ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(25 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021)
Ο
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΜΗΤΟΡΟΣ
Ἀδελφοί,
᾿Αβραὰμ δύο υἱοὺς ἔσχεν, ἕνα ἐκ τῆς παιδίσκης καὶ ἕνα ἐκ τῆς ἐλευθέρας.
Ἀλλ᾿ ὁ μὲν ἐκ τῆς παιδίσκης κατὰ σάρκα γεγέννηται, ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας
διὰ τῆς ἐπαγγελίας. Ἅτινά ἐστιν ἀλληγορούμενα. Αὗται γάρ εἰσι δύο
διαθῆκαι, μία μὲν ἀπὸ ὄρους Σινᾶ, εἰς δουλείαν γεννῶσα, ἥτις ἐστὶν
῎Αγαρ. Τὸ γὰρ ῎Αγαρ Σινᾶ ὄρος ἐστὶν ἐν τῇ ᾿Αραβίᾳ, συστοιχεῖ δὲ τῇ
νῦν ῾Ιερουσαλήμ, δουλεύει δὲ μετὰ τῶν τέκνων αὐτῆς· ἡ δὲ ἄνω ῾Ιερουσαλὴμ
ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν. Γέγραπται γάρ· «Εὐφράνθητι
στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα
τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα».
(Γαλ. δ΄ [4] 22 - 27)
ΟΙ ΔΥΟ ΠΟΛΕΙΣ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
1. Η ΕΠΙΓΕΙΑ ΠΟΛΗ
Ὁ Ἀβραάμ,
μᾶς λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «δύο
υἱοὺς ἔσχεν, ἕνα ἐκ τῆς παιδίσκης καὶ ἕνα ἐκ τῆς ἐλευθέρας», ἀπέκτησε
δύο υἱούς, ἕναν ἀπὸ τὴ δούλη Ἄγαρ κι ἕναν ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη Σάρρα.
Ἀλλὰ ὁ υἱὸς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ δούλη, γεννήθηκε φυσικῶς κατὰ τὸν
νόμο τῆς σαρκός, ἐνῶ ὁ υἱὸς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη, γεννήθηκε
μὲ τὴ δύναμη τῆς ὑποσχέσεως ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ. Αὐτὰ ὅμως
ἔχουν ἀλληγορικὴ σημασία. Εἶναι βέβαια γεγονότα ἱστορικά, ἀλλὰ
προεικονίζουν σπουδαῖες ἀλήθειες. Διότι οἱ δύο αὐτὲς γυναῖκες, ἡ
Ἄγαρ καὶ ἡ Σάρρα, εἶναι τύποι τῶν δύο Διαθηκῶν. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη
ποὺ δόθηκε στὸ ὅρος Σινᾶ προτυπώνεται μὲ τὴν Ἄγαρ. Διότι τὸ ὅρος Σινᾶ
ὀνομάζεται καὶ Ἄγαρ, ἐπειδὴ κατοικοῦν ἐκεῖ ἀπόγονοι τῆς Ἄγαρ. Καὶ
προτυπώνει τὴν ἐπίγειο Ἱερουσαλήμ, ἡ ὁποία εἶναι δούλη, ὅπως καὶ
ἡ Ἄγαρ.
Η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ
τοῦ ἱεροῦ κειμένου ἔχει μεγάλο θεολογικὸ περιεχόμενο καὶ πρέπει
νὰ τὴν προσέξουμε. Ὁ θεῖος Ἀπόστολος συγκρίνει ἐδῶ τὶς δύο Διαθῆκες,
τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινή, ὅπως ἐπίσης καὶ τὶς δύο πόλεις, τὴν ἐπίγειο
Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν ἐπουράνιο, καὶ τὶς δύο Ἐκκλησίες, τὴ Συναγωγὴ
τῶν Ἑβραίων καὶ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὶς δύο γυναῖκες τοῦ Ἀβραάμ.
Ἡ μία γυναίκα
τοῦ Ἀβραὰμ λοιπόν, ἡ δούλη Ἄγαρ, μᾶς λέγει, προεικονίζει τὴν Παλαιὰ
Διαθήκη. Διότι οἱ ἄνθρωποι τότε ζοῦσαν κάτω ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ νόμου
καὶ ὅλων ἐκείνων τῶν διατάξεων ποὺ παιδαγωγοῦσαν τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ,
προκειμένου νὰ προετοιμασθεῖ γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία. Ὁ νόμος αὐτὸς
ἦταν «παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν», γεννοῦσε
τὸν πόθο καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς λυτρώσεως ἀπὸ τὸν Μεσσία. Δὲν μποροῦσε ὅμως
νὰ ἐλευθερώσει τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Ἡ Ἄγαρ συμβολίζει
ἀκόμη καὶ τὴν ἐπίγειο Ἱερουσαλήμ, ποὺ ἦταν τὸ ἐθνικὸ κέντρο τῶν Ἑβραίων.
Διότι ὁ νόμος τοῦ Ἰσραὴλ εἶχε ἀποστολὴ μόνο στοὺς Ἑβραίους, στὸν περιούσιο
λαὸ τοῦ Θεοῦ. Τέλος ἡ Ἄγαρ συμβολίζει καὶ τὴ Συναγωγὴ τῶν Ἑβραίων,
ἡ ὁποία ἦταν ἔρημος καὶ στείρα ἐκκλησία, ἐπειδὴ ἀγνοοῦσε τὸν Θεὸ
ὡς τελεία ἀγάπη, καὶ τελικῶς γέννησε ἕνα μόνο παιδί, τοὺς Ἰουδαίους.
Συμπερασματικά, ὁ θεῖος Παῦλος μὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς παραλληλισμοὺς
θέλει νὰ δείξει ὅτι ὁ νόμος τοῦ Μωϋσέως εἶχε ὅρια τοπικά, χρονικὰ
καὶ οὐσιαστικά. Ἦταν δηλαδὴ μόνο γιὰ τοὺς Ἑβραίους τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς,
τοὺς ὁποίους προετοίμαζε εἰς Χριστόν, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς ἀπαλλάξει
ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας.
Ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν
κατάρα τῆς δουλείας καὶ τοῦ νόμου μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς
Χριστός. Καὶ ἀπὸ δούλους μᾶς ἔκαμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ ἀγαπημένα καὶ κληρονόμους
τοῦ οὐρανοῦ. Μᾶς καλεῖ πλέον κατ᾿ ὄνομα, μᾶς γνωρίζει προσωπικά, μᾶς
ἀγαπᾶ φιλόστοργα σὰν παιδιά Του μονάκριβα. Ἐμεῖς ἄραγε ἀνταποκρινόμαστε
στὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας; Τὸν ἀγαποῦμε σὰν παιδιά Του, μὲ λατρεία
καὶ ἀγάπη δυνατή;
2. Η ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ ΠΟΛΗ
Στὴ συνέχεια
ὁ Ἀπόστολος ἀναφέρεται στὴν ἄλλη γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ἐλεύθερη
Σάρρα, ἡ ὁποία συμβολίζει τὴν ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ. «Ἡ δὲ ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν,
ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν», δηλαδὴ ἡ θριαμβεύουσα στοὺς οὐρανοὺς
Ἐκκλησία εἶναι ἐλεύθερη καὶ μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Διότι ἔχει
γραφεῖ ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα: «εὐφράνθητι
στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα», γέμισε χαρὰ σύ, Ἐκκλησία, ἡ ὁποία πρὶν ἔλθει
ὁ Χριστὸς ἤσουν στείρα καὶ δὲν γεννοῦσες παιδιά. Φώναξε μὲ πολλὴ χαρὰ
σὺ ποὺ δὲν εἶχες πόνους κυοφορίας καὶ τοκετοῦ. Διότι, ἐνῶ ἤσουν ἔρημη
ἀπὸ ἄνδρα καὶ παιδιά, ἔχεις τώρα παιδιὰ ποὺ εἶναι περισσότερα ἀπ᾿ τὰ
τέκνα τῆς ἐπιγείου Ἱερουσαλήμ.
ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ αὐτὸ
μέρος του Ἀποστολικοῦ κειμένου, ὁ θεῖος Παῦλος παραλληλίζει τὴν ἄλλη
γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ἐλεύθερη Σάρρα, μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἀλλὰ
καὶ τὴν ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὑπογραμμίζει
ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς λαούς, ἐπεκτείνεται
στὴν αἰωνιότητα καὶ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τοῦ νόμου,
τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ Ἐκκλησία
τοῦ Χριστοῦ ἐδῶ ὀνομάζεται ἐπουράνιος Ἱερουσαλήμ. Συνήθως ὅμως,
στὰ πατερικὰ συγγράμματα ἐπουράνιος Ἱερουσαλὴμ ὀνομάζεται ἡ Βασιλεία
τῶν Οὐρανῶν, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλεῖται Νέα Ἱερουσαλήμ.
Γιατί λοιπὸν ἐδῶ ὁ θεῖος Παῦλος ὀνομάζει τὴν Ἐκκλησία ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ;
Διότι, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἱεροὶ Πατέρες, ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ,
ἔχει τὴν καταγωγή της ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἐκεῖ πρόκειται νὰ καταλήξει.
Ἀπὸ ἐκεῖ κατέβηκε στὴ γῆ ἡ κεφαλή της, ὁ Κύριός μας, καὶ ἐκεῖ τώρα ἐν
δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς κάθεται καὶ δέεται ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἐκεῖ
ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὑποδέχεται τὰ μέλη της ποὺ προέρχονται ἀπὸ
τὶς τάξεις τῆς στρατευόμενης Ἐκκλησίας ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ τὰ ὁποῖα μὲ
τὸν θάνατο καλοῦνται στὴν θριαμβεύουσα ἐπουράνιο Ἐκκλησία. Ἀπὸ ἐκεῖ
κατῆλθε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο θεμελίωσε, ζωοποίησε καὶ ἐξαγίασε
τὴν Ἐκκλησία. Ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀληθινὴ καὶ αἰώνια πατρίδα μας καὶ ἐκεῖ
θὰ πρέπει νὰ στρέψουμε ὅλη τὴν προσοχή μας, τοὺς πόθους καὶ τὸ ἐνδιαφέρον
μας. Τὰ ἐπίγεια παρέρχονται καὶ κάποτε θὰ χωρισθοῦμε ἀπὸ αὐτά. Ἡ αἰώνια
πατρίδα μας βρίσκεται στοὺς οὐρανούς, ὅπου μὲ ἀνοικτὲς τὶς πύλες της
μᾶς περιμένει.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ
εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι,
ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ
παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν, λέγοντες· Τί ἡμῖν
καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;
Ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ
ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων.
Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες, ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην
τῶν χοίρων. Καὶ ἰδοὺ, ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ
εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον·
καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν, ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων.
Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ· καὶ ἰδόντες
αὐτὸν, παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν
εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
(Ματθ. η΄[8] 28 – θ΄[9] 1)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο
τὸν καιρὸ, ὅταν ὁ Κύριος ἦλθε στὴν ἀπέναντι ὄχθη, στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν,
τὸν συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ μνήματα ποὺ ὑπῆρχαν
ἐκεῖ, στὰ ὁποῖα εὐχαριστιοῦνταν νὰ κατοικοῦν. Ἦταν καὶ οἱ δύο ἐπιθετικοὶ
καὶ πολὺ ἐπικίνδυνοι· τόσο, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ περάσει ἀπ᾿
τὸν δρόμο ἐκεῖνο. Καὶ ξαφνικὰ ἀπ᾿ τὸν φόβο τους κραύγασαν δυνατὰ καὶ εἶπαν: Ποιὰ σχέση
ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ σὲ σένα, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ
πρόωρα, πρὶν ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς παγκόσμιας κρίσεως, γιὰ νᾶ μᾶς βασανίσεις;
Στὸ μεταξὺ ὑπῆρχε μακριὰ ἀπ᾿ αὐτοὺς ἕνα κοπάδι μὲ πολλοὺς χοίρους,
ποὺ ἔβοσκαν ἐκεῖ. Οἱ δαίμονες τότε ἄρχισαν νὰ τὸν παρακαλοῦν λέγοντας:
Ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς βγάλεις ἔξω ἀπὸ ἐδῶ, δῶσ᾿ μας τὴν ἄδεια νὰ φύγουμε
καὶ νὰ μποῦμε μέσα στὸ κοπάδι τῶν χοίρων. Κι ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ ἔτρεφαν
τοὺς χοίρους τὸ ἔκαναν αὐτὸ παραβαίνοντας τὸν Μωσαϊκὸ νόμο, ποὺ ἀπαγόρευε
ὡς ἀκάθαρτο τὸ χοιρινὸ κρέας, ὁ Κύριος τιμωρώντας τὴν παρανομία
τους αὐτὴ εἶπε στοὺς δαίμονες: Πηγαίνετε. Κι αὐτοὶ βγῆκαν ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους
καὶ πῆγαν στοὺς χοίρους. Καὶ ξαφνικὰ ὅλο τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ὄρμησε
μὲ μανία ἀπὸ τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ γκρεμοῦ πρὸς τὰ κάτω, στὴ θάλασσα,
καὶ πνίγηκαν στὰ νερὰ τῆς λίμνης. Τότε ἐκεῖνοι ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους
ἔφυγαν, κι ἀφοῦ πῆγαν στὴν πόλη, ἀνήγγειλαν ὅλα ὅσα ἔγιναν, καὶ ἰδιαιτέρως
τὸ τί συνέβη μὲ τοὺς δαιμονισμένους. Καὶ τότε ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως
βγῆκαν γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν Ἰησοῦ· κι ὅταν τὸν εἶδαν, τὸν παρακάλεσαν
νὰ φύγει ἀπὸ τὰ σύνορά τους, ἀπὸ φόβο μήπως πάθουν καὶ μεγαλύτερα
κακά. Καὶ ἀφοῦ μπῆκε σ' ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης,
καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη, τὴν Καπερναούμ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου