Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΟΥΝΙΑ.

 ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑ ΣΤΗ "ΔΡΑΣΗ ΜΑΣ", ΕΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΦΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ, ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΕΓΡΑΨΑ ΓΙΑ ΣΑΣ. ΑΠΟΛΑΥΣΕΤΕ ΤΟ 

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ στή­ν ΚΟΥΝΙΑ


        Συ­ναν­τη­θή­κα­με ξαφ­νι­κὰ στὴ στά­ση τοῦ λε­ω­φο­ρεί­ου. Ἕ­να κο­ρι­τσά­κι κα­λο­κα­θι­σμέ­νο πά­νω σὲ μιὰ κού­νια. Φρον­τι­σμέ­νο, κα­λον­τυ­μέ­νο, μὲ ἕ­να πλε­κτὸ σκου­φά­κι στὸ κε­φά­λι. Μὰ τὸ βλέμ­μα χα­μη­λω­μέ­νο καὶ οὔ­τε ἴ­χνος στὸ μι­κρὸ προ­σω­πά­κι ἀ­πὸ χα­μό­γε­λο. Τί πα­ρά­ξε­νο νὰ μὴν ἀ­πο­λαμ­βά­νει τὴν «παι­δι­κὴ χα­ρά»! Δε­ξιὰ κι ἀ­ρι­στε­ρὰ δυ­ὸ χέ­ρια ἁ­πλω­μέ­να προ­στα­τευ­τι­κὰ κρα­τοῦ­σαν τὴν κού­νια... Οἱ λε­ζάν­τες στὴν κο­ρυ­φὴ τῆς ἀ­φί­σας σὲ πλη­ρο­φο­ροῦ­σαν γιὰ τὸ πρό­βλη­μα τῆς μι­κρῆς: «ΣΥΝΕΠΙΜΕ-ΛΕΙΑ — ΙΣΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΟΝΕΙΣ —ΕΝΑΛΛΑΣΣΟΜΕΝΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ». Ἔ­τσι, κα­τα­λά­βαι­νες για­τί ἦ­ταν ἀ­γέ­λα­στο τὸ προ­σω­πά­κι, για­τί τὸ βλέμ­μα δὲν κοι­τοῦ­σε οὔ­τε δε­ξιὰ οὔ­τε ἀ­ρι­στε­ρά. Κι ἂν τύ­χαι­νε νὰ ἔ­χεις κα­θί­σει στὴν ἴ­δια... «κού­νια», τό­τε μπο­ροῦ­σες νὰ νι­ώ­σεις καὶ τοὺς χτύ­πους τῆς καρ­διᾶς του. Τό­τε μό­νο μπο­ροῦ­σες ν᾿ ἀ­κού­σεις ὅ­λα ὅ­σα θά ᾿θε­λε νὰ πεῖ, ἂν τὴν ρω­τοῦ­σαν καὶ ἂν δὲν κά­λυ­πταν τὴ φω­νή της ὅ­λοι οἱ εἰ­δι­κοὶ καὶ οἱ «με­γά­λοι»...

«Ἀ­γα­πη­τοὶ κύ­ριοι ψυ­χο­λό­γοι, νο­μι­κοί, παι­δί­α­τροι, πο­λι­τι­κοί, ἐ­νερ­γοὶ μπαμ­πά­δες καὶ ἀ­δι­κη­μέ­νες μα­μά­δες, ἀ­γω­νί­ζε­στε — λέ­τε — γιὰ τὰ δι­και­ώ­μα­τά μου, γιὰ τὸ δι­καί­ω­μα τοῦ παι­διοῦ δι­α­ζευγ­μέ­νων γο­νέ­ων νὰ ζεῖ καὶ νὰ σχε­τί­ζε­ται καὶ μὲ τοὺς δύ­ο γο­νεῖς του. Σᾶς εὐ­χα­ρι­στῶ γιὰ τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον σας! Πράγ­μα­τι, θά ᾿θε­λα νὰ μὴν πη­γαί­νω στὸν μπαμ­πὰ μό­νο Τε­τάρ­τη ἀ­πό­γευ­μα ἢ τὰ Σάβ­βα­τα. Θά ᾿θε­λα νὰ ἔρ­χε­ται κι ἐ­κεῖ­νος στὸ σχο­λεῖ­ο νὰ ρω­τά­ει τὴ δα­σκά­λα κι ὄ­χι μό­νο ἡ μα­μὰ ποὺ ὑ­πο­γρά­φει ὡς κη­δε­μό­νας... Θά ᾿θε­λα νὰ τὸν γνω­ρί­σω καὶ νὰ τὸν ζή­σω πε­ρισ­σό­τε­ρο, κι ὄ­χι μό­νο ὅ­σο προ­βλέ­πει τὸ δι­κα­στή­ριο...

Ὅ­μως δὲν κα­τα­λά­βα­τε κα­λά. Δὲν θέ­λω νὰ μοιά­ζω μὲ τὸ χε­λω­νά­κι μυ­υ, ποὺ κου­βα­λά­ει παν­τοῦ τὸ σπί­τι του καὶ σπί­τι δὲν ἔ­χει που­θε­νά. Δὲν θέ­λω νὰ εἶ­μαι οὔ­τε σὰν τὸ αὐ­το­κί­νη­τό σας ποὺ τὸ παρ­κά­ρε­τε ἄλ­λο­τε ἐ­δῶ κι ἄλ­λο­τε ἐ­κεῖ. Δὲν θέ­λω νὰ ξυ­πνῶ καὶ νὰ βρί­σκω μιὰ ἀγ­κα­λιά, ἢ τοῦ μπαμ­πᾶ ἢ τῆς μα­μᾶς. Δὲν θέ­λω νὰ στέ­κε­στε ἀ­πέ­ναν­τι καὶ νὰ κου­νᾶ­τε τὴν κού­νια μου. Τῆς δί­νε­τε ἄλ­λο ρυθ­μό, ἄλ­λη δύ­να­μη ὁ κα­θέ­νας σας καὶ μὲ ζα­λί­ζε­τε, δὲν μπο­ρῶ νὰ χα­ρῶ τὴν πα­ρου­σί­α σας, δὲν ξέ­ρω σὲ ποι­ὸν νὰ χα­μο­γε­λά­σω, ποι­ὸν νὰ κοι­τά­ξω. Δὲν θέ­λω νὰ μοι­ρά­ζον­ται οἱ μέ­ρες μου, ἢ ζω­ή μου, νὰ μοι­ρά­ζε­ται ἡ καρ­διά μου...

Δὲν θέ­λω ἡ ἀ­γά­πη σας νά ᾿ναι ὅ­λη γιὰ μέ­να, θέ­λω πολ­λὴ νὰ ὑ­πάρ­χει κι ἀ­νά­με­σά σας. Δι­α­φο­ρε­τι­κά, εἶ­ναι πλη­γω­μέ­νη ἡ καρ­διά σας, πα­γω­μέ­νο τὸ χα­μό­γε­λό σας, προ­σποι­η­τὴ ἡ χα­ρά σας, ὅ­ταν σᾶς λέ­ω τί ὡ­ραῖ­α πέ­ρα­σα στὸ ἄλ­λο μου σπί­τι...

Δὲν θέ­λω ὅ μπαμ­πὰς νὰ ὀ­νο­μά­ζε­ται "πρώ­ην" οὔ­τε ἡ μα­μὰ «ἡ μά­να σου». Ζη­λεύ­ω ὅ­ταν ἀ­κού­ω ἄλ­λους γο­νεῖς νὰ προ­σφω­νοῦν μὲ ἀ­γά­πη τοὺς συ­ζύ­γους τους. Δὲν θέ­λω νὰ πα­ρεμ­βαί­νει «οἰ­κο­γε­νεια­κὸς δι­α­με­σο­λα­βη­τής» γιὰ νὰ συμ­φω­νή­σε­τε ποῦ θὰ πε­ρά­σω τὸ Πά­σχα ἢ τὸ κα­λο­καί­ρι...

Ξέ­ρε­τε, ὅ­ταν ἄ­νοι­ξα τὰ μά­τια μου στὸν κό­σμο, δυ­ὸ μορ­φὲς εἶ­δα νὰ μὲ κοι­τοῦν μὲ δά­κρυ­α χα­ρᾶς, νὰ μὲ ζε­σταί­νουν μὲ τὸ χνῶ­το τους καὶ νὰ μὲ γε­μί­ζουν μὲ τὰ φι­λιά τους. Δυ­ὸ πρό­σω­πα τό­σο ἴ­δια γιὰ μέ­να, πού ᾿φτιά­χναν ἕ­ναν ἄν­θρω­πο, δυ­ὸ καρ­δι­ὲς ποὺ ταυ­τι­ζό­ταν ὁ χτύ­πος τους κι ἔ­φτια­χνε μιὰ καρ­διά. Πῶς μοῦ ζη­τᾶ­τε τώ­ρα νὰ σᾶς ξε­χω­ρί­σω; Πῶς χω­ρι­στὰ νὰ σᾶς ἀν­τι­κρί­σω; Πῶς νὰ χα­ρῶ μὲ τὸν ἕ­να, ὅ­ταν μοῦ λεί­πει ὁ ἄλ­λος;

Σᾶς θέ­λω, σᾶς ἔ­χω ἀ­νάγ­κη καὶ τοὺς δύ­ο πάν­τα, καὶ τοὺς δύ­ο μα­ζί. Ἔ­τσι ὅ­πως τό ᾿χα­τε ὑ­πο­σχε­θεῖ μπρο­στὰ στὸν Θε­ὸ καὶ στοὺς ἀν­θρώ­πους σὲ κεῖ­νες τὶς φω­το­γρα­φί­ες τοῦ γά­μου σας. Ἀ­λή­θεια, κοι­τάξ­τε πά­λι λί­γο αὐ­τὲς τὶς φω­το­γρα­φί­ες. Ἤ­σα­σταν τό­σο χα­ρού­με­νοι, τό­σο ὄ­μορ­φοι, τό­σο ἀ­γα­πη­μέ­νοι τό­τε, καὶ σί­γου­ρα δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ πε­ρά­σει οὔ­τε ἀ­πὸ τὴν ἄ­κρη τοῦ μυα­λοῦ σας αὐ­τὸ ποὺ ζοῦ­με τώ­ρα, ἐ­σεῖς κι ἐ­γὼ μα­ζί σας... Κι ἂν μὲ ρω­τού­σα­τε, θὰ σᾶς ἔ­λε­γα, θὰ σᾶς πα­ρα­κα­λοῦ­σα, νὰ γί­νε­τε σὰν τό­τε... Νὰ βά­λε­τε στὴν ἄ­κρη ὅ,τι σᾶς χώ­ρι­σε καὶ νὰ ξα­να­βρεῖ­τε ὁ ἕ­νας στὸν ἄλ­λο ὅ,τι σᾶς ἕ­νω­σε...

Ἀ­γα­πη­τοὶ κύ­ριοι ψυ­χο­λό­γοι, νο­μι­κοί, παι­δί­α­τροι, πο­λι­τι­κοί, μπαμ­πά­δες καὶ μα­μά­δες, μὴ μὲ ρω­τᾶ­τε ἂν θέ­λω τὴ «συ­νε­πι­μέ­λεια», χα­ρού­με­νοι πὼς βρή­κα­τε τὴ λύ­ση τοῦ προ­βλή­μα­τός μου, νο­μί­ζον­τας πῶς ἔ­τσι θὰ γι­α­τρέ­ψε­τε τὸν πό­νο μου. Μὴ μὲ κο­ρο­ϊ­δεύ­ε­τε λέ­γον­τάς μου ὅ­τι εἶ­ναι δι­καί­ω­μά σας νὰ πά­ρε­τε e-δι­α­ζύ­γιο, δη­λα­δὴ νὰ δι­α­λύ­σε­τε μὲ ἕ­να "κλὶκ" τὸ σπί­τι μου, τὴν οἰ­κο­γέ­νειά μου, κι ὕ­στε­ρα πὼς ὑ­πε­ρα­σπί­ζε­στε τὰ δι­και­ώ­μα­τά μου, προ­σφέ­ρον­τάς μου ἐ­ναλ­λασ­σό­με­νες κα­τοι­κί­ες. Τὸ δι­καί­ω­μά μου δὲν εἶ­ναι 50% μα­μὰ + 50% μπαμ­πάς, ἄλ­λα τὸ 100% καὶ τῶν δυ­ό σας. Για­τί κι ἐ­γὼ θέ­λω νὰ εἶ­μαι παι­δί σας 100%, νὰ σᾶς ἀ­γα­πῶ 100%, νὰ δέ­χο­μαι τὴν ἀ­γω­γή σας, νὰ σᾶς δί­νω χα­ρά, νὰ ζῶ μα­ζί σας 100%...».

Αὐ­τὰ ἔ­λε­γε ἡ μι­κρή μου φί­λη πά­νω ἀ­πὸ τὴν κού­νια της.

Ἄ­ρα­γε, θὰ ἀ­κού­σει κα­νεὶς τὴ φω­νή της;



ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «Ἡ Δρά­ση μας» Τεῦ­χος 588, ΜΑΪΟΣ 2021 190-191

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου