Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ  (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)

 (11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2022)

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)

Ἀδελφοί, ὃταν ὁ Χρι­στὸς φα­νε­ρω­θῇ, ζω­ὴ ὑ­μῶν, τό­τε κα ὑ­μεῖς σν αὐ­τῷ φα­νε­ρω­θή­σε­σθε ν δό­ξῃ. Νε­κρώ­σα­τε ον τ μέ­λη ὑ­μῶν τ ἐ­πὶ τς γς, πορ­νε­ί­αν, ἀ­κα­θαρ­σί­αν, πά­θος, ἐ­πι­θυ­μί­αν κα­κήν, κα τν πλε­ο­νε­ξί­αν ἥ­τις ἐ­στὶν εἰ­δω­λο­λα­τρί­α, δι' ἔρ­χε­ται ἡ ὀρ­γὴ το Θε­οῦ ἐ­πὶ τος υἱ­οὺς τς ἀ­πει­θε­ί­ας, ν ος κα ὑ­μεῖς πε­ρι­ε­πα­τή­σα­τέ πο­τε, ὅ­τε ἐ­ζῆ­τε ἐν αὐ­τοῖς· νυ­νὶ δ ἀ­πό­θε­σθε κα ὑ­μεῖς τ πάν­τα, ὀρ­γήν, θυ­μόν, κα­κί­αν, βλα­σφη­μί­αν, αἰ­σχρο­λο­γί­αν κ το στό­μα­τος ὑ­μῶν· μ ψε­ύ­δε­σθε ες ἀλ­λή­λους, ἀ­πεκ­δυ­σά­με­νοι τν πα­λαι­ὸν ἄν­θρω­πον σν τας πρά­ξε­σιν αὐ­τοῦ κα ἐν­δυ­σά­με­νοι τν νέ­ον τν ἀ­να­και­νο­ύ­με­νον ες ἐ­πί­γνω­σιν κα­τ' εἰ­κό­να το κτί­σαν­τος αὐ­τόν, ὅ­που οκ ἔ­νι Ἕλ­λην κα Ἰ­ου­δαῖ­ος, πε­ρι­το­μὴ κα ἀ­κρο­βυ­στί­α, βάρ­βα­ρος, Σκύ­θης, δοῦ­λος, ἐ­λε­ύ­θε­ρος, ἀλ­λὰ τ πάν­τα κα ν πᾶ­σι Χρι­στός.

                                    (Κολ. γ’[3]  4 – 11)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθεῖ, ὁ αἴτιος καὶ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς αὐτῆς ζωῆς μας, τότε κι ἐσεῖς μαζὶ μ' αὐτὸν θὰ φανερωθεῖτε δοξασμένοι. Νεκρῶστε λοιπὸν τὰ μέλη σας ποὺ ἐπιθυμοῦν τὶς γήινες ἀπολαύσεις καὶ ἡδονές. Νεκρῶστε τὴν πορνεία, τὴν ἀκαθαρσία, κάθε πάθος καὶ ὑποδούλωση στὸ κακό, κάθε κακὴ ἐπιθυμία καὶ τὴν πλεονεξία, ἡ ὁποία εἶναι λατρεία στὸ εἴδωλο τοῦ χρήματος. Γιὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ σ' αὐτοὺς πού συστηματικά καὶ μὲ ἐπιμονὴ δὲν θέλουν νὰ πιστέψουν. Στὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ κι ἐσεῖς κάποτε πορευθήκατε καὶ τὰ ὑπηρετήσατε, ὅταν ζούσατε ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς τοὺς ἄπιστους ἀνθρώπους. Τώρα ὅμως βγάλτε καὶ πετάξτε ἀπό πάνω σας κι ἐσεῖς, σάν ἀκάθαρτο ἔνδυμα, ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τὴν ὀργή, τὸν θυμό, τὴν κακία καὶ πονηριά, τὴν κακολογία, τὴν αἰσχρολογία ἀπό τὸ στόμα σας. Μὴ λέτε ψέματα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ἀφοῦ πλέον γδυθήκατε τὸν παλαιὸ διεφθαρμένο ἄνθρωπο μαζὶ μὲ τίς πράξεις του καὶ ντυθήκατε τὸ νέο ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται καὶ γίνεται καινούργιος, ὥστε νὰ προοδεύει στὴν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται διαρκῶς καινούργιος μὲ τὸ νὰ παίρνει τὴν ἴδια μορφὴ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὸν δημιούργησε. Σ' αὐτὸν τὸ νέο ἄνθρωπο δὲν ὑπάρχει διάκριση Ἕλληνα καί Ἰουδαίου, περιτμημένου Ἰσραηλίτη καὶ ἀπερίτμητου ἐθνικοῦ, βάρβαρου καὶ Σκύθη, δούλου καὶ ἐλεύθερου, ἀλλά καὶ ἐθνικότητα καὶ καταγωγὴ καὶ ἀξίωμα καὶ τὰ πάντα εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως καὶ μέσα σ' ὅλους τοὺς πιστοὺς πάλι εἶναι ὁ Χριστὸς.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)

Εἶ­πεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἄν­θρω­πός τις ἐ­πο­ί­η­σε δεῖ­πνον μέ­γα, κα ἐ­κά­λε­σε πολ­λο­ύς· κα ἀ­πέ­στει­λε τν δοῦ­λον αὐ­τοῦ τ ὥ­ρᾳ το δε­ί­πνου εἰ­πεῖν τος κε­κλη­μέ­νοις· ἔρ­χε­σθε, ὅ­τι ἤ­δη ἕ­τοι­μά ἐ­στι πάν­τα. κα ἤρ­ξαν­το ἀ­πὸ μι­ᾶς πα­ραι­τεῖ­σθαι πάν­τες, πρῶ­τος εἶ­πεν αὐ­τῷ· ἀ­γρὸν ἠ­γό­ρα­σα, κα ἔ­χω ἀ­νάγ­κην ἐ­ξελ­θεῖν κα ἰ­δεῖν αὐ­τόν· ἐ­ρω­τῶ σε, ἔ­χε με πα­ρῃ­τη­μέ­νον. κα ἕ­τε­ρος εἶ­πε· ζεύ­γη βο­ῶν ἠ­γό­ρα­σα πέν­τε, κα πο­ρε­ύ­ο­μαι δο­κι­μά­σαι αὐ­τά· ἐ­ρω­τῶ σε, ἔ­χε με πα­ρῃ­τη­μέ­νον. κα ἕ­τε­ρος εἶ­πε· γυ­ναῖ­κα ἔ­γη­μα, κα δι­ὰ τοῦ­το ο δύ­να­μαι ἐλ­θεῖν. κα πα­ρα­γε­νό­με­νος δοῦ­λος ἐ­κεῖ­νος ἀ­πήγ­γει­λε τ κυ­ρί­ῳ αὐ­τοῦ ταῦ­τα. τό­τε ὀρ­γι­σθεὶς ὁ οἰ­κο­δε­σπό­της εἶ­πε τ δο­ύ­λῳ αὐ­τοῦ· ἔ­ξελ­θε τα­χέ­ως ες τς πλα­τε­ί­ας κα ῥύ­μας τς πό­λε­ως, κα τος πτω­χοὺς κα ἀ­να­πή­ρους κα χω­λοὺς κα τυ­φλοὺς εἰ­σά­γα­γε ὧ­δε. κα εἶ­πεν δοῦ­λος· κύ­ρι­ε, γέ­γο­νεν ς ἐ­πέ­τα­ξας, κα ἔ­τι τό­πος ἐ­στί. κα εἶ­πεν κύ­ρι­ος πρς τν δοῦ­λον· Ἔ­ξελ­θε ες τς ὁ­δοὺς κα φραγ­μοὺς κα ἀ­νάγ­κα­σον εἰ­σελ­θεῖν, ἵ­να γε­μι­σθῇ οἶ­κός μου. λέ­γω γρ ὑ­μῖν ὅ­τι οὐ­δεὶς τν ἀν­δρῶν ἐ­κε­ί­νων τν κε­κλη­μέ­νων γε­ύ­σε­ταί μου το δε­ί­πνου.                   

    (Λουκ. ιδ΄[14] 16 – 24)  

 ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΕΙΠΝΟ

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

1.    ΔΕΙΠΝΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ

Κάποιος ἄνθρωπος, μᾶς λέει ἡ σημερινὴ Παραβολή, «ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς». Ὅταν ἑτοιμάσθηκε τὸ τραπέζι, ἔστειλε τὸν δοῦλο του νὰ πεῖ στοὺς καλεσμένους: «ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμὰ ἐστι πάντα», ἐλᾶτε, ὅλα πλέον εἶναι ἕτοιμα.

ΑΣΦΑΛΩΣ τὸ νόημα τῆς Παραβολῆς εἶναι πολὺ μεγάλο καὶ σπουδαῖο. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει ἑτοιμάσει μεγάλο δεῖπνο, τὴν οὐράνια Βασιλεία Του, στὴν ὁποία καλεῖ ὅλους μας νὰ γίνουμε συνδαιτυμόνες. Μὴ φαντασθοῦμε τὸ δεῖπνο αὐτὸ ὡς ἕνα ὑλικὸ τραπέζι ἀλλὰ ὡς μία κατάσταση πνευματική. Στὸ δεῖπνο αὐτό, δηλαδὴ στὴν οὐράνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀπολαμβάνουμε ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθά. Θὰ πλέουμε μέσα στὴν ἀτελεύτητη χαρὰ τῆς θεϊκῆς παρουσίας. Θὰ ζοῦμε μία κοινωνία ἀγάπης μὲ τοὺς ἁγίους, τοὺς ἀγγέλους καὶ τὸν ἄπειρο Θεό μας. Θὰ βλέπουμε τὸν Θεὸ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, θὰ γίνουμε κατὰ χάρη θεοί.

Αὐτὸ ὅμως τὸ ἐπουράνιο Δεῖπνο ὁ ἅγιος Θεὸς μᾶς δίνει τὴ δυνατότητα νὰ τὸ προγευόμαστε καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ νὰ ἀπολαμβάνουμε κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας πλούσια τὰ πνευματικὰ ἀγαθά Του: τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς μας, τὴν κοινωνία μας μ᾿ Αὐτόν, τὴ Βασιλεία Του μέσα μας.

Ὁ οἰκοδεσπότης λοιπὸν τοῦ Οὐρανοῦ μᾶς ἀπευθύνει τὴ μεγάλη πρόσκληση: «ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμὰ ἐστι πάντα». Ὅλα μᾶς τὰ ἔχει ἕτοιμα καὶ μᾶς περιμένει. Ἀλήθεια, ἀνταποκρινόμαστε στὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ, αἰσθανόμαστε σὲ ποιό Δεῖπνο μᾶς καλεῖ; Ἔχουμε τον νοῦ μας στραμμένο ἐκεῖ; Ἢ μοιάζουμε μὲ τοὺς καλεσμένους τῆς Παραβολῆς ποὺ ἀρνήθηκαν τὰ μεγάλα καὶ ἱερά, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἦταν προσκολλημένοι στὰ πρόσκαιρα καὶ ἐπίγεια;

2. ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΕΣ

Ἡ συμπεριφορὰ τῶν καλεσμένων ἦταν ἀπαράδεκτη. Σὰν νὰ ἦταν συνεννοημένοι, «ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες», ἄρχισαν νὰ προβάλλουν διάφορες δικαιολογίες. Ὁ πρῶτος εἶπε: «ἀγρὸν ἠγόρασα», ἀγόρασα χωράφι καὶ θέλω νὰ πάω νὰ τὸ δῶ. Σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ δικαιολογήσεις ποὺ δὲν θὰ ἔλθω στὸ τραπέζι. Ἄλλος εἶπε: «ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε» καὶ πηγαίνω νὰ δοκιμάσω τὴν ἀντοχή τους. Σὲ παρακαλῶ συγχώρεσέ με ποὺ δὲν θὰ ἔλθω. Καὶ ὁ τρίτος καλεσμένος εἶπε: Νυμφεύθηκα καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν μπορῶ νὰ ἔλθω.

Λυπημένος ὁ δοῦλος ἐπιστρέφει καὶ ἀναφέρει στὸν κύριό του ὅσα τοῦ εἶπαν οἱ προσκεκλημένοι. Λυπήθηκε ὁ οἰκοδεσπότης γιὰ τὴν ἀδιαφορία ποὺ ἔδειξαν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι καὶ εἶπε στὸν δοῦλο του: Τρέξε στὶς πλατεῖες καὶ τὰ στενοδρόμια τῆς πόλεως καὶ μάζεψε γιὰ τὸ δεῖπνο τοὺς σακάτηδες, τοὺς χωλοὺς καὶ τυφλοὺς ποὺ θὰ βρεῖς.

Ὁ δοῦλος ἔπειτα ἀπὸ λίγο ἐπέστρεψε καὶ λέγει στὸν κύριό του: Ἔκανα ὅ,τι μὲ διέταξες. Τοὺς προσκάλεσα ὅλους αὐτοὺς καὶ ἦλθαν, ἀλλὰ ὑπάρχει ἀκόμη χῶρος στὸ σπίτι γιὰ νὰ προσκληθοῦν κι ἄλλοι. Τότε ὁ φιλάνθρωπος κύριος λέει στὸν δοῦλο του: Βγὲς ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στοὺς δρόμους καὶ τοὺς ἀγρούς, καὶ ὅσους βρεῖς παρακίνησε τοὺς μὲ ἐπιμονὴ νὰ ἔλθουν, νὰ γεμίσει τὸ σπίτι μου. Διότι σᾶς, βεβαιώνω ὅτι «οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταὶ μου τοῦ δείπνου». Κανεὶς ἀπὸ τοὺς πρώτους καλεσμένους δὲν θὰ λάβει μέρος στὸ δεῖπνο. Διότι ἀρνήθηκαν τὴν πρόσκλησή μου.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ἡ ἴδια ἀδικαιολόγητη ἄρνηση ἐκδηλώνεται σὲ κάθε ἐποχή. Προφάσεις χίλιες δυό: δουλειές, φροντίδες, ὑποχρεώσεις, ἔλλειψη χρόνου. Πνίγονται, λένε ἀρκετοὶ ἄνθρωποι, στὶς ἀτελείωτες δουλειές τους. Καὶ ἀπουσιάζουν ἀδικαιολόγητα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τόσες ἄλλες πνευματικὲς εὐκαιρίες, προβάλλοντας ἀμέτρητες προφάσεις...

Τὸ πρόβλημα ὅμως δὲν εἶναι τόσο στὴν ἔλλειψη χρόνου ἀλλὰ στὴν ἔλλειψη προθυμίας καὶ διάθεσης, στὸν τρόπο ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἱεραρχοῦν τίς ἐργασίες τους. Διότι, ἐνῶ πολλοὶ λένε πὼς δὲν ἔχουν χρόνο, ὅμως δίνουν τὸν χρόνο τους καὶ τὴν καρδιά τους σὲ ἄλλα πράγματα, μικρὰ καὶ κάποτε ἁμαρτωλά. Καὶ ἀνταλλάσσουν τὰ μεγάλα καὶ ἱερὰ «ἀντὶ πινακίου φακῆς». Εἶναι πραγματικὰ τραγικὸ νὰ μᾶς ὑπόσχεται ὁ Θεὸς τὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τὴν εὐτυχία τῶν οὐρανῶν, καὶ μεὶς νὰ μένουμε προσκολλημένοι στὴ ματαιότητα.

Θὰ πρέπει λοιπὸν πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα στὴν καρδιά μας καὶ στὶς ἐπιλογές μας νὰ εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θὰ τὰ τακτοποιεῖ ὁ Θεός. Νὰ ἀγαπήσουμε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα τὸν Θεό, τὴν πηγὴ κάθε καλοῦ, τὸν Χορηγὸ τῆς σοφίας, τῆς δύναμης, τῆς δόξας, τῆς χαρᾶς μὲ πληρότητα καὶ διάρκεια ἀτελεύτητη. Νὰ εἶναι ἡ ζωή μας σὲ κάθε της ἐκδήλωση ὅπως τὴ θέλει ὁ Θεός. Νὰ θυσιάζουμε τὰ πάντα γι᾿ Αὐτόν. Νὰ μὴ χάνουμε τίς πνευματικὲς εὐκαιρίες αὐτῆς τῆς ζωῆς. Καὶ τότε δὲν θὰ χάσουμε τὸ πανευφρόσυνο Δεῖπνο τῆς Βασιλείας Του.

     (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου