ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ
(21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021)
(ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Τέκνον Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς
μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο
ἐν
Ἀντιοχείᾳ, ἐν Ἰκονίῳ, ἐν Λύστροις, οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα! καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο
ὁ
Κύριος. καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται· πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι
καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες
καὶ πλανώμενοι. σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες, καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
(Β΄ Τιμοθ. γ΄ [3] 10 – 15)
|
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Παιδί
μου Τιμόθεε, ἐσὺ ἔχεις παρακολουθήσει τὴ διδασκαλία μου, τὴ γενικότερη
συμπεριφορά μου, τὴν πρόθεση καὶ τὰ ἐλατήριά μου, τὴ φωτισμένη πίστη
μου, τὴ μακροθυμία μου, τὴν ἀγάπη μου, τὴν ὑπομονή μου, τοὺς διωγμούς μου, τὰ παθήματά μου, σὰν αὐτὰ ποὺ ὑπέμεινα στὴν Ἀντιόχεια, στὸ Ἰκόνιο, στὰ Λύστρα. Τί φοβεροὺς διωγμοὺς
ὑπέφερα! καὶ ἀπ᾿ ὅλους μὲ γλύτωσε ὁ Κύριος. Κι ὄχι μόνο ἐγὼ ἔπαθα
καὶ πάσχω αὐτά, ἀλλὰ κι ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια, ὅπως ἁρμόζει στοὺς πιστοὺς ποὺ εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Ἰησοῦ
Χριστό,
θὰ καταδιωχθοῦν. Ἀντιθέτως, ἄνθρωποι κακοί, ποὺ καταδιώκουν καὶ βασανίζουν τοὺς εὐσεβεῖς, ἀλλὰ καὶ ἀπατεῶνες, θὰ προχωροῦν ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο· θὰ πλανοῦν καὶ θὰ ἐξαπατοῦν τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ πλανῶνται καὶ θὰ ἐξαπατῶνται. Ἐσὺ ὅμως, Τιμόθεε,
μένε ἀκλόνητος σ᾿ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες
καὶ βεβαιώθηκες γιὰ τὴν ἀλήθειά
τους ἀπὸ
τὴν προσωπική σου πείρα, διότι ξέρεις καλὰ ἀπὸ ποιὸν
διδάσκαλο τὰ ἔμαθες. Αὐτὸ μὴν τὸ ξεχνᾶς ποτέ, ἀλλὰ νὰ τὸ διατηρεῖς ζωντανὰ στὴ μνήμη σου, καὶ ὅτι ἀκόμη
ἀπὸ
μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες
Γραφές,
οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ
σοφία,
ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν
παραβολήν ταύτην· Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι,
ὁ εἷς Φαρισαῖος
καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος
σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω
δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ
πάντα
ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν
ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι, ἀλλ' ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί
μοι
τῷ ἁμαρτωλῷ. λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος
δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
(Λουκᾶ
ιη΄ 10 – 14)
ΣΚΕΨΕΙΣ -
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ - ΕΦΑΡΜΟΓΑΙ
1. «Ἀνέβησαν
εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι» καὶ οἱ δύο ἄνθρωποι τῆς παραβολῆς.
Ἀνηφόρισαν πρὸς τὸν λόφο Μορία, ὅπου ἦτο κτισμένος ὁ Ναὸς τοῦ Σολομῶντος.
Ἀξιέπαινη
ἡ πράξη τους. Κατευθύνθηκαν σὲ τόπο ἱερό, γιὰ νὰ ἐπιτελέσουν καθῆκον
ἐπίσης ἱερὸ καὶ σπουδαῖο, νὰ προσευχηθοῦν, νὰ ἐπικοινωνήσουν μὲ
τὸν Ἅγιο Θεό. Ἐν τούτοις, κατὰ τὴ βεβαίωση τοῦ Κυρίου, μόνον ὁ τελώνης
ἔγινε δεκτὸς καὶ εὐλογήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, «κατέβη δεδικαιωμένος», ἐνῶ ὁ Φαρισαῖος κατακρίθηκε.
Γιατί; Διότι δὲν ἀνέβησαν μὲ τὶς ἴδιες προθέσεις καὶ οἱ δύο.
Ὁ τελώνης κατέφυγε
στὸν Ναὸν ἀναζητώντας μὲ πόθο τὸν Θεὸ καὶ τὸ ἔλεός Του. Ὁ Φαρισαῖος
ὡδηγήθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τὴ σκέψη ὅτι ἦταν κατάλληλος χῶρος νὰ ἐπιδειχθεῖ.
Δημοσιότερος ἀπὸ τὶς Συναγωγὲς καὶ τὶς γωνίες τῶν πλατειῶν (Ματθ.
Ϛ΄[6] 6), ὥστε πολλὰ μάτια νὰ τὸν ἀντικρύσουν
καὶ πολλὰ αὐτιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴν προσευχή του καὶ νὰ τὸν θαυμάσουν!
Ἀξίζει μὲ
τὴν εὐκαιρία αὐτὴ νὰ ἐρωτήσουμε καὶ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας. Μὲ ποιὰ κίνητρα,
μὲ ποιοὺς σκοποὺς ἢ ποιὰ συναισθήματα παίρνουμε τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἐκκλησία
κάθε Κυριακήν; Συνειδητοποιοῦμεν ὅτι πηγαίνουμε στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ,
γιὰ νὰ λατρεύσουμε τὸν Δημιουργὸ καὶ Εὐεργέτη μας, νὰ συναντήσουμε
καὶ προσκυνήσουμε τὸν Ἀναστάντα Κύριο, νὰ πληρωθοῦμε ἀπὸ τὴ χάρη
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἤ μήπως ὁ Ἐκκλησιασμός μας παίρνει ἀνεπαίσθητα
ἄλλο χρῶμα καὶ νόημα;
Πράγματι δέ.
Ὑπάρχουν Χριστιανοί, ποὺ πηγαίνουν στὴ θεία Λειτουργία γιὰ ν᾿ ἀκούσουν
ἁπλῶς ἕνα καλὸ ψάλτη, ἢ γιὰ νὰ ἀναπτύξουν γνωριμίες καὶ νὰ δώσουν ἐντύπωση
σοβαροῦ καὶ ἀξιοπρεποῦς ἀνθρώπου, ἢ διότι αἰσθάνονται ὑποχρεωμένοι
καὶ δεσμευμένοι ἀπὸ κάποιο προϊστάμενό τους ἢ διδάσκαλο ἢ τοὺς γέροντες
γονεῖς τους, ποὺ τὸ ζητοῦν ἐπίμονα, ἐνῶ ἄλλοι πηγαίνουν ἀπὸ συνήθεια
καὶ μάλιστα τὶς μεγάλες ἑορτές, σὰν σὲ μιὰ κοινωνικὴ ἐκδήλωση. Γι᾿
αὐτό, ἂν συμβεῖ καὶ δὲν διαθέτουν ἐντυπωσιακὴ ἐνδυμασία, κάποια
φορὰ δὲν τὸ ἔχουν σὲ τίποτε νὰ μὴν ἐκκλησιασθοῦν. Ἤ ἂν πενθοῦν, πάλιν
τὸ θεωροῦν δῆθεν ἄτοπο νὰ ἐμφανισθοῦν στὸν Ναό!
Ἀλλὰ
ὅταν συγκεντρωνόμαστε γιὰ τὴ θεία Λατρεία, καμμία ἄλλη κοσμικὴ διάθεση
δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἐπηρεάζει. Ὅλο τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ σκέψη μας ἂς εἶναι στραμμένα καὶ ἀπορροφημένα
ἀπὸ τὴ δοξολόγηση καὶ προσκύνηση τοῦ Ἁγίου Θεοῦ. Ἂν βλέπουμε δὲ νὰ
μᾶς βαρύνουν ἁμαρτήματα, καὶ τότε μὴ διστάζουμε νὰ κατευθυνθοῦμε
στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ ζητήσουμε, ὅπως ὁ τελώνης, τὸ θεῖο ἔλεος.
2. Ἀνάμεσα στὰ κατορθώματά
του ὁ Φαρισαῖος ἀνάφερε ὅτι ἐφάρμοζε καὶ μάλιστα μὲ τὸ παραπάνω
τοὺς θεσμοὺς τῆς νηστείας καὶ τῆς δεκάτης. Νήστευε δηλαδὴ ὄχι μόνο
τὶς λίγες νηστεῖες τῶν ἑορτῶν, ποὺ ἴσχυαν τότε, ἀλλὰ συστηματικὰ
δύο μέρες τὴ Βδομάδα, τὴ Δευτέραν καὶ τὴν Πέμπτη, ὅπως ἀπαιτοῦσαν οἱ
αὐστηρότεροι θρησκευτικοὶ τύποι τῆς ἐποχῆς. Ἐπίσης καὶ στὸ θέμα
τῆς δεκάτης. Ἐνῶ ἀπὸ ὡρισμένα εἴδη, τὰ καθαυτὸ προϊόντα τους, ἦσαν
ὑποχρεωμένοι νὰ προσφέρουν τὸ 1/10 στὸν Ναό, ὁ Φαρισαῖος μάζευε ἀκόμη
καὶ τὸν μαϊδανό, τὸν δυόσμο καὶ τὸν ἄνηθο τοῦ κήπου του 1/10 καὶ τὰ πρόσφερε
(Ματθ. κγ'[23] 23)! Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴν «προσευχή» του τόνιζε μὲ στόμφο: «Δὶς τοῦ σαββάτου» νηστεύω! «Πάντα ὅσα κτῶμαι», ἀποδεκατῶ!
Λησμονοῦσε
ὅμως ὁ δυστυχὴς ἐκεῖνος ἄνθρωπος, ὅτι αὐτὲς οἱ ἐντολὲς εἶναι οἱ πιὸ
εὔκολες γιὰ νὰ τὶς τηρήσει κανείς. Ἔχουν βεβαίως τὴ θέση, τὴ χάρη καὶ
τὴν ἀξία τους, ὥστε νὰ μὴ τὶς περιφρονεῖ καὶ τὶς παραμελεῖ κανείς, ἀλλὰ
δὲν εἶναι οἱ πρῶτες. Ὑπάρχουν καὶ «τὰ
βαρύτερα τοῦ νόμου», ἡ δικαιοσύνη, ἡ τιμιότης καὶ ἡ ἀγάπη
(Ματθ. κγ'[23] 23), ποὺ αὐτὰ πρωτίστως πρέπει νὰ ἐπιμελούμεθα.
Ἆραγε ἐμεῖς
τὸ ἔχουμε συνειδητοποιήσει καὶ τὸ ἐνθυμούμαστε αὐτό; Τὸ νὰ πᾶμε
στὸ πανηγύρι τοῦ Ναοῦ, τὸ νὰ προσφέρουμε χρήματα στὸ Φιλόπτωχο ἢ
στὴν Ἐπιτροπὴ ἀνεγέρσεως, τὸ νὰ ἀνάψουμε τὸ κερί μας ἢ νὰ νηστεύσουμε
τὶς μεγάλες ἑορτές, ἀκόμη καὶ τὸ νὰ μάθουμε ἀπὸ στήθους ὕμνους, προσευχές,
τροπάρια ἢ καὶ τὰ λόγια της θείας Λειτουργίας, εἶναι εὔκολο. Δὲν ἀποδεικνύει
ἑπομένως ἰδιαίτερη πνευματικότητα.
Ἐκεῖνα ποὺ
κυρίως, ζητεῖ ὁ Θεὸς καὶ καλούμαστε πρωτίστως νὰ ἐπιδιώξουμε καὶ
νὰ ἐπιδείξουμε, εἶναι ἄλλα. Νὰ καλλιεργήσουμε πίστη ἐνσυνείδητη
καὶ ἀκλόνητη, θεῖο φόβο καὶ βαθὺ σεβασμὸ ἐνώπιόν Του. Νὰ ἐξομολογηθοῦμε
εἰλικρινὰ καὶ συντετριμμένα κάποιες ὀδυνηρὲς ἐνοχές μας. Νὰ ὑποχωρήσουμε
στὸ πεῖσμα μας. Νὰ ἀναγνωρίσουμε καὶ ἐπανορθώσουμε σφάλματά μας.
Νὰ δώσουμε συγχώρηση στὸν ἐχθρό μας, ποὺ ἐπανειλημμένα μᾶς ἀδίκησε,
στὸν συγγενῆ, ποὺ ἐπλεονέκτησε στὰ κληρονομικά. Νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη
μας πρὸς ὅλους καὶ πολλήν.
Αὐτὰ
ζητεῖ ὁ Θεός. Θὰ τοῦ τὰ προσφέρουμε;
3. Ἐνῶ ὁ Φαρισαῖος στὸ κέντρο
τοῦ Ναοῦ κύτταζε γύρω του, γιὰ νὰ διαπιστώσει ὅτι τὸν προσέχουν, καὶ
μιλοῦσε ζωηρά, γιὰ νὰ ἀκούεται ἀπὸ ὅλους, καταγινόταν δὲ στὸ νὰ
συγκρίνει τὸν ἑαυτό του μὲ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τὸν ἀποδεικνύει ὑπεροχότερο,
ὁ τελώνης ἔκανε κάτι τελείως διαφορετικό.
Εἶχε διαλέξει
μιὰν ἄκρη τοῦ ἱεροῦ περιβόλου, «μακρόθεν
ἐστώς», καὶ εἶχε συγκεντρωθεῖ στὸν ἑαυτό του. Ἀναμετροῦσε τὰ λάθη
καὶ ἁμαρτήματά του, τὴν ἐνοχὴ καὶ εὐθύνη του ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ, συνέκρινε
τὴν κατάστασή του μὲ τὸν θεῖο Νόμο, ἀναλογιζόταν δὲ καὶ τὸ μεγαλεῖο,
τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔκλαιε. Καὶ κτυποῦσε
συντετριμμένος τὰ στήθη. Καὶ ἐπανελάμβανε τὴν προσευχή: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί
μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».
Καὶ ἐμεῖς, ἐν
ὄψει μάλιστα τοῦ ἱεροῦ Τριωδίου, ποὺ ἀρχίζει σήμερα, ἂς μάθουμε
νὰ συγκεντρώνουμε τὴ σκέψη μας στὸν ἑαυτό μας, νὰ καλλιεργήσουμε
τὴν αὐτογνωσία καὶ νὰ ζήσουμε βαθύτερα τὴ μετάνοια. Μὴ ἐπιτρέψουμε
ποτὲ στὸν ἑαυτό μας νὰ προφασισθεῖ ὅτι «δὲν ἔχω κάνει τίποτε κακό», «δὲν μὲ τύπτει διόλου ἢ συνείδησίς
μου», «ἄλλοι κάνουν πολὺ χειρότερα» κι ἔτσι πρόχειρα καὶ ἐπιπόλαια
νὰ προσπεράσει τὸ θέμα. Εἴμαστε ἄνθρωποι ἀσθενεῖς καὶ γι᾿ αὐτὸ σὲ
πολλὰ ἔνοχοι καὶ ἁμαρτωλοί. Καὶ αὐτὰ τὰ πολλὰ πρέπει νὰ τὰ ἀνιχνεύσουμε
ἕνα πρὸς ἕνα, ὥστε νὰ καταλάβουμε καλὰ πόσο ἔχουμε λυπήσει τὸν Ἅγιο
Θεό. Εἴτε μὲ σκέψεις καὶ βλέμματα ἔνοχα, εἴτε μὲ φθόνους, ἀνειλικρίνειες
καὶ ἀδικίες, εἴτε μὲ κατακρίσεις καὶ καταλαλιές... Καὶ νὰ κατανυγοῦμε
ὅπως ὀ τελώνης, νὰ πονέσουμε, νὰ δακρύσουμε, νὰ ἐξομολογηθοῦμε
μὲ συντριβή. Διότι μόνον ὅποιος ἔτσι συστηματικὰ προσγειώνει τὸν
ἑαυτό του, ὅποιος ταπεινώνεται, μόνον αὐτὸς κατὰ τὴ θεία διαβεβαίωση
«ὑψωθήσεται», θὰ γίνει δεκτὸς ἀπὸ
τὸν Ὕψιστο Θεό, θὰ συγχωρηθεῖ, θὰ εὐλογηθεῖ καὶ θὰ δοξασθεῖ.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου