Σάββατο 17 Απριλίου 2021

Τρέ­μουν τὸ θά­να­το

 

Τρέ­μουν τὸ θά­να­το



• Μέ­τρο κρί­σε­ως εἶ­ναι ὁ θά­να­τος. 

• Μέ­τρο πί­στε­ως εἶ­ναι ὁ φό­βος ἢ ἡ ἀ­φο­βί­α τοῦ θα­νά­του.

Πές μου, πῶς ἀν­τι­με­τω­πί­ζεις τὸ θά­να­το, γιὰ νὰ σοῦ πῶ, ἂν καὶ πό­σο πι­στεύ­ης στὸν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, ποὺ εἶ­ναι ἡ ζω­ὴ καὶ ἡ ἀ­νά­στα­σις. 

Πρὶν ἀ­πὸ χρό­νια ἄ­θε­ος ἡ­γέ­της ἑ­νὸς με­γά­λου ἄ­θρη­σκου κρά­τους, σὰν ἐ­πι­σκέ­φθη­κε κά­ποι­α με­γά­λη χώ­ρα, ποὺ θε­ω­ρη­τι­κὰ ἦ­ταν θρη­σκευ­τι­κή, εἶ­πε μὲ ἀρ­κε­τὴ δό­ση εἰ­ρω­νεί­ας: «Δη­λα­δή, σὲ τί δι­α­φέ­ρε­τε σεῖς ποὺ πι­στεύ­ε­τε ἀ­πὸ μᾶς ποὺ δὲν πι­στεύ­ου­με; Ἐ­γὼ βλέ­πω, πὼς τρέ­με­τε καὶ σεῖς τὸ θά­να­το, ὅ­πως κι ἐ­μεῖς...». 

Ὁ Χρι­στι­α­νι­σμὸς δὲν εἶ­ναι ἁ­πλῶς ἕ­να κοι­νω­νι­κὸ σύ­στη­μα, ποὺ ὁ­πωσ­δή­πο­τε ἐ­πι­λύ­ει δί­και­α καὶ ἱ­ε­ραρ­χι­κὰ ὅ­λα τὰ κοι­νω­νι­κὰ καὶ οἰ­κο­νο­μι­κὰ προ­βλή­μα­τα. Κυ­ρί­ως εἶ­ναι ἡ ὀρ­θὴ στά­σις ζω­ῆς. Εἶ­ναι ἡ λύ­σις τοῦ προβλή­μα­τος, ποὺ λέ­γε­ται θά­να­τος

Ἔ­χω τὴν αἴ­σθη­σι, πὼς, ἂν κα­λού­σα­με στὴν κη­δεί­α προ­σφι­λοῦς μας προ­σώ­που τὸν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, θὰ μᾶς ἔ­βγα­ζε ὅ­λους ἔ­ξω ἀπ᾿ τὴν ἐκ­κλη­σί­α, σὰν ἄ­κου­γε τὰ κλά­μα­τα καὶ τὰ μοι­ρο­λό­για, τὶς γο­ε­ρὲς κραυ­γὲς καὶ τοὺς ἐ­πι­κή­δει­ους λό­γους. Θὰ ἐ­νερ­γοῦ­σε, ὅ­πως ἐ­νήρ­γη­σε τό­τε, στὸ σπί­τι τοῦ Ἰ­α­εί­ρου,ποὺ θρη­νο­λο­γοῦ­σαν γιὰ τὸ θά­να­το τῆς δω­δε­κά­χρο­νης κό­ρης. Μό­λις μπῆ­κε στὸ σπί­τι Αὐ­τός, ποὺ εἶ­ναι ἡ Ζω­ή, ἔ­βγα­λε ἔ­ξω ὅ­σους θρη­νοῦ­σαν ἀ­πελ­πι­σμέ­να γιὰ τὸ θά­να­το. «Ἀ­να­χω­ρεῖ­τε· οὐ γὰρ ἀ­πέ­θα­νε τὸ κο­ρά­σιον, ἀλ­λὰ κα­θεύ­δει» (Ματθ. 9,24). 

Μὲ ἀ­φορ­μὴ τὴν ἐ­νέρ­γεια αὐ­τὴ τοῦ Χρι­στοῦ ὁ ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος, ἐ­ξε­φώ­νη­σε μί­α θαυ­μά­σια ὁ­μι­λί­α, ὅ­που ἀ­παν­τᾶ σ᾿ ὅ­σους ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τα κλαῖ­νε γιὰ τὸ θά­να­το προ­σφι­λοῦς προ­σώ­που, καὶ μά­λι­στα μι­κροῦ παι­διοῦ. 

Ἂς δοῦ­με ἀ­πὸ τὴν ὁ­μι­λί­α αὐ­τὴ με­ρι­κὲς χρυ­σο­στο­μι­κὲς ἀ­λή­θει­ες. 

• Ἂν τό­τε ὁ Χρι­στὸς ἔ­βγα­λε ἔ­ξω τοὺς θρη­νο­λο­γοῦν­τες, πε­ρισ­σό­τε­ρο θὰ ἔ­βγα­ζε ἐ­μᾶς. Τὴν ἴ­δια εὐ­θύ­νη ἔ­χουν ὅ­σοι κλαῖ­νε γιὰ ἀ­σθε­νῆ ποὺ πε­θαί­νει, δι­ό­τι δὲν ὑ­πάρ­χει τὸ φάρ­μα­κο, καὶ τὴν ἴ­δια ὅ­σοι κλαῖ­νε, ἐ­νῶ ὑ­πάρ­χει τὸ φάρ­μα­κο; 

Οἱ ἀρ­χαῖ­οι, πρὸ Χρι­στοῦ, ἔ­κλαι­γαν, ἀ­φοῦ φάρ­μα­κο γιὰ τὴν ἐ­ξου­δε­τέ­ρω­ση τοῦ θα­νά­του δὲν ὑ­πῆρ­χε. Ἐ­μεῖς σή­με­ρα πῶς ἐ­πι­τρέ­πε­ται νὰ κλαῖ­με; Ὁ Χρι­στὸς μᾶς χά­ρι­σε τὸ φάρ­μα­κο τῆς ἀ­θα­να­σί­ας. «Εἰ γὰρ τό­τε ἐ­ξέ­βα­λεν ἐ­κεί­νους ἔ­ξω, πολ­λῷ μᾶλ­λον νῦν. Τό­τε μὲν γὰρ οὔ­πω δῆ­λος ὁ θά­να­τος ἦν ὕ­πνος γε­γε­νη­μέ­νος. Νῦν δὲ καὶ αὐ­τοῦ τοῦ ἡ­λί­ου τοῦ­το φα­ει­νό­τε­ρον. Ἀλλ᾿ οὐκ ἤ­γει­ρέ σου τὸ θυ­γά­τριον νῦν; Ἀλ­λὰ πάν­τως ἐ­γε­ρεῖ καὶ με­τὰ πλεί­ο­νος τῆς δό­ξης. Τὸ δὲ σὸν ἐ­ὰν ἀ­να­στῇ, μέ­νει λοι­πὸν ἀ­θά­να­τον ὂν» (Ε.Π.Ε. 10,352). Με­τά­φρα­σις: Ἂν τό­τε ἔ­βγα­λε ἐ­κεί­νους ἀ­πὸ τὸ σπί­τι τοῦ Ἰ­α­εί­ρου ἔ­ξω, πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρο τώ­ρα. Δι­ό­τι τό­τε ὁ θά­να­τος δὲν εἶ­χε ἀ­κό­μα φα­νε­ρω­θῆ σὰν ὕ­πνος. Τώ­ρα ὅ­μως ἡ ἀ­λή­θεια αὐ­τή, ὅ­τι ὁ θά­να­τος εἶ­ναι ἕ­νας ὕ­πνος, λάμ­πει πιὸ πο­λὺ κι ἀπ᾿ τὸν ἥ­λιο. Θὰ μοῦ πῆς ἴ­σως, ὅ­τι τὸ δι­κό σου κο­ρί­τσι δὲν τὸ ἀ­νέ­στη­σε ὁ Χρι­στός; Εἶ­ναι ὅ­μως σί­γου­ρο, ὅ­τι μί­α ἡ­μέ­ρα θὰ τὸ ξυ­πνή­ση, καὶ μά­λι­στα μὲ με­γα­λύ­τε­ρη δό­ξα. Κι ὅ­ταν τὸ παι­δί σου τὸ ἀ­να­στή­ση, ἀ­πὸ κεῖ καὶ πέ­ρα θὰ μεί­νη ἀ­θά­να­το. 

(Άρ­χι­μαν­δρ. Δα­νι­ήλ Ἀ­ε­ρά­κη "ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙΣ ΤΙΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;" σελ. 88-90)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου