Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΑΓΙΑΣ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(26 ΙΟΥΛΙΟΥ 2020)
(ΑΓΙΑΣ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ)



Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ)
Ἀ­δελ­φοί, πρὸ τοῦ ἐλ­θεῖν τὴν πί­στιν ὑ­πὸ νό­μον ἐ­φρου­ρο­ύ­με­θα συγ­κε­κλει­σμέ­νοι εἰς τὴν μέλ­λου­σαν πί­στιν ἀ­πο­κα­λυ­φθῆ­ναι. Ὥ­στε ὁ νό­μος παι­δα­γω­γὸς ἡ­μῶν γέ­γο­νεν εἰς Χρι­στόν, ἵ­να ἐκ πί­στε­ως δι­και­ω­θῶ­μεν· ἐλ­θο­ύ­σης δὲ τῆς πί­στε­ως οὐ­κέ­τι ὑ­πὸ παι­δα­γω­γόν ἐ­σμεν. Πάντες γὰρ υἱ­οὶ Θε­οῦ ἐ­στε διὰ τῆς πί­στε­ως ἐν Χρι­στῷ ᾿Ι­η­σοῦ· ὅ­σοι γὰρ εἰς Χρι­στὸν ἐ­βα­πτί­σθη­τε, Χρι­στὸν ἐ­νε­δύ­σα­σθε. Οὐκ ἔ­νι ᾿Ι­ου­δαῖ­ος οὐ­δὲ ῞Ελ­λην, οὐκ ἔ­νι δοῦ­λος οὐ­δὲ ἐ­λε­ύ­θε­ρος, οὐκ ἔ­νι ἄρ­σεν καὶ θῆ­λυ· πάν­τες γὰρ ὑ­μεῖς εἷς ἐ­στε ἐν Χρι­στῷ ᾿Ι­η­σοῦ. Εἰ δὲ ὑ­μεῖς Χρι­στοῦ, ἄ­ρα τοῦ ᾿Α­βρα­ὰμ σπέρ­μα ἐ­στὲ καὶ κατ᾿ ἐ­παγ­γε­λί­αν κλη­ρο­νό­μοι. Λέγω δέ, ἐφ᾿ ὅ­σον χρό­νον ὁ κλη­ρο­νό­μος νή­πι­ός ἐ­στιν, οὐ­δὲν δι­α­φέ­ρει δο­ύ­λου, κύ­ριος πάν­των ὤν, ἀλ­λὰ ὑ­πὸ ἐ­πι­τρό­πους ἐ­στὶ καὶ οἰ­κο­νό­μους ἄ­χρι τῆς προ­θε­σμί­ας τοῦ πα­τρός. Οὕ­τω καὶ ἡ­μεῖς, ὅ­τε ἦ­μεν νή­πιοι, ὑ­πὸ τὰ στοι­χεῖ­α τοῦ κό­σμου ἦ­μεν δε­δου­λω­μέ­νοι· ὅ­τε δὲ ἦλ­θε τὸ πλή­ρω­μα τοῦ χρό­νου, ἐ­ξα­πέ­στει­λεν ὁ Θε­ὸς τὸν υἱ­ὸν αὐ­τοῦ, γε­νό­με­νον ἐκ γυ­ναι­κός, γε­νό­με­νον ὑ­πὸ νό­μον, ἵ­να τοὺς ὑ­πὸ νό­μον ἐ­ξα­γο­ρά­σῃ, ἵ­να τὴν υἱ­ο­θε­σί­αν ἀ­πο­λά­βω­μεν.
                                                                       (Γαλ. γ΄ [3] 23 – δ΄[4] 5)     

ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ
«Οὐκ ἔ­νι ἄρ­σεν καὶ θῆ­λυ·
πάν­τες γὰρ ὑ­μεῖς εἷς ἐ­στε ἐν Χρι­στῷ Ἰ­η­σοῦ»
Ἑ­ορ­τά­ζει σή­με­ρα ἡ ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α τὴν μνή­μη τῆς ἁ­γί­ας ἐν­δό­ξου με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Πα­ρα­σκευ­ῆς.                
Πρὸς τι­μὴν τῆς Ἁ­γί­ας ἀ­να­γι­νώ­σκε­ται καὶ ἡ ἀ­πο­στο­λι­κὴ πε­ρι­κο­πὴ ἀ­πὸ τὴν πρὸς Γα­λά­τας Ἐ­πι­στο­λὴ μὲ τὴν ἐ­πα­να­στα­τι­κὴ δι­α­κή­ρυ­ξη τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου: «Οὐκ ἐ­νι ἄρ­σεν καὶ θῆ­λυ· πάν­τες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χρι­στῷ Ἰησοῦ»· δη­λα­δή, δὲν ὑ­πάρ­χει πλέ­ον ἄ­νι­ση δι­ά­κρι­ση με­τα­ξὺ ἀν­δρῶν καὶ γυ­ναι­κῶν. Δι­ό­τι ὅ­λοι ἐ­σεῖς γί­να­τε ἕ­νας νέ­ος ἄν­θρω­πος μὲ τὴν ἕ­νω­σή σας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χρι­στό.
Ἂς δοῦ­με λοι­πὸν ποι­ὰ εἶ­ναι ἡ θέ­ση τῆς γυ­ναί­κας γιὰ τὸν κό­σμο ποὺ ζεῖ χω­ρὶς Χρι­στὸ καὶ ποι­ὸ εἶ­ναι τὸ με­γα­λεῖ­ο στὸ ὁποῖο τὴν ἀ­νυ­ψώ­νει ἡ ἐν Χρι­στῷ ζω­ή.
1. Ἡ γυ­ναί­κα χωρὶς τὸν Χρι­στὸ
Ὅ­πως μαρ­τυ­ρεῖ ἡ ἱ­στο­ρί­α, ὁ προ­χρι­στι­α­νι­κὸς κό­σμος θε­ω­ροῦ­σε τὴ γυ­ναί­κα πο­λὺ κα­τώ­τε­ρη ἀ­πὸ τὸν ἄν­δρα. Δὲν τῆς ἐ­πέ­τρε­παν νὰ συμ­με­τέ­χει στὴ δη­μό­σια ζω­ὴ καὶ τὴν ἀν­τι­με­τώ­πι­ζαν ὡς δού­λη καὶ ἰ­δι­ο­κτη­σί­α τοῦ ἄν­δρα, ὁ ὁποῖος τῆς φε­ρό­ταν ὡς ἀ­πό­λυ­τος κυ­ρί­αρ­χος.
Αὐ­τὴν τὴν πε­ρι­φρό­νη­ση τῆς γυ­ναί­κας ποὺ πα­ρα­τη­ροῦ­με στὰ χρό­νια πρὸ Χρι­στοῦ, τὴ βλέ­που­με δυ­στυ­χῶς μέ­χρι σή­με­ρα με­τα­ξὺ τῶν ἀν­θρώ­πων καὶ τῶν λα­ῶν ποὺ ζοῦν χω­ρὶς τὸν Χρι­στό. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ πα­ρά­δειγ­μα οἱ μω­α­με­θα­νι­κὲς χῶ­ρες, ὅ­που ἡ γυ­ναί­κα ζεῖ μᾶλ­λον σὰν φυ­λα­κι­σμέ­νη. Τὸ Κο­ρά­νι τὴν θε­ω­ρεῖ κα­τώ­τε­ρη ἀ­πὸ τὸν ἄν­δρα καὶ δί­νει τὸ δι­καί­ω­μα στὸν ἄν­δρα νὰ τὴν χτυ­πᾶ, νὰ τὴν που­λᾶ, νὰ τὴν δι­ώ­χνει ὅ­πο­τε ἐ­κεῖ­νος θέ­λει.
Ἀλ­λὰ καὶ στὶς λε­γό­με­νες χρι­στι­α­νι­κὲς χῶ­ρες, ὅ­ταν οἱ ἄν­θρω­ποι ζοῦν μα­κριὰ ἀ­πὸ τὸν Θε­ὸ καὶ χω­ρὶς ἠ­θι­κοὺς φραγ­μούς, ἡ γυ­ναί­κα γί­νε­ται ἀν­τι­κεί­με­νο ἐκ­με­ταλ­λεύ­σε­ως καὶ οὐ­σι­α­στι­κὰ χά­νει τὴν ἀ­ξι­ο­πρέ­πειά της.
Ἡ γυ­ναί­κα δὲν κα­τα­ξι­ώ­νε­ται οὔ­τε ἀ­πὸ τὴ οἰ­κο­νο­μι­κὴ ἀ­νε­ξαρ­τη­σί­α της οὔ­τε ἀ­πὸ τὴ χει­ρα­φέ­τη­σή της ἀ­πὸ τὸν ἄν­δρα. Κά­που ἀλλοῦ κρύ­βε­ται τὸ με­γα­λεῖ­ο της. Κι αὐ­τὸ τὸ με­γα­λεῖ­ο μᾶς φα­νε­ρώ­νει σή­με­ρα ὁ λό­γος τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἀλ­λὰ καὶ τὸ πα­ρά­δειγ­μα τῆς ἁ­γί­ας Παρασκευῆς.
2. Τὸ μεγαλεῖο της
Εἶ­ναι ἐν­τυ­πω­σια­κὸ τὸ γε­γο­νὸς ὅ­τι ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος μέ­σα σὲ ἕ­ναν κό­σμο μὲ ἔν­το­νες προ­κα­τα­λή­ψεις ἐ­ναν­τί­ον τῶν γυ­ναι­κῶν τολ­μᾶ νὰ ὑ­πε­ρα­σπι­σθεῖ τὴν ἰ­σό­τη­τα με­τα­ξὺ τῶν δύ­ο φύ­λων καὶ νὰ δι­α­κη­ρύ­ξει ὅ­τι στὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ «οὐκ ἔ­νι ἄρ­σεν καὶ θῆ­λυ». Δὲν πλε­ο­νε­κτοῦν οἱ ἄν­δρες εἰς βά­ρος τῶν γυ­ναι­κῶν. Ὅ­λοι εἴμαστε ἴσοι!
Πό­σο τι­μη­τι­κὴ εἶναι ἡ θέ­ση τῆς γυ­ναί­κας μέ­σα στὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α φα­νε­ρώ­νε­ται ἀ­πὸ τὸ γε­γο­νὸς ὅ­τι στὴν κο­ρυ­φὴ τῆς ἁ­γι­ό­τη­τος βρί­σκε­ται μί­α γυ­ναί­κα: Ἡ Πάναγνη Παρ­θέ­νος Μα­ρί­α, ἡ Ὑπεραγία Θε­ο­τό­κος! Ἀλ­λὰ καὶ κά­θε γυ­ναί­κα ποὺ ἐγκολπώνεται τὸν Χρι­στό, μπο­ρεῖ νὰ με­γα­λουρ­γή­σει καὶ νὰ δι­α­κρι­θεῖ σὲ ἀ­ρε­τή, σὲ ἀν­δρεί­α, σὲ ἀ­γά­πη, σὲ αὐ­το­θυ­σία – στὴν ἁ­γι­ό­τη­τα!
Αὐ­τὸ φά­νη­κε κα­θα­ρὰ καὶ στὴ ζω­ὴ τῆς Ὁσιομάρτυρος ἁγίας Παρασκευῆς. Ἡ ἁγία Παρασκευὴ με­τὰ τὸν θά­να­το τν γο­νέ­ων της μοί­ρα­σε ὅ­λη τν πε­ρι­ου­σί­α της στος φτω­χοὺς κα ἀ­νέ­πτυ­ξε ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κὴ δρα­στη­ρι­ό­τη­τα στ Ρώ­μη κα στ πε­ρί­χω­ρα τς πό­λης, κη­ρύσ­σον­τας τὸν λό­γο το Χρι­στοῦ. δρά­ση της προ­κά­λε­σε τν εἰ­δω­λο­λά­τρη αὐ­το­κρά­το­ρα Ἀν­τω­νί­νο, ὁ­ποῖ­ος τν συ­νέ­λα­βε κα τς ὑ­πο­σχέ­θη­κε ὑ­λι­κὰ ἀ­γα­θὰ στν πε­ρί­πτω­ση πο θ θυ­σί­α­ζε στ εἴ­δω­λα. Βλέ­πον­τας ὅ­μως πς Ἁ­γί­α πα­ρέ­με­νε στα­θε­ρὴ στν πί­στη της, τν ὑ­πέ­βα­λε στ βα­σα­νι­στή­ριο τς πυ­ρα­κτω­μέ­νης πε­ρι­κε­φα­λαί­ας, τ ὁ­ποῖ­ο ὑ­πέ­μει­νε μ καρ­τε­ρι­κό­τη­τα. Τό­τε Ἀν­τω­νί­νος δι­έ­τα­ξε κα τν ἔ­βα­λαν σ ἕ­να λέ­βη­τα μ καυ­τὸ λά­δι κα πίσ­σα. Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως εἶ­δε τν Ἁ­γί­α ἄ­θι­κτη, πλη­σί­α­σε τ πρό­σω­πό του στν λέ­βη­τα – κα­θὼς δν μπο­ροῦ­σε ν ἐ­ξη­γή­σει πς ἁ­γί­α εἶ­χε μεί­νει ἀ­νέ­πα­φη – γιὰ ν δο­κι­μά­σει ν πράγ­μα­τι εἶ­ναι καυ­τό, κα ἀ­μέ­σως τυ­φλώ­θη­κε. Ἁ­γί­α μ προ­σευ­χὴ ἔ­δω­σε στν Ἀν­τω­νί­νο τ φς του, μ ἀ­πο­τέ­λε­σμα ν πι­στέ­ψει στν Χρι­στὸ κατ᾿ ἄλ­λους ν στα­μα­τή­σει τος δι­ωγ­μοὺς ἐ­ναν­τί­ον τους. Ἐ­λευ­θέ­ρω­σε πάν­τως τν Ἁ­γί­α Πα­ρα­σκευ­ή, ὁ­ποί­α συ­νέ­χι­σε ν κη­ρύτ­τει τ Εὐ­αγ­γέ­λιο σ ἄλ­λα μέ­ρη, μέ­χρι πο ἔ­φτα­σε στν Ἑλ­λά­δα. Στ Τέμ­πη ἕ­νας εἰ­δω­λο­λά­τρης ἄρ­χον­τας τν ὑ­πέ­βα­λε σ φρι­κτὰ βα­σα­νι­στή­ρια, τ ὁ­ποῖ­α ὑ­πέ­μει­νε καρ­τε­ρι­κά, γι ν τε­λει­ω­θεῖ μ τν δι ἀ­πο­κε­φα­λι­σμοῦ θά­να­το.
Ποι­Ος μπο­ρεῖ νὰ μι­λή­σει γιὰ «ἀ­σθε­νὲς φύ­λο» ὅ­ταν δι­α­βά­ζει τὸν βί­ο τῆς ἅ­γιας Παρασκευῆς καὶ τῶν ἄλ­λων ἀ­να­ρίθ­μη­των ἁ­γί­ων μαρ­τύ­ρων γυ­ναι­κῶν; Ποι­ὸς μπο­ρεῖ νὰ μὴ θαυ­μά­σει τὴν τόλ­μη τῶν Μυ­ρο­φό­ρων ἢ τὴ φι­λαν­θρω­πι­κὴ ἀ­κτι­νο­βο­λί­α τῆς ἁ­γί­ας Τα­βι­θᾶ, τῆς ἁ­γί­ας Ὀ­λυμ­πιά­δος, τῆς ἁ­γί­ας Φι­λο­θέ­ης καὶ τό­σων ἄλ­λων; Ποι­ὸς μπο­ρεῖ νὰ μὴ συγ­κι­νη­θεῖ ἀ­πὸ τὴν οὐ­σι­α­στι­κὴ ἀ­γά­πη τῶν ἁ­γί­ων μη­τέ­ρων τῶν Τρι­ῶν Ἱ­ε­ραρ­χῶν ἢ ἀ­πὸ τὴν πί­στη καὶ τὴν ἀ­νε­ξάν­τλη­τη ὑ­πο­μο­νὴ τῆς ἁ­γί­ας Μό­νι­κας;
Αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ με­γα­λεῖ­ο στὸ ὁποῖο ἀ­νύ­ψω­σε ὁ Χρι­στὸς τὴ γυ­ναί­κα. Με­γα­λεῖ­ο ἀ­ρε­τῆς καὶ ἁ­γι­ό­τη­τος. Με­γα­λεῖ­ο ποὺ ἔ­γι­νε πρά­ξη στὴ ζω­ὴ ὅ­λων τῶν ἁ­γί­ων, κα­τ᾿ ἐ­ξο­χὴν δὲ στὴν Πα­να­γί­α Παρ­θέ­νο, τὴν Κε­χα­ρι­τω­μέ­νη. Μα­κά­ρι καὶ οἱ ση­με­ρι­νὲς γυ­ναῖ­κες νὰ ἀ­να­κα­λύ­ψουν αὐ­τὸ τὸ μυ­στι­κὸ με­γα­λεῖ­ο καὶ νὰ πο­θή­σουν νὰ τὸ κα­τα­κτή­σουν.
 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, πα­ρά­γον­τι τ Ἰ­η­σοῦ ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ δύ­ο τυ­φλοὶ κρά­ζον­τες κα λέ­γον­τες· Ἐ­λέ­η­σον ἡ­μᾶς, υἱ­ὲ Δαυ­ῒδ. ἐλ­θόν­τι δ ες τν οἰ­κί­αν προ­σῆλ­θον αὐ­τῷ ο τυ­φλοί, κα λέ­γει αὐ­τοῖς Ἰ­η­σοῦς· Πι­στεύ­ε­τε ὅ­τι δύ­να­μαι τοῦ­το ποι­ῆ­σαι; λέ­γου­σιν αὐ­τῷ· Να, Κριε. τό­τε ἥ­ψα­το τν ὀ­φθαλ­μῶν αὐ­τῶν λέ­γων· Κα­τὰ τν πί­στιν ὑ­μῶν γε­νη­θή­τω ὑ­μῖν. κα ἀ­νε­ῴ­χθη­σαν αὐ­τῶν ο ὀ­φθαλ­μοί· κα ἐ­νε­βρι­μή­σα­το αὐ­τοῖς Ἰ­η­σοῦς λέ­γων· Ὁ­ρᾶ­τε μη­δεὶς γι­νω­σκέ­τω. ο δ ἐ­ξελ­θόν­τες δι­ε­φή­μι­σαν αὐ­τὸν ν ὅ­λῃ τ γ ἐ­κε­ί­νῃ. Αὐ­τῶν δ ἐ­ξερ­χο­μέ­νων ἰ­δοὺ προ­σή­νεγ­καν αὐ­τῷ ἄν­θρω­πον κω­φὸν δαι­μο­νι­ζό­με­νον· κα ἐκ­βλη­θέν­τος το δαι­μο­νί­ου ἐ­λά­λη­σεν ὁ κω­φός. κα ἐ­θα­ύ­μα­σαν ο ὄ­χλοι λέ­γον­τες, Οὐ­δέ­πο­τε ἐ­φά­νη οὕ­τως ν τ Ἰσ­ρα­ήλ. ο δ Φα­ρι­σαῖ­οι ἔ­λε­γον· ν τ ἄρ­χον­τι τν δαι­μο­νί­ων ἐκ­βάλ­λει τ δαι­μό­νι­α. Κα πε­ρι­ῆ­γεν Ἰ­η­σοῦς τς πό­λεις πά­σας κα τς κώ­μας, δι­δά­σκων ν τας συ­να­γω­γαῖς αὐ­τῶν κα κη­ρύσ­σων τ εὐ­αγ­γέ­λι­ον τς βα­σι­λε­ί­ας κα θε­ρα­πεύ­ων πᾶ­σαν νό­σον κα πᾶ­σαν μα­λα­κί­αν ν τ λα­ῷ.
                                                              (Ματθ. θ’[9]  27 – 35)
    
Ε­Ρ­Μ­Η­Ν­Ε­ΙΑ (Π.Ν.Τ­Ρ­Ε­Μ­Π­Ε­ΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό, ἐνῶ ἔφευγε ἀπό ἐκεῖ ὁ Ἰησοῦς, τὸν ἀκολούθησαν δύο τυφλοί, οἱ ὁποῖοι φώναζαν δυνατὰ κι ἔλεγαν: Σπλαχνίσου μας καὶ θεράπευσέ μας, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ. Κι ὅταν ἔφθασε στὸ σπίτι, ἦλθαν κοντά του οἱ τυφλοί, καὶ ὁ Ἰησοῦς τούς λέει: Πιστεύετε ὅτι ἔχω τὴ δύναμη νὰ κάνω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶτε; Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀπαντοῦν: Ναί, Κύριε. Τότε ἄγγιξε μὲ τὰ δάκτυλά του τὰ μάτια τους καὶ τοὺς εἶπε: Ἂς γίνει αὐτὸ ποὺ ζητᾶτε σύμφωνα μὲ τὴν πίστη σας. Κι ἄνοιξαν τὰ μάτια τους. Καὶ ὁ Ἰησοῦς μὲ αὐστηρότητα τοὺς πρόσταξε λέγοντας: Προσέχετε, κανείς μὴ μάθει τὸ θαῦμα ποὺ σᾶς ἔκανα. Αὐτοὶ ὅμως, ὅταν βγῆκαν ἀπό τὸ σπίτι, διέδωσαν τὴ φήμη τοῦ Ἰησοῦ ὡς Μεσσία καὶ θαυματουργοῦ σ' ὅλη τὴ χώρα ἐκείνη. Καὶ καθὼς οἱ δύο αὐτοί ἔβγαιναν ἀπό τὸ σπίτι, ἰδού, ἔφεραν πρὸς τὸν Ἰησοῦ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν κυριευμένος ἀπό δαιμόνιο καὶ ἦταν κουφὸς καὶ ἄλαλος. Καὶ μόλις ὁ Χριστὸς ἔδιωξε τὸ δαιμόνιο αὐτό, ὁ κουφὸς μίλησε. Καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ θαύμασαν κι ἔλεγαν: Ποτὲ δὲν φάνηκαν τέτοια θαύματα στὸ ἔθνος τοῦ Ἰσραὴλ· οὔτε ὅταν οἱ προφῆτες καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἅγιοι ἄνδρες θαυματουργοῦσαν ἀναμεσά του. Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως ἔλεγαν: Μὲ τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνεργασία τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν δαιμόνων βγάζει τὰ δαιμόνια ἀπό τούς δαιμονισμένους. Καὶ περιόδευε ὁ Ἰησοῦς ὅλες τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκοντας στὶς συναγωγές τους καὶ κηρύττοντας τὸ χαρμόσυνο κήρυγμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύοντας κάθε ἀσθένεια καὶ ἀδιαθεσία στὸ λαό.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου