ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
(20 ΙΟΥΝΙΟΥ 2021)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν
ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι·
καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι
γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ' ἕνα
ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς
τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ
κατοικοῦντες
Ἰουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης
συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον
εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων
αὐτῶν. ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες
τὴν Μεσοποταμίαν, Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν,
Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην,
καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, Ἰουδαῖοί
τε
καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ Ἄραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις
γλώσσαις
τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
(Πράξ. Ἀποστ. β΄[2]1 – 11)
ΜΕΣΑ
ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ!
ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Ὤφθησαν
αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον
αὐτῶν».
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα
κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς κατέβηκε σὰν βίαιος ἄνεμος καὶ ἐκάθισε
μὲ τὴ μορφὴ γλωσσῶν φωτιᾶς ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν
πρώτων πιστῶν.
Ἀλλὰ τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα εἶναι ἄνεμος; Εἶναι φωτιά; Ἤ μήπως «περιστερά», ὅπως εἶχε φανερωθεῖ
κατὰ τὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου; Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν
ἁπλῶς σύμβολα τῆς παρουσίας Του καὶ δὲν μᾶς ἀποκαλύπτουν κάτι ἀπὸ
τὸ Πρόσωπο καὶ τὴ Φύση Του.
Τότε ὅμως τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποιὸ τὸ ἔργο Του στὴν Ἐκκλησία,
καὶ ποιὸ στὴ ζωὴ τοῦ καθενός μας; Ἰδοὺ τρία σημαντικὰ καὶ καίρια ἐρωτήματα,
γύρω ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ περιστραφεῖ ἡ ὁμιλία μας.
1. Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ
ΟΥΡΑΝΩΝ
Οἱ εἰκόνες,
μὲ τὶς ὁποῖες φανερώθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ ὀνομασία
Του – Ἅγιο Πνεῦμα – δὲν μᾶς βοηθοῦν καὶ πολὺ στὸ νὰ κατανοήσουμε
τὸν ἀκατάληπτο Θεό. Τὰ λόγια ὅμως: «Βασιλεῦ
Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ
τὰ πάντα πληρῶν...» τῆς γνωστῆς καθημερινῆς μας προσευχῆς, ποὺ ἀποτελεῖ
ἀπόσταγμα τῆς σχετικῆς διδασκαλίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, μποροῦν νὰ
μᾶς βοηθήσουν κάπως.
Νὰ μᾶς βοηθήσουν
πρωτίστως στὸ νὰ κατανοήσουμε ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι ἀπρόσωπη
δύναμη, ἐνέργεια, ἰδιότητα ἢ χαρακτηριστικὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶναι
ΠΡΟΣΩΠΟ! Εἶναι Θεῖο Πρόσωπο τοῦ Ἑνὸς ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινὸς
καὶ προαιώνιος, συνάναρχος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ ὁμότιμός
Τους, συμπροσκυνούμενος καὶ συνδοξαζόμενος μαζί Τους, ὅπως ἀκριβῶς
παρήγγειλε ὁ Κύριος στοὺς Ἀποστόλους μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, ὅταν
τοὺς εἶπε νὰ βαπτίζουν σὲ ὅλο τὸν κόσμο τοὺς πιστοὺς «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»
(Ματθ. κη'[28] 19). Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὡς Θεὸς Παντοδύναμος
καὶ Ἄπειρος ποὺ εἶναι, ὀνομάζεται Βασιλεὺς Οὐράνιος, ὁ Ὁποῖος εἶναι
πανταχοῦ παρὼν καὶ γεμίζει μὲ τὴν παρουσία Του τὰ πάντα.
Ὀνομάζεται
ἀκόμη καὶ Παράκλητος, ποὺ σημαίνει παρηγορητής, ἐνισχυτής, βοηθός.
Εἶναι ὁ «ἄλλος Παράκλητος» (Ἰω.
ιδ'[14] 16), περὶ τοῦ Ὁποίου ἔλεγε ὁ Κύριος ὅτι θὰ παρακαλέσει τὸν
Πατέρα Του νὰ ἀποστείλει στοὺς μαθητές Του, γιὰ νὰ μείνει μαζί τους «εἰς τὸν αἰῶνα». Ὁ ἕνας Παράκλητος
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, ὁ «ἄλλος
Παράκλητος» εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἦλθε στὴν Ἐκκλησία δέκα μέρες
μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς.
2. Η ΨΥΧΗ ΤΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ἡ κάθοδος
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπῆρξε ἡ κορυφαία στιγμὴ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Γιὰ νὰ περιγραφεῖ αὐτὴ ἡ στιγμή, χρησιμοποιήθηκε πολὺ ἐπιτυχημένα
ἡ εἰκόνα τοῦ σώματος τοῦ Ἀδάμ, πρὶν αὐτὸ δεχθεῖ τὴ ζωογόνο πνοὴ τοῦ
Θεοῦ, τοῦ Δημιουργοῦ Του. Ἦταν ἕνα τέλειο, πανέμορφο σῶμα, ἀλλὰ
δὲν εἶχε ζωή. Μόλις ὅμως δέχθηκε τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, γέμισε ζωντάνια
καὶ δύναμη. Κάτι ἀνάλογο συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Βγῆκε μέσα
ἀπὸ τὴν Οὐσία τοῦ Κυρίου καὶ τὴν Ἀνάστασή Του ὁλόλαμπρη καὶ θαυμαστὴ·
ἀλλὰ ἦταν ἀκίνητη, κλεισμένη στὰ ὑπερῶα τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἡ κάθοδος
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς μετέδωσε αὐτὸ ποὺ τῆς ἔλειπε, τὴ θεϊκὴ πνοὴ
καὶ ζωντάνια. Καὶ ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα πλημμύρισε ὅλο τὸν κόσμο.
Λοιπόν, ἡ πνοὴ
τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μυστικὴ καρδιά της, ἡ ψυχή της, ποὺ ζωογονεῖ ὅλο
τὸν ὀργανισμό της, εἶναι ἀκριβῶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐκεῖνο τελεσιουργεῖ
τὰ ἱερὰ Μυστήρια καὶ μεταδίδει φωτισμὸ καὶ ἁγιασμὸ καὶ δύναμη καὶ
ὅλα τὰ χαρίσματα στὰ μέλη της. Ἐκεῖνο καθοδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως
εἶπε ὁ Κύριος, «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν»
(Ἰω. ιϚ΄[16] 13). Ἐκεῖνο – τὸ
Ἅγιο Πνεῦμα – ἑνώνει τοὺς πιστοὺς
σὲ ἕνα σῶμα καὶ δημιουργεῖ μεταξύ τους ἄρρηκτο δεσμὸ ἀγάπης. Ἐκεῖνο
ἐργάζεται καὶ μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ καθενὸς πιστοῦ καὶ τὴν ἁγιάζει καὶ
τὴν μεταμορφώνει. Διότι εἶναι ὁ
Δωρεοδότης Θεός, τὸ Πρόσωπο δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ διανέμει
τὸν θεϊκὸ πλοῦτο σὲ ὅλους τοὺς βαπτισμένους Χριστιανούς.
3. Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΘΕΙΑ
ΣΦΡΑΓΙΔΑ
Αὐτὸν τὸν
πλοῦτο τῶν θεϊκῶν χαρισμάτων τὸν ἔχουμε λάβει ὅλοι οἱ πιστοί, ἀμέσως
μετὰ τὸ Βάπτισμά μας, κατὰ τὸ ἱερὸ Μυστήριο τοῦ ἁγίου Χρίσματος.
Τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἱερεὺς μᾶς ἔχρισε μὲ τὸ ἅγιο Μύρο λέγοντας· «σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου· ἀμήν»,
ἐκείνη ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ γίναμε μέτοχοι τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ ἅγιο Χρίσμα ὑπῆρξε ἡ προσωπική
μας Πεντηκοστή! Μιὰ ἀόρατη γλώσσα φωτιᾶς κάθισε τότε ἐπάνω
μας, ἢ μᾶλλον εἰσῆλθε στὴν καρδιά μας. Μιὰ ἀκοίμητη φλόγα, ἡ ὁποία
καίει πάντοτε μέσα μας.
Πάντοτε!
Εἶναι ἡ φλόγα, ἡ ὁποία καίει καὶ ἐξαφανίζει τὰ πάθη, τὶς κακίες,
τὶς ἁμαρτίες μας, θερμαίνει τὴν καρδιά μας στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, φωτίζει
τὴ διάνοιά μας στὴν κατανόηση τῶν θείων ἀληθειῶν, μορφώνει τὸν νέο
ἄνθρωπο, ποὺ λαμβάνει «τὴν εἰκόνα
τοῦ Χριστοῦ» (Κολασ. γ'[3] 10).
Πάντοτε!
Ναί! Ἀλλὰ ὄχι μὲ τὴν ἴδια ἔνταση καὶ δύναμη. Διότι, ὅταν παραδινόμαστε
θεληματικὰ στὴν ἁμαρτία καὶ λησμονοῦμε τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Δημιουργοῦ
μας, ἡ φλόγα αὐτὴ μικραίνει, τρεμοσβήνει, γίνεται μιὰ μικρὴ σπίθα,
ποὺ σιγοκαίει κάτω ἀπὸ τὴ στάχτη τῶν παθῶν καὶ τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅταν
ὅμως ἀγωνιζόμαστε μὲ ἀνδρεία κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν μας, ἡ φλόγα
αὐτὴ φουντώνει καὶ ἀνάβει μιὰ πελώρια φωτιὰ θεϊκῆς ἀγάπης μέσα
μας. Καὶ τότε ὁ ἀγαθὸς Παράκλητος κάνει τὴν καρδιά μας κατοικητήριό
Του καὶ μᾶς δίνει τὴ βεβαιότητα, ὅτι εἴμαστε «τέκνα Θεοῦ» «καὶ κληρονόμοι» (Ρωμ. η΄[8] 16-17) τοῦ ἀπείρου
πλούτου τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του.
«Βασιλεῦ Οὐράνιε,
Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν,
ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν...».
Ἔλα, Πανάγιο
Πνεῦμα, καὶ μεῖνε γιὰ πάντα στὶς καρδιές μας! «Καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης
κηλῖδος, καὶ σῶσον. Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν». Ἀμήν!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο
τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ
ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. τοῦτο
δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες
εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς
οὐδέπω
ἐδοξάσθη. πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαντες
τὸν λόγον ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης· ἄλλοι ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· οἱ δὲ ἔλεγον· Μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας
ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν
ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλέεμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυῒδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο
δι'
αὐτόν. τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ' οὐδεὶς ἐπέβαλεν
ἐπ' αὐτὸν
τὰς χεῖρας. Ἦλθον οὖν οἱ ὑπηρέται
πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους,
καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· Διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων
ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ’ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί
εἰσι!
λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτὸν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ' αὐτοῦ
πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ·
Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον
καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας
οὐκ ἐγήγερται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησε
λέγων·
Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
(Ἰωάν. ζ΄[7] 37 – 52, η΄[8] 12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Τὴν
τελευταία καὶ πιὸ ἐπίσημη ἡμέρα ἀπ’ ὅλες τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑορτῆς
στάθηκε ὄρθιος ὁ Ἰησοῦς καὶ μὲ ζωηρὴ φωνὴ εἶπε: Ἐὰν κανεὶς αἰσθάνεται πόθο καὶ δίψα ὄχι γιὰ ἀγαθὰ ὑλικὰ
καὶ φθαρτά, ἀλλά γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ τὴ μακαριότητα τῆς
θείας ζωῆς, ἂς ἔρχεται σὲ μένα μὲ πίστη καὶ ἂς πίνει ἐλεύθερα. Κοντά
μου θὰ ἱκανοποιηθοῦν ὅλοι οἱ εὐγενικοί του πόθοι καὶ θὰ βρεῖ ἀνάπαυση
ἡ ψυχή του. Ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ἐκείνου πού πιστεύει σὲ
μένα, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς, θὰ ἀναβλύζουν ποτάμια
νεροῦ πού θὰ εἶναι πάντα τρεχούμενο. Κι ἔτσι θὰ ποτίζεται ὄχι μόνο ὁ
ἴδιος, ἄλλα καὶ οἱ ἄλλοι πού θὰ ἔρχονται σὲ σχέση μ' αὐτόν. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, πού θὰ ἀποκτοῦσαν
μετὰ τὴν Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανοὺς ὅσοι θὰ πίστευαν σ' αὐτόν. Διότι
πρωτύτερα εἶχαν βέβαια δοθεῖ χαρίσματα προφητικὰ καὶ θαυματουργικὰ
σὲ ἀνθρώπους δίκαιους καὶ προφῆτες, ἀλλά ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
πού ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς μεταδίδει τὴ θεία καὶ μακαρία ζωὴ
δὲν εἶχε δοθεῖ σὲ κανέναν. Καὶ δὲν εἶχε δοθεῖ ἡ χάρις αὐτὴ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη δοξασθεῖ μὲ τὸ Πάθος του καὶ τὴν
Ἀνάληψή του. Πολλοὶ
λοιπὸν ἀπὸ τὸν λαό, ὅταν ἄκουσαν τὰ λόγια αὐτὰ πού εἶπε ὁ Κύριος στὴ
διάρκεια τῆς ἑορτῆς, ἔλεγαν: Πράγματι
αὐτὸς εἶναι ὁ προφήτης πού μᾶς προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς. Ἄλλοι ἔλεγαν:
Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας Χριστός.
Ἄλλοι ἔλεγαν: Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ
εἶναι ὁ Μεσσίας· διότι μήπως ὁ Μεσσίας εἶναι νὰ ἔρθει ἀπὸ τὴ Γαλιλαία;
Δὲν εἶπε ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ Μεσσίας Χριστὸς θὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ γένος
τοῦ Δαβὶδ καὶ ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε
ὁ Δαβίδ; Προκλήθηκε λοιπὸν διαίρεση καὶ διαφωνία
μεταξύ του λαοῦ γι' αὐτόν. Μερικοὶ μάλιστα ἀπ’ αὐτοὺς ἤθελαν νὰ τὸν
συλλάβουν, ἀλλά κανεὶς δὲν τόλμησε ν' ἁπλώσει χέρι ἐπάνω του· διότι
μιὰ ἀόρατη δύναμη τοὺς συγκρατοῦσε καὶ τοὺς παρεμπόδιζε.
Ἐπειδὴ λοιπὸν κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ τὸν
συλλάβει, γύρισαν ἄπρακτοι οἱ ὑπηρέτες στοὺς ἀρχιερεῖς καί τοὺς Φαρισαίους.
Κι ἐκεῖνοι τοὺς ρώτησαν: Γιατί δέν τὸν
φέρατε, ἀφοῦ καὶ δημοσίως ἐμφανίστηκε καὶ πολλοί ἀπ' τὸ πλῆθος τὸν ἄκουγαν
μὲ δυσμένεια καὶ ἦταν ἕτοιμοι νὰ σᾶς βοηθήσουν μὴ σᾶς διαφύγει; Τότε
οἱ ὑπηρέτες τοὺς ἔδωσαν τὴν ἑξῆς ἀπάντηση: Ποτέ ἄλλοτε δὲν δίδαξε ἄλλος ἄνθρωπος μὲ τόση σοφία καὶ δύναμη
καὶ χάρη μὲ ὅση διδάσκει ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν
ἀνέλπιστη αὐτὴ ἀπάντηση τῶν ὑπηρετῶν τοὺς ξαναρώτησαν οἱ Φαρισαῖοι:
Μήπως παρασυρθήκατε κι ἐσεῖς, πού εἶστε
πάντοτε κοντά μας καὶ ἀκοῦτε τὴ διδασκαλία μας, κι ἔχετε πλανηθεῖ ἀπ'
αὐτόν, ὅπως τὰ ἀμαθῆ πλήθη τοῦ λαοῦ; Μήπως πίστεψε σ' αὐτὸν κανεὶς ἀπ'
τοὺς ἄρχοντες, πού εἶναι οἱ μόνοι ἁρμόδιοι νὰ κρίνουν τὰ θρησκευτικὰ
ζητήματα, ἢ ἀπ' τοὺς Φαρισαίους, πού εἶναι ἄγρυπνοι φύλακες τῶν παραδόσεων
καὶ τῆς ἀληθινῆς πίστεως; Κανεὶς ἀπ' αὐτοὺς δὲν πίστεψε, παρὰ μόνον
αὐτὸς ὁ ὄχλος, πού δὲν ξέρει τὸ νόμο καὶ γι' αὐτὸ εἶναι ὅλοι τους καταραμένοι.
Τοὺς ρώτησε τότε ὁ Νικόδημος, ἐκεῖνος
πού ἦλθε στὸν Ἰησοῦ μέσα στὴ νύχτα καὶ ἦταν ἕνας ἀπ' αὐτούς, διότι ἦταν
κι αὐτὸς μέλος τοῦ συνεδρίου: Μήπως
ὁ νόμος μας μπορεῖ νὰ καταδικάσει ἕναν ἄνθρωπο, ἐὰν προηγουμένως δὲν
τὸν ἀκούσει ὁ δικαστὴς πού ἐκπροσωπεῖ τὸ νόμο καὶ μάθει ἀπὸ τὴν ἀπολογία
του τί ἀξιοκατάκριτο καὶ ἀξιόποινο ἔκανε; Ἐκεῖνοι τότε τοῦ εἶπαν:
Μήπως εἶσαι κι ἐσύ ἀπὸ τὴ Γαλιλαία;
Ἐξέτασε καὶ εὔκολα θὰ δεῖς καὶ θὰ πεισθεῖς ἀπὸ τὰ πράγματα ὅτι κανεὶς
προφήτης ἀπὸ τὴ Γαλιλαία δὲν ἔχει βγεῖ ἕως τώρα.
Ὁ Ἰησοῦς τοὺς μίλησε πάλι καὶ τοὺς εἶπε:
Ἐγώ εἶμαι τὸ φῶς ὄχι μόνο τῶν Ἰουδαίων
ἀλλά ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος πού μὲ ἀκολουθεῖ μὲ πλήρη ἐμπιστοσύνη κι ἐλπίδα
καὶ μὲ πρόθυμη ὑπακοὴ στὰ λόγιά μου δὲν θὰ περπατήσει οὔτε θὰ βρεθεῖ
ποτὲ στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά θὰ ἔχει μέσα του τὸ
ζωηφόρο καὶ πνευματικὸ φῶς, πού προέρχεται ἀπό τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὸν
Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου