Παρασκευή 11 Μαρτίου 2022

Α΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ). ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΊΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

Α΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

(ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ)

(13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2022)



 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  

Ἀ­δελ­φοί, πί­στει Μω­ϋσῆς μέ­γας γε­νό­με­νος ἠρ­νή­σα­το λέ­γε­σθαι υἱ­ὸς θυ­γα­τρὸς Φα­ραώ, μᾶλ­λον ἑ­λό­με­νος συγ­κα­κου­χεῖ­σθαι τ λα­ῷ το Θε­οῦ πρό­σκαι­ρον ἔ­χειν ἁ­μαρ­τί­ας ἀ­πό­λαυ­σινμε­ί­ζο­να πλοῦ­τον ἡ­γη­σά­με­νος τν Αἰ­γύ­πτου θη­σαυ­ρῶν τν ὀ­νει­δι­σμὸν το Χρι­στοῦ, ἀ­πέ­βλε­πεν γρ ες τν μι­σθα­πο­δο­σί­αν. Κα τ ἔ­τι λέ­γω; ἐ­πι­λε­ί­ψει γρ με δι­η­γού­με­νον χρό­νος πε­ρὶ Γε­δε­ών, Βα­ράκ, Σαμ­ψών, Ἰ­ε­φθά­ε, Δαυ­ῒδ τε κα Σα­μου­ὴλ κα τν προ­φη­τῶν, ο δι­ὰ πί­στε­ως κα­τη­γω­νί­σαν­το βα­σι­λε­ί­ας, εἰρ­γά­σαν­το δι­και­ο­σύ­νην, ἐ­πέ­τυ­χον ἐ­παγ­γε­λι­ῶν, ἔ­φρα­ξαν στό­μα­τα λε­όν­των, ἔ­σβε­σαν δύ­να­μιν πυ­ρός, ἔ­φυ­γον στό­μα­τα μα­χα­ί­ρας, ἐ­νε­δυ­να­μώ­θη­σαν ἀ­πὸ ἀ­σθε­νε­ί­ας, ἐ­γε­νή­θη­σαν ἰ­σχυ­ροὶ ἐν πο­λέ­μῳ, πα­ρεμ­βο­λὰς ἔ­κλι­ναν ἀλ­λο­τρί­ων· ἔ­λα­βον γυ­ναῖ­κες ξ ἀ­να­στά­σε­ως τος νε­κροὺς αὐ­τῶν· ἄλ­λοι δ ἐ­τυμ­πα­νί­σθη­σαν, ο προσ­δε­ξά­με­νοι τν ἀ­πο­λύ­τρω­σιν, ἵ­να κρε­ίτ­το­νος ἀ­να­στά­σε­ως τύ­χω­σιν· ἕ­τε­ροι δ ἐμ­παιγ­μῶν κα μα­στί­γων πεῖ­ραν ἔ­λα­βον, ἔ­τι δ δε­σμῶν κα φυ­λα­κῆς· ἐ­λι­θά­σθη­σαν, ἐ­πρί­σθη­σαν, ἐ­πει­ρά­σθη­σαν, ν φό­νῳ μα­χα­ί­ρας ἀ­πέ­θα­νον, πε­ρι­ῆλ­θον ν μη­λω­ταῖς, ν αἰ­γε­ί­οις δέρ­μα­σιν, ὑ­στε­ρο­ύ­με­νοι, θλι­βό­με­νοι, κα­κου­χού­με­νοι, ν οκ ν ἄ­ξι­ος ὁ κό­σμος, ἐ­ν ἐ­ρη­μί­αις πλα­νώ­με­νοι κα ὄ­ρε­σι κα σπη­λαί­οις κα τας ὀ­παῖς τς γς. Κα οὗ­τοι πάν­τες μαρ­τυ­ρη­θέν­τες δι­ὰ τς πί­στε­ως οκ ἐ­κο­μί­σαν­το τν ἐ­παγ­γε­λί­αν, το Θε­οῦ πε­ρὶ ἡ­μῶν κρεῖτ­τόν τι προ­βλε­ψα­μέ­νου, ἵ­να μ χω­ρὶς ἡ­μῶν τε­λει­ω­θῶ­σι. 

(Ἑβρ. ια΄[11] 24–26, 32-40)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀ­δελ­φοί,ἐ­ξαι­τί­ας τῆς πί­στε­ώς του ὁ Μω­ϋ­σῆς, ὅ­ταν με­γά­λω­σε κι ἔ­γι­νε ἄν­δρας, ἀρ­νή­θη­κε νὰ ὀ­νο­μά­ζε­ται βα­σι­λό­που­λο, γιὸς τῆς κό­ρης το­ῦ Φα­ρα­ὼ· θε­ώ­ρη­σε κα­λύ­τε­ρο καὶ προ­τί­μη­σε νὰ κα­κο­πα­θεῖ μα­ζὶ μὲ τὸν λα­ὸ τοῦ Θεοῦ, πα­ρὰ νὰ ἔ­χει τὶς πρό­σκαι­ρες ἀ­πο­λαύ­σεις τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, νὰ ζεῖ δη­λα­δὴ ἄ­νε­τα καὶ μὲ τι­μὲς ὡς Αἰ­γύ­πτιος ἄρ­χον­τας μὲ τοὺς εἰ­δω­λο­λά­τρες πού κα­τα­πί­ε­ζαν τοὺς Ἰσ­ρα­η­λί­τες. Θε­ώ­ρη­σε με­γα­λύ­τε­ρο πλοῦ­το ἀ­πό τούς θη­σαυ­ροὺς καὶ τὰ ἀγαθά τῆς Αἰγύπτου τὶς πε­ρι­φρο­νή­σεις πού ἔμοιαζαν μὲ τὸν ὀ­νει­δι­σμὸ καὶ τὴν πε­ρι­φρό­νη­ση πού ἀρ­γό­τε­ρα θὰ ὑ­πέ­με­νε ὁ Χρι­στός. Κι αὐτά ὅ­λα δι­ό­τι εἶ­χε καρ­φω­μέ­να τὰ μά­τια του στὶς οὐ­ρά­νι­ες ἀν­τα­μοι­βές. Καὶ τί ἀ­κό­μη νὰ λέ­ω καὶ νὰ δι­η­γοῦ­μαι; Πρέ­πει νὰ στα­μα­τή­σω, δι­ό­τι δὲν θὰ μοῦ φτάσει ὁ χρό­νος νὰ διηγοῦμαι γιά τόν Γεδεών καὶ τὸν Βα­ράκ, τὸν Σαμ­ψών καὶ τὸν Ἰεφθάε, γιὰ τὸν Δα­βὶδ καὶ τὸν Σα­μου­ὴλ καὶ τούς προ­φῆ­τες. Αὐτοί, ἐ­πει­δὴ εἶ­χαν πί­στη, κα­τα­πο­λέ­μη­σαν καὶ ὑπέταξαν βα­σί­λεια, κυ­βέρ­νη­σαν τὸν λα­ὸ μὲ δι­και­ο­σύ­νη, πέ­τυ­χαν τὴν πραγ­μα­το­ποί­η­ση τῶν ὑ­πο­σχέ­σε­ων πού τοὺς ἔ­δω­σε ὁ Θε­ός, ἔ­φρα­ξαν στό­μα­τα λι­ον­τα­ρι­ῶν, ὅ­πως ὁ Δα­νι­ήλ, ἔ­σβη­σαν τὴν κα­τα­στρε­πτι­κὴ δύ­να­μη τῆς φω­τιᾶς, δι­έ­φυ­γαν τὸν κίν­δυ­νο τῆς σφα­γῆς, πῆ­ραν δύ­να­μη κι ἔ­γι­ναν κα­λὰ ἀ­πὸ ἀρρώστιες, ἀ­να­δεί­χθη­καν ἰ­σχυ­ροὶ καί ἀ­νί­κη­τοι στὸν πό­λε­μο, ἔ­τρε­ψαν σὲ φυ­γὴ τὶς ἐχθρικές πα­ρα­τά­ξεις καὶ τὰ πο­λυ­πλη­θῆ στρα­τεύ­μα­τά τους. Μὲ τὴν πί­στη πού εἶ­χαν στὴν ὑ­περ­φυ­σι­κὴ δύ­να­μη τῶν προ­φη­τῶν οἱ γυ­ναῖ­κες πού ἀ­να­φέ­ρει ἡ Πα­λαι­ὰ Διαθήκη ξα­να­πῆ­ραν πί­σω ζων­τα­νὰ τὰ νε­κρὰ παι­διά τους πού ἀ­νέ­στη­σαν οἱ προ­φῆ­τες. Κι ἄλ­λοι δέ­θη­καν στὸ βα­σα­νι­στι­κὸ ὄρ­γα­νο πού λε­γό­ταν τύμ­πα­νο καὶ δάρ­θηκαν σκλη­ρὰ μέ­χρι θα­νά­του, ἐ­πει­δὴ δὲν δέ­χθη­καν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πί­στη τους καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἔτσι ἀ­πὸ τὸ μαρ­τύ­ριο. Προ­τί­μη­σαν τὸ σκλη­ρὸ αὐτό μαρ­τύ­ριο, γιὰ νὰ ἀ­να­στη­θοῦν σὲ μιὰ κα­λύ­τε­ρη ζω­ή, πα­ρὰ νὰ ἔ­χουν μιὰ πρό­σκαι­ρη ἀποκατάσταση στή ζωή αὐτή. Κι ἄλ­λοι πά­λι δο­κί­μα­σαν ἐμπαιγμούς καὶ μα­στι­γώ­σεις, ἀ­κό­μη μά­λι­στα καὶ δε­σμὰ καὶ φυ­λα­κί­σεις. Λι­θο­βο­λή­θη­καν, πρι­ο­νί­σθη­καν, δο­κί­μα­σαν πολ­λοὺς πει­ρα­σμούς, θα­να­τώ­θη­καν μὲ σφα­γὴ ἀ­πὸ μα­χαί­ρι, πε­ρι­φέ­ρον­ταν σὰν πλα­νό­διοι ἐ­δῶ κι ἐκεῖ. Φο­ροῦ­σαν γιὰ ρο­ῦχα προ­βι­ὲς καὶ γι­δο­δέρ­μα­τα, ζών­τας μέ­σα σὲ στε­ρή­σεις, θλί­ψεις καὶ κα­κο­πά­θει­ες. Ὁ­λό­κλη­ρος ὁ κό­σμος δὲν ἄ­ξι­ζε ὅ­σο οἱ ἅ­γιοι αὐτοί ἄν­δρες, κι οὔτε μπο­ροῦ­σε νὰ συγκριθεῖ μ’ αὐτούς. Πε­ρι­πλα­νιόν­τουσαν σὲ ἐ­ρημίες καὶ σὲ βου­νά, σὲ σπη­λι­ὲς καὶ σὲ τρύ­πες τῆς γῆς. Κι ὅ­λοι αὐτοί οἱ ἅ­γιοι ἄν­δρες, ἂν καὶ ἔ­λα­βαν ἐγ­κωμι­α­στι­κὴ μαρ­τυ­ρί­α γιὰ τὴν πί­στη τους, δὲν ἀ­πό­λαυ­σαν τὴν ὑπόσχεση τῆς οὐ­ρά­νιας κλη­ρο­νο­μιᾶς. Κι αὐτό δι­ό­τι ὁ Θε­ὸς προ­έ­βλε­ψε γιὰ μᾶς κά­τι κα­λύ­τε­ρο, ὥ­στε αὐτοί νὰ μὴ λά­βουν σὲ βαθ­μὸ τέ­λει­ο τὴ σω­τη­ρί­α τους χωρίς ἐμᾶς, ἀλλά νὰ τὴ λά­βου­με ὅ­λοι μα­ζί. Ἔ­τσι ἐμεῖς βρι­σκό­μα­στε τώ­ρα σὲ πλε­ο­νε­κτι­κό­τε­ρη θέ­ση ἀ­π’ αὐτούς· ὄ­χι μό­νο ἐ­πει­δὴ ζοῦμε στὰ χρό­νια της ἀ­πο­λυ­τρώ­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ, ἀλλά καὶ ἐ­πει­δὴ ἡ πε­ρί­ο­δος τῆς ἀ­να­μο­νῆς γιὰ μᾶς εἶ­ναι μι­κρό­τε­ρη.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τ και­ρ ­κεί­ν ­θ­λη­σεν ­η­σος ­ξελ­θεν ες τν Γα­λι­λα­­αν, κα ε­ρ­σκει Φλιππον κα λ­γει α­τ· ἀ­κο­λο­ύ­θει μοι. ν δ Φλιππος ­π Βηθ­σα­ϊ­δ, κ τς π­λε­ως ν­δρ­ου κα Πτρου. ε­ρ­σκει Φλιππος τν Να­θα­να­λ κα λ­γει α­τ· ν ­γρα­ψε Μω­ϋ­σς ν τ ν­μ κα ο προ­φ­ται, ε­ρ­κα­μεν, ­η­σον τν υ­ν το ­ω­σφ τν ­π Να­ζα­ρτ. κα ε­πεν α­τ Να­θα­να­λ· κ Να­ζα­ρτ δ­να­τα τι ­γα­θν ε­ναι; λ­γει α­τ Φλιππος· ἔρ­χου κα ­δε. ε­δεν ­η­σος τν Να­θα­να­λ ρ­χ­με­νον πρς α­τν κα λ­γει πε­ρ α­το· ἴ­δε ἀ­λη­θς σ­ρα­η­λ­της ν δ­λος οκ ­στι. λ­γει α­τ Να­θα­να­λ· πθεν με γι­ν­σκεις; ­πε­κρ­θη ­η­σος κα ε­πεν α­τ· πρ το σε Φλιππον φω­ν­σαι, ν­τα ­π τν συ­κν ε­δν σε. ­πε­κρί­θη Να­θα­να­λ κα λ­γει α­τ· Ραβ­βί, σ ε υἱ­ὸς το Θε­οῦ, σ ε βα­σι­λεὺς το Ἰσ­ρα­ήλ. ἀ­πε­κρί­θη Ἰ­η­σοῦς κα εἶ­πεν αὐ­τῷ· ὄ­τι εἶ­πόν σοι, εἶ­δόν σε ὑ­πο­κά­τω τς συ­κῆς, πι­στε­ύ­εις; με­ί­ζω το­ύ­των ὄ­ψῃ.  κα λέ­γει αὐ­τῷ· ἀ­μὴν ἀ­μὴν λέ­γω ὑ­μῖν, ἀ­π' ἄρ­τι ὄ­ψε­σθε τν οὐ­ρα­νὸν ἀ­νε­ῳ­γό­τα, κα τος ἀγ­γέ­λους το Θε­οῦ ἀ­να­βα­ί­νον­τας κα κα­τα­βα­ί­νον­τας ἐ­πὶ τν υἱ­ὸν το ἀν­θρώ­που.

                                                                                         (Ιω. α΄[1] 44 – 52)

                                   

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΑΝΟΙΚΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Κά­ποι­α με­γά­λα καὶ κα­θο­ρι­στι­κὰ γε­γο­νό­τα στὴ ζω­ὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ποὺ ἄλ­λα­ξαν τὴν πο­ρεί­α τῆς Ἱ­στο­ρί­ας, ἐ­κτυ­λί­χθη­καν ἁ­πλά καὶ ἀ­θό­ρυ­βα, μέ­σα σ᾿ ἕ­να σι­ω­πη­λὸ ἱ­ε­ρὸ με­γα­λεῖ­ο. Ἕ­να τέ­τοι­ο γε­γο­νὸς μο­να­δι­κὸ πε­ρι­γρά­φει τὸ Ἱ­ε­ρὸ Εὐ­αγ­γέ­λιο τῆς Κυ­ρια­κῆς της Ὀρ­θο­δο­ξίας.

1. ΕΛΑ ΝΑ ΔΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ

Μί­α ἡ­μέ­ρα λοι­πὸν ξε­χω­ρι­στή, ὁ Κύ­ριός μας, κα­θὼς ξε­κι­νᾶ τὴν ἐ­κλο­γὴ τῶν μα­θη­τῶν Του, ἔρ­χε­ται σὲ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α μὲ τὸν Ἀν­δρέ­α καὶ τὸν Ἰ­ω­άν­νη. Οἱ δύ­ο αὐ­τοὶ πρῶ­τοι μα­θη­ταί, ἐν­θου­σι­α­σμέ­νοι ἀ­πὸ τὴν σα­γη­νευ­τι­κὴ συ­νάν­τη­σή τους μὲ τὸν Κύ­ριο, τὴν ἴ­δια ἡ­μέ­ρα φέρ­νουν στὸν Χρι­στὸ καὶ τοὺς ἀ­δελ­φούς τους. Ὁ πρῶ­τος τὸν Πέ­τρο καὶ ὁ δεύ­τε­ρος τὸν Ἰ­ά­κω­βο. Τὴν ἑ­πό­με­νη ἡ­μέ­ρα ὁ Κύ­ριος, θέ­λον­τας νὰ ἀ­να­χω­ρή­σει ἀ­πὸ τὴν Γα­λι­λαί­α, βρί­σκει τὸν Φί­λιπ­πο, ὁ ὁ­ποῖ­ος κα­τα­γό­ταν ἀ­πὸ τὴν Βηθ­σα­ϊ­δὰ τῆς Γα­λι­λαί­ας, τὴν πα­τρί­δα τοῦ Ἀν­δρέ­α καὶ τοῦ Πέ­τρου, καὶ τοῦ λέ­ει: «Ἀ­κο­λού­θει μοι». Ὁ Φί­λιπ­πος συγ­κι­νη­μέ­νος ἀ­πὸ τὴ με­γά­λη αὐ­τὴ πρό­σκλη­ση δὲν μπο­ρεῖ νὰ συγ­κρα­τή­σει τὴ χα­ρά του. Τρέ­χει μὲ ἐν­θου­σια­σμὸ καὶ βρί­σκει τὸν φί­λο του Να­θα­να­ήλ, ἄν­θρω­πο μὲ βα­θει­ὲς πνευ­μα­τι­κὲς ἀ­να­ζη­τή­σεις, καὶ τοῦ λέ­ει: «Εὑ­ρή­κα­μεν τὸν Μεσ­σί­αν», βρή­κα­με ἐ­κεῖ­νον γιὰ τὸν ὁ­ποῖ­ο ἔ­γρα­ψε ὁ Μω­ϋ­σῆς στὸν Νό­μο καὶ προ­φή­τευ­σαν οἱ Προ­φῆ­τες. Εἶ­ναι ὁ Ἰ­η­σοῦς ἀ­πὸ τὴν Να­ζα­ρέτ.

—Ά­πό τὴν Να­ζα­ρέτ; ἀ­πο­ρεῖ ὁ Να­θα­να­ήλ. Εἶ­ναι δυ­να­τὸν ἀ­πὸ τὴν ἄ­ση­μη καὶ κα­κό­φη­μη Να­ζα­ρὲτ νὰ προ­έλ­θη κά­τι κα­λό;

—«Ἔρ­χου καὶ ἴ­δε». Ἔ­λα νὰ δεῖς μὲ τὰ μά­τια σου καὶ νὰ πει­σθεῖς, ἀ­παν­τᾶ αὐ­θόρ­μη­τα καὶ ζω­η­ρὰ ὁ Φί­λιπ­πος, πα­ρα­κι­νών­τας τὸν φί­λο του νὰ δι­ώ­ξει κά­θε δι­σταγ­μό, νὰ ἔλ­θει νὰ δι­α­πι­στώ­σει καὶ μό­νος του τὴ με­γά­λη αὐ­τὴ ἀ­λή­θεια γιὰ τὸ πρό­σω­πο τοῦ Κυ­ρί­ου.

    Η ΙΕΡΗ αὐ­τὴ πρό­σκλη­ση τοῦ Φι­λίπ­που πρὸς τὸν Να­θα­να­ὴλ βέ­βαι­α δὲν ἀ­κού­στη­κε μό­νο μί­α φο­ρά, ἀ­κού­ε­ται δια­ρκῶς μέ­σα στοὺς αἰ­ῶ­νες. Τὴν ἀ­πευ­θύ­νει πρὸς ὅ­λους ἡ Ὀρ­θό­δο­ξος Ἐκ­κλη­σί­α μας. «Ἔρ­χου καὶ ἴ­δε». Ἔ­λα νὰ δεῖς. Ἔ­λα στὴν ἀ­λη­θι­νὴ Ἐκ­κλη­σί­α νὰ δεῖς μὲ τὰ μά­τια σου· ὄ­χι θε­ω­ρί­ες καὶ ἀν­θρώ­πι­να συ­στή­μα­τα, ποῦ ἀ­πο­γο­η­τεύ­ουν. Ἔ­λα νὰ δεῖς τὸν Θε­ὸ ποὺ ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α μας. Αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ θη­σαυ­ρὸς τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας. Ὁ Ἰ­η­σοῦς «Χρι­στὸς πα­ρα­τει­νό­με­νος εἰς τοὺς αἰ­ῶ­νας»· χω­ρὶς πα­ρα­μορ­φώ­σεις στὸ θε­ϊ­κό Του πρό­σω­πο καὶ τὴν μο­να­δι­κὴ δι­δα­σκα­λί­α Του· χω­ρὶς τὶς πα­ρα­χα­ρά­ξεις τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν ἢ ἄλ­λων ἐ­χθρῶν Του. Μὴν ψά­χνεις λοι­πὸν ἀλ­λοῦ νὰ βρεῖς σω­τη­ρί­α. Μὴν ψά­χνεις στοὺς σκο­τει­νοὺς μυ­στι­κι­σμοὺς τῆς Ἀ­να­το­λῆς, στὶς πλά­νες τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν, στοὺς ἀ­στρο­λό­γους καὶ στὰ μέν­τιουμ. Μὴν ψά­χνεις στὴ μα­ται­ό­τη­τα τοῦ κό­σμου νὰ βρεῖς εὐ­τυ­χί­α καὶ πλη­ρό­τη­τα. «Ἔρ­χου καὶ ἴ­δε». Ἔ­λα στὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α μας. Στὴν ἀ­λή­θεια τῆς πί­στε­ως καὶ τὴν Χά­ρη τῶν ἱ­ε­ρῶν Μυ­στη­ρί­ων της θὰ βρεῖς τὴ γνη­σι­ό­τη­τα, τὴ χα­ρά, τὸ φῶς, τὸν Σω­τή­ρα Κύ­ριο. Ἔ­λα νὰ δεῖς μὲ τὰ μά­τια σου. Ὅ­πως ἦλ­θε ὁ Να­θα­να­ὴλ καὶ ἔ­μει­νε μα­ζί Του γιὰ πάν­τα.

2. ΑΝΟΙΚΤΟΙ ΟΥΡΑΝΟΙ

Ὁ Να­θα­να­ὴλ λοι­πὸν πεί­θε­ται ἀ­πὸ τὰ λό­για τοῦ φί­λου του. Μα­ζὶ τώ­ρα κι οἱ δυ­ό τους τρέ­χουν νὰ συ­ναν­τή­σουν τὸν Κύ­ριο. Ἀλ­λὰ τὴν στιγ­μὴ ποὺ τὸν πλη­σιά­ζουν κά­τι τὸ ἐκ­πλη­κτι­κὸ συμ­βαί­νει. Κα­θὼς ὁ Ἰ­η­σοῦς βλέ­πει τὸν Να­θα­να­ὴλ νὰ ἔρ­χε­ται κον­τά Του, λέ­ει γι᾿ αὐ­τόν: «Νὰ ἕ­νας γνή­σιος καὶ πραγ­μα­τι­κὸς Ἰσ­ρα­η­λί­της, στὴν καρ­διὰ τοῦ ὁ­ποί­ου δὲν ὑ­πάρ­χει δό­λος καὶ πο­νη­ριά». Ἀ­πο­ρεῖ ὁ Να­θα­να­ὴλ ἀ­κού­ον­τας τὰ λό­για αὐ­τὰ καὶ ρω­τᾶ μὲ ἔκ­πλη­ξη: Κύ­ρι­ε, «πό­θεν μὲ γι­νώ­σκεις;», ἀ­πὸ ποῦ μὲ γνω­ρί­ζεις; Καὶ ὁ Κύ­ριος ἀ­παν­τᾶ: «Πρὶν σοῦ μι­λή­σει γιὰ μέ­να ὁ Φί­λιπ­πος, σὲ εἶ­δα μὲ τὰ θε­ϊ­κά μου μά­τια κά­τω ἀ­πὸ τὴ συ­κιὰ νὰ προ­σεύ­χε­σαι». Ὁ Να­θα­να­ὴλ ἀ­κού­ει τὰ ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κὰ αὐ­τὰ λό­για τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ ἡ ἀ­πο­ρί­α του με­τα­βάλ­λε­ται τώ­ρα σὲ θαυ­μα­σμὸ καὶ φό­βο. Κα­τα­λα­βαί­νει ὅ­τι δὲν ἔ­χει μπρο­στά του ἁ­πλῶς ἕ­να προ­φή­τη, ἀλ­λὰ τὸν Μεσ­σί­α. Λέ­γει λοι­πὸν μὲ ἐν­θου­σια­σμὸ καὶ πί­στη: «Δι­δά­σκα­λε, ἐ­σὺ εἶ­σαι ἀ­λη­θι­νὰ ὁ υἱ­ὸς τοῦ Θε­οῦ, ἐ­σὺ εἶ­σαι ὁ βα­σι­λιὰς τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ».

Καὶ ὁ Κύ­ριος τοῦ ἀ­παν­τᾶ: «Πι­στεύ­εις σὲ μέ­να, ἐ­πει­δὴ σοῦ εἶ­πα ὅ­τι βρι­σκό­σουν κά­τω ἀ­πὸ τὴ συ­κιά; Θὰ δεῖς ἀ­κό­μη με­γα­λύ­τε­ρα πράγ­μα­τα. Σᾶς βε­βαι­ώ­νω, πρό­σθε­σε, ὅ­τι στὸ ἑ­ξῆς θὰ βλέ­πε­τε τὸν οὐ­ρα­νὸ νὰ εἶ­ναι ἀ­νοι­κτὸς καὶ τοὺς ἀγ­γέ­λους νὰ ἀ­νε­βαί­νουν καὶ νὰ κα­τε­βαί­νουν "ἐ­πὶ τὸν υἱ­ὸν τοῦ ἂν­θρώ­που", γιὰ νὰ μὲ δι­α­κο­νοῦν στὸ ἔρ­γο τῆς σω­τη­ρί­ας τῶν ἀν­θρώ­πων».

ΑΝΟΙΞΕ λοι­πὸν ὁ οὐ­ρα­νὸς γιὰ τοὺς μα­θη­τὰς καὶ γιὰ ὅ­λους τους πι­στούς. Ἄ­νοι­ξε βέ­βαι­α ἀ­πὸ τὴ νύ­χτα τῶν Χρι­στου­γέν­νων καὶ σ᾿ ὅ­λη τὴ διά­ρκεια τῆς ἐ­πὶ γῆς πα­ρου­σί­ας τοῦ Κυ­ρί­ου μας. Μέ­νει ὅ­μως ἀ­πὸ τό­τε ἀ­νοι­κτὸς καὶ σ᾿ ὅ­λους τοὺς αἰ­ῶ­νες μέ­σα στὴν Ἐκ­κλη­σί­α μας. Αὐ­τὴ ἄλ­λω­στε εἶ­ναι καὶ ἡ ἀ­πο­στο­λὴ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας μας: νὰ κρα­τεῖ ἀ­νοι­κτοὺς τοὺς οὐ­ρα­νοὺς στοὺς πι­στούς, γιὰ νὰ συ­ναν­τοῦν τὸν Κύ­ριο καὶ νὰ ἑ­νώ­νον­ται μα­ζί Του. Αὐ­τὴν τὴν ἀ­πο­στο­λή της ἡ Ὀρ­θο­δο­ξί­α μας τὴν ἐ­πλή­ρω­σε καὶ τὴν πλη­ρώ­νει πο­λὺ ἀ­κρι­βά. Ἀ­να­ρίθ­μη­τα πλή­θη ἁ­γί­ων καὶ μαρ­τύ­ρων ἀ­γω­νί­σθη­καν μέ­χρι θα­νά­του γιὰ νὰ κρα­τή­σουν ἀ­νοι­κτοὺς τοὺς οὐ­ρα­νούς, ἀ­νό­θευ­τη τὴν Ὀρ­θο­δο­ξί­α μας· καὶ μά­λι­στα τὴν ὥ­ρα ποὺ οἱ δαι­μο­νο­κί­νη­τες αἱ­ρέ­σεις ἤ­θε­λαν νὰ κλεί­σουν τοὺς οὐ­ρα­νούς, νὰ δι­α­στρε­βλώ­σουν τὴν πί­στη μας.

Αὐ­τὴ δὲ ἡ πά­λη τοῦ ψεύ­δους μὲ τὴν ἀ­λή­θεια, τοῦ σκό­τους μὲ τὸ φῶς θὰ συ­νε­χί­ζε­ται μέ­χρι συν­τε­λεί­ας τῶν αἰ­ώ­νων. Στοὺς ὤ­μους μας λοι­πὸν βα­ραί­νει ἡ εὐ­θύ­νη νὰ συ­νε­χί­σου­με τὸν ἀ­γώ­να τῆς Ὀρ­θό­δο­ξου πί­στε­ως, γιὰ νὰ μέ­νουν καὶ στὶς μέ­ρες μας οἱ οὐ­ρα­νοὶ ἀ­νοι­κτοί. Μὲ κά­θε θυ­σί­α, ὅ,τι κι ἂν αὐ­τὸ μᾶς κο­στί­σει.

     (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου