Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ IΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

  ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ IΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

(6 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2020)

 



Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ἀ­δελ­φοί, γρη­γο­ρεῖ­τε, στή­κε­τε ἐν τῇ πί­στει, ἀν­δρί­ζε­σθε, κρα­ται­οῦ­σθε. Πάντα ὑ­μῶν ἐν ἀ­γά­πῃ γι­νέ­σθω. Πα­ρα­κα­λῶ δὲ ὑ­μᾶς, ἀ­δελ­φοί· οἴ­δα­τε τὴν οἰ­κί­αν Στε­φα­νᾶ, ὅ­τι ἐ­στὶν ἀ­παρ­χὴ τῆς ᾿Α­χα­ΐ­ας καὶ εἰς δι­α­κο­νί­αν τοῖς ἁ­γί­οις ἔ­τα­ξαν ἑ­αυ­το­ύς· ἵ­να καὶ ὑ­μεῖς ὑ­πο­τάσ­ση­σθε τοῖς τοι­ο­ύ­τοις καὶ παν­τὶ τῷ συ­νερ­γοῦν­τι καὶ κο­πι­ῶν­τι. Χα­ί­ρω δὲ ἐ­πὶ τῇ πα­ρου­σί­ᾳ Στε­φα­νᾶ καὶ Φουρ­του­νά­του καὶ ᾿Α­χα­ϊ­κοῦ, ὅ­τι τὸ ὑ­μῶν ὑ­στέ­ρη­μα οὗ­τοι ἀ­νε­πλή­ρω­σαν· ἀ­νέ­παυ­σαν γὰρ τὸ ἐ­μὸν πνεῦ­μα καὶ τὸ ὑ­μῶν. Ἐ­πι­γι­νώ­σκε­τε οὖν τοὺς τοι­ο­ύ­τους. ᾿Α­σπά­ζον­ται ὑ­μᾶς αἱ ἐκ­κλη­σί­αι τῆς ᾿Α­σί­ας. Ἀ­σπά­ζον­ται ὑ­μᾶς ἐν Κυ­ρί­ῳ πολ­λὰ ᾿Α­κύ­λας καὶ Πρί­σκιλ­λα σὺν τῇ κατ᾿ οἶ­κον αὐ­τῶν ἐκ­κλη­σί­ᾳ. Ἀ­σπά­ζον­ται ὑ­μᾶς οἱ ἀ­δελ­φοὶ πάν­τες. Ἀ­σπά­σα­σθε ἀλ­λή­λους ἐν φι­λή­μα­τι ἁ­γί­ῳ. ῾Ο ἀ­σπα­σμὸς τῇ ἐ­μῇ χει­ρὶ Πα­ύ­λου. Εἴ τις οὐ φι­λεῖ τὸν Κύριον ᾿Ι­η­σοῦν Χρι­στόν, ἤ­τω ἀ­νά­θε­μα. Μα­ρὰν ἀ­θᾶ. ῾Η χά­ρις τοῦ Κυ­ρί­ου ᾿Ι­η­σοῦ Χρι­στοῦ μεθ᾿ ὑ­μῶν. Ἡ ἀ­γά­πη μου με­τὰ πάν­των ὑ­μῶν ἐν Χρι­στῷ ᾿Ι­η­σοῦ· ἀ­μήν.     

                                                               (Α΄ Κορ.ι­στ΄[16] 13 –24)

 

ΟΙ καλοί μας συνεργάτες

Μέ­σα στὸ διά­βα τῆς ζω­ῆς μας συ­ναν­τᾶ­με πολ­λοὺς ἀν­θρώ­πους. Ὑ­πάρ­χουν ὅ­μως με­ρι­κοὶ οἱ ὁ­ποῖ­οι δι­α­κρί­νον­ται γιὰ τὴν ἀ­ρε­τή τους, τὴν κα­λο­σύ­νη τους, τὴ δι­α­κρι­τι­κό­τη­τά τους καὶ ἐν γέ­νει γιὰ τὸν χα­ρι­σμα­τι­κό τους χα­ρα­κτή­ρα. Αὐ­τοὺς ἀ­κρι­βῶς τοὺς ἀν­θρώ­πους ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος συ­νι­στᾶ νὰ ἐ­κτι­μᾶ­με μὲ ὅ­λη μας τὴν ψυ­χή. «Ἐ­πι­γι­νώ­σκε­τε οὖν τοὺς τοι­ού­τους» (Α΄ Κορ. ιϚ΄[16] 18) γρά­φει πρὸς τοὺς Κο­ριν­θί­ους.

Στὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ὑ­πῆρ­χαν τέ­τοι­οι ἄν­θρω­ποι ποὺ τὸν βο­η­θοῦ­σαν στὸ ἀ­πο­στο­λι­κό του ἔρ­γο. Ἔ­θε­ταν στὴ δι­ά­θε­σή του τὰ σπί­τια τους, τὶς ὑ­πη­ρε­σί­ες τους, τὰ χρή­μα­τά τους. Σὲ ση­μεῖ­ο μά­λι­στα ποὺ νὰ ὁ­μο­λο­γή­σει ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος πὼς ὅ­λοι αὐ­τοὶ ἀ­νέ­παυ­σαν τὸ πνεῦ­μα του καὶ συμ­πλή­ρω­σαν τὸ κε­νὸ ποὺ εἶ­χε ἀ­φή­σει μέ­σα του ἡ ἀ­που­σί­α ἄλ­λων προ­σφι­λῶν συ­νερ­γα­τῶν του. Οἱ ἄν­θρω­ποι αὐ­τοὶ δι­α­κρί­νον­ταν γιὰ τὴν αὐ­τα­πάρ­νη­σή τους καὶ γιὰ τὸν ζῆ­λο τους, ἔ­βλε­παν τὸν Ἀ­πό­στο­λο ὡς  ἀ­πε­σταλ­μέ­νο τοῦ Θε­οῦ καὶ ἀ­πέ­ναν­τι στὰ πνευ­μα­τι­κὰ ποὺ τοὺς χά­ρι­ζε αὐ­τοὶ ἀ­νε­λάμ­βα­ναν νὰ κα­λύ­ψουν τὶς ὑ­λι­κές του ἀ­νάγ­κες καὶ νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­ζουν τὶς κα­λὲς προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιὰ ἐ­πι­τυ­χί­α τοῦ ἔρ­γου του. Στὰ πρό­σω­πα αὐ­τῶν τῶν ἀν­θρώ­πων ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος βρῆ­κε τοὺς πρώ­τους συ­νερ­γά­τες του, ἄν­δρες καὶ γυ­ναῖ­κες, ποὺ ἦ­ταν ἡ ἀρ­χι­κὴ ζύ­μη σὲ κά­θε τό­πο γιὰ τὴν ἐγ­κα­θί­δρυ­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Μὲ ὅ­λους αὐ­τοὺς ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος δι­α­τη­ροῦ­σε στε­νὸ σύν­δε­σμο, γι᾿ αὐ­τὸ καὶ στὶς ἐ­πι­στο­λές του, κά­θε φο­ρὰ θυ­μᾶ­ται τὰ πρό­σω­πα αὐ­τὰ καὶ στέλ­νει τοὺς ἀ­σπα­σμούς του καὶ ἐκ­δη­λώ­νει τὴν ἀ­γά­πη του. Ἀλ­λὰ καὶ τὰ πρό­σω­πα αὐ­τὰ δι­α­τη­ροῦ­σαν μέ­σα τους ἀ­νά­λο­γα αἰ­σθή­μα­τα γιὰ τὸν πνευ­μα­τι­κό τους Πα­τέ­ρα ποὺ τὸν σέ­βον­ταν καὶ ἐ­κτε­λοῦ­σαν τὶς συμ­βου­λές του.

Ἀ­νά­με­σά τους εἶ­χε δη­μι­ουρ­γη­θεῖ ἕ­νας ἅ­γιος δε­σμὸς ἐν Χρι­στῷ ποὺ μό­νο ἡ ἁ­μαρ­τί­α μπο­ροῦ­σε νὰ δι­α­σπά­σει. Τὶς πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρὲς ὁ δε­σμὸς αὐ­τὸς ἐ­πέ­ζη­σε καὶ ἔ­γι­νε γιὰ ὅ­λους μας ἕ­να πρό­τυ­πο γιὰ τὶς σχέ­σεις ποὺ πρέ­πει νὰ ἔ­χου­με γιὰ τοὺς πνευ­μα­τι­κούς μας πα­τέ­ρες.

Τέ­τοι­α πρό­σω­πα συ­ναν­τοῦν καὶ σή­με­ρα οἱ κλη­ρι­κοί, ὅ­που τύ­χει νὰ ἐρ­γα­σθοῦν πνευ­μα­τι­κά. Εἶ­ναι πρό­σω­πα ποὺ ἐ­κτι­μᾶ­νε τὸν κό­πο των καὶ μὲ τὴν ἀ­γά­πη καὶ τὴν στορ­γή του­ς  τοὺς ἐν­θαρ­ρύ­νουν ἠ­θι­κὰ στὴν προ­σπά­θειά τους. Συ­νή­θως οἱ ἄν­θρω­ποι νι­ώ­θουν μί­α εὐ­γνω­μο­σύ­νη γιὰ τὸν Κύ­ριο πρῶ­τα καὶ ὕ­στε­ρα γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἔγιναν τὰ ὄρ­γα­να γιὰ τὴν σω­τη­ρί­α τους καὶ γιὰ τὴν εὕ­ρε­ση τοῦ ὀρ­θοῦ προ­σα­να­το­λι­σμοῦ στὴν ζω­ή τους. Ἔ­τσι στὰ πρό­σω­πά τους οἱ ἐρ­γά­τες τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου βρί­σκουν τοὺς ἐ­θε­λον­τι­κοὺς συ­νερ­γά­τες τους στὸ ἔρ­γο τους, ἀλ­λὰ καὶ τοὺς πρό­θυ­μους συμ­πα­ρα­στά­τες τους στὶς δι­ά­φο­ρες βι­ο­τι­κές τους ἀ­νάγ­κες, πράγ­μα ποὺ δὲν πρέ­πει νὰ σο­κά­ρει. Ἤ­δη ἀ­πὸ τὴν ἀ­πο­στο­λι­κὴ ἐ­πο­χὴ καὶ ὕ­στε­ρα στὸ διά­βα πολ­λῶν αἰ­ώ­νων τέ­τοι­α πρό­σω­πα δι­ε­δρα­μά­τι­σαν σπου­δαῖ­ο ρό­λο στὴν δι­ά­δο­ση τῆς ἀ­λή­θειας τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου, ἀ­να­κου­φί­ζον­τας τοὺς κή­ρυ­κας τοῦ Λό­γου ἢ ὑ­πο­βο­η­θών­τας τὸ δύ­σκο­λο ἔρ­γο τους. Σὲ πολ­λὲς πε­ρι­πτώ­σεις τὰ πρό­σω­πα αὐ­τὰ ἦ­ταν ἀ­φι­ε­ρω­μέ­να στὸ ἀ­πο­στο­λι­κὸ ἔρ­γο κι ἄ­φη­σαν ἄλ­λες ἀ­σχο­λί­ες γιὰ νὰ δω­θοῦν μὲ ἀ­φο­σί­ω­ση σ᾿ αὐ­τό. Ἀ­πὸ τὴν ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας εἶ­ναι γνω­στὰ τέ­τοι­α πρό­σω­πα ποὺ στά­θη­καν στὸ πλευ­ρὸ με­γά­λων σκα­πα­νέ­ων τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ πνεύ­μα­τος καὶ βο­ή­θη­σαν ἀ­πο­φα­σι­στι­κὰ τὴν Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή.

Καὶ σή­με­ρα ὁ θε­σμὸς ἐ­πι­βι­ώ­νει, ὅ­που πα­ρα­τη­ρεῖ­ται ἀ­λη­θι­νὸς ζῆ­λος γιὰ δι­δα­σκα­λί­α καὶ κα­θο­δή­γη­ση ἀ­πὸ μέ­ρους κα­λῶν κλη­ρι­κῶν. Καὶ εἶ­ναι στ’ ἀ­λή­θεια μί­α πραγ­μα­τι­κὴ ὄ­α­ση στὴν ἐ­ρη­μιὰ τῶν ποι­κί­λων ἀν­τι­ξο­ο­τή­των ἡ πα­ρου­σί­α τέ­τοι­ων ἁ­γι­α­σμέ­νων ψυ­χῶν, ποὺ ἀ­φοῦ σώ­θη­καν καὶ προ­σα­να­το­λί­σθη­καν στὸν δρό­μο τοῦ Χρι­στοῦ καὶ ἀ­γω­νί­ζον­ται νὰ κρα­τη­θοῦν πι­στὲς στὸν ὅρ­κο τους, ἐκ­δη­λώ­νουν τὰ εὐ­γε­νι­κά τους αἰ­σθή­μα­τα πρὸς τοὺς πα­τέ­ρες τους ἐν Χρι­στῷ, ἀ­να­παύ­ον­τας τὸ πνεῦ­μα τους. Καὶ εἶ­ναι νὰ θαυ­μά­ζει κα­νεὶς γιὰ τὴν θεί­α οἰ­κο­νο­μί­α ποὺ ἀ­πὸ τὴν μιὰ με­ριὰ ἐ­πι­τρέ­πει νὰ δο­κι­μά­ζουν οἱ πνευ­μα­τι­κοὶ ἐρ­γά­τες τὶς πί­κρες τῆς σπο­ρᾶς καὶ τὶς ἀ­πο­γο­η­τεύ­σεις τῆς ἀ­καρ­πί­ας καὶ ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη νὰ γεύονται τὶς ἐκ­δη­λώ­σεις σε­βα­σμοῦ καὶ τι­μῆς ἀ­πὸ μέ­ρους λί­γων μὰ ἐ­κλε­κτῶν πνευ­μα­τι­κῶν τους παι­δι­ῶν, ποὺ φω­τι­σμέ­να ἀ­πὸ τὸ πνεῦ­μα τοῦ Θε­οῦ, νι­ώ­θουν τὴν ὑ­πο­χρέ­ω­ση νὰ τοὺς ἀν­τα­πο­δώ­σουν, μὲ τὸν τρό­πο αὐ­τό, τὶς πνευ­μα­τι­κές τους προ­σφο­ρές.

Τὸ πα­ρά­δειγ­μα αὐ­τῶν πρέ­πει νὰ το­νί­ζε­ται γιὰ νὰ βρεῖ μι­μη­τές. Εἶ­ναι πα­ρά­δειγ­μα ὡ­ραί­ων ψυ­χῶν μὲ αἰ­σθή­μα­τα ἀ­γά­πης καὶ εὐ­γε­νεί­ας. Καὶ τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἡ προ­τρο­πὴ εἶ­ναι νὰ ἐ­κτι­μᾶ­με τὰ πρό­σω­πα αὐ­τὰ καὶ νὰ ἀ­να­γνω­ρί­ζου­με τὴν ἀ­ξί­α τους καὶ τὴν προ­σφο­ρά τους. Για­τί τὸ ἔρ­γο τοῦ Χρι­στοῦ εἶ­ναι δύ­σκο­λο, γι᾿ αὐ­τὸ καὶ κά­θε συμ­πα­ρά­στα­ση στοὺς πνευ­μα­τι­κοὺς πα­τέ­ρες μας εἶ­ναι ξέ­χω­ρα εὐ­λο­γη­μέ­νη καὶ καρ­πο­φό­ρα. Δὲν θὰ παύ­σουν βέ­βαι­α πο­τὲ νὰ ὑ­πάρ­χουν καὶ οἱ ἐ­πι­λή­σμο­νες. Αὐ­τοὶ ποὺ θὰ καρ­πω­θοῦν τὰ ὠ­φέ­λη ἀ­πὸ τὸ πνευ­μα­τι­κό τους ἔρ­γο καὶ θὰ κι­νή­σουν τὴν πτέρ­να τους κα­τὰ τοῦ εὐ­ερ­γέ­του. Δὲν θὰ παύ­σουν νὰ ὑ­πάρ­χουν κι αὐ­τοί, ποὺ μὲ τὴν δι­α­γω­γή τους θὰ λογ­χί­ζουν τὴν καρ­διά τους. Ὅ­μως πλά­ϊ τους θὰ στέ­κον­ται ἐ­λεγ­κτι­κοὶ γι᾿ αὐ­τούς, στορ­γι­κοὶ γιαυτοὺς ἐ­κεῖ­νοι, ποὺ «συ­νερ­γοῦν­τες» καὶ «κο­πι­ῶν­τες» μα­ζί τους θὰ ση­κώ­σουν τὸ βά­ρος τῶν ὤ­μων τους καὶ θὰ ἀ­να­πλη­ρώ­σουν τὸ «ὑ­στέ­ρη­μα» τῶν πρώ­των.

Ἂς εἶ­ναι εὐ­λο­γη­μέ­νοι οἱ ἐν Χρι­στῷ συ­νερ­γοί τους καὶ ἂς σε­λα­γί­ζει παν­τοῦ τὸ πα­ρά­δειγ­μά τους.

Πη­γή: http://kirigmata.blogspot.com/2015/08/30.html#ixzz6I7PHm2kG. Διασκευὴ

 

ΤΟ ΙΕΡΟΝ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

Εἶ­πεν ὁ Κύ­ριος τὴν πα­ρα­βο­λὴν ταύ­την· Ἄν­θρω­πός τις ἦν οἰ­κο­δε­σπό­της, ὅς τις ἐ­φύ­τευ­σεν ἀμ­πε­λῶ­να, καὶ φραγ­μὸν αὐ­τῷ πε­ρι­έ­θη­κε, καὶ ὤ­ρυ­ξεν ἐν αὐ­τῷ λη­νὸν, καὶ ᾠ­κο­δό­μη­σε πύρ­γον· καὶ ἐ­ξέ­δο­το αὐ­τὸν γε­ωρ­γοῖς, καὶ ἀ­πε­δή­μη­σεν. Ὅ­τε δὲ ἤγ­γι­σεν ὁ και­ρὸς τῶν καρ­πῶν, ἀ­πέ­στει­λε τοὺς δο­ύ­λους αὐ­τοῦ πρὸς τοὺς γε­ωρ­γοὺς, λα­βεῖν τοὺς καρ­ποὺς αὐ­τοῦ. Καὶ λα­βόν­τες οἱ γε­ωρ­γοὶ τοὺς δο­ύ­λους αὐ­τοῦ, ὃν μὲν ἔ­δει­ραν, ὃν δὲ ἀ­πέ­κτει­ναν, ὃν δὲ ἐ­λι­θο­βό­λη­σαν. Πάλιν ἀ­πέ­στει­λεν ἄλ­λους δο­ύ­λους πλε­ί­ο­νας τῶν πρώ­των· καὶ ἐ­πο­ί­η­σαν αὐ­τοῖς ὡ­σα­ύ­τως. Ὕ­στε­ρον δὲ ἀ­πέ­στει­λε πρὸς αὐ­τοὺς τὸν υἱ­ὸν αὐ­τοῦ, λέ­γων· Ἐν­τρα­πή­σον­ται τὸν υἱ­όν μου. Οἱ δὲ γε­ωρ­γοὶ, ἰ­δόν­τες τὸν υἱ­ὸν, εἶ­πον ἐν ἑ­αυ­τοῖς· Οὗ­τός ἐ­στιν ὁ κλη­ρο­νό­μος· δεῦ­τε, ἀ­πο­κτε­ί­νω­μεν αὐ­τὸν, καὶ κα­τά­σχω­μεν τὴν κλη­ρο­νο­μί­αν αὐ­τοῦ. Καὶ λα­βόν­τες αὐ­τὸν, ἐ­ξέ­βα­λον ἔ­ξω τοῦ ἀμ­πε­λῶ­νος, καὶ ἀ­πέ­κτει­ναν. Ὅ­ταν οὖν ἔλ­θῃ ὁ κύ­ριος τοῦ ἀμ­πε­λῶ­νος, τί  ποι­ή­σει  τοῖς  γε­ωρ­γοῖς  ἐ­κε­ί­νοις;  Λέγουσιν  αὐ­τῷ· Κα­κοὺς  κα­κῶς ἀ­πο­λέ­σει αὐ­το­ύς· καὶ τὸν ἀμ­πε­λῶ­να ἐκ­δώ­σε­ται ἄλ­λοις γε­ωρ­γοῖς, οἵ­τι­νες ἀ­πο­δώ­σου­σιν αὐ­τῷ τοὺς καρ­ποὺς ἐν τοῖς και­ροῖς αὐ­τῶν. Λέγει αὐ­τοῖς ὁ ᾿Ι­η­σοῦς· Οὐ­δέ­πο­τε ἀ­νέ­γνω­τε ἐν ταῖς Γρα­φαῖς· Λίθον ὃν ἀ­πε­δο­κί­μα­σαν οἱ οἰ­κο­δο­μοῦν­τες, οὗ­τος ἐ­γε­νή­θη εἰς κε­φα­λὴν γω­νί­ας· πα­ρὰ Κυ­ρί­ου ἐ­γέ­νε­το αὕ­τη, καὶ ἔ­στι θαυ­μα­στὴ ἐν ὀ­φθαλ­μοῖς ἡ­μῶν;                                   

      (Ματθ.κα΄[21] 33 – 42)


 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Εἶ­πεν Κύ­ριος τν πι κά­τω πα­ρα­βο­λὴ. Ἦ­ταν κά­ποι­ος νοι­κο­κύ­ρης, Θε­ός δη­λα­δή, ὁ­ποῖ­ος φύ­τε­ψε ἀμ­πέ­λι, δη­λα­δή τό ἰ­ου­δα­ϊ­κό ἔ­θνος. Κι ἔ­δει­ξε ἰ­δι­αί­τε­ρη φρον­τί­δα γι᾿ αὐ­τό. Ἔ­βα­λε δη­λα­δή τρι­γύ­ρω του φρά­κτη κι ἔ­σκα­ψε μέ­σα σ᾿ αὐ­τό πα­τη­τή­ρι, ἔ­κτι­σε πύρ­γο γιά νά μέ­νουν ο φύ­λα­κες καί ἐρ­γά­τες, καί τό ἐμ­πι­στεύ­θη­κε σέ γε­ωρ­γούς, στούς ἀρ­χι­ε­ρεῖς καί στούς ἄρ­χον­τες το λα­οῦ, κι ἀ­να­χώ­ρη­σε σέ ἄλ­λη χώ­ρα. Ὅ­ταν πλη­σί­α­σε και­ρός τς σο­δειᾶς, ἀ­πέ­στει­λε τούς δού­λους του, τούς προ­φῆ­τες, στούς γε­ωρ­γούς γιά νά πα­ρα­λά­βουν τούς καρ­πούς του· γιά νά δι­α­πι­στώ­σουν δη­λα­δή τήν ἀ­φο­σί­ω­σή τους στό Θε­ό καί τά ἔρ­γα τς ἀ­ρε­τῆς πού ὄ­φει­λε ὁ λα­ός αὐ­τός ὕ­στε­ρα ἀ­πό τήν τό­ση εὔ­νοι­α καί πρό­νοι­α το Θε­οῦ νά καρ­πο­φο­ρή­σει σάν ἕ­να καλ­λι­ερ­γη­μέ­νο πνευ­μα­τι­κό ἀμ­πέ­λι. Ὅ­μως ο γε­ωρ­γοί, ο ἄρ­χον­τες δη­λα­δή το Ἰσ­ρα­ήλ, ἀ­φοῦ συ­νέ­λα­βαν τούς δού­λους του, ἄλ­λον τόν ἔ­δει­ραν, ἄλ­λον τόν σκό­τω­σαν κι ἄλ­λον τόν λι­θο­βό­λη­σαν. Ξα­νά­στει­λε ἰ­δι­ο­κτή­της το ἀμ­πε­λιοῦ ἄλ­λους δού­λους πε­ρισ­σό­τε­ρους ἀ­π’ τούς πρώ­τους, κι ἔ­κα­ναν καί σ’ αὐ­τούς τά ἴ­δια. Ὕ­στε­ρα ἀ­πέ­στει­λε σ’ αὐ­τούς τόν γιό του λέ­γον­τας: Πρέ­πει του­λά­χι­στον ο ἄν­θρω­ποι αὐ­τοί νά ντρα­ποῦν τόν γιό μου. Ο γε­ωρ­γοί ὅ­μως, ὅ­ταν εἶ­δαν τόν γιό, τόν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό δη­λα­δή, τόν ἐ­ναν­θρω­πή­σαν­τα υἱ­ό το Θε­οῦ, εἶ­παν με­τα­ξύ τους: Αὐ­τός εἶ­ναι κλη­ρο­νό­μος· ἐ­λᾶ­τε, ς τόν σκο­τώ­σου­με κι ς ἁρ­πά­ξου­με τήν κλη­ρο­νο­μιά του, γιά νά γί­νου­με ἔ­τσι ἀ­νε­νό­χλη­τοι πλέ­ον κύ­ριοι καί ἐκ­με­ταλ­λευ­τές τς ἰ­ου­δα­ϊ­κῆς συ­να­γω­γῆς. Κι ἀ­φοῦ τόν ἔ­πια­σαν, τόν ἔ­βγα­λαν ἔ­ξω ἀ­πό τό ἀμ­πέ­λι καί τόν σκό­τω­σαν. Ὅ­ταν λοι­πόν ἔλ­θει ὁ κύ­ριος το ἀμ­πε­λιοῦ, τί εἶ­ναι δί­και­ο νά κά­νει στούς καλ­λι­ερ­γη­τές ἐ­κεί­νους; Το ἀ­παν­τοῦν: Θά ἐ­ξο­λο­θρεύ­σει μέ τόν χει­ρό­τε­ρο θά­να­το αὐ­τούς πού εἶ­ναι τό­σο κα­κοί. Καί τό ἀμ­πέ­λι θά τό νοι­κιά­σει σέ ἄλ­λους γε­ωρ­γούς, ο ὁ­ποῖ­οι θά το δώ­σουν τούς ὀ­φει­λό­με­νους καρ­πούς στήν κα­τάλ­λη­λη ἐ­πο­χή. Πράγ­μα­τι λοι­πόν, ἀ­φοῦ ἐ­ξο­λό­θρευ­σε τούς Ἰ­ου­δαί­ους καί κα­τέ­στρε­ψε μέ τούς Ρω­μαί­ους τήν Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, πα­ρέ­δω­σε τό ἀμ­πέ­λι του, δη­λα­δή τόν νέ­ο Ἰσ­ρα­ήλ τς χά­ρι­τος, στούς Ἀ­πο­στό­λους καί τούς δι­α­δό­χους τους γιά νά τό καλ­λι­ερ­γοῦν καρ­πο­φό­ρα. Τούς λέ­ει Ἰ­η­σοῦς: Δέν δι­α­βά­σα­τε πο­τέ στίς Γρα­φές: Λί­θο τόν ὁ­ποῖ­ο ἀ­πέρ­ρι­ψαν ὡς ἀ­κα­τάλ­λη­λο ο κτί­στες, αὐ­τός ἔ­γι­νε κε­φα­λή ὅ­λης τς οἰ­κο­δο­μῆς καί ἀ­κρο­γω­νια­ῖος λί­θος. Κύ­ριος τό ἔ­κα­νε αὐ­τό, καί εἶ­ναι θαυ­μα­στό στά μά­τια μας, στά μά­τια τν πι­στῶν. Δη­λα­δή, ἐ­νῶ αὐ­τοί πού μέ τή δι­δα­σκα­λί­α τους ἔ­χουν ὡς ἔρ­γο καί κα­θῆ­κον νά σς οἰ­κο­δο­μοῦν μέ ἀ­πέρ­ρι­ψαν ὡς ἀ­κα­τάλ­λη­λο λί­θο στήν οἰ­κο­δο­μή το Θε­οῦ, ἐ­γώ ἔ­γι­να κε­φα­λή ὅ­λης τς οἰ­κο­δο­μῆς καί συ­νέ­νω­σα τούς λα­ούς σέ μί­α Ἐκ­κλη­σί­α. Τό θαυ­μα­στό αὐ­τό γε­γο­νός μπρο­στά στά μά­τια ὅ­λων τν πι­στῶν τό ἔ­κα­νε ὁ Κύ­ριος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου