Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ

(23 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2022)

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΛΑ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)

Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστὸς ᾽Ιησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ· ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἠλεήθην, ἵνα ἐν ἐμοὶ πρώτῳ ἐνδείξηται ᾽Ιησοῦς Χριστὸς τὴν πᾶσαν μακροθυμίαν, πρὸς ὑποτύπωσιν τῶν μελλόντων πιστεύειν ἐπ᾽ αὐτῷ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Τῷ δὲ βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.     

(Α΄Τιμ.α΄[1] 15-17)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Τέκνον Τιμόθεε, ὁ λό­γος ποὺ θὰ πῶ εἶ­ναι ἀ­ξι­ό­πι­στος καὶ ἄ­ξιος νὰ τὸν δε­χθοῦν ὅ­λοι μὲ τὴν ψυ­χή τους: ὅ­τι δη­λα­δὴ ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς ἦλ­θε στὸν κό­σμο νὰ σώ­σει ἁ­μαρ­τω­λούς, ἀ­πὸ τοὺς ὁ­ποί­ους πρῶ­τος εἶ­μαι ἐ­γώ.  Ἀλ­λὰ ἀ­κρι­βῶς γι᾿ αὐ­τὸ ἐ­λε­ή­θη­κα, γιὰ νὰ δεί­ξει ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς σὲ μέ­να πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ κά­θε ἄλ­λον ὅ­λη του τὴ μα­κρο­θυ­μί­α, ὥ­στε νὰ χρη­σι­μεύ­σω ὡς ὑ­πό­δειγ­μα σ᾿ ἐ­κεί­νους ποὺ πρό­κει­ται νὰ πι­στέ­ψουν σ᾿ αὐ­τὸν καὶ νὰ κλη­ρο­νο­μή­σουν ἔ­τσι τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ή. Στὸ βα­σι­λιὰ λοι­πὸν ποὺ εἶ­ναι κύ­ριος τῶν αἰ­ώ­νων καὶ ὅ­λων τῶν κτι­σμά­των ποὺ ἔ­γι­ναν μέ­σα στοὺς αἰ­ῶ­νες αὐ­τούς, στὸν ἄ­φθαρ­το, ἀ­ό­ρα­το, ἕ­να καὶ μό­νο σο­φὸ Θε­ό, ἂς εἶ­ναι τι­μὴ καὶ δό­ξα στοὺς αἰ­ῶ­νες τῶν αἰ­ώ­νων. Ἀ­μήν

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἐ­γέ­νε­το ἐν τῷ ἐγ­γί­ζειν αὐ­τὸν εἰς ῾Ι­ε­ρι­χὼ, τυ­φλός τις ἐ­κά­θη­το πα­ρὰ τὴν ὁ­δὸν προ­σαι­τῶν. Ἀ­κο­ύ­σας δὲ ὄ­χλου δι­α­πο­ρευ­ο­μέ­νου, ἐ­πυν­θά­νε­το, τί εἴ­η τοῦ­το; Ἀ­πήγ­γει­λαν δὲ αὐ­τῷ ὅ­τι ᾿Ι­η­σοῦς ὁ Να­ζω­ραῖ­ος πα­ρέρ­χε­ται. Καὶ ἐ­βό­η­σε, λέ­γων· ᾿Ι­η­σοῦ υἱ­ὲ Δαυ­ΐδ, ἐ­λέ­η­σόν με. Καὶ οἱ προ­ά­γον­τες ἐ­πε­τί­μων αὐ­τῷ ἵ­να σι­ω­πή­σῃ· αὐ­τὸς δὲ πολ­λῷ μᾶλ­λον ἔ­κρα­ζεν· Υἱ­ὲ Δαυ­ΐδ, ἐ­λέ­η­σόν με. Στα­θεὶς δὲ ὁ ᾿Ι­η­σοῦς ἐ­κέ­λευ­σεν αὐ­τὸν ἀ­χθῆ­ναι πρὸς αὐ­τόν. Ἐγ­γί­σαν­τος δὲ αὐ­τοῦ, ἐ­πη­ρώ­τη­σεν αὐ­τὸν, λέ­γων· Τί σοι θέ­λεις ποι­ή­σω; Ὁ δὲ εἶ­πε· Κύ­ρι­ε, ἵ­να ἀ­να­βλέ­ψω. Καὶ ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τῷ· Ἀ­νά­βλε­ψον· ἡ πί­στις σου σέ­σω­κέ σε. Καὶ πα­ρα­χρῆ­μα ἀ­νέ­βλε­ψε, καὶ ἠ­κο­λο­ύ­θει αὐ­τῷ, δο­ξά­ζων τὸν Θε­όν. Καὶ πᾶς ὁ λα­ὸς ἰ­δὼν, ἔ­δω­κεν αἶ­νον τῷ Θε­ῷ.  

                     (Λουκ. ιη΄[18] 35 – 43)

ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ

«Καὶ οἱ προ­ά­γον­τες ἐ­πε­τί­μων αὐ­τῷ ἵ­να σι­ω­πή­σῃ»

  –Στα­μά­τα ἐ­πι­τέ­λους! Μὴ φω­νά­ζεις! Ἐ­νο­χλεῖς τὸν Δι­δά­σκα­λο!…

Ὁ κό­σμος ποὺ εἶ­χε συγ­κεν­τρω­θεῖ γύ­ρω ἀ­πὸ τὸν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ ἀν­τέ­δρα­σε ἔν­το­να πρὸς τὸν τυ­φλὸ ζη­τιά­νο ποὺ ζη­τοῦ­σε ἐ­πί­μο­να βο­ή­θεια. Ὡ­στό­σο, ὁ τυ­φλὸς δὲν ὑ­πο­χω­ροῦ­σε. Μὲ με­γα­λύ­τε­ρη δύ­να­μη συ­νέ­χι­ζε νὰ φω­νά­ζει καὶ νὰ πα­ρα­κα­λεῖ τὸν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ νὰ τὸν λυ­πη­θεῖ καὶ νὰ τὸν θε­ρα­πεύ­σει. Καὶ τε­λι­κὰ νί­κη­σε! Ξε­πέ­ρα­σε κά­θε ἐμ­πό­διο κι ἔ­λα­βε τὴ θε­ρα­πεί­α του δο­ξά­ζον­τας τὸν ἅ­γιο Θε­ὸ γιὰ τὸ με­γά­λο θαῦ­μα.

 Μὲ τὴν πί­στη καὶ τὴν ἐ­πι­μο­νή του ὁ τυ­φλὸς τοῦ ση­με­ρι­νοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου ἔ­γι­νε πα­ρά­δειγ­μα γιὰ ὅ­λους ὅ­σοι ἀ­κο­λου­θοῦν τὸν δρό­μο τοῦ Θε­οῦ καὶ ἀν­τι­με­τω­πί­ζουν ἐμ­πό­δια. Ποι­ὰ εἶ­ναι ὅ­μως αὐ­τὰ τὰ ἐμ­πό­δια στὴν ὁ­δὸ τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς ζω­ῆς;

1. ΤΟ ΚΟΣΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Εἶ­ναι θλι­βε­ρὸ ἀλ­λὰ εἶ­ναι ἀ­λή­θεια. Κά­πο­τε ὁ πι­στὸς χρι­στια­νὸς ἀν­τι­με­τω­πί­ζει πό­λε­μο ἀ­πὸ αὐ­τοὺς τοὺς οἰ­κεί­ους του. Ἡ σύ­ζυ­γος ἀ­πὸ τὸν σύ­ζυ­γο, τὰ παι­διὰ ἀ­πὸ τοὺς γο­νεῖς, ἡ νύ­φη ἀ­πὸ τὴν πε­θε­ρὰ καὶ ἀν­τί­στρο­φα… Θέ­λει νὰ ἐκ­κλη­σι­ά­ζε­ται, νὰ νη­στεύ­ει, νὰ ζεῖ μὲ ἐγ­κρά­τεια, νὰ ἐρ­γά­ζε­ται μὲ τι­μι­ό­τη­τα, καὶ βρί­σκει ἀν­τι­μέ­τω­πους τοὺς συγ­γε­νεῖς, τοὺς φί­λους, τοὺς συ­να­δέλ­φους του. Εἴ­τε ἀ­πὸ ἄ­γνοι­α εἴ­τε ἀ­πὸ ἐμ­πά­θεια, ἀρ­χί­ζουν τὶς εἰ­ρω­νεῖ­ες, τὰ σχό­λια, τὶς ἀ­πο­δο­κι­μα­σί­ες, τὶς ἀν­τι­δρά­σεις. Τί δο­κι­μα­σί­α στ᾿ ἀ­λή­θεια! Ἐ­φαρ­μό­ζε­ται ἔ­τσι ὁ θε­ό­πνευ­στος λό­γος τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου: «Πάν­τες οἱ θέ­λον­τες εὐ­σε­βῶς ζῆν ἐν Χρι­στῷ Ἰ­η­σοῦ δι­ω­χθή­σον­ται» (Β΄ Τιμ. γ΄ 12). Ὅ­λοι ὅ­σοι ἀ­γω­νί­ζον­ται νὰ ζοῦν εὐ­σε­βῶς, ὅ­πως θέ­λει ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός, θὰ δι­ω­χθοῦν. Ἂς μὴ μᾶς ξαφ­νιά­ζουν ὅ­μως οἱ ἀν­τι­δρά­σεις αὐ­τές. Τὸ δι­κό μας χρέ­ος εἶ­ναι νὰ μεί­νου­με στα­θε­ροὶ μέ­χρι τέ­λους.

2. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ

Ἐμ­πό­δια στὸ δρό­μο τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς ζω­ῆς θὰ συ­ναν­τή­σου­με κι ἀ­πὸ τὸν μι­σάν­θρω­πο δι­ά­βο­λο. Ἀ­πὸ τό­τε ποὺ ὁ Ἑ­ω­σφό­ρος ἐ­πα­να­στά­τη­σε κα­τὰ τοῦ Θε­οῦ καὶ πα­ρα­δό­θη­κε στὴν ἀ­πώ­λεια, ἕ­να πράγ­μα ἔ­χει ὡς στό­χο: νὰ πα­ρα­σύ­ρει μα­ζί του στὴν αἰ­ώ­νια κό­λα­ση καὶ τοὺς ἀν­θρώ­πους. «Ὡς λέ­ων ὠ­ρυ­ό­με­νος», λέ­γει ὁ ἀ­πό­στο­λος Πέ­τρος, «πε­ρι­πα­τεῖ ζη­τῶν τί­να κα­τα­πί­ῃ» (Α΄ Πέ­τρ. ε΄ 8). Μὲ πο­νη­ρὰ τε­χνά­σμα­τα καὶ ὕ­που­λες με­θό­δους προ­σπα­θεῖ νὰ ἐ­ξα­πα­τή­σει τὸν ἄν­θρω­πο καὶ νὰ τὸν ὁ­δη­γή­σει στὸ βοῦρ­κο τῆς ἁ­μαρ­τί­ας. Γι’ αὐ­τὸ καὶ τὸν πο­λε­μᾶ μὲ κά­θε τρό­πο: μὲ λο­γι­σμοὺς ἀμ­φι­βο­λί­ας καὶ ἀ­νη­θι­κό­τη­τος, μὲ προ­κλη­τι­κὲς εἰ­κό­νες καὶ ἐ­ρε­θί­σμα­τα, μὲ αἰ­σθή­μα­τα μί­σους καὶ ἀν­τι­πά­θειας πρὸς τοὺς ἄλ­λους… Προ­σευ­χὴ κά­νου­με;­ Ἐ­πι­χει­ρεῖ νὰ τρα­βή­ξει τὴν προ­σο­χὴ καὶ τὸ νοῦ μας μα­κριὰ ἀ­πὸ τὸν Θε­ό. Θέ­λου­με νὰ ἐ­ξο­μο­λο­γη­θοῦ­με; Μᾶς πα­ρου­σιά­ζει ἕ­να σω­ρὸ προ­φά­σεις καὶ ἐμ­πό­δια. Πα­ρου­σι­ά­ζου­με κά­ποι­α ἐ­πι­τυ­χί­α, κά­ποι­α μι­κρὴ πρό­ο­δο στὴν ἀ­ρε­τή; Ἔρ­χε­ται νὰ μᾶς τὴν κλέ­ψει μὲ τὴν ὑ­πε­ρη­φά­νεια. Πό­λε­μος συ­νε­χὴς καὶ σκλη­ρός! Ἂς εἴ­μα­στε ἄ­γρυ­πνοι λοι­πὸν κι ἂς προ­βάλ­λου­με δυ­να­μι­κὴ ἀν­τί­στα­ση στὸν πο­νη­ρό, ὅ­πως μᾶς προ­τρέ­πει ὁ ἅ­γιος ἀ­δελ­φό­θε­ος Ἰ­ά­κω­βος: «Ἀν­τί­στη­τε τῷ δι­α­βό­λῳ, καὶ φεύ­ξε­ται ἀ­φ᾿ ὑ­μῶν» (Ἰ­ακ. δ΄[4] 7).

3. Ο ΕΑΥΤΟΣ ΜΑΣ

Πε­ρισ­σό­τε­ρο ὅ­μως ἀ­πὸ τὸν κό­σμο, πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ τὸν πο­νη­ρὸ δι­ά­βο­λο,­ ἐ­κεῖ­νος ποὺ στέ­κε­ται ἐμ­πό­διο στὸν δρό­μο μας πρὸς τὸν Θε­ὸ εἶ­ναι ὁ ἴ­διος ὁ ἑ­αυ­τός μας. Ὁ ἁ­μαρ­τω­λὸς καὶ δι­ε­φθαρ­μέ­νος ἑ­αυ­τός μας, ὁ ὁ­ποῖ­ος στρέ­φε­ται μὲ πε­ρισ­σό­τε­ρη εὐ­κο­λί­α στὸ κα­κὸ πα­ρὰ στὸ ἀ­γα­θό. Γι᾿ αὐ­τὸ καὶ ὁ θεῖ­ος Δι­δά­σκα­λος εἶ­πε ξε­κά­θα­ρα ὅ­τι ὅ­ποι­ος Τὸν ἀ­κο­λου­θή­σει ὀ­φεί­λει νὰ ἀρ­νη­θεῖ τὸν ἑ­αυ­τό του: «Ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἀ­κο­λου­θεῖν, ἀ­παρ­νη­σά­σθω ἑ­αυ­τόν» (Μάρκ. η΄[8] 34). Αὐ­τὸ ἀ­κρι­βῶς εἶ­ναι τὸ χρέ­ος τοῦ πι­στοῦ χρι­στια­νοῦ: νὰ ἀ­παρ­νη­θεῖ τὸ ἐ­γω­ι­στι­κὸ θέ­λη­μα καὶ τὶς ἁ­μαρ­τω­λὲς ἐ­πι­θυ­μί­ες του. Τό­τε μό­νο θὰ μπο­ρέ­σει νὰ βα­δί­σει μὲ ἀ­σφά­λεια στὸν δρό­μο τοῦ Θε­οῦ.

«Δρό­μος με­τ᾿ ἐμ­πο­δί­ων» εἶ­ναι ἡ χρι­στι­α­νι­κὴ ζω­ή. Ἀ­πὸ τὴ στιγ­μὴ ποὺ παίρ­νου­με ἀ­πό­φα­ση νὰ ἀ­κο­λου­θή­σου­με τὴν ὁ­δὸ τοῦ Κυ­ρί­ου εἶ­ναι βέ­βαι­ο ὅ­τι θὰ συ­ναν­τή­σου­με ἐμ­πό­δια καὶ δυ­σκο­λί­ες. Αὐ­τὸ ὅ­μως δὲν ση­μαί­νει ὅ­τι θὰ πα­ραι­τη­θοῦ­με ἀ­πὸ τὸν ἀ­γώ­να, ἀλ­λὰ ἀ­κρι­βῶς τὸ ἀν­τί­θε­το: θὰ τὸν συ­νε­χί­σου­με μὲ με­γα­λύ­τε­ρη ἀ­κό­μη ἔν­τα­ση καὶ προ­σπά­θεια. Αὐ­τὸ τὸ πα­ρά­δειγ­μα μᾶς ἔ­δει­ξε ὁ τυ­φλὸς τοῦ ση­με­ρι­νοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου. Δι­ό­τι ὁ μα­κά­ριος ἐ­κεῖ­νος ἄν­θρω­πος, ὅ­σο οἱ ἄλ­λοι τοῦ ἔ­κλει­ναν τὸ δρό­μο πρὸς τὸν Χρι­στό, τό­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο στρε­φό­ταν πρὸς τὸν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ μὲ θερ­μὴ καὶ ἐ­πί­μο­νη προ­σευ­χή. Καὶ ὁ φι­λάν­θρω­πος Κύ­ριος δὲν τὸν ἄ­φη­σε ἀ­βο­ή­θη­το. Ὅ­πως δὲν ἀ­φή­νει ἀ­βο­ή­θη­το κα­νέ­ναν ποὺ ζη­τᾶ τὸ ἔ­λε­ος καὶ τὴ χά­ρη του. Ἐ­κεῖ­νος πα­ρα­με­ρί­ζει τὰ ἐμ­πό­δια καὶ στέ­κε­ται δί­πλα μας, γιὰ νὰ μᾶς ἐ­νι­σχύ­ει στὸν ἀ­γώ­να καὶ νὰ μᾶς ὁ­δη­γεῖ μὲ ἀ­σφά­λεια στὸ τέρ­μα τοῦ δρό­μου: στὴν αἰ­ώ­νια σω­τη­ρί­α μας!

(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου