Σάββατο 3 Απριλίου 2021

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

  ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

Γ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

(4 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2021)

(ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ)



 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ἀδελφοί, ἔ­χον­τες ἀρ­χι­ε­ρέ­α μέ­γαν δι­ε­λη­λυ­θό­τα τος οὐ­ρα­νο­ύς, Ἰ­η­σοῦν τν υἱ­ὸν το Θε­οῦ, κρα­τῶ­μεν τς ὁ­μο­λο­γί­ας. ο γρ ἔ­χο­μεν ἀρ­χι­ε­ρέ­α μ δυ­νά­με­νον συμ­πα­θῆ­σαι τας ἀ­σθε­νε­ί­αις ἡ­μῶν, πε­πει­ρα­σμέ­νον δ κα­τὰ πάν­τα κα­θ' ὁ­μοι­ό­τη­τα χω­ρὶς ἁ­μαρ­τί­ας. προ­σερ­χώ­με­θα ον με­τὰ παρ­ρη­σί­ας τ θρό­νῳ τς χά­ρι­τος, ἵ­να λά­βω­μεν ἔ­λε­ον κα χά­ριν εὕ­ρω­μεν ες εὔ­και­ρον βο­ή­θειαν.  Πς γρ ἀρ­χι­ε­ρεὺς ἐξ ἀν­θρώ­πων λαμ­βα­νό­με­νος ὑ­πὲρ ἀν­θρώ­πων κα­θί­στα­ται τ πρς τν Θε­όν, ἵ­να προ­σφέ­ρῃ δῶ­ρά τε κα θυ­σί­ας ὑ­πὲρ ἁ­μαρ­τι­ῶν, με­τρι­ο­πα­θεῖν δυ­νά­με­νος τος ἀ­γνο­οῦ­σι κα πλα­νω­μέ­νοις, ἐ­πεὶ κα αὐ­τὸς πε­ρί­κει­ται ἀ­σθέ­νειαν· κα δι τα­ύ­την ὀ­φε­ί­λει, κα­θὼς πε­ρὶ το λα­οῦ, οὕ­τω κα πε­ρὶ ἑ­αυ­τοῦ προ­σφέ­ρειν ὑ­πὲρ ἁ­μαρ­τι­ῶν. κα οχ ἑ­αυ­τῷ τις λαμ­βά­νει τν τι­μήν, ἀλ­λὰ κα­λού­με­νος ὑ­πὸ το Θε­οῦ, κα­θά­περ κα Ἀ­α­ρών. οὕ­τω κα Χρι­στὸς οχ ἑ­αυ­τὸν ἐ­δό­ξα­σε γε­νη­θῆ­ναι ἀρ­χι­ε­ρέ­α, ἀλ­λ' ὁ λα­λή­σας πρς αὐ­τόν· υἱ­ός μου ε σ, ἐ­γὼ σή­με­ρον γε­γέν­νη­κά σε· κα­θὼς κα ν ἑ­τέ­ρῳ λέ­γει· σ ἱ­ε­ρεὺς ες τν αἰ­ῶ­να κα­τὰ τν τά­ξιν Μελ­χι­σε­δέκ.

                                           (Ἑβρ. δ΄[4] 14 – ε΄[5] 6)

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀφοῦ λοι­πόν, σύμ­φω­να καὶ μὲ ὅ­σα εἴ­πα­με, ἔ­χου­με με­γά­λο ἀρ­χι­ε­ρέ­α, ὁ ὁποῖος ἔ­χει πλέ­ον δι­α­σχί­σει τοὺς οὐ­ρα­νοὺς καὶ μπῆ­κε στὸν τό­πο τῆς αἰ­ώ­νιας ἀ­να­παύ­σε­ως, στὴν οὐ­ρά­νια βα­σι­λεί­α του, ὅ­που μᾶς πε­ρι­μέ­νει, τὸν Ἰ­η­σοῦ δη­λα­δή, ὁ ὁ­ποῖος δὲν εἶ­ναι ἕ­νας ἁ­πλὸς ἄν­θρω­πος ἀλλά καί ὁ Υἱ­ὸς τοῦ Θε­οῦ, ἂς κρα­τοῦ­με κα­λὰ τὴν ὁ­μο­λο­γί­α τῆς πί­στε­ώς μας πρὸς αὐ­τόν. Καὶ μὴν πε­ρά­σει πο­τὲ ἀ­πὸ τὸ νοῦ μας ὅ­τι, ἀφοῦ αὐ­τὸς εἶ­ναι τώ­ρα στοὺς οὐ­ρα­νούς, δὲν θὰ δεί­ξει ἐν­δι­α­φέ­ρον γιά μᾶς. Δι­ό­τι δὲν ἔ­χου­με ἀρ­χι­ε­ρέ­α πού νὰ μὴν μπο­ρεῖ νὰ μᾶς συμ­πα­θή­σει στὶς ἠ­θι­κὲς καὶ φυ­σι­κὲς ἀ­δυ­να­μί­ες μας, ἐ­πει­δὴ τά­χα δὲν γνω­ρί­ζει τὰ ὅσα μᾶς συμ­βαί­νουν ἢ ἐ­πει­δὴ ὑ­ψώ­θη­κε τό­σο πο­λύ· ἀλλά ἔ­χου­με ἀρ­χι­ε­ρέ­α ὁ ὁποῖος ἔ­χει ἀν­τι­με­τω­πί­σει πει­ρα­σμοὺς μ' ὅ­λους τούς τρό­πους πού μπο­ρεῖ νὰ δο­κι­μα­σθεῖ ἡ ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση. Ἔ­χει ἀν­τι­με­τω­πί­σει πει­ρα­σμοὺς ἐ­ξο­λο­κλή­ρου ὅ­μοι­α μ' ἐ­μᾶς, χω­ρὶς ὅ­μως νὰ ὑ­πο­πέ­σει σὲ κα­μί­α ἁ­μαρ­τί­α. Ἀ­φοῦ λοι­πὸν τέ­τοι­ος εἶ­ναι ὁ ἀρ­χι­ε­ρέ­ας μας, ἂς πλη­σι­ά­ζου­με μὲ θάρ­ρος καὶ ἄ­φο­βη ἐμ­πι­στο­σύ­νη στὸ βα­σι­λι­κό του θρό­νο, ἀ­πὸ τὸν ὁποῖο πη­γά­ζει ἡ χά­ρις. Ἂς πλη­σι­ά­ζου­με σ' αὐ­τὸν γιὰ νὰ λά­βου­με συγ­χώ­ρη­ση γιὰ τὶς ἁ­μαρ­τί­ες μας καὶ γιὰ νὰ βροῦ­με εὔ­νοι­α καὶ δω­ρε­ὲς πού θὰ μᾶς δώ­σουν ἄ­με­ση βο­ή­θεια σὲ κά­θε κρί­σι­μη ὥ­ρα πει­ρα­σμοῦ. Θὰ βροῦ­με ἔ­λε­ος, χά­ρη καὶ βο­ή­θεια ἀ­πὸ τὸν με­γά­λο καὶ εὔσπλαχνο ἀρ­χι­ε­ρέ­α μας. Δι­ό­τι κά­θε ἀρ­χι­ε­ρέ­ας στὴ λευ­ϊ­τι­κὴ ἱερωσύνη τῶν Ἰ­ου­δαί­ων ξεχωρίζεται ἀ­πό τους ἀν­θρώ­πους καὶ ἐγ­κα­θί­στα­ται ἀρχιερέας στὰ ἔρ­γα τῆς λα­τρεί­ας τοῦ Θε­οῦ γιὰ τὴν ὠ­φέ­λεια τῶν ἀν­θρώ­πων, γιὰ νὰ προ­σφέ­ρει καὶ δῶ­ρα καὶ θυ­σί­ες γιά τή συγχώρηση τῶν ἁ­μαρ­τι­ῶν τοῦ λα­οῦ. Καὶ μπο­ρεῖ ὁ ἀρ­χι­ε­ρέ­ας τῶν Ἰ­ου­δαί­ων νὰ δεί­χνει συμπάθεια καὶ ἀ­νο­χὴ σ' ὅ­σους ἁ­μαρ­τά­νουν ἀ­πὸ ἄγνοια καὶ πλά­νη, ἐ­πει­δὴ κι αὐ­τὸς ὡς ἄν­θρω­πος ἔ­χει ἐ­πάνω του ἠ­θι­κὴ ἀ­σθέ­νεια καὶ ἀν­θρώ­πι­νες ἀ­δυ­να­μί­ες. Καὶ ἐ­ξαι­τί­ας τῆς ἀ­σθέ­νειας καὶ τῆς ἐνοχῆς του αὐ­τὸς ὀ­φεί­λει σύμ­φω­να μὲ τὶς δι­α­τά­ξεις τοῦ νό­μου, ὅ­πως προ­σφέ­ρει θυ­σί­α γιὰ χά­ρη τοῦ λα­οῦ, ἔ­τσι νὰ προ­σφέ­ρει θυ­σί­α καὶ γιὰ τὸν ἑ­αυ­τό του, γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁ­μαρ­τί­ες του. Ἐ­πί­σης κα­νεὶς δὲν παίρ­νει ἀ­πὸ μό­νος του τὴν ὑψηλή τιμή τῆς ἀρχιερωσύνης, ἀλλά τὴν δέ­χε­ται ὅ­ταν καλεῖται ἀ­πὸ τὸν Θε­ὸ· ὅ­πως κλή­θη­κε στὸ ἀ­ξί­ω­μα αὐ­τὸ ἀ­πὸ τόν Θεό καί ὁ Ἀ­α­ρών. Ἔ­τσι καὶ ὁ Χρι­στὸς δὲν δό­ξα­σε μό­νος του τὸν ἑαυτό του μὲ τὸ νὰ γί­νει ἀρ­χι­ε­ρέ­ας, ἀλλά τὸν δό­ξα­σε ὁ Θε­ὸς Πα­τήρ, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶ­πε: Υἱ­ός μου εἶ­σαι ἐσύ. Ἐγώ σὲ γέν­νη­σα σή­με­ρα, ὅ­ταν σοῦ ἔ­δω­σα τὴν ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση καὶ τὴν δό­ξα­σα μὲ τὴν Ἀ­νά­στα­σή σου καὶ τὴν ἐν­θρό­νι­σή σου στὰ δε­ξιά μου. Ὅ­πως καὶ σ' ἄλ­λο ση­μεῖ­ο τῆς Ἁ­γί­ας Γρα­φῆς λέ­ει: Ἐσύ εἶ­σαι ἱ­ε­ρέ­ας αἰ­ώ­νιος σὰν τὸν Μελ­χι­σε­δέκ. Γιὰ τὸ πρό­σω­πο αὐ­τὸ πα­ρα­σι­ω­πᾶ­ται σκό­πι­μα στὴν Ἁ­γί­α Γραφή ἡ γε­νε­α­λο­γί­α καὶ ὁ θά­να­τός του, γιὰ νὰ εἶναι σύμ­βο­λο καὶ προ­τύ­πω­ση τῆς παν­το­τι­νῆς βα­σι­λεί­ας καὶ τῆς ἱερωσύνης σου.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἐλθεῖν, ἀ­παρ­νη­σά­σθω ἑ­αυ­τὸν κα ἀ­ρά­τω τν σταυ­ρὸν αὐ­τοῦ, κα ἀ­κο­λου­θε­ί­τω μοι. ς γρ ν θέ­λῃ τν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ σῶ­σαι, ἀ­πο­λέ­σει αὐ­τήν· ς δ' ν ἀ­πο­λέ­σῃ τν ἑ­αυ­τοῦ ψυ­χὴν ἕ­νε­κεν ἐ­μοῦ κα το εὐ­αγ­γε­λί­ου, οὗ­τος σώ­σει αὐ­τήν. τ γρ ὠ­φε­λή­σει ἄν­θρω­πον ἐ­ὰν κερ­δή­σῃ τν κό­σμον ὅ­λον, κα ζη­μι­ω­θῇ τν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ; τ δώ­σει ἄν­θρω­πος ἀν­τάλ­λαγ­μα τς ψυ­χῆς αὐ­τοῦ; ς γρ ἐ­ὰν ἐ­παι­σχυν­θῇ  με  κα τος  ἐ­μοὺς λό­γους ν τ γε­νε­ᾷ τα­ύ­τῃ τ μοι­χα­λί­δι ­ κα ἁ­μαρ­τω­λῷ, κα υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που ἐ­παι­σχυν­θή­σε­ται αὐ­τὸν ὅ­ταν ἔλ­θῃ ἐν τ δό­ξῃ το πα­τρὸς αὐ­τοῦ με­τὰ τν ἀγ­γέ­λων τν ἁ­γί­ων. Κα ἔ­λε­γεν αὐ­τοῖς· Ἀ­μὴν λέ­γω ὑ­μῖν ὅ­τι εἰ­σί τι­νες τῶν ὧ­δε ἑ­στη­κό­των, οἵ­τι­νες ο μ γεύσωνται θανάτου ἕ­ως ἂν ἴ­δω­σι τν βα­σι­λε­ί­αν το Θε­οῦ ἐ­λη­λυ­θυῖ­αν ἐν δυ­νά­μει.                

      (Μάρκ. η΄[8] 34 - θ΄[9] 1)  

 

ΣΚΕΨΕΙΣ - ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ - ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. Στὸ μέ­σο της Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς ἡ ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α ὑ­ψώ­νει τὸν Τί­μιο Σταυ­ρό, γιὰ νὰ ἐ­νι­σχύ­σει τὸν ἀ­γώ­να μας, νὰ ἀ­να­νε­ώ­σει τὸν ἐν­θου­σια­σμό μας, νὰ προ­σθέ­σει εὐ­λο­γί­α καὶ χά­ρη στὴ ζω­ή μας.

Συγ­χρό­νως ἀ­να­με­τα­δί­δει καὶ τὸ προ­σκλη­τή­ριο σάλ­πι­σμα τοῦ Κυ­ρί­ου πρὸς ὅ­σους Τὸν ἀ­γα­ποῦν καὶ πο­θοῦν νὰ Τὸν ἀ­κο­λου­θή­σουν.

«Ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἀ­κο­λου­θεῖν...». Δὲν ἐ­ξα­ναγ­κά­ζει κα­νέ­να ὁ Κύ­ριος. Δὲν πα­ρα­πλα­νᾶ, δὲν ἐ­πι­χει­ρεῖ νὰ πα­ρα­σύ­ρει δη­μα­γω­γι­κὰ τὰ πλή­θη, ἀλ­λὰ τοὺς ὁ­μι­λεῖ μό­νο μὲ τὴ γλώσ­σα τῆς ἀ­λή­θειας. 

Σέ­βε­ται τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α τοῦ ἀν­θρώ­που καὶ ἀ­πευ­θύ­νε­ται στὴν ψύ­χραι­μη κρί­ση καὶ ἐ­πι­λο­γή του. Τὸν προ­σκα­λεῖ νὰ σκε­φθεῖ μό­νος του καὶ ν᾿ ἀ­πο­φα­σί­σει ὥ­ρι­μα, ὑ­πεύ­θυ­να, σο­βα­ρά. Τὸν προ­σκα­λεῖ νὰ ἀ­κο­λου­θή­σει τὰ πα­νί­ε­ρα ἴ­χνη Του, νὰ βα­δί­σει μα­ζί του τὸ στε­νὸ μο­νο­πά­τι,  ποὺ ὁ­δη­γεῖ στὰ ὕ­ψη τῆς θεί­ας δό­ξας.

Πό­σο εἶ­ναι πράγ­μα­τι ὡ­ραῖ­ο καὶ συγ­κι­νη­τι­κὸ ν᾿ ἀ­κο­λου­θοῦ­με τὸν Κύ­ριο! Πό­σο ἡ ψυ­χή μας ἀ­να­παύ­ε­ται κον­τά Του, μέ­σα σὲ ἀ­τμό­σφαι­ρα ἐ­λευ­θε­ρί­ας καὶ εἰ­λι­κρί­νειας, χά­ρι­τος, ἁ­για­σμοῦ καὶ θεί­ας στορ­γῆς! Τί καὶ ἂν ὑ­πάρ­χει κά­ποι­ος κό­πος, κά­ποι­α σκλη­ρα­γω­γί­α, ἡ νη­στεί­α, ἡ ἐγ­κρά­τεια, ὁ ἀ­γώ­νας; Τὰ πνευ­μα­τι­κὰ ὀ­φέ­λη εἶ­ναι ἀ­συγ­κρί­τως ὑ­πέρ­τε­ρα. Οἱ ἀ­να­παύ­σεις καὶ ἀ­πο­λαύ­σεις τῆς ψυ­χῆς ἐ­ξαι­ρε­τι­κές! Ζη­τοῦν­ται βε­βαί­ως κά­ποι­ες θυ­σί­ες. Ἀλλ᾿ ὁ Ἐ­σταυ­ρω­μέ­νος μὲ τὴν ὕ­ψι­στη θυ­σί­α Του τό­σο πο­λὺ συγ­κι­νεῖ καὶ ἐμ­πνέ­ει! Μὲ ὅ­λη μας τὴν ψυ­χή, λοι­πόν, ἂς Τὸν ἀ­κο­λου­θοῦ­με.

2. «Ἀ­ρά­τω τὸν σταυ­ρὸν αὐ­τοῦ». Ναί, ἡ πο­ρεί­α πά­νω στὰ ἀ­χνά­ρια τοῦ Λυ­τρω­τοῦ μας δὲν εἶ­ναι ξε­φάν­τω­μα καὶ ἀ­νευ­θυ­νό­τη­τα, εἶ­ναι ὑ­πεύ­θυ­νη πο­ρεί­α ἀ­νό­δου πρὸς τὸν Πα­ρά­δει­σο. Καὶ ὁ δρό­μος, ποὺ ὁ­δη­γεῖ μέ­χρις ἐ­κεῖ, περ­νᾶ ἀ­πὸ τὸν Γολ­γο­θᾶ. Καὶ ἡ πύ­λη, ποὺ εἰ­σά­γει στὴν ἀ­πό­λαυ­σή του, εἶ­ναι ὁ Τί­μιος Σταυ­ρός, «ἡ θύ­ρα τοῦ Πα­ρα­δεί­σου». Γι᾿ αὐ­τὸ τὸν ὑ­ψώ­νει σή­με­ρα ἡ Ἐκ­κλη­σί­α.

Μᾶς δεί­χνει τὸ ἔμ­βλη­μα τοῦ Ἀρ­χη­γοῦ μας, ὁ Ὁ­ποῖ­ος «ἐ­ξῆλ­θε βα­στά­ζων τὸν σταυ­ρὸν αὐ­τοῦ» (Ἰ­ω. ι­θ'[19] 17) καὶ μᾶς κα­λεῖ ἀ­δί­στα­κτα καὶ ὁ­λο­πρό­θυ­μα νὰ ἐ­πω­μι­σθοῦ­με κι ἐ­μεῖς τὸν σταυ­ρό μας, τὸν δι­κό του σταυ­ρὸ ὁ κα­θέ­νας, καὶ νὰ Τὸν ἀ­κο­λου­θή­σου­με.

Σταυ­ρὸς γιὰ τὸν ἕ­να εἶ­ναι νὰ φρον­τί­ζει τὸν κα­τά­κοι­το γέ­ρον­τα καὶ γιὰ τὸν ἄλ­λο νὰ πα­ρα­στέ­κει τὸ ἄρ­ρω­στο παι­δί. Γι᾿ ἄλ­λον νὰ ἀ­νέ­χε­ται τὸν ἢ τὴ δύ­στρο­πη σύ­ζυ­γο. Γι᾿ ἄλ­λον νὰ δεί­χνει καρ­τε­ρί­α στὴν ἰ­δι­αί­τε­ρα σκλη­ρὴ ἐρ­γα­σί­α του. Σταυ­ρὸς εἶ­ναι ἡ πά­λη νὰ διορθώσεις τὸν φυ­σι­κὸ δύ­σκο­λο χα­ρα­κτή­ρα σου, τὸν ὁρ­μη­τι­κὸ καὶ ὀ­ξύ. Σταυ­ρὸς εἶ­ναι ὁ ἀ­γώ­νας ἐ­ναν­τί­ον τῶν πα­θῶν, ἐ­ναν­τί­ον τῶν πει­ρα­σμῶν, ἐ­ναν­τί­ον κά­θε κα­κί­ας καὶ ἁ­μαρ­τί­ας. Ὅ­ταν δὲ ὁ Χρι­στὸς μᾶς τὸ ζη­τή­σει, νὰ εἴ­μα­στε ἕ­τοι­μοι καὶ τὸν σταυ­ρὸ τῆς ὁ­μο­λο­γί­ας νὰ βα­στά­σου­με, ποὺ τὸν βα­ραί­νουν εἰ­ρω­νεῖ­ες, δι­ώ­ξεις, πε­ρι­φρο­νή­σεις γιὰ τὴν πί­στη μας, ἀ­κό­μη καὶ αὐ­τὴ ἡ θυ­σί­α τῆς ζω­ῆς μας. Αὐ­τὸν τὸν συγ­κε­κρι­μέ­νο λοι­πὸν σταυ­ρό, τόν δι­κό μας, τὸν «καθ᾿ ἡ­μέ­ραν» (Λουκ. θ'[9] 23), ἂς τὸν ση­κώ­νου­με πρό­θυ­μα. Χω­ρὶς ὑ­πεκ­φυ­γὲς ἢ γογ­γυ­σμούς. Ἂς σκε­φτό­μα­στε ὅ­τι συ­χνὰ εἶ­ναι ἐ­λα­φρό­τε­ρος ἀ­πὸ τὸν σταυ­ρὸ ἄλ­λων ἀ­δελ­φῶν μας καὶ ὁ­πωσ­δή­πο­τε ἀ­σύγ­κρι­τα ἐ­λα­φρὸς μπροστὰ στὸν Σταυ­ρὸ Ἐ­κεί­νου, ποὺ ἔ­φε­ρε πά­νω Του τὶς ἁ­μαρ­τί­ες ὅ­λου τοῦ κό­σμου. Λοι­πόν, τὸν ἐν­τε­λῶς προ­σω­πι­κό μας σταυ­ρό, αὐ­τὸν ποὺ εἶ­ναι ἀ­κρι­βῶς στὰ μέ­τρα μας, ἂς μὴ τὸν ἀρ­νη­θοῦ­με.

Καὶ πέ­ραν αὐ­τοῦ ἂς σκε­φτό­μα­στε ὅ­τι κά­θε σταυ­ρό­ς μας εἶ­ναι μι­κρο­γρα­φί­α τοῦ Σταυ­ροῦ Του. Ὁ­πό­τε ἀ­πο­τε­λεῖ γιὰ τὴ ζω­ή μας συγ­χρό­νως καὶ ἄ­θλη­μα, ἀλ­λὰ καὶ εὐ­λο­γί­α. Φέρ­νει τὸν Ἐ­σταυ­ρω­μέ­νο στὴν ψυ­χή μας. Τὶς ἄρ­ρη­τες πα­ρα­κλή­σεις Του μέ­σα μας. Γι᾿ αὐ­τὸ ἀ­κρι­βῶς καὶ ὁ Τί­μιος Σταυ­ρὸς ὑ­μνεῖ­ται ὡς «τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ὁ ὡ­ραῖ­ος Πα­ρά­δει­σος», «ὁ τῶν πι­στῶν στη­ριγ­μός».

3. «Τί ὠ­φε­λή­σει ἄν­θρω­πον ἐ­ὰν κερ­δή­σῃ τὸν κό­σμον ὅ­λον, καὶ ζη­μι­ω­θῇ τὴν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ;» Συγ­κλο­νι­στι­κὸ στὴν λο­γι­κό­τη­τά του τὸ ἐ­ρώ­τη­μα. Μᾶς κα­λεῖ νὰ συγ­κρί­νου­με νη­φά­λια καὶ ἀν­τι­κει­με­νι­κὰ τὰ ὑ­λι­κὰ ἀ­γα­θὰ καὶ τὴν ψυ­χήν μας, τὰ ἐγ­κό­σμια καὶ τὰ ἐ­που­ρά­νια, τὰ πρό­σκαι­ρα καὶ τὰ αἰ­ώ­νια. Στὴ συ­νέ­χεια δὲ νὰ ἀ­να­με­τρή­σου­με τὶς εὐ­θύ­νες μας καὶ νὰ δι­ορ­θώ­σου­με τὶς ἐ­πι­δι­ώ­ξεις μας.

Ἂς φθά­σει κά­ποι­ος νὰ κα­τα­κτή­σει ὅ­λο τὸν κό­σμο. Τί οὐ­σι­α­στι­κὸ θὰ ὠ­φε­λη­θεῖ, ἂν ἀ­πὸ τὸ ἄλ­λο μέ­ρος χά­σει τὴν ψυ­χή του; Τὸν κό­σμον θὰ τὸν χα­ρεῖ λί­γα μό­νο χρό­νια. Ἡ ἀ­πώ­λεια τῆς ψυ­χῆς του ὅ­μως θὰ τὸν βα­ρύ­νει στὴν αἰ­ω­νι­ό­τη­τα. Ἀλ­λὰ καὶ τὰ λί­γα χρό­νια πά­νω στὴ γῆ δὲν θὰ τὰ χα­ρεῖ χω­ρὶς ὑ­γεί­α ψυ­χῆς, χω­ρὶς ἀ­γά­πη καὶ κα­λω­σύ­νη, χω­ρὶς ἐμ­πι­στο­σύ­νη καὶ εἰ­ρή­νη. Χω­ρὶς τοῦ Θε­οῦ τὴν εὐ­δο­κί­α καὶ πα­ρου­σί­α. Ἑ­πο­μέ­νως πά­νω ἀπ᾿ ὅ­λα πρέ­πει νὰ θέ­του­με τῆς ψυ­χῆς τὴν ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα, τῆς ψυ­χῆς τὴν ἐ­πι­μέ­λεια.

Θέ­λει νὰ σπου­δά­σει ὁ νέ­ος. Εὐ­γε­νὴς ὁ σκο­πός του. Ἀλλ᾿  ἂν πα­ρα­με­λή­σει τὴν ψυ­χή του, τὸν ἐκ­κλη­σια­σμό, τὴν πί­στη, τὴν ἀ­ρε­τή, θὰ μεί­νει οὐ­σι­α­στι­κὰ ἀ­νεκ­πλή­ρω­τος. Ἡ ἀ­λη­θι­νὴ μόρ­φω­ση θὰ τοῦ δι­α­φύ­γει.

Θέ­λει νὰ βελ­τι­ώ­σει τὰ οἰ­κο­νο­μι­κά του ὁ ἐρ­γα­ζό­με­νος. Ἐ­παι­νε­τὴ ἡ ἐ­πι­θυ­μί­α, δι­ό­τι ὁ Θε­ὸς ἔ­πλα­σε τὸν ἄν­θρω­πο δη­μι­ουρ­γι­κὸ καὶ φι­λο­πρό­ο­δο. Ἀλλ᾿ ἂν αὐ­τὸς ἀ­δι­α­φο­ρή­σει γιὰ τὴν ψυ­χή του, ἂν κα­τα­πα­τή­σει τὴ συ­νεί­δη­σή του, ἂν ἀρ­χί­σει νὰ ἐ­ξα­πα­τᾶ τοὺς συ­ναν­θρώ­πους του ἢ τὸ Κρά­τος, τό­τε θὰ ἀ­πο­τύ­χει. Χρή­μα­τα ἐν­δέ­χε­ται νὰ συγ­κεν­τρώ­σει. Ἀλ­λὰ θὰ πα­ρα­μέ­νει φτω­χός, ἀ­νι­κα­νο­ποί­η­τος, ἀ­νει­ρή­νευ­τος, δυ­στυ­χής.

Δι­ό­τι στὴν ψυ­χι­κὴ ὑ­γεί­α, τὴν πνευ­μα­τι­κὴ εὐ­ε­ξί­α καὶ ἀλ­κή, στὴν κοι­νω­νί­α μὲ τὸν μό­νο μα­κά­ριο Θε­ὸ βρί­σκε­ται τὸ μυ­στι­κὸ τῆς εὐ­τυ­χί­ας. Τῆς πρόσκαιρης καὶ τῆς αἰώνιας ζω­ῆς.

(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου