­χους δι­δα­σκά­λους ποὺ εἶ­ναι προ­σε­κτι­κοὶ στὰ λό­για τους, στὶς πρά­ξεις, στοὺς τρό­πους, στὸ ντύ­σι­μο, στὰ μά­τια... Σ᾿ αὐ­τοὺς ποὺ ἀ­γω­νί­ζον­ται νὰ εἶ­ναι «τύ­πος τῶν πι­στῶν ἐν λό­γῳ, ἐν ἀ­να­στρο­φῇ, ἐν ἀ­γά­πῃ, ἐν πνεύ­μα­τι, ἐν πί­στει, ἐν ἁ­γνεί­ᾳ».
Μό­νο ὅ­ταν ὁ ἐκ­παι­δευ­τι­κὸς εἶ­ναι ὁ­λο­κλη­ρω­μέ­νη προ­σω­πι­κό­τη­τα μπο­ρεῖ νὰ ἔ­χει ἐ­πι­τυ­χί­α στὸ ἔρ­γο του καὶ γε­μά­τος χα­ρὰ πνευ­μα­τι­κή, νὰ λέ­γει «ἰ­δοὺ ἐ­γὼ καὶ τὰ παι­δί­α ἃ μοὶ ἔ­δω­κεν ὁ Χρι­στός».
Ὁ­πωσ­δή­πο­τε τὰ παι­διὰ μᾶς κιν­δυ­νεύ­ουν, ἀ­κρι­βῶς ἀ­πὸ τὴν ἔλ­λει­ψη τῶν μορ­φῶν ποὺ ἐμ­πνέ­ουν καὶ κα­θο­δη­γοῦν πρὸς τὰ ὑ­ψη­λά. Ἂς γί­νει στρα­τό­πε­δο προ­σευ­χῆς ἀ­πὸ ὅ­λη τὴν Ἐκ­κλη­σί­α ὥ­στε καὶ πά­λι νὰ ἀ­στρά­φτουν τὰ δι­α­μάν­τια τῆς χά­ρι­τος, οἱ κα­λοί, πι­στοί, ἀ­γω­νι­στές, φι­λο­πά­τρι­δες, ἁ­γνοὶ ἱ­ε­ρα­πό­στο­λοι ἐκ­παι­δευ­τι­κοί, ὥ­στε καὶ πά­λι τὸ ἔ­θνος μας νὰ ἀ­νοί­ξει «τὰ φτε­ρὰ τὰ πρω­τι­νά του, τὰ με­γά­λα».
Εἴ­θε οἱ νέ­οι ἐκ­παι­δευ­τι­κοὶ νὰ κα­τα­στοῦν ὄν­τως παι­δα­γω­γοὶ ἐμ­πνε­ό­με­νοι ἀ­πὸ τοὺς προ­στά­τες τῆς Ἑλ­λη­νο­χρι­στι­α­νι­κῆς μας παι­δεί­ας, τοὺς Τρεῖς Ἱ­ε­ράρ­χες, καὶ ὅ­σοι δι­α­κο­νοῦ­με τοὺς νέ­ους, ἂς κρα­τή­σου­με τὸν λό­γο τοῦ ἁ­γί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Χρυ­σο­στό­μου.  «Ὅ­ταν κα­νεὶς αὐ­λα­κώ­σει βα­θειὰ καὶ καλ­λι­ερ­γή­σει μὲ ἐ­πι­μέ­λεια τὸ πλού­σιον εἰς χῶ­μα καὶ λι­πα­ρὸν χω­ρά­φι του, θὰ ἀ­πο­κο­μί­σει πλου­σί­αν ἐ­σο­δί­αν... Τὸ ἴ­διον συμ­βαί­νει καὶ ὅ­ταν κα­νεὶς σπεί­ρει τὸν σπό­ρον τοῦ θεί­ου λό­γου εἰς ψυ­χὰς γε­μά­τας ἀ­πὸ εὐ­πεί­θειαν καὶ εὐ­λά­βειαν». Ἀ­μήν.
Πηγη: http://kirigmata.blogspot.com.cy

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶ­πεν ὁ Κύ­ριος τὴν πα­ρα­βο­λὴν ταύ­την· Ὡ­μοι­ώ­θη ἡ βα­σι­λε­ί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν ἀν­θρώ­πῳ βα­σι­λεῖ, ὅ­στις ἐ­πο­ί­η­σε γά­μους τῷ υἱ­ῷ αὐ­τοῦ. καὶ ἀ­πέ­στει­λε τοὺς δο­ύ­λους αὐ­τοῦ κα­λέ­σαι τοὺς κε­κλη­μέ­νους εἰς τοὺς γά­μους, καὶ οὐκ ἤ­θε­λον ἐλ­θεῖν. πά­λιν ἀ­πέ­στει­λεν ἄλ­λους δο­ύ­λους λέ­γων· εἴ­πα­τε τοῖς κε­κλη­μέ­νοις· ἰ­δοὺ τὸ ἄ­ρι­στόν μου ἡ­το­ί­μα­σα, οἱ ταῦ­ροί μου καὶ τὰ σι­τι­στὰ τε­θυ­μέ­να, καὶ πάν­τα ἕ­τοι­μα· δεῦ­τε εἰς τοὺς γά­μους. οἱ δὲ ἀ­με­λή­σαν­τες ἀ­πῆλ­θον, ὃς μὲν εἰς τὸν ἴ­διον ἀ­γρόν, ὃς δὲ εἰς τὴν ἐμ­πο­ρί­αν αὐ­τοῦ· οἱ δὲ λοι­ποὶ κρα­τή­σαν­τες τοὺς δο­ύ­λους αὐ­τοῦ ὕ­βρι­σαν καὶ ἀ­πέ­κτει­ναν. ἀ­κο­ύ­σας δὲ ὁ βα­σι­λεὺς ἐ­κεῖ­νος ὠρ­γί­σθη, καὶ πέμ­ψας τὰ στρα­τε­ύ­μα­τα αὐ­τοῦ ἀ­πώ­λε­σε τοὺς φο­νεῖς ἐ­κε­ί­νους καὶ τὴν πό­λιν αὐ­τῶν ἐ­νέ­πρη­σε. τό­τε λέ­γει τοῖς δο­ύ­λοις αὐ­τοῦ· ὁ μὲν γά­μος ἕ­τοι­μός ἐ­στιν, οἱ δὲ κε­κλη­μέ­νοι οὐκ ἦ­σαν ἄ­ξιοι· πο­ρε­ύ­ε­σθε οὖν ἐ­πὶ τὰς δι­ε­ξό­δους τῶν ὁ­δῶν, καὶ ὅ­σους ἐ­ὰν εὕ­ρη­τε κα­λέ­σα­τε εἰς τοὺς γά­μους. καὶ ἐ­ξελ­θόν­τες οἱ δοῦ­λοι ἐ­κεῖ­νοι εἰς τὰς ὁ­δοὺς συ­νή­γα­γον πάν­τας ὅ­σους εὗ­ρον, πο­νη­ρο­ύς τε καὶ ἀ­γα­θο­ύς· καὶ ἐ­πλή­σθη ὁ γά­μος ἀ­να­κει­μέ­νων. εἰ­σελ­θὼν δὲ ὁ βα­σι­λεὺς θε­ά­σα­σθαι τοὺς ἀ­να­κει­μέ­νους εἶ­δεν ἐ­κεῖ ἄν­θρω­πον οὐκ ἐν­δε­δυ­μέ­νον ἔν­δυ­μα γά­μου· καὶ λέ­γει αὐ­τῷ· ἑ­ταῖ­ρε, πῶς εἰ­σῆλ­θες ὧ­δε μὴ ἔ­χων ἔν­δυ­μα γά­μου; ὁ δὲ ἐ­φι­μώ­θη. τό­τε εἶ­πεν ὁ βα­σι­λεὺς τοῖς δι­α­κό­νοις· δή­σαν­τες αὐ­τοῦ πό­δας καὶ χεῖ­ρας ἄ­ρα­τε αὐ­τὸν καὶ ἐκ­βά­λε­τε εἰς τὸ σκό­τος τὸ ἐ­ξώ­τε­ρον· ἐ­κεῖ ἔ­σται ὁ κλαυθ­μὸς καὶ ὁ βρυγ­μὸς τῶν ὀ­δόν­των. πολ­λοὶ γάρ εἰ­σι κλη­τοὶ, ὀ­λί­γοι δὲ ἐ­κλε­κτοί.
                                   (Ματθ. κβ΄[22] 2 – 14)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Εἶ­πεν ὁ Κύ­ριος αὐ­τὴ τὴν πα­ρα­βο­λὴ· Ἡ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν μοιά­ζει μὲ κά­ποι­ον ἄν­θρω­πο βα­σι­λιά, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἔ­κα­νε ἑ­ορ­τα­σμοὺς γά­μου γιὰ τὸν γιό του. Ἔ­στει­λε λοι­πὸν τοὺς δού­λους του γιὰ νὰ κα­λέ­σει αὐ­τοὺς ποὺ εἶ­χαν προ­σκλη­θεῖ στὸν γά­μο, ἀλ­λὰ ἐ­κεῖ­νοι δὲν ἤ­θε­λαν νὰ ἔλ­θουν. Ἔ­στει­λε ξα­νὰ ἄλ­λους δού­λους λέ­γον­τας: Πεῖ­τε στοὺς κα­λε­σμέ­νους: Ἰ­δού, ἑ­τοί­μα­σα τὸ με­ση­με­ρια­νό μου τρα­πέ­ζι. Οἱ ταῦ­ροι μου καὶ τὰ θρε­φτά­ρια εἶ­ναι σφαγ­μέ­να, κι ὅ­λα εἶ­ναι ἕ­τοι­μα. Ἐ­λᾶ­τε στὸ γά­μο. Αὐ­τοὶ ὅ­μως ἀ­δι­α­φό­ρη­σαν κι ἔ­φυ­γαν, ἄλ­λος στὸ χω­ρά­φι του κι ἄλ­λος στὴν ἐμ­πο­ρι­κή του ἐ­πι­χεί­ρη­ση. Καὶ οἱ ὑ­πό­λοι­ποι, ἀ­φοῦ ἔ­πια­σαν τοὺς δού­λους του, τοὺς κα­κο­ποί­η­σαν καὶ τοὺς σκό­τω­σαν. Ὅ­ταν τὰ ἄ­κου­σε αὐ­τὰ ὁ βα­σι­λιὰς ἐ­κεῖ­νος, θύ­μω­σε, κι ἀ­φοῦ ἔ­στει­λε τὰ στρα­τεύ­μα­τά του, ἐ­ξο­λό­θρευ­σε τοὺς φο­νιά­δες ἐ­κεί­νους καὶ κα­τέ­κα­ψε τὴν πό­λη τους. (Ἔ­τσι τι­μω­ρή­θη­καν οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι καὶ τὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, τοὺς ὁ­ποί­ους ὑ­πο­νο­εῖ ἡ πα­ρα­βο­λή). Τό­τε λέ­ει στοὺς δού­λους. Τὸ τρα­πέ­ζι τοῦ γά­μου εἶ­ναι ἕ­τοι­μο· οἱ κα­λε­σμέ­νοι ὅ­μως δὲν ἦ­ταν ἄ­ξιοι νὰ πά­ρουν μέ­ρος σ᾿ αὐ­τό. Πη­γαί­νε­τε λοι­πὸν στὰ σταυ­ρο­δρό­μια καὶ τὰ τρί­στρα­τα, κι ὅ­σους βρεῖ­τε ἐ­κεῖ, κα­λέ­στε τους στοὺς γά­μους. Βγῆ­καν τό­τε ἐ­κεῖ­νοι οἱ δοῦ­λοι στοὺς δρό­μους καὶ μά­ζε­ψαν ὅ­λους ὅ­σους βρῆ­καν, κα­κοὺς καὶ κα­λούς, καὶ γέ­μι­σε ἡ αἴ­θου­σα τοῦ γά­μου ἀ­πὸ ἀν­θρώ­πους ποὺ κά­θι­σαν στὸ τρα­πέ­ζι. (Αὐ­τὸ πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε μὲ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α, στὴν ὁ­ποί­α κλή­θη­καν καὶ προ­σῆλ­θαν οἱ εἰ­δω­λο­λά­τρες ποὺ πί­στε­ψαν). Κι ὅ­ταν μπῆ­κε ὁ βα­σι­λιὰς γιὰ νὰ δεῖ τοὺς κα­θι­σμέ­νους στὸ τρα­πέ­ζι, εἶ­δε ἐ­κεῖ κι ἕ­ναν ἄν­θρω­πο ποὺ δὲν φο­ροῦ­σε ἐ­πί­ση­μο ἔν­δυ­μα γά­μου. Δὲν εἶ­χε δη­λα­δὴ μα­ζὶ μὲ τὴν πί­στη καὶ τὸν καρ­πὸ τῆς πί­στε­ως, δη­λα­δὴ τὶς ἀ­ρε­τές. Καὶ τοῦ λέ­ει: Φί­λε, πῶς μπῆ­κες ἐ­δῶ μέ­σα χω­ρὶς νὰ ἔ­χεις ἐν­δυ­μα­σί­α γά­μου; Ἦ­ταν εὔ­κο­λο νὰ ἀ­πευ­θυν­θεῖς στὴν ὑ­πη­ρε­σί­α μου καὶ νὰ σοῦ δώ­σει μιὰ τέ­τοι­α ἐν­δυ­μα­σί­α. Κι αὐ­τὸς τό­τε ἀ­πο­στο­μώ­θη­κε. Τό­τε ὁ βα­σι­λιὰς εἶ­πε στοὺς ὑ­πη­ρέ­τες: Δέ­στε τὰ χέ­ρια καὶ τὰ πό­δια του καὶ πάρ­τε τον καὶ ρίξ­τε τον ἔ­ξω, στὸ πιὸ βα­θὺ σκο­τά­δι, ποὺ εἶ­ναι μα­κριὰ ἀ­πὸ τὴ βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἐ­κεῖ οἱ ἄν­θρω­ποι θὰ κλαῖ­νε καὶ θὰ τρί­ζουν τὰ δόν­τια τους. Δι­ό­τι πολ­λοὶ εἶ­ναι οἱ κα­λε­σμέ­νοι στὴ βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ, λί­γοι ὅ­μως εἶ­ναι οἱ ἐ­κλε­κτοί, ποὺ ἔ­χουν τὶς ἀ­ρε­τὲς καὶ θὰ κλη­ρο­νο­μή­σουν τὴ βα­σι­λεί­α αὐ­τή.



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου