Σάββατο 17 Ιουλίου 2021

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

(18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021)

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  

Τέκνον Τίτε, πιστός λό­γος· κα πε­ρὶ το­ύ­των βο­ύ­λο­μαί σε δι­α­βε­βαι­οῦ­σθαι, ἵ­να φρον­τί­ζω­σι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ο πε­πι­στευ­κό­τες τ Θε­ῷ. ταῦ­τά ἐ­στι τ κα­λὰ κα ὠ­φέ­λι­μα τος ἀν­θρώ­ποις· μω­ρὰς δ ζη­τή­σεις κα γε­νε­α­λο­γί­ας κα ἔ­ρεις κα μά­χας νο­μι­κὰς πε­ρι­ί­στα­σο· εἰ­σὶ γρ ἀ­νω­φε­λεῖς κα μά­ται­οι. αἱ­ρε­τι­κὸν ἄν­θρω­πον με­τὰ μί­αν κα δευ­τέ­ραν νου­θε­σί­αν πα­ραι­τοῦ, εἰ­δὼς ὅ­τι ἐ­ξέ­στρα­πται ὁ τοι­οῦ­τος κα ἁ­μαρ­τά­νει ὢν αὐ­το­κα­τά­κρι­τος. Ὅ­ταν πέμ­ψω Ἀρ­τε­μᾶν πρς σε Τυ­χι­κόν, σπο­ύ­δα­σον ἐλ­θεῖν πρς με ες Νι­κό­πο­λιν· ἐ­κεῖ γρ κέ­κρι­κα πα­ρα­χει­μά­σαι. Ζη­νᾶν τν νο­μι­κὸν κα Ἀ­πολ­λὼ σπου­δα­ί­ως πρό­πεμ­ψον, ἵ­να μη­δὲν αὐ­τοῖς λε­ί­πῃ. Μαν­θα­νέ­τω­σαν δ κα ο ἡ­μέ­τε­ροι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ες τς ἀ­ναγ­κα­ί­ας χρε­ί­ας, ἵ­να μ ὦ­σιν ἄ­καρ­ποι. Ἀ­σπά­ζον­ταί σε ο με­τ' ἐ­μοῦ πάν­τες. ἄ­σπα­σαι τος φι­λοῦν­τας ἡ­μᾶς ἐν πί­στει. χά­ρις με­τὰ πάν­των ὑ­μῶν· μν.   

                                   (Τίτ. γ΄[3] 8 – 15)

 

ΤΑ ΑΙΩΝΙΑ ΣΥΝΟΡΑ

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ: «Αἱ­ρε­τι­κὸν ἄν­θρω­πον με­τὰ μί­αν καὶ δευ­τέ­ραν νου­θε­σί­αν πα­ραι­τοῦ».

Στὴν ἱ­ε­ρὴ μνή­μη τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων τῆς Δ' Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου εἶ­ναι ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νο τὸ Ἀ­πο­στο­λι­κό μας ἀ­νά­γνω­σμα. Ἕ­να ἀ­νά­γνω­σμα, ὅ­που ὁ φλο­γε­ρὸς ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος μὲ 2-3 ξε­κά­θα­ρες φρά­σεις ὑ­πο­δει­κνύ­ει στὸν μα­θη­τή του Τί­το τὸν τρό­πο, μὲ τὸν ὁ­ποῖ­ο ὀ­φεί­λει νὰ ἀν­τι­με­τω­πί­ζει τοὺς τό­τε ἀν­τι­δρα­στι­κοὺς καὶ αἱ­ρε­τι­κοὺς ἀν­θρώ­πους.

Εὔ­κο­λα ἀν­τι­λαμ­βα­νό­μα­στε ὅ­τι οἱ ὑ­πο­δεί­ξεις αὐ­τὲς τοῦ Ἀ­πο­στό­λου ἀ­φο­ροῦν ὄ­χι μό­νο τὸν ἀ­πό­στο­λο Τί­το, ἀλ­λὰ καὶ ὅ­λους μας. Ἂς προ­σπα­θή­σου­με λοι­πὸν νὰ τὶς με­τα­φέ­ρου­με στὴν ἐ­πο­χή μας ἐ­ξε­τά­ζον­τας: ποι­ὸς εἶ­ναι ὁ σω­στὸς τρό­πος συμ­πε­ρι­φο­ρᾶς πρὸς τοὺς αἱ­ρε­τι­κοὺς καὶ πό­τε εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη αὐ­τοὶ τε­λεί­ως νὰ ἀ­πο­κό­πτων­ται.

1. Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ  

Τὸ Ἀ­πο­στο­λι­κὸ κεί­με­νο χρη­σι­μο­ποι­εῖ μιὰ πο­λὺ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὴ λέ­ξη, γιὰ νὰ προσ­δι­ο­ρί­σει τὴ σω­στὴ ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν τὴ λέ­ξη «νου­θε­σί­α», ποὺ θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ τὴν ἑρ­μη­νεύ­σου­με σὰν ἔν­το­νη πα­τρι­κὴ συμ­βου­λή.

Τὴν τα­κτι­κὴ αὐ­τὴ τῆς πα­τρι­κῆς νου­θε­σί­ας ἀ­κο­λού­θη­σαν πάν­το­τε οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας καὶ μά­λι­στα πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρο, ὅ­ταν συν­κεν­τρώ­νον­ταν ὅ­λοι μα­ζὶ στὶς με­γά­λες Οἰ­κου­με­νι­κὲς Συ­νό­δους. Τό­τε οἱ ἀ­λη­θι­νοὶ ποι­μέ­νες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μὲ πε­ρισ­σὴ πα­τρι­κὴ ἀ­γά­πη πα­ρα­κα­λοῦ­σαν τοὺς αἱ­ρε­τι­κοὺς νὰ ἐ­πι­στρέ­ψουν στὴν ἁ­γί­α Ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη. Οἱ δὲ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες τῆς Δ' Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου μὲ πολ­λὴ τα­πεί­νω­ση καὶ ὑ­περ­βο­λι­κὴ ἀ­γά­πη ἐ­πα­νει­λημ­μέ­νως κά­λε­σαν τοὺς ἀρ­χη­γοὺς τῆς αἱ­ρέ­σε­ως τοῦ Μο­νο­φυ­σι­τι­σμοῦ, τὸν ἀρ­χι­μαν­δρί­τη Εὐ­τυ­χῆ καὶ τὸν Πα­τριά­ρχη Ἀ­λε­ξαν­δρεί­ας Δι­ό­σκο­ρο, νὰ ἀ­παρ­νη­θοῦν τὴν πλά­νη τους.

Λοι­πόν, καὶ οἱ ση­με­ρι­νοὶ ποι­μέ­νες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἐ­κεῖ στοὺς ἐ­πι­σή­μους δι­α­λό­γους, ποὺ δι­ε­ξά­γουν μὲ δι­ά­φο­ρους αἱ­ρε­τι­κοὺς Πα­πι­κούς, Προ­τε­στάν­τες, Μο­νο­φυ­σι­τί­ζον­τες κ.α. μὲ τὴν ἴ­δια πα­τρι­κὴ σο­βα­ρό­τη­τα καὶ ἀ­γά­πη ὀ­φεί­λουν νὰ ὁ­μο­λο­γοῦν τὴν ἀ­λή­θεια τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, κα­λών­τας τοὺς πλα­νε­μέ­νους ἀ­δελ­φοὺς νὰ ἐ­πι­στρέ­ψουν στὴν ἀγ­κα­λιά της.

Φυ­σι­κὰ καὶ ἐ­μεῖς οἱ ἁ­πλοὶ πι­στοί, ὅ­ταν συ­ναν­τοῦ­με κά­ποι­ον πλα­νε­μέ­νο αἱ­ρε­τι­κό, μὲ τὸν ἴ­διο τρό­πο νὰ ἐ­νερ­γοῦ­με. Νὰ τὸν συμ­βου­λεύ­ου­με μὲ ἀ­γά­πη. Μὴν ἀ­γα­να­κτοῦ­με καὶ ἐ­κνευ­ρι­ζό­μα­στε καὶ ὁ­μι­λοῦ­με μὲ θυ­μό, δι­ό­τι ἀν­τὶ γιὰ κα­λὸ θὰ κά­νου­με κα­κό.

Ἀλ­λὰ τὸ πράγ­μα δὲν στα­μα­τᾶ ἐ­δῶ... ἢ μᾶλ­λον ἐ­δῶ ἀ­κρι­βῶς στα­μα­τᾶ, ὅ­πως θὰ δοῦ­με εὐ­θὺς ἀ­μέ­σως.

2. Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Ναί, λέ­γει ὁ Ἀ­πό­στο­λος στὸν ἅ­γιο Τί­το, νὰ νου­θε­τεῖς τὸν αἱ­ρε­τι­κὸ ἄν­θρω­πο καὶ μί­α καὶ δύ­ο φο­ρές. Ἀλ­λὰ πρό­σε­ξε! Ἂν δὲν δέ­χε­ται τὴν πα­τρι­κὴ αὐ­τὴ συμ­βου­λή σου, μὴ συ­νε­χί­ζεις. Ἀ­πό­κο­ψέ τον. «Πα­ραι­τοῦ»! Πα­ρά­τη­σέ τον. Δι­ό­τι ὁ ἄν­θρω­πος αὐ­τὸς δεί­χνει πὼς εἶ­ναι πλέ­ον δι­ε­στραμ­μέ­νος, «ἐ­ξέ­στρα­πται ὁ τοι­οῦ­τος».

Ση­μαν­τι­κό­τα­τη ἡ προ­τρο­πὴ τοῦ Ἀ­πο­στό­λου. Δι­α­γρά­φει μὲ ἀ­πό­λυ­τη ἀ­κρί­βεια τὰ ὅ­ρια, μέ­σα στὰ ὁ­ποῖ­α θὰ πρέ­πει νὰ κι­νοῦν­ται οἱ σχέ­σεις μας μὲ τοὺς αἱ­ρε­τι­κούς. Ἀ­γά­πη καὶ γνή­σιο ἐν­δι­α­φέ­ρον ναί! Ἀλ­λὰ ὄ­χι συ­νε­χὴς καὶ ἀ­πε­ρι­ό­ρι­στη οἰ­κει­ό­τη­τα καὶ ἀ­τέ­λει­ω­τες συ­ζη­τή­σεις καὶ δι­ά­λο­γοι ἀ­γά­πης, ποὺ εἶ­ναι «ἀ­νω­φε­λεῖς καὶ μά­ται­οι».

Καὶ ὄ­χι ἁ­πλῶς ἀ­νω­φε­λεῖς, ἀλ­λὰ καὶ πο­λὺ ἐ­πι­βλα­βεῖς καὶ γιὰ τὸν ἴ­διο τὸν αἱ­ρε­τι­κὸ καὶ γιὰ ἐ­μᾶς ἀ­κό­μη. Ἐ­πι­βλα­βεῖς γιὰ κεῖ­νον, δι­ό­τι αὐ­τὴ ἡ οἰ­κει­ό­τη­τα, ποὺ ἐ­πὶ πο­λὺ τυ­χὸν τοῦ δεί­χνου­με, δὲν τὸν βο­η­θεῖ νὰ κα­τα­λά­βει σὲ τί κα­τα­στρο­φι­κὸ δρό­μο βρί­σκε­ται. Ἐ­πι­βλα­βεῖς ὅ­μως καὶ γιὰ ἐ­μᾶς, δι­ό­τι δὲν ἀ­πο­κλεί­ε­ται σι­γὰ σι­γὰ νὰ ἐ­πη­ρε­α­σθοῦ­με ἀ­πὸ τὶς ἰ­δέ­ες του καὶ νὰ κιν­δυ­νεύ­σου­με τὴν ἴ­δια τὴν σω­τη­ρί­α μας.

Τὰ βλέ­πει δυ­στυ­χῶς κα­νεὶς αὐ­τὰ καὶ σὲ πολ­λοὺς ἀ­πό τους δι­α­λό­γους, ποὺ δι­ε­ξά­γει ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α μας μὲ τοὺς αἱ­ρε­τι­κοὺς Πα­πι­κούς, Προ­τε­στάν­τες καὶ Μο­νο­φυ­σι­τί­ζον­τες τῆς Ἀ­να­το­λῆς. Οἱ πλα­νε­μέ­νοι αὐ­τοὶ δὲν ἐν­νο­οῦν νὰ πα­ρα­δε­χθοῦν τὶς πλά­νες τους, ἀλ­λὰ κά­νουν τοὺς θε­ο­λο­γι­κοὺς δι­α­λό­γους ἁ­πλῶς γιὰ τὰ μά­τια, μὲ ἀ­πώ­τε­ρο σκο­πὸ νὰ δη­μι­ουρ­γη­θεῖ μιὰ στε­νὴ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α με­τα­ξὺ ἡ­μῶν καὶ ἐ­κεί­νων καὶ σι­γὰ σι­γὰ νὰ πα­ρα­με­ρι­στεῖ ἡ πί­στη καὶ νὰ γί­νει στὴν πρά­ξη ἕ­νω­ση, χω­ρὶς νὰ ἔ­χουν ἀ­παρ­νη­θεῖ τὶς βλά­σφη­μες ἰ­δέ­ες τους.

Πρέ­πει ἐ­δῶ νὰ ὑ­πο­γραμ­μί­σου­με ἐν­τό­νως πὼς αὐ­τὸ γί­νε­ται βά­σει σχε­δί­ου. Ἤ­δη καὶ οἱ Προ­τε­στάν­τες, καὶ οἱ Κα­θο­λι­κοί, καὶ οἱ Μο­νο­φυ­σι­τί­ζον­τες προ­τρέ­πουν τοὺς ὀ­πα­δούς τους νὰ ἐκ­κλη­σι­ά­ζον­ται ἐ­λεύ­θε­ρα σὲ Ὀρ­θό­δο­ξους να­οὺς καὶ νὰ κοι­νω­νοῦν ἀ­κό­μη τῶν ἀ­χράν­των μυ­στη­ρί­ων. Καὶ ἡ κα­τά­στα­ση αὐ­τὴ δυ­στυ­χῶς γί­νε­ται ἀ­νε­κτὴ ἀ­πὸ ὡ­ρι­σμέ­νους Ὀρ­θο­δό­ξους ἱ­ε­ρεῖς καὶ ἐ­πι­σκό­πους, ἰ­δί­ως στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κό.

Λοι­πόν, τὸ πράγ­μα εἶ­ναι σο­βα­ρό. Δὲν ἔ­χου­με ἐ­μεῖς πε­ρισ­σό­τε­ρη ἀ­γά­πη ἀ­πὸ τὸν ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο, ποὺ ἔ­γρα­ψε τό­σο ἔν­το­να αὐ­τὸ τὸ «πα­ραι­τοῦ»! Οὔ­τε ἀ­πὀ τοὺς ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρες μας, οἱ ὁ­ποῖ­οι μὲ πό­νο ψυ­χῆς καὶ μὲ δά­κρυ­α πα­ρέ­δι­δαν στὸ τέ­λος στὸ ἀ­νά­θε­μα τοὺς ἀ­με­τα­νό­η­τους αἱ­ρε­τι­κούς. Οὔ­τε βέ­βαι­α ἔ­χου­με πε­ρισ­σό­τε­ρη ἀ­γά­πη ἀ­πὸ τὸν Εὐ­αγ­γε­λι­στὴ τῆς ἀ­γά­πης τὸν ἅ­γιο Ἰ­ω­άν­νη τὸν Θε­ο­λό­γο, ὁ ὁ­ποῖ­ος συ­νι­στᾶ στοὺς πι­στοὺς νὰ μὴ φι­λο­ξε­νοῦν στὸ σπί­τι τους αἱ­ρε­τι­κὸ ἄν­θρω­πο, οὔ­τε κἂν νὰ τὸν χαι­ρε­τοῦν: «μὴ λαμ­βά­νε­τε αὐ­τὸν εἰς οἰ­κί­αν, καὶ χαί­ρειν αὐ­τῷ μὴ λέ­γε­τε» (Β' Ἰ­ω. 10). Καὶ τέ­λος εἶ­ναι κα­θα­ρὴ μω­ρί­α νὰ νο­μί­ζου­με πὼς εἴ­μα­στε σο­φώ­τε­ροι ἀ­πό τους ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρες μας καὶ πὼς μπο­ροῦ­με νὰ ἐ­πα­να­δι­α­τυ­πώ­σου­με δῆ­θεν τὴν πί­στη, ποὺ ἐ­κεῖ­νοι μὲ τό­ση σο­φί­α καὶ ἀ­κρί­βεια δι­α­τύ­πω­σαν κα­θο­δη­γού­με­νοι ἀ­πὸ τὸ Ἅ­γιο Πνεῦ­μα. Μω­ρί­α καὶ ἀ­φέ­λεια καὶ κα­τα­στρο­φι­κὴ ὑ­πε­ρη­φά­νεια!

Ἀ­δελ­φοί, οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες μας ἀ­κο­λου­θών­τας τὸ πα­ρά­δειγ­μα καὶ τὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν ἁ­γί­ων Ἀ­πο­στό­λων καὶ αὐ­τοῦ τοῦ Κυ­ρί­ου μας ἔ­θε­σαν τὰ αἰ­ώ­νια σύ­νο­ρα, μὲς στὰ ὁ­ποῖ­α θὰ πρέ­πει νὰ κι­νού­με­θα κα­τὰ τὶς σχέ­σεις μας μὲ τοὺς αἱ­ρε­τι­κούς. Αὐ­τὰ τὰ αἰ­ώ­νια ὅ­ρια κα­νεὶς δὲν ἔ­χει δι­καί­ω­μα νὰ τὰ με­τα­το­πί­σει καί, ἂν τὸ κά­νει, ἀ­να­λαμ­βά­νει τε­ρά­στια, τρο­μα­κτι­κὴ εὐ­θύ­νη. Δι­ό­τι καὶ τοὺς αἱ­ρε­τι­κοὺς βλά­πτει στε­ρε­ώ­νον­τάς τους στὴν πλά­νη, ἀλ­λὰ καὶ ὁ ἴ­διος κιν­δυ­νεύ­ει νὰ κα­τα­στρα­φεῖ καὶ ἄλ­λους γύ­ρω του νὰ κα­τα­στρέ­ψει.

Γι᾿ αὐ­τὸ καὶ πρὸς τὸν κα­θέ­να μας, καὶ πρὸς τοὺς ἱ­ε­ρεῖς μας, καὶ πρὸς τοὺς ἐ­πι­σκό­πους μας, καὶ πρὸς τοὺς πα­τριά­ρχες μας ἡ ἁ­γί­α μας Ὀρ­θο­δο­ξί­α ἀ­πευ­θύ­νει ἐν­τό­νως καὶ ἐ­πι­τα­κτι­κῶς τὴ σω­στι­κὴ προ­τρο­πή της: Μὴ με­τα­κι­νεῖς τὰ αἰ­ώ­νια σύ­νο­ρα, ποὺ το­πο­θέ­τη­σαν οἱ Πα­τέ­ρες σου! «Μὴ μέταιρε ὅρια αἰώνια, ἃ ἔθεντο οἱ πατέρες σου» (Πα­ροιμ. κβ'[28] 28)! 

 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς.  ὑ­μεῖς ἐ­στε τ φς το κό­σμου. ο δύ­να­ται πό­λις κρυ­βῆ­ναι ἐ­πά­νω ὄ­ρους κει­μέ­νη· οὐ­δὲ κα­ί­ου­σι λύ­χνον κα τι­θέ­α­σιν αὐ­τὸν ὑ­πὸ τν μό­δι­ον, ἀλ­λ' ἐ­πὶ τν λυ­χνί­αν, κα λάμ­πει πᾶ­σι τος ν τ οἰ­κί­ᾳ. Οὕ­τω λαμ­ψά­τω τ φς ὑ­μῶν ἔμ­προ­σθεν τν ἀν­θρώ­πων, ὅ­πως ἴ­δω­σιν ὑ­μῶν τ κα­λὰ ἔρ­γα κα δο­ξά­σω­σι τν πα­τέ­ρα ὑ­μῶν τν ν τος οὐ­ρα­νοῖς. Μ νο­μί­ση­τε ὅ­τι ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι τν νό­μον τος προ­φή­τας· οκ ἦλ­θον καταλῦ­σαι ἀλ­λὰ πλη­ρῶ­σαι. ἀ­μὴν γρ λέ­γω ὑ­μῖν, ἕ­ως ἂν πα­ρέλ­θῃ οὐ­ρα­νὸς κα γ, ἰ­ῶ­τα ἓν μί­α κε­ρα­ί­α ο μ παρέλ­θῃ ἀ­πὸ το νό­μου ἕ­ως ἂν πάν­τα γέ­νη­ται. ς ἐ­ὰν  ον  λύ­σῃ  μί­αν   τν   ἐν­το­λῶν το­ύ­των  τν ἐ­λα­χί­στων κα δι­δά­ξῃ οὕ­τω τος ἀν­θρώ­πους, ἐ­λά­χι­στος κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν· ς δ' ν ποι­ήσῃ κα δι­δά­ξῃ, οὗ­τος μέ­γας κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν. 

                                                                    (Ματθ. ε΄[5] 14 – 19)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Επεν Κύριος στος μαθητές Του· Ἐ­σεῖς εἶ­στε τὸ φῶς τοῦ κό­σμου, δι­ό­τι ἔ­χε­τε προ­ο­ρι­σμὸ μὲ τὸ φω­τει­νό σας πα­ρά­δειγ­μα καὶ μὲ τὰ λό­για σας πού με­τα­δί­δουν τὸ φῶς τῆς ἀ­λή­θειας νὰ φω­τί­ζε­τε τοὺς ἀν­θρώ­πους πού βρί­σκον­ται στὸ σκο­τά­δι τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καὶ τῆς πλά­νης. Μιὰ πό­λη πού βρί­σκε­ται πά­νω σὲ βου­νὸ δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ κρυ­φτεῖ. Ἔ­τσι καὶ ἡ δι­κή σας ζω­ὴ θὰ γί­νε­ται ἀν­τι­λη­πτὴ ἀ­π' ὅ­λους. Οὔ­τε οἱ ἄν­θρω­ποι ἀ­νά­βουν λυ­χνά­ρι γιὰ νὰ τὸ βά­λουν κά­τω ἀ­π' τὸν κά­δο μὲ τὸν ὁποῖο με­τροῦν τὸ σι­τά­ρι. Ἀλλά τὸ το­πο­θε­τοῦν πά­νω στὸ λυ­χνο­στά­τη κι ἔ­τσι φω­τί­ζει μὲ τὴ λάμ­ψη του ὅ­λους ὅ­σους εἶ­ναι μέ­σα στὸ σπί­τι. Ἔ­τσι σὰν λυ­χνά­ρι πού εἶ­ναι σω­στὰ το­πο­θε­τη­μέ­νο ἂς λάμ­ψει τὸ φῶς τῆς ἀ­ρε­τῆς σας μπρο­στὰ στοὺς ἀν­θρώ­πους γιὰ νὰ δοῦν τὰ κα­λά σας ἔρ­γα καὶ νὰ δο­ξά­σουν γιὰ τὰ ἐ­νά­ρε­τα καὶ ἅ­για παι­διὰ του τὸν Πα­τέ­ρα σας, ὁ ὁποῖος εἶ­ναι βέ­βαι­α πα­ρὼν παν­τοῦ, ἀλλά κυ­ρί­ως φα­νε­ρώ­νει τὴν πα­ρου­σί­α του στοὺς οὐ­ρα­νούς. Μὴ νο­μί­σε­τε ὅ­τι ἦλ­θα γιὰ νὰ κα­ταρ­γή­σω καὶ ν' ἀ­κυ­ρώ­σω τὸν ἠ­θι­κὸ νό­μο τοῦ Μω­υ­σῆ ἢ τὴν ἠ­θι­κὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν προ­φη­τῶν. Δὲν ἦλ­θα νὰ τὰ κα­ταρ­γή­σω αὐ­τά, ἀλλά νὰ τὰ συμ­πλη­ρώ­σω καὶ νὰ σᾶς τὰ πα­ρα­δώ­σω τέ­λεια. Δι­ό­τι ἀ­λη­θι­νά σᾶς λέ­ω καὶ μὲ κά­θε ἐ­πι­ση­μό­τη­τα σᾶς δι­α­βε­βαι­ώ­νω ὅ­τι ὅ­σο πα­ρα­μέ­νει καὶ δὲν κα­τα­στρέ­φε­ται ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, οὔτε ἕ­να γι­ώ­τα ἢ ἕ­να κόμ­μα, οὔ­τε δη­λα­δὴ ἡ πιὸ μι­κρὴ ἀ­πὸ τὶς ἐν­το­λὲς δὲν θὰ πα­ρα­πέ­σει ἀ­πὸ τὸ Νό­μο καὶ δὲν θὰ χά­σει τὸ κύ­ρος της, μέ­χρι νὰ ἐ­πα­λη­θευ­θοῦν καὶ νὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν ὅ­λα ὅ­σα δι­α­τά­ζει ὁ Νό­μος· καὶ θὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν μὲ τὰ γε­γο­νό­τα τῆς ζω­ῆς μου ὅ­σα λέ­χθη­καν προ­φη­τι­κῶς, ἀλλά καὶ μὲ τὴ ζω­ὴ τῶν γνή­σι­ων μα­θη­τῶν μου, οἱ ὁποῖοι θὰ τη­ροῦν αὐ­τὰ μὲ ἀ­κρί­βεια. Ἀ­φοῦ λοι­πὸν οἱ ἐν­το­λὲς ἔ­χουν κύ­ρος καὶ ἰ­σχὺ ἀ­κα­τά­λυ­τη, ὁ­ποι­οσ­δή­πο­τε πα­ρα­βεῖ μί­α κι ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νες ἀ­κό­μη τὶς ἐν­το­λές μου πού φαί­νον­ται πο­λὺ μι­κρὲς καὶ δι­δά­ξει ἔ­τσι τοὺς ἀν­θρώ­πους, νὰ τὶς θε­ω­ροῦν δη­λα­δὴ μι­κρὲς κι ἀ­σή­μαν­τες, θὰ κη­ρυ­χθεῖ ἐ­λά­χι­στος καὶ τε­λευ­ταῖ­ος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως πού θὰ ἐ­φαρ­μό­σει ὅ­λες ἀ­νε­ξαι­ρέ­τως τὶς ἐν­το­λὲς καὶ θὰ δι­δά­ξει καὶ τοὺς ἄλ­λους νὰ τὶς τη­ροῦν, αὐ­τὸς θὰ ἀ­να­κη­ρυ­χθεῖ με­γά­λος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Κι αὐ­τὲς λοι­πὸν τὶς ἐν­το­λὲς πού οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φα­ρι­σαῖ­οι πα­ρα­με­ρί­ζουν μὲ τὶς ἀν­θρώ­πι­νες πα­ρα­δό­σεις τους, πρέ­πει νὰ τὶς προ­σέ­χε­τε καὶ νὰ τὶς ἐ­φαρ­μό­ζε­τε. 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου